ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 287/2021
(αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής ΜΤ./22.9.2020)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Βασιλική Ρέππα, Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα Μαρία Σπυροπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 24 Μαρτίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της ενάγουσας: N . (Ν ..) πρώην συζύγου του B . (Μ .) B (Μ ) τo γένος T .. (Τ ..) και της L (Λ ) A . (Α ), κατοίκου τοπικής κοινότητας Κακόβατου της Δημοτικής Ενότητας Ζαχάρως του Δήμου Ζαχάρως, με ΑΦΜ ., Δ.Ο.Υ. Πύργου, η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις εντός της νόμιμης προθεσμίας των εκατό (100) ημερών από την κατάθεση της αγωγής, κατά το άρθρο 237 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23.7.2015), δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της Αλεξάνδρας Κβάσνιουκ (Δικηγορικός Σύλλογος Πατρών, ΑΜ 001688, από 28 Δεκεμβρίου 2020 έγγραφη εξουσιοδότηση με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής αρμοδίως, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΠατρών Νο : Α ./28.12.2020), και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Των εναγομένων : 1) B (Μ ..) B (Μ .) του X .. (Τ .) και της M . (Μ .), με Α.Φ.Μ .., κατοίκου Τοπικής Κοινότητας Κακόβατου της Δημοτικής Ενότητας Ζαχάρως του Δήμου Ζαχάρως, με αριθμό φορολογικού μητρώου .., Δ.Ο.Υ. Πύργου, ο οποίος προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις εντός της νόμιμης προθεσμίας των εκατό (100) ημερών από την κατάθεση της αγωγής, κατά το άρθρο 237 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23.7.2015), δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του Παρθενόπης Τσαπόγα (Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ ., από 29 Δεκεμβρίου 2020 έγγραφη εξουσιοδότηση με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής αρμοδίως, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΗλείας Νο : /30.12.2020), και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
2) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «Α ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «A .. B », που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σταδίου αρ.40, και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ , Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών, Γ.Ε.Μ.Η .., ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Ε .. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση της δεύτερης από την πρώτη, δυνάμει της υπαριθμ.Κ2- ./28.6.2013 εγκριτικής απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και των υπαριθμ.Κ2- (δις)/28.6.2013 και Κ2- /28.6.2013 ανακοινώσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με βάση τις οποίες καταχωρίστηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, με κωδικούς αριθμούς καταχωρίσεως 7 και 7 .., που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σταδίου αρ.40, με Α.Φ.Μ ., και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις εντός της νόμιμης προθεσμίας των εκατό (100) ημερών από την κατάθεση της αγωγής, κατά το άρθρο 237 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23.7.2015), δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της Αφροδίτης Πετροπούλου (Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, ΑΜ , υπαριθμ ./01.7.2016 ειδικό πληρεξούσιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών Β Β .. σε συνδυασμό με το υπαριθμ ./07.12.2018 ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών ’ .. Ρ , γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΑ Νο: Π ../16.12.2020), και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 22 Σεπτεμβρίου 2020 αγωγή, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΜΤ ../22.9.2020 και κατά το άρθρο 237 παρ.4 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 Ν.4335/2015, με την υπαριθμ. 2 ../27.01.2020 Πράξη του Προϊσταμένου του παρόντος Πρωτοδικείου, Προέδρου Πρωτοδικών, προσδιορίστηκε να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό έντεκα (11).
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ότε εκφωνήθηκε κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο, οι διάδικοι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο
Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στο ακροατήριο από το οικείο πινάκιο οι διάδικοι δεν παραστάθηκαν (βλ. πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου). Πλην, όμως, από τη διάταξη του άρθρου 115 παρ.2 ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ.2 Ν.4335/2015, σε συνδυασμό με το γεγονός της καταργήσεως με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.1 του Ν.4335/2015 του άρθρου 270 ΚΠολΔ και δη του εδαφίου α΄ της παραγράφου 1 αυτού, που όριζε ως γενικό κανόνα ότι η ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων συζήτηση είναι προφορική, συνάγεται ότι στην τακτική διαδικασία δεν καθίσταται υποχρεωτική η προφορική συζήτηση των αγωγών που έχουν κατατεθεί από την 01η.01.2016 και εφεξής και συνεπώς γι αυτές η συζήτηση της υπόθεσης γίνεται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων (πληρεξουσίων δικηγόρων τους), εφόσον αυτοί έχουν καταθέσει εμπροθέσμως προτάσεις, υποχρέωση που εν προκειμένω έχουν τηρήσει αμφότερες οι πλευρές. Ειδικότερα οι διάδικοι κατέθεσαν προτάσεις εντός νόμιμης προθεσμίας εκατό ημερών από την κατάθεση της αγωγής κατά τη διάταξη του άρθρου 237 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ, η οποία έληγε στις 31 Δεκεμβρίου 2020, ήτοι η ενάγουσα κατέθεσε προτάσεις στις 29 Δεκεμβρίου 2020, ο εναγόμενος κατέθεσε προτάσεις στις 30 Δεκεμβρίου 2020 και η εναγομένη κατέθεσε προτάσεις στις 28 Δεκεμβρίου 2020. Σημειωτέον ότι κατά τα χρονικά διαστήματα από 30.11.2020 έως 06.12.2020, 07.12.2020 έως 12.12.2020 και 13.12.2020 έως 31.12.2020 ίσχυαν οι Δ1α/ΓΠ.οικ. 76629/28.11.20 (ΦΕΚ/Β/5255/ 28.11.2020), η Δ1α/ΓΠ.οικ. 78363/5.12.20 (ΦΕΚ/Β/5350/5.12.2020) και η Δ1α/ΓΠ.οικ. 80189/12.12.2020 (ΦΕΚ/Β/5486/12.12.2020) Κ.Υ.Α., οι οποίες δεν πρόβλεπαν αναστολή αυτής της προθεσμίας.
(α) Κατά τη διάταξη του άρθρου 491 παρ.1 ΚΠολΔ, στη δίκη διανομής προσεπικαλούνται υποχρεωτικά με επιμέλεια εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση όσοι έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσοι έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου από τους κοινωνούς. Η διάταξη αυτή θεσπίστηκε γιατί ο νομοθέτης, ενόψει των σοβαρών συνεπειών που επιφέρει η διανομή κοινού πράγματος, θέλησε οι αναφερόμενοι σε αυτή τρίτοι, όχι να λαμβάνουν απλώς γνώση της δίκης διανομής, αλλά και να συμμετέχουν υποχρεωτικώς σε αυτή, αφού από την τελεσιδικία της σχετικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 492 παρ. 1 ΚΠολΔ, που εισήγαγε νέα ρύθμιση, διαφορετική από εκείνη του ΑΚ (άρθρο 803), η υποθήκη ή το ενέχυρο περιορίζονται εφεξής μόνο στα μέρη που περιήλθαν στον οφειλέτη. Ακόμη ο νόμος (άρθρο 492 παρ. 2 και3 ΚΠολΔ), προκειμένου να εξασφαλίσει πληρέστερα τα συμφέροντα του εν λόγω υποχρεωτικώς προσεπικαλούμενου ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, του παρέχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο που διατάζει τη διανομή να διατάξει υπέρ αυτού τα πρόσθετα εξασφαλιστικά μέτρα: α) της συστάσεως υποθήκης ή ενεχύρου σε αντικείμενα που με τη διανομή περιέρχονται στον οφειλέτη του, στα οποία δεν είχε συσταθεί υποθήκη ή ενέχυρο και β) της εξοφλήσεως (εν όλω ή εν μέρει), ύστερα από αίτηση του ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, της ασφαλισμένης με την υποθήκη ή το ενέχυρο απαιτήσεώς του, έστω και αν αυτή δεν είναι ληξιπρόθεσμη κατά τον χρόνο της διανομής, με την καταβολή εκ μέρους κάποιου άλλου κοινωνού ολόκληρου ή μέρους του ποσού στον κοινωνό που η μερίδα του βαρύνεται με υποθήκη ή ενέχυρο, προκειμένου έτσι να εξισωθούν οι μερίδες τους. Με τα δεδομένα αυτά και το περαιτέρω γεγονός ότι η άσκηση της προσεπικλήσεως έχει, κατά το άρθρο 89 εδ. τελευταίο ΚΠολΔ, τα αποτελέσματα που έχει και η άσκηση της αγωγής, ο ενυπόθηκος ή ενεχυρούχος δανειστής από την επίδοση σε αυτόν της προσεπικλήσεως καθίσταται αναγκαίος ομόδικος των συγκυρίων ανάμεσα στους οποίους διεξάγεται η δίκη της διανομής του κοινού πράγματος, υπό την έννοια του άρθρου 76 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, και έτσι αποκτά την ιδιότητα του διαδίκου, έστω και αν δεν άσκησε παρέμβαση, στερούμενος συνακόλουθα του δικαιώματος τριτανακοπής. Επομένως, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 3 ΚΠολΔ, να καλείται σε κάθε μεταγενέστερη διαδικαστική πράξη, διαφορετικά η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους ομοδίκους. Αν το εν λόγω υποχρεωτικώς προσεπικαλούμενο πρόσωπο δεν εμφανιστεί στη δίκη διανομής κοινού πράγματος, κατά το άρθρο 76 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από τους λοιπούς παριστάμενους διαδίκους (κοινωνούς) και δεσμεύεται από το δεδικασμένο που πηγάζει από την απόφαση που εκδίδεται επί της αγωγής διανομής, διότι διευρύνονται και ως προς αυτό τα υποκειμενικά όρια της δίκης (ΟλΑΠ 20/1995, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1822/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 4882/1999,ΝοΒ1999.1426, ΕφΠατρ279/2008, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2020/1983, ΝοΒ 1983. 1010, Κεραμέας /Κονδύλης/Νίκας (-Νίκας), ΚΠολΔ I, αρθρ. 76, αριθμ.6, ΠΠΑθ 540/2010, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), Λ.Πίψου, Δικαστική Διανομή, έκδ.2006, παρ.8 ΙΙ, σελ.170 επ.).
Σημειωτέον ότι στα πρόσωπα που πρέπει να προσεπικληθούν κατά τη διάταξη του άρθρου 491 ΚΠολΔ περιλαμβάνεται και ο προσημειούχος δανειστής, αφού η προσημείωση είναι υποθήκη υπό αναβλητική αίρεση (ΑΠ 810/2018, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
(β) Η θεσπιζομένη με το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ υποχρεωτική προσεπίκληση στη δίκη διανομής, με επιμέλεια εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση, όσων έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσων έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου από τους κοινωνούς, σκοπό έχει την ενημέρωση των δανειστών ενόψει του περιορισμού των δικαιωμάτων τους, επί αυτούσιας διανομής, μόνον στα μέρη που περιέχονται στον οφειλέτη (άρθρο 492 παρ.1 ΚΠολΔ) και προκειμένου οι άνω δανειστές να εξασφαλίσουν πληρέστερα τα συμφέροντά τους, ασκώντας τα δικαιώματα που τους παρέχουν οι διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 492 ΚΠολΔ. Έτσι πληρούται και ο σκοπός ενημερώσεως των εμπραγμάτων δανειστών ενόψει της αποσβέσεως των δικαιωμάτων τους, με την καταβολή του πλειστηριάσματος, εάν η διανομή γίνει με πλειστηριασμό (άρθρο 484 παρ. 2 εδ. 4 ΚΠολΔ). Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η προσεπίκληση των άνω δανειστών, κατά το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ, σκοπεί στην προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος αυτών και όχι στην προστασία των συναλλαγών επί ακινήτων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των εμπράγματων αγωγών, περιλαμβανομένων και των αναγνωριστικών ή ανακοπών, μικτών ή περί νομής, που αφορούν ακίνητα, οι οποίες σύμφωνα με το άρθρο 220 παρ. 1 ΚΠολΔ εγγράφονται υποχρεωτικώς στα βιβλία διεκδικήσεων του γραφείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, μέσα σε τριάντα ημέρες από την κατάθεσή τους, με ποινή απαραδέκτου, δυνάμενων έτσι των τρίτων οι οποίοι ενδιαφέρονται για το διανεμητέο ακίνητο να πληροφορηθούν τα βάρη του από τα οικεία βιβλία, στα οποία αυτά είναι εγγεγραμμένα (υποθηκών, κατασχέσεων, μεταγραφών). Συνεπώς η κατά το άρθρο 491 παρ. 1 προσεπίκληση των αναφερομένων στη διάταξη αυτή δανειστών στη δίκη περί διανομής ακινήτου δεν είναι απαραίτητο να εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων, αρκεί μόνον αυτοί να καλούνται στην αντίστοιχη δίκη, η συζήτηση της οποίας θα είναι απαράδεκτη, εφόσον δεν αποδεικνύεται η κλήτευσή τους (ΑΠ 1622/2001, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
(γ) Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 89 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο πρώτο του άρθρου 1 Ν. 4335/2015 (έναρξη ισχύος σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 4 του αυτού άρθρου και νόμου από 01ης.01.2016), «Η προσεπίκληση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις, που ισχύουν για την αγωγή και κοινοποιείται στον προσεπικαλούμενο. Η άσκηση της προσεπίκλησης έχει τα αποτελέσματα, που έχει και η άσκηση της αγωγής.». Διαφορετικά, πάντως, από τα γενικώς ισχύοντα στην προσεπίκληση, που ασκείται στο πλαίσιο εμπράγματης ή μικτής αγωγής περί ακινήτου (άρθρο 220 του ΚΠολΔ), στη δίκη επί της αγωγής διανομής δεν είναι αναγκαία η εγγραφή της προσεπικλήσεως στα βιβλία διεκδικήσεων (ΑΠ 1622/2001, ΕλλΔνη 2001. 401, ΠΠΚερκ 737/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), καθώς με την απόφαση διανομής δεν δημιουργούνται ούτε αναγνωρίζονται για πρώτη φορά εμπράγματα δικαιώματα υπέρ του προσεπικαλούμενου, ώστε να είναι αναγκαία η εγγραφή τους στα δημόσια βιβλία, αλλά απλώς τα δικαιώματα αυτά περιορίζονται εκ του νόμου στο μέρος που περιήλθαν στον οφειλέτη ή ψιλό κύριο αντίστοιχα. Εξάλλου η κατά το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ προσεπίκληση αποσκοπεί στην προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος των ενυπόθηκων δανειστών ή του επικαρπωτή και όχι στην προστασία των συναλλαγών επί ακινήτων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των εμπράγματων αγωγών, οι οποίες εγγράφονται υποχρεωτικά, με ποινή απαραδέκτου, στα βιβλία διεκδικήσεων κατά το άρθρο 220 παρ.1 ΚΠολΔ. Επιπλέον δεν συντρέχει ο νομοθετικός λόγος για τον οποίο καθιερώθηκε η δημόσια εγγραφή διαδικαστικών πράξεων στα βιβλία διεκδικήσεων, ο οποίος συνίσταται στην προστασία των τρίτων αναφορικά με το επίδικο αντικείμενο, αφού η απαιτούμενη δημοσιότητα έχει τηρηθεί ήδη με την εγγραφή των βαρών στα οικεία βιβλία υποθηκών και κατασχέσεων (Λήδα Πίψου, Δικαστική Διανομή, παρ. 8.ΙΙ, σ. 183, 184).
(δ) Εάν δεν ασκηθεί προσεπίκληση το δικαστήριο δεν απορρίπτει χωρίς άλλο την αγωγή αλλά με αίτημα κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως αναβάλλει τη συζήτηση και ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει αυτή να επακολουθήσει. Αν και η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, τότε πλέον απορρίπτεται ως απαράδεκτη η ίδια η αγωγή διανομής (ΑΠ 1622/2001, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 43/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5383/1998, ΕλλΔνη 1998.1353, ΠΠΑθ 528/2016,Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑθ 2580/2012, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΡοδ 157/2003, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
(ε) Οι προσεπικληθέντες κατά το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ μπορούν να ασκήσουν κύρια παρέμβαση, με την οποία να ζητούν αφενός την διάγνωση υπέρ αυτών της υποθήκης, της επικαρπίας ή της κατάσχεσης, αφετέρου την διάπλαση των δικαιωμάτων τους αυτών, ώστε εφεξής να ισχύουν, αντί επί του ιδανικού μεριδίου συγκυριότητας, επί του μέλλοντος να περιέλθει στον κοινωνό μέρος, άλλως, κατ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 492 παρ. 3 ΚΠολΔ, σε περίπτωση που διαταχθεί η πώληση του κοινού πράγματος με πλειστηριασμό, την καταβολή από το πλειστηρίασμα που θα επιτευχθεί του αναλογούντος στην απαίτησή τους, που ασφαλίζεται με υποθήκη, ποσού ή τη δημόσια κατάθεση από το πλειστηρίασμα του ποσού που αντιστοιχεί στην ασφαλιζόμενη με προσημείωση απαίτησή τους (βλ. ΕφΠατρ 13/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Κεραμέας/Κονδύλης/Νίκας (-Ορφανίδης), ΚΠολΔ Ι, αρθρ.491 αρ.3, αντιθέτως περί του ότι δεν πρόκειται περί κύριας παρέμβασης καθώς με την απόφαση διανομής δεν δημιουργούνται ούτε αναγνωρίζονται το πρώτο τα εμπράγματα δικαιώματα, ο δε περιορισμός των δικαιωμάτων των ενυπόθηκων δανειστών στα μέρη που προσνέμονται στον βεβαρυμμένο κοινωνό συνιστά συνέπεια επερχόμενη εκ του νόμου και όχι της δικαστικής απόφασης βλ. Λήδα Πίψου, ό.π. παρ.8 II, σελ.178).
(στ) Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 76 παρ.1,3 και 4, 89 και 491 ΚΠολΔ προκύπτει ότι τα πρόσωπα που έχουν μόνο δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου σε μερίδα κάποιου ή κάποιων κοινωνών, ο νόμος δεν θέλησε να συμμετέχουν στη δίκη διανομής ως ενάγοντες ή εναγόμενοι, αλλά ενόψει του διαπλαστικού αποτελέσματος που συνεπάγεται γι’ αυτούς η δίκη, απαιτεί απλώς να προσεπικαλούνται σε αυτή υποχρεωτικώς, προκειμένου, αν θέλουν, να ασκήσουν με παρέμβασή τους τα προβλεπόμενα από το άρθρο 492 ΚΠολΔ δικαιώματά τους. Συνεπώς ως προς τα πρόσωπα αυτά, η δίκη διανομής σε όλη την διαδρομή δεν μπορεί να θεωρηθεί διπλή, όπως για τους συγκύριους, με την έννοια ότι οι προσεπικαλούμενοι ενυπόθηκοι δανειστές μπορεί να έχουν ταυτόχρονα και την ιδιότητα του προσεπικαλούντος κοινωνού (ΟλΑΠ 20/1995, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΡοδ 21/2004, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Λήδα Πίψου, ο.π. παρ.2 ΙΙ, σελ.60).
(ζ) Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 2 του Ν. ΓπOΗ/1912 «Περί δικαστικών ενσήμων», όπως αυθεντικώς ερμηνεύθηκε με το ν.δ. 1544/1942 και αντικαταστάθηκε με την περ.6 της υποπαραγράφου ΙΓ.1. του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12.11.2012), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.16 του άρθρου 40 του Ν. 4111/2013 (ΦΕΚ Α 18/25.01.2013) και ισχύει από 05.12.2012, όπως ορίζεται από το άρθρο 49 παρ.4 του αυτού νόμου, και 175 KΠολΔ, προκύπτει ότι κάθε αγωγή, εφόσον έχει περιουσιακό αντικείμενο ή δύναται να αποτιμηθεί σε χρήμα, υπόκειται σε τέλος δικαστικού ενσήμου και σε ανάλογα ποσοστά υπέρ ΤΑΝ, ΕΟΠΥΥ, καθώς και τέλους χαρτοσήμου, αν το αντικείμενο αυτής υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων (200) ευρώ (πλην των προβλεπόμενων από τις οικείες διατάξεις εξαιρέσεων). H παράλειψη καταβολής του, που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, έχει ως συνέπεια την εφαρμογή του άρθρου 175 KΠολΔ, ήτοι ο παραλείπων την καταβολή ενάγων λογίζεται κατά νομικό πλάσμα μη εμφανιζόμενος, με επακόλουθο να απορρίπτεται η αγωγή του ως αβάσιμη, αφού η ερήμην απόφαση θεωρείται ότι εκδίδεται επί της ουσίας (ΑΠ 1337/2011, ΝοΒ 2012.668, ΑΠ 936/2011, ΝοΒ 2012.126, ΑΠ 382/2011, ΝοΒ 2011.1904). Τούτο συνάγεται και από τη διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε στο άρθρο 7 του συναφούς ν.δ/τος 1544/1942, όπου ρητώς προβλέφθηκε η απόρριψη της αγωγής σε περίπτωση παράλειψης καταβολής του συμπληρωματικού τέλους δικαστικού ενσήμου, που επιβλήθηκε από το δικαστήριο, επειδή διαγνώσθηκε ότι το καταβληθέν υπολειπόταν της πραγματικής αξίας του αντικειμένου της δίκης (ΑΠ 1104/1997, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 74/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
(η) Η αγωγή διανομής, παρά τον διαπλαστικό χαρακτήρα της, υπόκειται σε τέλος δικαστικού ενσήμου. Στις περιπτώσεις όπου από το διανεμητέο ακίνητο προκύπτει ετήσια πρόσοδος, με την έννοια της πραγματικής απολαβής εισοδημάτων από το ακίνητο, το δικαστικό ένσημο υπολογίζεται με βάση το εικοσαπλάσιο της ετήσιας προσόδου του ακινήτου που αναλογεί στη μερίδα του ενάγοντος. Διαφορετικά αν το διανεμητέο ακίνητο είναι απρόσοδο για τους κοινωνούς γίνεται δεκτό ότι το δικαστικό ένσημο υπολογίζεται με βάση την αξία του μεριδίου που ανήκει στον ενάγοντα κοινωνό, ήτοι κατά τους ορισμούς της παρ. 2 και όχι της παρ. 3 του άρθρου 2 του Ν. ΓπΟΗ/1912. Περαιτέρω κατά την παρ. 4 του ίδιου άρθρου και νόμου, σε περίπτωση υποβολής ενστάσεως ως προς τον υπολογισμό της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς, ή και αυτεπαγγέλτως, το δικαστήριο μπορεί, κατά την κρίση του, να αποφασίσει με βάση βεβαιώσεις ή να διατάξει αποδείξεις σε βάρος του υπόχρεου. Αν αποδειχθεί ότι η δηλωθείσα με την αγωγή αξία δεν είναι η πραγματική και μάλιστα μικρότερη από το 1/3 της πραγματικής αξίας το δικαστήριο διατάσσει την καταβολή του δικαστικού ενσήμου εις διπλούν κατά τις διακρίσεις του άρθρου 4 Ν. ΓπΟΗ/1912 και απέχει από την περαιτέρω έρευνα μέχρι την καταβολή του τέλους. Αν αυτό δεν καταβληθεί στην επόμενη συζήτηση ο ενάγων θεωρείται δικαζόμενος ερήμην και η αγωγή του απορρίπτεται (ΕφΠειρ 166/2011, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΛαρ 739/2010, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΠατρ 279/2008, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Λ.Πίψου, ο.π. παρ.5ΙΙΙ, σελ.110-114).
Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά κατά τη διάταξη του άρθρου 224 ΚΠολΔ συμπληρώθηκε με τις προτάσεις της, εκθέτει ότι στις 04 Ιουνίου 1998 στην επαρχία Σουσίτσε Ελμπασάν Αλβανίας τέλεσε γάμο με τον πρώτο εναγόμενο, ο οποίος έχει όπως και η ίδια την αλβανική ιθαγένεια. Ότι, δυνάμει του υπαριθμ.1 /04.5.2006 συμβολαίου αγοραπωλησίας ακινήτου της Συμβολαιογράφου Αρήνης Μ .. Σ ..-Α .., νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αρήνης στον τόμο 7 .. και με αύξοντα αριθμό μεταγραφής 2 , η ίδια και ο πρώτος εναγόμενος σύζυγός της απέκτησαν, αιτία πωλήσεως, από τον αληθή κύριο Χ Μ του Ε , την πλήρη συγκυριότητα, νομή και κατοχή, κατά ποσοστό ημίσεως (½) εξ αδιαιρέτου έκαστος εξ αυτών, των πεντακοσίων χιλιοστών (500/1000) εξ αδιαιρέτου ενός οικοπέδου, άρτιου και οικοδομήσιμου, στα οποία αντιστοιχεί το δικαίωμα ανέγερσης οικοδομής στο υπό στοιχεία Β τμήμα του, κείμενου στο Δημοτικό Διαμέρισμα Κακόβατου του Δήμου Ζαχάρως, εντός ορίων οικισμού, στη θέση «ΜΕΡΙΔΑ», όπως ολόκληρο το αρχικό ενιαίο οικόπεδο, έκτασης χιλίων τετρακοσίων είκοσι τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων και πενήντα εκατοστών (1.424,50 τ.μ.), εμφαίνεται με τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Α στο από 22 Απριλίου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Α Κ . και περιγράφεται ειδικότερα κατά θέση, έκταση και όρια στο αγωγικό δικόγραφο, το δε τμήμα του οικοπέδου, το οποίο αντιστοιχεί στο προαναφερόμενο ποσοστό των πεντακοσίων χιλιοστών (500/1000) εξ αδιαιρέτου, επιφανείας αυτού επτακοσίων δώδεκα και είκοσι πέντε τετραγωνικών μέτρων (712,25 τ.μ.), εμφαίνεται με το στοιχείο (Β) και τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία Ι-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Ι στο ανωτέρω από 22 Απριλίου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα και περιγράφεται ειδικότερα κατά θέση, έκταση και όρια στο αγωγικό δικόγραφο. Ότι ο άμεσος δικαιοπάροχός τους Χ Μ .. του Ε απέκτησε το ανωτέρω ακίνητο κατά ψιλή κυριότητα με δωρεά εν ζωή από τον παππού του Χ .. Α του Ι , δυνάμει του υπαριθμ.2 ./1997 συμβολαίου δωρεάς εν ζωή, νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αρήνης στον τόμο 6 .. και με αύξοντα αριθμό 6. Ότι επελθόντος του θανάτου του άνω δωρητή στις 02 Φεβρουαρίου 1999 η επικαρπία που είχε παρακρατηθεί επήλθε αυτοδικαίως στον δωρεοδόχο, ο οποίος απέκτησε την πλήρη κυριότητα. Περαιτέρω η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι, δυνάμει της υπ αριθμ. 1 /2006 οικοδομικής άδειας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ηλείας, Πολεοδομικού Γραφείου Ζαχάρως, χορηγήθηκε οικοδομική άδεια στον πρώτο εναγόμενο, με χρήματα που δαπάνησαν από κοινού η ίδια (ενάγουσα) μετά του πρώτου εναγομένου, για ανέγερση δύο ορόφων, ολικής επιφάνειας 199,86 τ.μ., καλυπτόμενης επιφάνειας 104,64 τ.μ., ύψους οικοδομής 7,8 μ. και όγκου ολικού 599,58 μ3. Ότι το 2006, με χρήματα που δαπάνησαν από κοινού η ίδια (ενάγουσα) μετά του πρώτου εναγομένου, ανήγειραν διώροφη οικοδομή επί του ανωτέρω εδαφικού τμήματος οικοπέδου, αντικειμενικής αξίας, 42.735,00 ευρώ, αποτελούμενη από ισόγειο όροφο, αντικειμενικής αξίας 14.689,71 ευρώ, συνιστάμενο σε δύο διαμερίσματα, επιφανείας έκαστο 49,965 τ.μ., και ισόγειο όροφο, συνιστάμενο σε διαμέρισμα επιφανείας 99,93 τ.μ., αντικειμενικής αξίας 16.826,46 ευρώ. Ότι συμβλήθηκε (ενάγουσα) μετά της δεύτερης εναγομένης στην υπαριθμ.24 . σύμβαση στεγαστικού δανείου ως εγγυήτρια του πρωτοφειλέτη και ήδη πρώτου εναγομένου και στην υπαριθμ. σύμβαση στεγαστικού δανείου ως συνοφειλέτρια με τον πρώτο εναγόμενο, με υπόλοιπο οφειλής στις 18 Αυγούστου 2017 ποσού 40.784,32 ευρώ και 26.058,94 ευρώ, αντίστοιχα. Ότι οι απαιτήσεις της πιστώτριας δεύτερης εναγομένης από τις ανωτέρω συμβάσεις είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες. Ότι δυνάμει της υπ αριθμ. 1 (13-2013-5359) απόφασης του Δικαστηρίου της Δικαστικής Περιφέρειας Ελμπασάν της Αλβανικής Δημοκρατίας, που δημοσιεύθηκε στις 03.10.2013 και κατέστη ήδη αμετάκλητη, λύθηκε ο γάμος της (ενάγουσας) με τον πρώτο εναγόμενο ενώ με την υπαριθμ.1 ./2016 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου αναγνωρίστηκε ότι η ανωτέρω απόφαση ισχύει και αποτελεί δεδικασμένο στην Ελλάδα. Ότι περί τα τέλη 2013 ο πρώτος εναγόμενος αυθαίρετα, παράνομα και χωρίς τη θέλησή της (ενάγουσας) ανήγειρε υπόγειο όροφο, επιφάνειας ενενήντα εννέα τετραγωνικών μέτρων και ενενήντα τριών εκατοστών (99,93 τμ), στην ανωτέρω διώροφη οικοδομή, αποτελούμενο από δύο χωριστά διαμερίσματα, επιφάνειας εκάστου πενήντα τετραγωνικών μέτρων (50 τμ ), και επιπλέον κατέλαβε έκταση τετρακοσίων σαράντα δύο τετραγωνικών μέτρων και ογδόντα ενός εκατοστών εκ του οικοπέδου των 712,25 τ.μ., όπου κατασκεύασε μπάρμπεκιου μετά γκαράζ, ενώ, επίσης, στον ισόγειο όροφο κατασκεύασε στέγαστρο με βεράντα και στεγασμένο χώρο καυστήρα καθώς και περίφραξη. Ότι η ανωτέρω διώροφη οικοδομή, που έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου εκτάσεως επτακοσίων δώδεκα τετραγωνικών μέτρων και είκοσι πέντε εκατοστών (712,25 τμ) και εμπορικής αξίας 42.735,00 ευρώ, αποτελείται από ισόγειο όροφο, του οποίου η εμπορική αξία ανέρχεται σε τουλάχιστον 50.000,00 ευρώ και αποτελείται από δύο χωριστά διαμερίσματα, έκαστο επιφάνειας εξήντα τετραγωνικών μέτρων (60 τμ) και εμπορικής αξίας τουλάχιστον 25.000,00 ευρώ, από πρώτο πάνω από το ισόγειο όροφο, του οποίου η εμπορική αξία ανέρχεται σε 40.000,00 ευρώ και αποτελείται από ένα διαμέρισμα επιφάνειας ενενήντα εννέα τετραγωνικών μέτρων και ενενήντα τριών εκατοστών (99,93 τ.μ.), και από υπόγειο όροφο, στον οποίο υφίστανται δύο χωριστά διαμερίσματα, το ένα εξ αυτών επιφάνειας πενήντα τετραγωνικών μέτρων (50 τ.μ.) και εμπορικής αξίας 15.000,00 ευρώ και το έτερο επιφάνειας πενήντα τετραγωνικών μέτρων (50 τ.μ.) και εμπορικής αξίας 10.000,00 ευρώ. Ότι από το 2013 από κοινού με τα δύο τέκνα που απέκτησε από τον γάμο της με τον πρώτο εναγόμενο εγκαταστάθηκε στον πρώτο όροφο της ανωτέρω διώροφης οικοδομής μετά υπογείου ορόφου και ο πρώτος εναγόμενος εγκαταστάθηκε στον ισόγειο όροφο της ανωτέρω διώροφης οικοδομής μετά υπογείου ορόφου. Ότι από το 2013 ο πρώτος εναγόμενος, αυθαίρετα, παράνομα και χωρίς τη θέλησή της, εκμισθώνει τα δύο διαμερίσματα του υπογείου ορόφου, έναντι μηνιαίου μισθώματος για έκαστο εξ αυτών ποσού εκατόν πενήντα ευρώ (150,00 ), καθώς και το ένα διαμέρισμα του ισογείου ορόφου επιφανείας εξήντα τετραγωνικών μέτρων (60 τ.μ.). Ότι ο πρώτος εναγόμενος διαχειρίζεται και κάνει αποκλειστική χρήση του υπογείου και του ισογείου ορόφου της ανωτέρω διώροφης οικοδομής, μισθώνοντας και διαμένοντας σε αυτούς αντίστοιχα, χωρίς να αποδίδει σ αυτήν (ενάγουσα) το όφελος που αποκομίζει και το οποίο συνίσταται στην κατά τον χρόνο της αποκλειστικής χρήσης μισθωτική αξία της μερίδας του εκτός χρήσης κοινωνού, εν προκειμένω ενάγουσας. Ότι η μισθωτική αξία του υπογείου από 01ης Σεπτεμβρίου 2013 έως και τον χρόνο άσκησης της αγωγής ανέρχεται σε τριακόσια ευρώ μηνιαίως (300,00) και συνολικά για χρονικό διάστημα ογδόντα τεσσάρων (84) μηνών στο ποσό των 25.200,00 ευρώ. Ότι παρά τις συνεχείς οχλήσεις της ο πρώτος εναγόμενος αρνείται να συμπράξει στη διανομή του κοινού ακινήτου. Ότι με την από 2 Σεπτεμβρίου 2020 εξώδικη δήλωση-πρόσκληση-διαμαρτυρία κάλεσε τον πρώτο εναγόμενο να της παραδώσει τα κλειδιά της κοινής ακίνητης περιουσίας τους και δη του υπογείου ορόφου και να συμπράξει στη διανομή αυτής καθώς και να της αποδώσει την ωφέλεια που αποκομίζει από την αποκλειστική χρήση του κοινού κατά το μερίδιο της συγκυριότητάς της εξ αδιαιρέτου επί αυτού.
Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή, όπως παραδεκτά, κατά τις διατάξεις των άρθρων 223, 294 εδ.α, 295 παρ.1εδ.β και 297 ΚΠολΔ, με τις προτάσεις της το τέταρτο και το πέμπτο αίτημα αυτής περιορίστηκε από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητά : 1. Να λυθεί η κοινωνία δικαιώματος που υφίσταται λόγω συγκυριότητας επί του επίκοινου ακινήτου. 2. Να διαταχθεί η αυτούσια διανομή του επίκοινου ακινήτου και δη της διώροφης οικοδομής (μονοκατοικίας) αποτελούμενης από ισόγειο όροφο επιφάνειας εκατόν είκοσι τετραγωνικών μέτρων (120 τ.μ.), από πρώτο (α) πάνω από το ισόγειο όροφο, επιφάνειας ενενήντα εννέα τετραγωνικών μέτρων και ενενήντα τριών εκατοστών (99,93 τ.μ.), μετά υπογείου ορόφου, επιφάνειας εκατόν τετραγωνικών μέτρων (100 τ.μ.), που έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου εκτάσεως επτακοσίων δώδεκα τετραγωνικών μέτρων και είκοσι πέντε εκατοστών (712,25 τ.μ.), κείμενου στην Τοπική Κοινότητα Κακόβοτου της Δημοτικής Ενότητας Ζαχάρως του Δήμου Ζαχάρως, με τη διαίρεσή του σε νέες ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, τον προσδιορισμό των χωριστών μερών του επίκοινου ακινήτου που αναλογούν στις μερίδες των συγκύριων, ενάγουσας και πρώτου εναγομένου, και επιδίκασής τους σε αυτούς, καθώς και εφόσον με την εν λόγω διανομή περιέλθουν σε κάποιο συγκύριο περισσότερες αυτοτελείς ιδιοκτησίες, να καθοριστεί το ποσοστό της συγκυριότητας που αναλογεί σε καθεμία από τις ιδιοκτησίες αυτές. 3.Επικουρικά, στην περίπτωση που κριθεί ότι η αυτούσια διανομή, αν ελάμβανε χώρα, θα ήταν προδήλως ασύμφορη ή θα επερχόταν απομείωση της αξίας του επίδικου, να διαταχθεί η δια πλειστηριασμού εκποίηση του επίκοινου, ήτοι της μονοκατοικίας αποτελούμενης από ισόγειο όροφο επιφάνειας εκατόν είκοσι τετραγωνικών μέτρων (120 τ.μ.), από πρώτο (α) πάνω από το ισόγειο όροφο, επιφάνειας ενενήντα εννέα τετραγωνικών μέτρων και ενενήντα τριών εκατοστών (99,93 τ.μ.), μετά υπογείου ορόφου επιφάνειας εκατό τετραγωνικών μέτρων (100 τ.μ.), η οποία έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου, επιφάνειας επτακοσίων δώδεκα τετραγωνικών μέτρων και είκοσι πέντε εκατοστών (712,25 τ.μ.), κείμενου στην Τοπική Κοινότητα Κακόβατου της Δημοτικής Ενότητας Ζαχάρως του Δήμου Ζαχάρως, διοριζομένης προς τούτο ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου της Συμβολαιογράφου Εφετών Πατρών, , με έδρα τον Πύργο, και τούτης κωλυομένης ενώπιον του αναπληρωτού της, ώστε έκαστος από τους κοινωνούς να πάρει το μέρος του εκπλειστηριάσματος που του αναλογεί, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα εξ΄ αδιαιρέτου ποσοστά συγκυριότητας. 4. Να αναγνωριστεί ότι ο πρώτος εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα, κυρίως με βάση τις περί κοινωνίας διατάξεις και επικουρικά κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, ανάλογη μερίδα επί του οφέλους που αποκόμισε από την αποκλειστική χρήση του υπογείου και του ισογείου ορόφου της ανωτέρω διώροφης οικοδομής (μονοκατοικίας), που αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία αυτών κατά το ποσοστό εξ αδιαιρέτου συγκυριότητάς της και το οποίο ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των δώδεκα χιλιάδων εξακοσίων ευρώ (12.600,00 ), νομιμότοκα από την 17η Σεπτεμβρίου 2020, άλλως από της επιδόσεως της κρινόμενης αγωγής έως πλήρους και ολοσχερούς εξοφλήσεως. 5. Να αναγνωριστεί ότι ο πρώτος εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα, κυρίως με βάση τις περί κοινωνίας διατάξεις και επικουρικά κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, ανάλογη μερίδα επί του οφέλους που αποκόμισε από την αποκλειστική χρήση του υπογείου ορόφου της ανωτέρω διώροφης οικοδομής (μονοκατοικίας), που αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία αυτού κατά το ποσοστό εξ αδιαιρέτου συγκυριότητάς της και το οποίο ανέρχεται μηνιαίως στο ποσό των εκατόν πενήντα ευρώ (150,00), για το χρονικό διάστημα από την άσκηση της αγωγής και μέχρι τη διανομή του επίκοινου ακινήτου, νομιμότοκα από την καθυστέρηση εκάστου ποσού και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης, εφόσον εξακολουθεί να κάνει χρήση του υπογείου ορόφου. 6. Να διαταχθεί η πληρωμή των ανωτέρω χρηματικών απαιτήσεων της ενάγουσας από το μέρος που θα περιέλθει στον πρώτο εναγόμενο με την διανομή ή τον πλειστηριασμό. 7. Να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και 8. Να καταδικασθεί ο πρώτος εναγόμενος στην εν γένει δικαστική δαπάνη της ενάγουσας άλλως να επιβληθεί αυτή σε βάρος της περιουσίας που θα διανεμηθεί.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας παραδεκτά σωρεύεται αγωγή διανομής επίκοινου ακινήτου με αγωγή αποζημίωσης από την αποκλειστική χρήση του κοινού από ένα εκ των συγκοινωνών (βλ. σχετ. ΠΠΔρ172/2000, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Λήδα Πίψου, Δικαστική Διανομή, έκδοση 2006, § 3, σελ.98), παραδεκτά και αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (7, 9, 10, 11αρ.5, 14 παρ.2, 29 παρ.1, 22 ΚΠολΔ), προκειμένου να συζητηθεί κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία. Σημειωτέον ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, κατά τη διάταξη του άρθρου 215 παρ.2 ΚΠολΔ, επιδόθηκε στον πρώτο εναγόμενο στις 29 Σεπτεμβρίου 2020 ( βλ. την προσκομιζόμενη με επίκληση από την ενάγουσα υπ αριθμ. 1 /29.9.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηλείας, Σ . Κ ) και στην δεύτερη εναγομένη στις 14 Οκτωβρίου 2020 ( βλ. την προσκομιζόμενη με επίκληση από την ενάγουσα υπαριθμ. 4 /14.10.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηλείας, Α . Λ ..). Ωστόσο, σύμφωνα και με τα όσα εκτενώς αναφέρονται στην ανωτέρω νομική σκέψη της παρούσας, η κρινόμενη αγωγή απαραδέκτως στρέφεται κατά της πρώτης εναγομένης καθώς δεν νομιμοποιείται παθητικά διότι δεν τυγχάνει κοινωνός του επίκοινου ακινήτου. Η ορθή συμμετοχή στην παρούσα δίκη διανομής της προσημειούχου δανείστριας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Α ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «A B », ως καθολικής διαδόχου της πιστώτριας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Ε ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», η οποία από την επιτρεπτή προεπισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας συνήψε με την ενάγουσα και τον πρώτο εναγόμενο τις υπαριθμ.24 /13.6.2006 και 26 ../06.11.2007 συμβάσεις στεγαστικού δανείου, προς εξασφάλιση κάθε απαιτήσεως της πιστώτριας τράπεζας, που απορρέει από τις ανωτέρω συμβάσεις, ενεγράφη προσημείωση υποθήκης, δυνάμει της υπαριθμ. 6 ../2006 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, στις 16 Ιουνίου 2006, στον τόμο 6 .. και με αύξοντα αριθμό 1 .. των βιβλίων υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Αρήνης και δυνάμει της υπαριθμ. 1 ../2007 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, στις 04 Δεκεμβρίου 2007, στον τόμο 6 .. και με αύξοντα αριθμό 9 .. των βιβλίων υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Αρήνης, είναι δια προσεπικλήσεως. Η άσκηση της αγωγής διανομής κατά της προσημειούχου δανείστριας και η επίδοση αντιγράφου του δικογράφου αυτής δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι φέρει τον χαρακτήρα προσεπικλήσεως, καθώς, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην ανωτέρω υπό στοιχείο (γ) νομική σκέψη της παρούσας, δεν τηρήθηκε ο δικονομικός τύπος άσκησης αυτής, ήτοι κατάθεση αυτοτελούς δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή διανομής, και επίδοση αυτού στην προσεπικαλούμενη, με εγγραφή της προσεπικλήσεως στο οικείο πινάκιο. Συνεπώς, η έλλειψη τήρησης της απαιτούμενης προδικασίας για την άσκηση της προσεπικλήσεως ισοδυναμεί με ανυπαρξία αυτής και δεν μπορεί να προσδώσει στην προσημειούχο δανείστρια ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α .. ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» την ιδιότητα του προσεπικαλούμενου. Συνεπώς, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο (δ) νομική σκέψη της παρούσας, πρέπει το παρόν Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 491 του ΚΠολΔ, να αναβάλει την συζήτηση της ένδικης αγωγής προκειμένου να προσεπικληθεί η ανωτέρω προσημειούχος δανείστρια ανώνυμη τραπεζική εταιρεία αντί να απορριφθεί η αγωγή διανομής ως απαράδεκτη. Επίσης, πρέπει στη μετεπανάληψη συζήτηση, επιμελεία της ενάγουσας, να προσκομιστεί το προσήκον παράβολο δικαστικού ενσήμου (αγωγόσημο μετά των προσαυξήσεων υπέρ τρίτων), στο οποίο υπόκειται παρά τον διαπλαστικό χαρακτήρα της η αγωγή διανομής, κατά ειδικότερα αναφερόμενα στην ανωτέρω υπό στοιχείο (η) νομική σκέψη της παρούσας.
Κατ` ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη η αγωγή ως προς την δεύτερη εναγομένη και να αναβληθεί κατά τα λοιπά η συζήτηση της υπόθεσης, προκειμένου, με επιμέλεια της ενάγουσας, να προσεπικληθεί η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «A .. B ..», ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Ε .. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», εντός προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας, και να προσκομιστεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου, στο οποίο υπόκειται η αγωγή διανομής, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ της ενάγουσας και της δεύτερης εναγομένης, λόγω δυσχέρειας στην ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρο 179 ΑΚ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς τη δεύτερη εναγομένη.
ΣΥΜΦΗΦΙΖΕΙ τη δικαστική δαπάνη μεταξύ της ενάγουσας και της δεύτερης εναγομένης.
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ κατά τα λοιπά τη συζήτηση της υπόθεσης, προκειμένου, με επιμέλεια της ενάγουσας, να προσεπικληθεί η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «A B .», ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Ε .. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», εντός προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας, και να προσκομιστεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου, στο οποίο υπόκειται η αγωγή διανομής.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στον Πύργο Ηλείας, στις 27 Οκτωβρίου 2021.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ