Πριν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, μόλις ένα 20% των οικονομικών αναλυτών θεωρούσαν πως η Ευρωζώνη μπορεί να «γλιστρήσει» σε επίπεδα ύφεσης
Η έναρξη της προσωρινής(;) διακοπής της ροής φυσικού αερίου από τον Nord Stream 1 που ενέτεινε την ενεργειακή ανασφάλεια σε όλη την Ευρώπη, σε συνδυασμό με την εκτίναξη των τιμών σε επίπεδα ρεκόρ, ανέβασαν το ρίσκο υποχώρησης της οικονομίας της Ευρωζώνης σε ύφεση. Αυτό τουλάχιστον διαπιστώνουν κορυφαίοι οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του πρακτορείου Bloomberg.
Η πιθανότητα οικονομικής ύφεσης μέσα στους επόμενους δώδεκα μήνες αυξήθηκε στο 45%, από το 30% που ήταν σε προηγούμενη δημοσκόπηση του πρακτορείου. Πριν δε, την έναρξη του πολέμου μόλις ένα 20% των οικονομικών αναλυτών θεωρούσαν πως η οικονομία της περιοχής του ευρώ μπορεί να «γλιστρήσει» σε επίπεδα ύφεσης.
Υψηλό ρίσκο για τη Γερμανία
Από τις χώρες της περιοχής από τις πλέον ευάλωτες είναι η ναυαρχίδα της ευρωπαϊκής οικονομίας, η Γερμανία, ακριβώς λόγω της υψηλής εξάρτησης της από το ρωσικό φυσικό αέριο.
«Η γερμανική οικονομία βρίσκεται ήδη σε φάση επιβράδυνσης και η τάση είναι σαφές πως θα παραμείνει καθοδική» τόνισε χαρακτηριστικά ο στρατηγικός αναλυτής της Rabobank, Έρικ Γιαν βαν Χαρν, εξηγώντας πως τα σενάρια ύφεσης βασίζονται στις επιπτώσεις του πετρελαϊκού εμπάργκο που έχει αποφασίσει η Ε.Ε. κατά της Ρωσίας, σε συνδυασμό με το ντόμινο των ανοδικών τάσεων των τιμών.
Πραγματικά, η εκτίναξη του κόστους ζωής πλήττει τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις, που αγωνίζονταν ήδη να συνέλθουν από την κρίση δύο χρόνων πανδημίας και περιοριστικών μέτρων.
Η Ευρωζώνη «είναι πολύ πιθανό να εισέλθει σε μια ήπια ύφεση κατά το δεύτερο μισό του έτους, αν και αυτό δεν θα είναι αρκετό για να “σπρώξει” τον πληθωρισμό πιο κοντά στο στόχο (του 2%), αφήνοντας την ΕΚΤ να ακολουθήσει ένα μονοπάτι σταδιακών αυξήσεων των επιτοκίων» σχολίασε από την πλευρά του ο Τζέιμς Ρόσιτερ της TD Securities.
Ο πληθωρισμός
Τα μηνύματα δεν είναι θετικά ούτε από το μέτωπο του πληθωρισμού. Οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση του Bloomberg προχώρησαν σε ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεων τους και για την πορεία του πληθωρισμού, παρά το γεγονός πως ο ρυθμός αύξησης των τιμών αναμένεται σταδιακά να υποχωρήσει κοντά στο ποσοστό-στόχο του 2% που θέτει η ΕΚΤ μέχρι το 2024.
Για την ώρα ο δείκτης θα συνεχίσει να ανεβαίνει και κατά το δεύτερο τρίμηνο, υποστήριξαν οι οικονομικοί αναλυτές.
Με δεδομένο το στοιχείο αυτό εκτιμάται πως η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων, φτάνοντας τα στο 0,75% μέχρι τα τέλη της χρονιάς και στο 1,25% μέχρι τον επόμενο Μάρτιο.