Η κατάχρηση του γονικού λειτουργήματος αποτελεί ταυτοχρόνως και παράβαση των καθηκόντων του γονέα, που επιβάλλονται από το γονικό λειτούργημα. Δικαίωμα επικοινωνίας γονέα του 1520 ΑΚ και καταρχήν μη επιτρεπτός ο πλήρης αποκλεισμός αυτού στο μη συνοικούντα γονέα – Σε εξαιρετικές, ακραίες καταστάσεις ή όταν το δικαίωμα επικοινωνίας ασκείται καταχρηστικά είναι δυνατόν ακόμη και να αποκλειστεί η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για το συμφέρον του τέκνου. Μη νόμιμο το αίτημα για προσωπική κράτηση και χρηματική ποινή του καθ’ ου λόγω του διαπλαστικού χαρακτήρα της ανακλητικής απόφασης. Μέχρι το αμετάκλητο της απόφασης του συναινετικού διαζυγίου που επικυρώνει το υποχρεωτικά κατά το 1441 ΑΚ συνυποβαλλόμενο προς επικύρωση ιδιωτικό συμφωνητικό επιμέλειας και επικοινωνίας των τέκνων είναι σε ισχύ η προγενέστερη εκδοθείσα απόφαση ασφαλιστικών μέτρων περί των ζητημάτων αυτών. Η απόφαση που ρυθμίζει προσωρινά την επικοινωνία γονέα με τέκνο, εκδοθείσα κατά τη διάσταση των συζύγων, αποβάλλει την ισχύ της σε περίπτωση λύσης του γάμου με διαζύγιο λόγω δημιουργίας νέας νομικής και πραγματικής κατάστασης όταν η απόφαση διαζυγίου καταστεί αμετάκλητη. Το συμφωνητικό των συζύγων περί επιμέλειας και επικοινωνίας είναι ιδιόρρυθμη σύμβαση οικογενειακού δικαίου και ισχύει για χρόνο μετά τη λύση του γάμου και δεσμεύει αυτούς μέχρι να ρυθμιστεί δικαστικά η επιμέλεια και η επικοινωνία βάσει 1513 ΑΚ. Μη υποχρεωτική η άσκηση αγωγής για την κύρια υπόθεση πριν την τροποποίηση του 693 παρ. 1 ΚΠολΔ από το άρ. 105 παρ. 3 του Ν. 4172/2013. Ουσιώδης μεταβολή των πραγμάτων που δικαιολογεί την ανάκληση της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων. Πιθανολόγηση επικείμενου κινδύνου με γνώμονα το συμφέρον των τέκνων.
ΑΠΟΦΑΣΗ 23/2014
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Ελένη Τοπούζη, Πρόεδρο Πρωτοδικών.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 15 Ιανουαρίου 2014, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ-ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΤΑΙΤΗΣΗ: ΧΖ του Π και της Ε, κατοίκου Αλεξανδρούπολης, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο με την πληρεξούσια δικηγόρο της, Τριανταφυλλιά Τσιουλπά, του Δικηγορικού Συλλόγου Αλεξανδρούπολης.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ-ΑΝΤΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: ΕΠ του Δ και της Ε, κατοίκου Αλεξανδρούπολης, που παραστάθηκε στο Δικαστήριο με την πληρεξούσια δικηγόρο του, Ελένη Σιναπίδου, του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης.
Η ως άνω αιτούσα-καθ’ ης η ανταίτηση με την από 2.1.2014 και με αριθμό καταθέσεως 4/Α.Μ/2/2.1.2014 αίτησή της που απηύθυνε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτή.
Ο ως άνω καθ ου η αίτηση άσκησε προφορικά ανταίτηση, την οποία ανέπτυξε στο ακροατήριο και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ αυτήν.
Κατά τη συζήτηση της ως άνω αίτησης και ανταίτησης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί αυτοί και όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημειώματα που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 2.1.2014 και με αριθμό καταθέσεως 4/Α. Μ/2/2.1.2014 αίτηση ως και η προφορικώς κατωτέρω αναφερόμενη ασκηθείσα στο ακροατήριο ανταίτηση, είναι συναφείς μεταξύ τους και υπάγονται στην ίδια διαδικασία. Πρέπει, επομένως, να ενωθούν και συνεκδικασθούν, αφού έτσι επιταχύνεται και διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται και μείωση των εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ).
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1511, 1513 και 1514 ΑΚ, στις περιπτώσεις διαζυγίου ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων, η γονική μέριμνα του ανηλίκου ρυθμίζεται από το Δικαστήριο, που μπορεί να την αναθέσει και στον έναν από τους γονείς, αποβλέποντας στο συμφέρον του τέκνου, το οποίο είναι κατευθυντήρια γραμμή και το οποίο με βάση την ηλικία, το φύλλο, τη διανοητική, ψυχική και σωματική του κατάσταση, το σεβασμό στην ισότητα και τις τυχόν σχετικές συμφωνίες των γονέων, προσδιορίζεται από το περιβάλλον, που εξασφαλίζει, κατά τον καλύτερο τρόπο, τη σωστή σωματική, ψυχική, διανοητική και ηθική ανάπτυξή του και από το συναισθηματικό του δεσμό με τον καθένα από τους γονείς του, ώστε να μη διαταράσσεται, αλλά να διασφαλίζεται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ο ψυχικός και ο συναισθηματικός του κόσμος (ΑΠ 948/1990 ΕλλΔνη 32. 988, ΑΠ 659/98 ΝοΒ 47. 1412, ΕφΘεσ1018/89 ΕλλΔνη30.1019, βλ. Αυμπερόπουλο ΕλλΔνη 27 1377). Εξάλλου, η διάταξη του άρθρ. 1532 ΑΚ ορίζει ότι: “αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημα τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ’ αυτό, το Δικαστήριο εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο Εισαγγελέας μπορεί να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο. Το Δικαστήριο μπορεί ιδίως να αφαιρέσει από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ολικά ή μερικά και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο ή αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου να αναθέσει την επιμέλεια του τέκνου ολικά ή μερικά σε τρίτο ή να διορίσει επίτροπο”. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή οι περιπτώσεις κακής άσκησης της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας του ανηλίκου που ενδιαφέρει τη δημόσια τάξη και το κοινωνικό συμφέρον γενικότερα είναι: α) η παράβαση των καθηκόντων των γονέων, β) η καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος του, γ) η αδυναμία τους να ανταποκριθούν σ’ αυτό. Όμως, απόλυτος εννοιολογικός διαχωρισμός των ως άνω περιπτώσεων κακής άσκησης της γονικής μέριμνας είναι ως επί το πλείστον ανέφικτος, αφού οι πιο πάνω περιπτώσεις αλληλοκαλύπτονται. Έτσι η κατάχρηση του γονικού λειτουργήματος αποτελεί ταυτοχρόνως και παράβαση των καθηκόντων του γονέα, που από αυτό (γονικό λειτούργημα) επιβάλλονται. Παράβαση των καθηκόντων των γονέων συνιστά η πλημμελής εκπλήρωση των καθηκόντων αυτών με μέτρο κρίσης το οικονομικό, κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο των γονέων. Καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος των γονέων συνιστά η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του τέκνου κατά τρόπο αντίθετο ή μη εναρμονιζόμενο στο σκοπό του, με αποτέλεσμα να διακυβεύονται τα προσωπικά συμφέροντα του τέκνου. Η καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος της γονικής μέριμνας είναι δυνατόν να εκδηλωθεί με θετική ενέργεια δηλαδή με πράξη ή με παράλειψη ασκήσεως των καθηκόντων τους Όμως, η κρίση για το αν συντρέχει κατάχρηση του δικαιώματος της γονικής μέριμνας θα πρέπει να στηριχθεί όχι σε μεμονωμένες πράξεις ή παραλείψεις του υποχρέου – δικαιούχου, αλλά σε μια εκτίμηση της συνολικής συμπεριφοράς του έναντι του τέκνου, εκτός εάν μια μεμονωμένη πράξη ή παράλειψη είναι τόσο βαριά, ώστε να αρκεί για να στηρίζει γενική (αρνητική) κρίση. Ειδικότερα, καταχρηστικά κατά τα ανωτέρω ασκείται η επιμέλεια τέκνου, αν ο έχων την επιμέλεια γονέας παραβαίνει τα καθήκοντά του εκ της επιμέλειας με κίνδυνο να επιφέρει ως συνέπεια βλάβη στην ψυχική ή σωματική ανάπτυξη του τέκνου ( Β Βαθρακοκοίλη, Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, έκδ 2000, Αρθρο 1532, ιδίως σελ 1007-1010). Περαιτέρω, κατά την διάταξη του άρθρου 1520 του ΑΚ, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό και στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων του ανηλίκου, ως προς την άσκηση του ανωτέρω δικαιώματος, το Δικαστήριο καθορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γίνεται η επικοινωνία Το άκρως προσωπικό αυτό δικαίωμα του γονέα για επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του απορρέει από το φυσικό δεσμό του αίματος και του αισθήματος στοργής προς αυτό, συντελεί δε στην ανάπτυξη του ψυχικού του κόσμου και της εν γένει προσωπικότητας του, γι’ αυτό η άσκησή του αποβλέπει κυρίως στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του τέκνου. Για τον καθορισμό της επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο του είναι αδιάφορο για ποιο λόγο οι γονείς δεν ζουν μαζί, ποιος από αυτούς έχει την επιμέλεια του τέκνου και αν αυτός που αξιώνει την επικοινωνία είναι υπαίτιος για την διακοπή της έγγαμης συμβιώσεως των γονέων ή την λύση του γάμου τους. Κατά συνέπεια, σε καμιά περίπτωση δεν νοείται πλήρης αποκλεισμός του δικαιώματος της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το ανήλικο τέκνο του. Μόνο σε περίπτωση που η επικοινωνία αυτή μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ανατροφή του ανηλίκου, πρέπει η ενάσκηση του σχετικού δικαιώματος να ρυθμισθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε η πραγματοποίηση της επικοινωνίας να γίνεται κάτω από όρους που αποτελούν και τις αναγκαίες προφυλάξεις, ώστε να εξουδετερωθεί ο από την επικοινωνία αυτή δυνάμενος να προέλθει για το ανήλικο κίνδυνος. Η ρύθμιση του ανωτέρω δικαιώματος επικοινωνίας λειτουργεί μέσα στc γενικότερο πλαίσιο διατάξεων που προβλέπουν την άσκηση του δικαιώματος, αλλά και του καθήκοντος των γονέων περί την γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους (άρθρα 1510 επ. ΑΚ), για την οποία ο νόμος (άρθρα 1511 και 1512 ΑΚ) επιτάσσει η ρύθμιση αυτή να αποβλέπει πρωτίστως στο συμφέρον του τέκνου. Επομένως και το Δικαστήριο, όταν ρυθμίζει την άσκηση της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο του, πρέπει πάντοτε να αποφασίζει με οδηγό το καλώς εννοούμενο συμφέρον του τελευταίου, λαμβάνοντας υπόψη του τις προκύπτουσες συντρέχουσες συνθήκες και περιστάσεις κάτω από τις οποίες θα ασκείται η προσωπική αυτή επικοινωνία στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 534/1991 ΕλλΔνη 32.1505, ΕφΘεσ 1560/2003 Αρμ 2003.1273, ΕφΑθ 2758/1998 ΕλλΔνη 39.1646, ΕφΘεσ 2322/1997 ΕλλΔνη 40.358, ΕφΑθ 4818/1997 ΕλλΔνη 39.879), επιβάλλοντας, εφόσον είναι αναγκαίο για την προστασία του συμφέροντος του τέκνου, περιορισμούς στην άσκησή της, οι οποίοι μπορούν να αναφέρονται στον τόπο και το χρόνο της επικοινωνίας, την παρουσία τρίτων προσώπων κατά την διάρκειά της ή ακόμη να συνίστανται στη λήψη μέτρων που διαμορφώνουν την επικοινωνία με ιδιαίτερο τρόπο, λόγω ειδικών περιστάσεων. Εάν υφίστανται εξαιρετικές, ακραίες καταστάσεις ή η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας γίνεται με τρόπο καταχρηστικό, είναι δυνατόν ακόμη και να αποκλειστεί η άσκησή του με δικαστική απόφαση, εφόσον πάντοτε αυτό είναι αναγκαίο μόνον για το συμφέρον του τέκνου, η σχετική δε δικαστική απόφαση, σε περίπτωση μεταβολής στο μέλλον των συνθηκών που οδήγησαν στον αποκλεισμό αυτό, μπορεί να μεταρρυθμιστεί με νέα απόφαση, η οποία θα άρει τον αποκλεισμό (βλ. ΕφΘεσ 10008/2008, ΕΑ 2616/2010, δημοσιευμένες στη Νόμος). Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1536 ΑΚ, αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα και την μετά των γονέων του επικοινωνία ανηλίκου τέκνου μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το Δικαστήριο οφείλει, κατόπιν αιτήσεως ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων συγγενών ή και του Εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφαση του στις νέες συνθήκες, με την ανάκληση ή μεταρρύθμισή της, σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου, ενώ σε επείγουσες περιπτώσεις, μπορεί να ρυθμίσει προσωρινά την κατάσταση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 735 ΚΠολΔ, κατά την οποία έχει το δικαίωμα να διατάξει κάθε πρόσφορο ασφαλιστικό μέτρο, που υπαγορεύεται από τις περιστάσεις, για τη ρύθμιση των σχέσεων των συζύγων από το γάμο και των σχέσεων γονέων και τέκνων και ιδίως, μεταξύ άλλων, να αφαιρέσεραπό τους γονείς τη γονική μέριμνα εν όλω ή εν μέρει και να ρυθμίσει ία σχετικά με την επικοινωνία με το τέκνο, ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 696 παρ. 3 του ΚΠολΔ, το Δικαστήριο που διέταξε ασφαλιστικά μέτρα, έχει δικαίωμα, έως την πρώτη συζήτηση της αγωγής που αφορά την κυρία υπόθεση και κατόπιν αιτήσεως όποιου έχει έννομο συμφέρον να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει ολικά ή μερικά την απόφασή του, εφ’ όσον επήλθε μεταβολή των πραγμάτων δικαιολογούσα την ανάκληση ή μεταρρύθμισή της. Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή και στην περίπτωση κατά την οποία έχει διαταχθεί, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, η προσωρινή ρύθμιση της επιμελείας του προσώπου ανηλίκου τέκνου, επί διασπάσεως της εγγάμου συμβιώσεως των γονέων του και της επικοινωνία του με αυτούς Μεταβολή των πραγμάτων, υπό την έννοια της ανωτέρω παραγράφου, υπάρχει όταν μετά τη συζήτηση των ασφαλιστικών μέτρων συνέβησαν κρίσιμα για την επανεκτίμηση της υπόθεσης γεγονότα ή έγιναν γνωστά προϋπάρχοντα γεγονότα ή αποδεικτικά/ μέσα , τα οποία συνεπώς από συγγνωστή αδυναμία η άλλη εύλογη αιτία δεν\ μπόρεσαν να επικαλεστούν οι διάδικοι (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας, Ερμηνεία ΚΠολΔ, έκδ.2000, άρθρο 696 αριθμ 8).
Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα εκθέτει στην κρινόμενη αίτησή της, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου, ότι με την υπ’ αριθμ 477/2012 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, ανατέθηκε προσωρινά η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, …, στην ίδια και ρυθμίστηκε προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του καθ’ ου η αίτηση – πατέρα τους με αυτά, κατά τον οριζόμενο στην απόφαση τρόπο. Περαιτέρω, ζητεί, επικαλούμενη επικείμενο κίνδυνο και μεταβολή των συνθηκών, υπό τις οποίες ρυθμίστηκε το δικαίωμα της επικοινωνίας του καθ’ ου με τα ανήλικα, κατά τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αίτηση, να ανακληθεί η ως άνω απόφαση, ως προς την διάταξη της περί επικοινωνίας προς το σκοπό όπως απαγορευθεί η επικοινωνία του καθ’ ου με τα ανήλικα τέκνα τους, επικουρικά δε όπως μεταρρυθμιστεί αυτή, κατά τον ειδικότερο αναφερόμενο στην αίτηση τρόπο και να αφαιρεθεί η γονική μέριμνα του προσώπου τους από τον καθ’ ου. Ζητεί δε να απειληθεί χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση σε βάρος του καθ’ ου σε περίπτωση μη συμμορφώσεως του προς τις διατάξεις της παρούσας απόφασης και να καταδικασθεί αυτός στη δικαστική της δαπάνη.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η ένδικη αίτηση, αρμοδίως φερομένη ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682, 683, 686 επ. και 735 του ΚΠολΔ), είναι, σύμφωνα με την προεκτεθείσα νομική σκέψη νόμιμη, στηριζομένη στις προμνησθείσες σ αυτή (μείζονα σκέψη) διατάξεις, καθώς και σ αυτή του άρθρου 176 του ΚΠολΔ, πλην του παρεπόμενου αιτήματος περί απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης σε βάρος του καθ’ ου, ενόψει του ότι αφ ενός μεν η ανακλητική ή μεταρρυθμιστική απόφαση είναι διαπλαστικού χαρακτήρα και ως εκ τούτου αναδίδει τις συνέπειές της αυτοδίκαια, δίχως τη σύμπραξη του καθ’ ου η λήψη του ασφαλιστικού μέτρου αφ ετέρου δε για την εκτέλεση της απόφασης που αφαιρεί προσωρινά την γονική μέριμνα δεν απαγγέλλεται προσωπική κράτηση ή χρηματική ποινή καθόσον η απόδοση και παράδοση του τέκνου γίνεται από το δικαστικό επιμελητή, ο οποίος αφαιρεί το τέκνο και το παραδίδει στο πρόσωπο που ορίζεται στην απόφαση, κατ άρθρο 947 παρ.3 ΚΠολΔ ( Β. Βαθρακοκοίλη, Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδ.2012, σελ 349 και 940).
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας ο καθ ου η ως άνω αίτηση άσκησε προφορικά στο ακροατήριο ανταίτηση με την οποία ζητά να ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του με τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, κατά τον αιτούμενο με την ανταίτηση απ αυτόν τρόπο, ως αυτός αναλύεται στο έγγραφο σημείωμα που κατέθεσε, κατ ορθή εκτίμηση αυτού, καθώς η αιτούσα-καθ ης η ανταίτηση-σύζυγός του εμποδίζει την επικοινωνία μαζί του. Η ανταίτηση αυτή με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα αρμόδια εισάγεται για να συζητηθεί στο Δικαστήριο αυτό κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (αρθρ.31 και 686 επ ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1520 ΑΚ και 735 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η ως άνω αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, ως και η ανταίτηση, να εξετασθούν περαιτέρω και κατ ουσίαν, συνεκδικαζόμενες, κατά τα ανωτέρω.
Από τις καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, …, ενός από κάθε πλευρά, που εξετάσθηκαν ενόρκως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, όλα τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από τον καθ ου-ανταιτούντα με αριθμό 9/15.1.2014 ένορκη βεβαίωση συνταχθείσα ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης, πριν τη συζήτηση της παρούσας υπόθεσης, λαμβανομένης παραδεκτά υπόψη, έστω και αν δεν κλητεύθηκε η αιτούσα – καθ ης η ανταίτηση να παραστεί σ αυτή (Ι. Χαμηλοθώρη, Ασφαλιστικά Μέτρα, όπ.α, σελ. 54) και απ όλη την εν γένει στο ακροατήριο διαδικασία πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο, κατά μεν τον πολιτικό τύπο, στην Αλεξανδρούπολη, στις 21.2.2007, κατά δε τους κανόνες της ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας, στο Διδυμότειχο Εβρου στις 21.7.2007, από το γάμο τους δε αυτό απέκτησαν δύο κόρες, την που γεννήθηκε στις 29 12.2007 και την , που γεννήθηκε στις 23.10.2009. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά και διασπάστηκε οριστικά τον Οκτώβριο του 2012. Με την με αριθμ. 477/2012 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου ανατέθηκε προσωρινά η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων στην αιτούσα-καθ ης η ανταίτηση μητέρα τους, ενώ η επικοινωνία του καθ ου-πατέρα τους με αυτά ορίσθηκε ως εξής: α) κάθε πρώτο και τρίτο Παρασκευοσαββατοκύριακο του μήνα από ώρα 18.00 της Παρασκευής και μέχρι 20.00 της Κυριακής β) κάθε Δευτέρα και Τετάρτη του μήνα από ώρα 18.00 μέχρι ώρα 21.00 γ) μία εβδομάδα τις εορτές των Χριστουγέννων και δη από 31.12 έως 6.1 δ) μία εβδομάδα τις εορτές του Πάσχα και δη την Μεγάλη Εβδομάδα το ένα έτος και την εβδομάδα της Διακαινησίμου το επόμενο έτος και ε) κατά τις θερινές διακοπές, ένα μήνα και δη το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μηνός Ιουλίου και το πρώτο δεκαπενθήμερο του μηνός Αυγούστου και δη από ώρα 10.00 της 15ης Ιουλίου έως ώρα 20:00 της 15ης Αυγούστου. Ο καθ ου-ανταιτών υποχρεώθηκε προσωρινά με την ως άνω απόφαση να παραλαμβάνει τα τέκνα του από την κατοικία της αιτούσας-καθ’ ης η ανταίτηση μητέρα τους και να τα επιστρέφει στο ίδιο μέρος προσωπικά ο ίδιος ή με πρόσωπο εμπιστοσύνης και της μητέρα τους. Από τη διάσταση δε των γονέων τους τα ανήλικα διαμένουν μαζί με τη μητέρα τους στην περιοχή Καλλιθέα της Αλεξανδρούπολης, ενώ ο πατέρας τους ζει σε άλλη κατοικία στην Αλεξανδρούπολη. Οι διάδικοι δε μετά την έκδοση της ως άνω απόφασης αποφάσισαν να λύσουν το γάμο τους κοινή συναινέσει, καταθέτοντας προς τούτο την από 18.4.2013 σχετική αίτησή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης, εκδοθείσας της με αριθμό 156/2013 απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου, που απήγγειλε τη λύση του γάμου τους ενώ επικύρωσε και την από 18.4.2013 έγγραφη συμφωνία τους με την οποία ρύθμισαν τη διατροφή και την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων τους και την επικοινωνία του μη συνοικούντος με αυτά πατέρα τους-καθ ου η αίτηση ανταιτούντος, κατά τον αναφερόμενο ο αυτή τρόπο. Η εν λόγω άποφαση, επιδοθείσα στην αιτούσα από τον καθ ου στις 7.1.2013 (βλ. τη με αριθμό 895Γ/7.11.2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης, Δ.Κυραδενίδη) δεν έχει εισέτι καταστεί αμετάκλητη, λόγω αφ ενός μεν της μη παρέλευσης των νομίμων προθεσμιών σε συνδυασμό με το ότι οι διάδικοι δεν παραιτήθηκαν από τα ένδικα μέσα κατ αυτής, και ως εκ τούτου, εξακολουθεί να είναι σε ισχύ η με αριθμό 477/2012 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, αφού αφ ενός μεν η απόφαση που ρυθμίζει προσωρινά την επικοινωνία γονέα με το τέκνο, η οποία εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της διάστασης των συζύγων, ως η προκείμενη, αποβάλλει την ισχύ της σε περίπτωση αμετάκλητης λύσης του γάμου με διαζύγιο για το λόγο ότι δημιουργείται νέα νομική και πραγματική κατάσταση (Ι. Χαμηλοθώρης, Ασφαλιστικά μέτρα, έκδ.2012, σελ.468), στοιχείο που δεν συντρέχει εν προκειμένω, ενώ η συμφωνία των συζύγων για την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων τους και την επικοινωνία τους με αυτά, που λαμβάνει χώρα υποχρεωτικά απ αυτούς στα πλαίσια της έκδοσης συναινετικού διαζυγίου του άρθρου 1441 ΑΚ, αποτελεί ιδιόρρυθμη σύμβαση οικογενειακού δικαίου ισχύει δε για χρόνο μετά τη λύση του γάμου και δεσμεύει αυτούς μέχρι να ρυθμιστεί δικαστικά η επιμέλεια και η επικοινωνία κατά την ΑΚ 1513 (Β.Βαθρακοκοίλη, Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, έκδ.2000, ʼρθρο 1441, σελ.524), γεγονός που δεν έλαβε χώρα εν προκειμένω, ενώ κατά το χρόνο εκδόσεως της εν λόγω απόφασης ασφαλιστικών μέτρων (Δεκέμβριος του 2012) το άρθρο 693 παρ. 1 ΚΠολΔ δεν έθετε ανώτατο όριο άσκησης τακτικής αγωγής, σε περίπτωση διατάξεως ασφαλιστικού μέτρου πριν την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, ήτοι 30 μέρες από τη δημοσίευση της απόφασης, η παρέλευση της οποίας αίρει αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο, ως ισχύει σήμερα (η τταρ.1 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 105 παρ.3 του Ν. 4172/2013, που ισχύει κατ άρθρο 112 του ιδίου νόμου από 23.7.2013), η δε Δικαστής που εξέδωσε την εν λόγω απόφαση δεν είχε θέσει προθεσμία στους διαδίκους προς άσκηση τακτικής αγωγής για την κύρια υπόθεση επιμέλειας και επικοινωνίας με τα τέκνα τους, η οποία εισέτι δεν ασκήθηκε απ αυτούς.
Περαιτέρω πιθανολογήθηκε ότι μετά το Σαββατοκύριακο της 23-24 Ιουνίου 2013 που οι ανήλικες, σύμφωνα με τα διαταχθέντα με την ως άνω απόφαση ασφαλιστικών μέτρων αλλά και τα μεταξύ των διαδίκων συμφωνηθέντα, είχαν διαμείνει με το πατέρα τους, όταν επέστρεψαν στη μητέρα τους η μεγάλη κόρη τους, , παραπονέθηκε στην μητέρα της ότι πονούσε στα γεννητικά της όργανα και στο κάτω μέρος της κοιλιακής της χώρας και απέφευγε να πάει στην τουαλέτα. Η αιτούσα-μητέρα της προσπάθησε να δει την εν λόγω περιοχή αλλά η μικρή αρνούνταν να ανοίξει τα πόδια της, ενώ συγχρόνως έτρεμε ολόκληρη. Όταν δε η μητέρα της για να την παρηγορήσει και την καθησυχάσει την πήρε στην αγκαλιά της άκουσε έντρομη και έκπληκτη για πρώτη φορά από την κόρη της ότι ο καθου -πατέρας της, κατά το διάστημα που επικοινωνεί με τα ανήλικα στο σπίτι του, την πιάνει στα γεννητικά της όργανα, παρόλο που αυτή δεν το επιθυμεί, την υποχρεώνει να τοποθετεί ένα αρκουδάκι της επάνω σ αυτά (γεννητικά της όργανα) και να της δείχνει πώς παίζει με αυτό, άλλες φορές την αγγίζει έντονα σε άλλα σημεία του σώματος της, παρά τη θέληση της, ότι αγγίζει και την μικρότερη αδελφή της στο σώμα της (όχι στα γεννητικά της όργανα), παρόλο που και εκείνη πονάει και δείχνει ότι δεν θέλει, πρόσθεσε δε ότι όλα αυτά έχουν γίνει επανειλημμένως. Σημειωτέον ότι η αιτούσα στο παρελθόν είχε εντοπίσει συμπεριφορές του συζύγου της που της είχαν δημιουργήσει υποψίες για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις σε σχέση με τα παιδιά τους, καθώς είχε αντιληφθεί ότι αυτός είχε στύση όταν έπαιζε με τα παιδιά και τον έβαζε να κατεβάζει το παντελόνι του μέσα στην κρεβατοκάμαρα για να διαπιστώσει αν όντως ήταν έτσι, γεγονός, που ως ομολογεί και ο καθ ου, που αρνείται, πάντως, οτιδήποτε που αφορά σεξουαλική επαφή με τα παιδιά του, δεχόταν να το κάνει. Ταυτόχρονα πληροφορείται η αιτούσα ότι εκκρεμεί σε βάρος του συζύγου της η από 10.6.2013 επώνυμη καταγγελία για διενέργεια απ αυτόν ασελγών πράξεων σε βάρος των ανηλίκων τέκνων τους, κατά το διάστημα που αυτός επικοινωνεί με τα παιδιά του, μετά δε την υποβολή αυτής με επιμέλεια της Εισαγγελίας Αλεξανδρούπολης διενεργήθηκε κοινωνική έρευνα για τις συνθήκες διαβίωσης των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, συνταχθείσας προς τούτο της από 8.7.2013 έκθεσης κοινωνικής έρευνας της κοινωνικής λειτουργού, …. Ενώπιον της τελευταίας η μικρή , η οποία σύμφωνα με την κοινωνική λειτουργό, είναι ένα χαρισματικό παιδί, έξυπνη, εξωστρεφής και με καλή συναισθηματική απαντητικότητα, επιβεβαίωσε ότι πράγματι έλαβαν επανειλημμένως χώρα τα προαναφερόμενα που ανέφερε στην μητέρα της, όσον αφορά την διενέργεια ασελγών πράξεων από τον πατέρα της σε βάρος της λέγοντας σ’ αυτήν χαρακτηριστικά «ο μπαμπάς πιάνει το πιπί μου», παρόλο που εκείνη δεν επιθυμεί και κλαίει. Αν και κάποιες φορές πηγαίνει σε διπλανό χώρο προκειμένου να τον αποφύγει εκείνος εξακολουθεί και συνεχίζει, την υποχρεώνει να τοποθετεί ένα αρκουδάκι της επάνω στα γεννητικά της όργανα και της δείχνει πως παίζει με αυτό (βλ. την από 8.7.2013 ως άνω έκθεση). Σύμφωνα δε με την ως άνω κοινωνικό λειτουργό, η οποία για την σύνταξη της ως άνω έκθεσης της συναντήθηκε κατ ιδίαν τόσο με τα ανήλικα, όσο και με τους διαδίκους, είτε με τον καθένα χωριστά είτε και με τους δύο, κατά το χρονικό διάστημα από 2-7-2013 έως και 5-7-2013, κρίθηκε αναγκαία αφ ενός μεν η προσωρινή απομάκρυνση του καθ ου από τα παιδιά του και η λήψη μέτρων για την ασφάλειά τους μέχρι την πλήρη εξακρίβωση της όλης κατάστασης ενώ συνέστησε, μεταξύ άλλων, και την παιδοψυχιατρική εξέταση των ανηλίκων, η οποία και έλαβε χώρα από την παιδοψυχίατρο, . Ως αναφέρει δε επί λέξει η τελευταία στην από 21.8 2013 παιδοψυχιατρική έκθεση-πραγματογνωμοσύνη «Από τη συνολική εκτίμηση της ς διαπιστώνεται ότι πρόκειται για ένα κορίτσι με φυσιολογική ανάπτυξη και νοημοσύνη, έξυπνο και συνεργάσιμο. Είναι ιδιαίτερα αγχωμένη σε όλες τις συναντήσεις με διακυμάνσεις του άγχους της ανάλογα με το περιεχόμενο των ερωτήσεων που τίθενται. Το άγχος της επιδεινώνεται όταν αναφέρεται σε περιγραφές σεξουαλικού περιεχομένου. Αναφέρει ότι ο πατέρας της πιάνει το πιπί της, της βάζει δάχτυλο και πονάει αλλά και την τρίβει έντονα με το αρκουδάκι που είναι σκληρό και ξηρό. Λέει ότι αυτά είναι κακά πράγματα ( έτσι της έχει πει η μητέρα της) αλλά και πριν να μιλήσει με τη μητέρα της και η ίδια καταλάβαινε ότι συνέβαινε κάτι κακό επειδή πονούσε. Αναφέρει ότι έγινε πολλές φορές (χρονικά δεν μπορεί να προσδιορίσει πόσες), λέει ότι ξεκίνησε μετά που χώρισαν οι γονείς της αλλά και ότι παλιότερα ο πατέρας της δεν της έβαζε δάχτυλο αλλά ανέβαινε και κουνιόταν πάνω της. Το έχει κάνει σε διάφορους χώρους του σπιτιού με κλειδωμένη πόρτα ενώ η ίδια έκλαιγε και φώναζε «μανούλα που είσαι». Μετά έβαζε τη μικρότερη αδελφή της Μαρία μέσα στο δωμάτιο ενώ εκείνη ήταν έξω από τη κλειδωμένη πόρτα». Σε ερώτηση δε της παιδοψυχιάτρου αν θα ήθελε να ξαναδεί τον πατέρα της αναφέρει ότι δεν θέλει να τον ξαναδεί, ενώ όταν ρωτήθηκε από την τελευταία αν θέλει να τιμωρηθεί ο πατέρας της απάντησε χωρίς δισταγμό «ναι». Ως συμπεραίνει δε και η εν λόγω επιστήμονας η είναι ένα παιδί με φυσιολογική νοημοσύνη, χωρίς στοιχεία κάποιας μείζονος ψυχιατρικής συμπτωματολογίας. Είναι ακριβής και σαφής σ αυτά που αναφέρει. Όσον αφορά δε την μικρή …, 3,5 ετών, σημειώνει ότι αυτή αρνείται να αποχωριστεί τη μητέρα της, είναι πολύ διστακτική και επιφυλακτική στην επικοινωνία της, ακολουθεί δε την αδελφή της στο παιχνίδι, συστήνει δε και αυτή, ως και η προηγούμενη επιστήμονας, την προσωρινή απομάκρυνση των παιδιών από το πατέρα τους. Σημειωτέον δε ότι σε βάρος του καθ ου η αίτηση-ανταιτούντος, παρά το γεγονός ότι οι ως άνω ανήλικες κατά την εξέτασή τους, κατόπιν παραγγελίας της Εισαγγελίας Αλεξανδρούπολης, από ιατροδικαστή, βρέθηκαν ανατομικώς παρθένες και μη φέρουσες σημεία ενδεικτικά σεξουαλικής κακοποίησης, για την ως άνω αξιόποινη σε βάρος τους συμπεριφορά, σχηματίσθηκε η με αριθμό ΑΒΜ:Β13/156 ποινική δικογραφία από την Εισαγγελία Αλεξανδρούπολης, που λόγω της ιδιότητας του τελευταίου ως στρατιωτικού, διαβιβάστηκε στον Εισαγγελέα Στρατοδικείου Ξάνθης.
Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά που πιθανολογήθηκαν, σε συνδυασμό με τις νομικές σκέψεις που αναλυτικά έχουν εκτεθεί στη μείζονα πρόταση της αποφάσεως, παρίσταται προφανές ότι δικαιολογείται πλέον, εξαιτίας ουσιώδους μεταβολής των πραγμάτων, η ανάκληση της προμνησθείσης με αριθμό 477/2012 αποφάσεως αυτού του Δικαστηρίου, ως προς τη διάταξη της περί επικοινωνίας του καθ ου – ανταιτούντα πατέρα των ανηλίκων με αυτά, το Δικαστήριο δε, με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον των τελευταίων, κρίνει, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη του τις ως άνω προτάσεις των προαναφερόμενων ειδικών επιστημόνων που εξέτασαν αυτά, ότι οποιαδήποτε επικοινωνία του καθ ου- ανταιτουντος πατέρα τους με αυτά, στην παρούσα φάση, λόγω της προαναφερθείσας εξαιρετικά ακραίας κατάστασης που δημιουργήστε θα επηρεάσει αρνητικά τον ψυχισμό τους, με δεδομένη και την προαναφερόμενη κάθετη άρνηση της μεγάλης κόρης του … να επικοινωνήσει με αυτόν συντρεχούσης ως εκ τούτου νόμιμης περίπτωσης περί προσωρινής αφαίρεσης του δικαιώματος επικοινωνίας αυτού με τα ανήλικα, πιθανολογουμένου ότι οποιοδήποτε άλλο μέτρο, επί του παρόντος, δεν επαρκεί για να αποτρέψει τον κίνδυνο της ψυχικής υγείας των ανηλίκων. Περαιτέρω, ενόψει της προμνηθείσας ως άνω μείζονας σκέψης, των ιδίων ως άνω πραγματικών περιστατικών και της διατάραξης του τρόπου ζωής των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, προκειμένου να επιτευχθεί η διαφύλαξη, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, του ψυχικού και συναισθηματικού κόσμου αυτών, το αληθινό συμφέρον των τελευταίων, όπως το καθορίζουν οι βιοτικές και ψυχικές ανάγκες αυτών, επιβάλλει να αφαιρεθεί προσωρινά από τον καθ’ ου πατέρα τους η άσκηση της γονικής μέριμνας αυτών και να ανατεθεί προσωρινώς αποκλειστικά στην αιτούσα μητέρα τους, η οποία είναι ικανή προς τούτο και ασχολείται με την περίθαλψη, επίβλεψη και εκπαίδευση των ανηλίκων από τη διάσταση των διαδίκων έως και σήμερα, είναι φιλόστοργη μητέρα, άξια και ικανή να διαπαιδαγωγήσει ορθά τα τέκνα της και να συμβάλει θετικά και υπεύθυνα στην περαιτέρω ψυχοσωματική και ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη, παρέχοντας σ’ αυτά αφειδώς αγάπη, στοργή και θαλπωρή, καθώς και τη συναισθηματική και ηθική στήριξη που τα ανήλικα τέκνα έχουν απόλυτη ανάγκη στο στάδιο αυτό της ηλικίας τους, ενόψει και του τραυματικού γεγονότος που όλα τα μέλη βιώνουν, μετά τις προαναφερθείσες κατηγορίες σε βάρος του καθ ου-πατέρα των ανηλίκων, που διατάραξαν την ψυχική και πνευματική ηρεμία της οικογένειας.
Συμπερασματικά, ενόψει όλων των ανωτέρω, πιθανολογουμένου προσέτι και του επικείμενου κινδύνου που δικαιολογεί τη λήψη των αιτούμενων από την αιτούσα ασφαλιστικών μέτρων, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, κατά το κύριο αίτημά της, ως βάσιμη και στην ουσία της και να απορριφθεί η κρινόμενη ανταίτηση του καθ ου αίτηση-ανταιτούντος, ως αβάσιμη στην ουσία της, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, η δικαστική δαπάνη πρέπει να συμψηφιστεί μεταξύ των διαδίκων, στο σύνολο της, λόγω της ιδιότητάς τους ως συζύγων (αρθρ. 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 2.1.2014 και με αριθμό καταθέσεως 4/Α.Μ/2/2.1.2014 αίτηση ως και την προφορικώς κατωτέρω αναφερόμενη ασκηθείσα στο ακροατήριο ανταίτηση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό, τι κρίθηκε στο σκεπτικό απορριπτέο.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανταίτηση.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση, ως προς το κύριο αίτημα της.
ΑΝΑΚΑΛΕΙ την με αριθμό 477/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), ως προς τη διάταξή της περί επικοινωνίας του καθ ου με τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων και
ΑΦΑΙΡΕΙ προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του τελευταίου με αυτά μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης για τη ρύθμιση του δικαιώματος αυτού με τακτική αγωγή.
ΑΦΑΙΡΕΙ προσωρινά τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων από τον καθ ου-πατέρα τους και
ΑΝΑΘΕΤΕΙ προσωρινά τη γονική μέριμνα των τελευταίων μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αγωγής για την κύρια υπόθεση στην αιτούσα μητέρα τους,
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αλεξανδρούπολη στις 12 Φεβρουαρίου 2014 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ