Του Λεωνίδα Στεργίου
Εμφανής είναι η επιδείνωση του ποσοστού των δανείων που έγιναν πάλι κόκκινα το β’ τρίμηνο του έτους, ενώ είχαν ρυθμιστεί πριν από 12 μήνες από τις εταιρείες διαχείρισης δανείων. Η σύγκριση γίνεται με το α’ τρίμηνο του έτους και με το τελευταίο τρίμηνο του 2021.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις στελεχών του κλάδου, η επιδείνωση του redefault rate στο β’ τρίμηνο, σε σχέση με το α’ τρίμηνο, εντοπίζεται στα στεγαστικά και τα επιχειρηματικά δάνεια, ενώ στα καταναλωτικά παρατηρείται μικρή βελτίωση. Ωστόσο, σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο του 2021 και την προηγούμενη περίοδο, όταν ήταν σε πλήρη ισχύ τα μέτρα στήριξης (αναστολές, επιδοτήσεις πληρωμών κά), παρατηρείται γενική επιδείνωση. Όμως, όπως αναφέρουν τα στελέχη της αγοράς, η επιδείνωση αυτή είναι αρκετά μικρότερη από την αναμενόμενη και σε σχέση με την ένταση της κρίσης.
Redefault rate
Το redefault rate υπολογίζεται ως ποσοστό των δανείων που έγινε πάλι κόκκινο αφού πέρασαν 12 μήνες από τη ρύθμισή του. Από στοιχεία των εταιρειών διαχείρισης προκύπτουν οι παρακάτω εκτιμήσεις για το β’ τρίμηνο:
– Στα στεγαστικά δάνεια το redefault rate διαμορφώθηκε γύρω στο 32% από από περίπου 34% το α’ τρίμηνο και 25% στα τέλη του 2021.
– Στα καταναλωτικά δάνεια κινήθηκε κοντά στο 37% από 39% το α’ τρίμηνο και 35% το δ’ τρίμηνο του 2021.
– Στα επιχειρηματικά -κυρίως μικρά- διαμορφώθηκε γύρω στο 35% από 37% στο α’ τρίμηνο και 32% στα τέλη του 2021.
Διευκρινίζεται ότι σε κάθε τρίμηνο προκύπτουν κόκκινα δάνεια από διαφορετικές ρυθμίσεις που προηγήθηκαν 12 μήνες, υπό διαφορετικές συνθήκες και από διαφορετικά χαρτοφυλάκια. Για παράδειγμα, τα κόκκινα δάνεια που εμφανίστηκαν το β’ τρίμηνο του 2022 είχαν ρυθμιστεί το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021, ενώ εκείνα που έγιναν πάλι κόκκινα στα τέλη του 2021 είχαν ρυθμιστεί στα τέλη του 2020.
Το redefault rate στην ελληνική αγορά, μαζί με τα δάνεια που υπάρχουν στις τράπεζες (πάνω από 100 δισ. ευρώ έχουν μεταφερθεί από τις τράπεζες σε διαχειριστές) κυμαίνεται ιστορικά γύρω από το 25%, ενώ το λεγόμενο default rate, δηλαδή το ποσοστό των δανείων που τελικά γίνεται κόκκινο και εγγράφεται ως ζημιά από το σύστημα σε περίπου 1,5%.
Προβληματισμός
Παρά την μικρότερη από την αναμενόμενη επιδείνωση, τα ποσοστά αυτά θεωρούνται υψηλά για τα στελέχη της αγοράς και των αρμόδιων αρχών. Ιστορικά, το redefault rate κινούνταν στην ελληνική τραπεζική αγορά κοντά στο 25%. Η έναρξη του εξωδικαστικού μηχανισμού και του νέου πτωχευτικού κώδικα, ύστερα από συνολικά μέτρα στήριξης 50 δισ. ευρώ στην τριετία, θα έπρεπε να είχαν μειώσει το ποσοστό αυτό. Δηλαδή να είχαν γίνει πιο βιώσιμες ρυθμίσεις.
Με αυτό συμφωνούν όλες οι πλευρές, ακόμα και οι servicers και οι τράπεζες, παρά τις ρυθμίσεις που περιλαμβάνουν υψηλά ποσοστά κουρέματος, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που παρουσίασε το υπ. Οικονομικών σχετικά με την πορεία του εξωδικαστικού μηχανισμού πριν από περίπου 10 ημέρες. Μάλιστα, ο υπ. Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έστειλε σαφές μήνυμα προς τράπεζες και funds λέγοντας ότι θα πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Επίσης, ομάδα εργασίας θα εξετάσει τις αιτίες του υψηλού ποσοστού απόρριψης αιτήσεων για ρύθμιση από πιστωτές, όπως ανακοίνωσε η ειδική γραμματέας ιδιωτικού χρέους του υπ. Οικονομικών κ. Μαριαλένα Αθανασοπούλου. Το ποσοστό απόρριψης ή μη-υποβολής πρότασης για ρύθμιση είναι 54%. Για την Τράπεζα της Ελλάδος, όπως έχει επισημάνει σε ομιλία του ο διοικητής της κ. Γιάννης Στουρνάρας, απαιτείται καλύτερη αξιοποίηση των εγγυήσεων και χρήση αναχρηματοδοτήσεων για πιο βιώσιμες και αποτελεσματικές ρυθμίσεις, όπου αυτές κρίνονται βιώσιμες μόνο.
Ποσοστά κουρέματος
Το μέσο ποσοστό κουρέματος οφειλών προς το Δημόσιο διαμορφώνεται στο 23% και η μέση διάρκεια αποπληρωμής επεκτείνεται στους 221 μήνες. Το μέσο ποσοστό κουρέματος από ιδιώτες πιστωτές (servicers, τράπεζες) είναι 33% και η μέση διάρκεια αποπληρωμής επεκτείνεται στους 253 μήνες.
Σε ό,τι αφορά στον αριθμό των αιτήσεων που εκκρεμούν, αυτός παραμένει υψηλός, αλλά μειώνεται με επιταχυνόμενο ρυθμό, καθώς οι εμπλεκόμενοι φορείς και οι οφειλέτες εξοικειώνοται με το νέο σύστημα και ξεπεράστηκαν αρκετά τεχνικά προβλήματα. Σήμερα βρίσκονται στην “ουρά” πάνω από 55.000 αιτήσεις για ρύθμιση συνολικών οφειλών 24,5 δισ. ευρώ, μέγεθος που πάλι είναι αρκετά χαμηλότερο από τα κόκκινα δάνεια που έχουν τιτλοποιηθεί και πουληθεί συνολικά (άνω των 100 δισ. ευρώ). Σε οριστικό στάδιο βρίσκονται 6.500 αιτήσεις (3,3 δισ. ευρώ), ενώ στο επόμενο διάστημα αναμένεται να ρυθμιστούν οφειλές 1,5 δισ. ευρώ. Ο αριθμός των ρυθμίσεων παραμένει ακόμα κάτω από 500 από τα τέλη Μαΐου μέχρι τα τέλη Ιουλίου, αλλά παρατηρήθηκε επιτάχυνση τις τελευταίες εβδομάδες. Για παράδειγμα, πραγματοποιήθηκαν σχεδόν οι μισές ρυθμίσεις (από τις 500) σε δύο ημέρες.
Στις τράπεζες
Πλέον τα προβληματικά δάνεια έχουν μεταφερθεί έξω από τις τράπεζες. Παρ’ όλα αυτά, τα στοιχεία της δημιουργίας κόκκινων δανείων παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Σύμφωνα με τα στοιχεία των τραπεζών:
Πρώτον, δεν υπάρχουν ενδείξεις δημιουργίας κόκκινων δανείων, βάσει των στοιχείων μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου. Παρ’ όλα αυτά, όλες κάνουν προβλέψεις για 200-400 εκατ. ευρώ (η κάθε μια κατά μέσο όρο) για νέα κόκκινα δάνεια για όλο το 2022, ποσό που θεωρείται μικρό για το σύνολο των δανείων τους (γύρω στα 150 δισ. συνολικά).
Δεύτερον, η όποια μικρή αύξηση στη δημιουργία κόκκινων δανείων παρατηρήθηκε στο β’ τρίμηνο αφορούσε στις χορηγήσεις προς νοικοκυριά, ενώ στα επιχειρηματικά σημειώθηκε μείωση. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει ως γενική εικόνα από τα αποτελέσματα α’ εξαμήνου που έχουν δημοσιοποιηθεί από Eurobank και Εθνική Τράπεζα μέχρι σήμερα, αλλά και από εκτιμήσεις του τραπεζικού κλάδου συνολικότερα.
Τρίτον, η καλή πορεία στα επιχειρηματικά δάνεια οφείλεται κυρίως στη διάθεση αρκετών συγχρηματοδοτούμενων.
Οι προειδοποιήσεις
Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές έχουν διαφορετική άποψη και πιστεύουν ότι υπάρχουν ενδείξεις για αύξηση των κόκκινων δανείων, όπως προειδοποίησαν πρόσφατα ο κεντρικός τραπεζίτης κ. Γιάννης Στουρνάρας, η υποδιοικήτρια της ΤτΕ κυρία Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) και η ΕΚΤ (έκθεση εποπτικών στοιχείων α’ τριμήνου).
“Από κάποιες πρώτες ενδείξεις φαίνεται ότι έχουμε νέες ροές ΜΕΔ (μη εξυπηρετούμενων δανείων) και αύξηση των ρυθμισμένων δανείων. Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται εφησυχασμός και η Τράπεζα της Ελλάδος παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις”, δήλωσε η κυρία Παπακωνσταντίνου σε συνέδριο για τα NPL στα μέσα Μαΐου.
Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιοποιημένα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (ΕΒΑ) για το α’ τρίμηνο του 2022, για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες, η ΕΒΑ διαπιστώνει αύξηση των ποσοστών κόκκινων δανείων τον Μάρτιο σε σχέση με τον Δεκέμβριο στον πρωτογενής τομέα (αγροτική παραγωγή, δασοκομεία, αλιεία) στο 16,2% από 15%, στις επιχειρήσεις του χρηματοοικονομικού και ασφαλιστικού τομέα στο 7,8% από 3,2%, στις υπηρεσίες (διοικητική και τεχνική υποστήριξη) στο 17,2% από 17%, στις επιχειρήσεις real estate στο 12,6% από 11,5% και στις κατασκευαστικές εταιρείες στο 19,6% από 19,2%.
Ο κ. Στουρνάρας προειδοποίησε για μια ακόμα φορά, μέσα από την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για την αυξημένη πιθανότητα δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω απόσυρσης των μέτρων στήριξης από την πανδημία, τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος από την ενεργειακή κρίση που επιτείνεται από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι προειδοποιήσεις αυτές έρχονται όταν στην Τράπεζα της Ελλάδος υπολογίζονται σε περίπου 9 δισ. ευρώ τα δάνεια που μπορεί να αποτελέσουν εν δυνάμει πηγή νέων κόκκινων δανείων. Πρόκειται για δάνεια, εξυπηρετούμενα και ρυθμισμένα, τα οποία άμεσα ή έμμεσα στηρίζονται ακόμα από τα μέτρα στήριξης της πανδημίας.