Για πιθανή επιδείνωση του πιστωτικού κινδύνου προειδοποιεί η ΤτΕ. Ποιες κατηγορίες θεωρούνται πιο ασφαλείς, ποιες αντιμετωπίζουν περισσότερα προβλήματα. Πού κινούνται τα επιτόκια ανά ύψος δανείου για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Πιθανή επιδείνωση του πιστωτικού κινδύνου από την άνοδο των επιτοκίων βλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος, σε συνδυασμό με την αρνητική επίπτωση που έχει το κύμα ακρίβειας στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αλλά και στα κέρδη των επιχειρήσεων.
Το κοκτέιλ γίνεται ακόμη πιο εκρηκτικό όπως αναφέρεται στην Έκθεσης Νομισματικής Πολιτικής καθώς σε αυτό το περιβάλλον υλοποιείται ταυτόχρονα η απόσυρση των μέτρων στήριξης έναντι της πανδημίας.
«Εκτιμάται ότι οι πιέσεις στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα είναι εντονότερες στην καταναλωτική πίστη, δεδομένου ότι αυτή η κατηγορία δανείων συνδέεται περισσότερο με μικρότερες διάρκειες δανείων και κυμαινόμενο επιτόκιο», αναφέρει η Έκθεση.
Από την άλλη πλευρά, όμως, επισημαίνει ότι οι όροι και η διαθεσιμότητα τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις αναμένεται να συνεχίσουν να υποστηρίζονται από δημόσιους πόρους μέσω προγραμμάτων συγχρηματοδότησης και εγγυοδοσίας, ιδίως από τα χαμηλότοκα δάνεια που αναμένονται από το δανειακό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Πού κινούνται τα επιτόκια
Όσον αφορά τις κατηγορίες δανείων ανά μέγεθος και συγκρίνοντας τα επιτόκια το πρώτο τετράμηνο του 2022 έναντι της μέσης τιμής του 2021, η Τράπεζα της Ελλάδος υπογραμμίζει ότι το μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού:
- παρέμεινε σταθερό σε 4,6% στα δάνεια έως 250.000 ευρώ,
- αυξήθηκε σε 3,5% στα δάνεια μεταξύ 250.000 ευρώ και 1 εκατ. ευρώ, έναντι 3,3% το 2021
- αυξήθηκε σε 2,8% στα δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ (από 2,7% το 2021).
Σημειώνεται, μάλιστα, ότι τα μερίδια των νέων δανείων μικρότερου ύψους, δηλαδή έως 250.000 ευρώ και 250.000-1 εκατ. ευρώ, στο σύνολο των επιχειρηματικών δανείων τακτής λήξης παρέμειναν σε παρόμοια επίπεδα σε σύγκριση με το 2021 (5,0% και 9,0% αντίστοιχα της ετήσιας ακαθάριστης ροής των επιχειρηματικών δανείων με τακτή λήξη το πρώτο τετράμηνο του 2022, έναντι 6,0% και 8,0% το 2021 κατά μέσο όρο).
Τα καταναλωτικά δάνεια και οι κάρτες
Το κόστος τραπεζικού δανεισμού των νοικοκυριών αυξήθηκε ελαφρά το τρέχον έτος, κυρίως λόγω αυξήσεων στα επιτόκια των καταναλωτικών δανείων. Ειδικότερα:
- το μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού των νοικοκυριών διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο σε 4,9%, κατά 11 μ.β. υψηλότερα σε σύγκριση με τη μέση τιμή του προηγούμενου έτους (4,8%).
- Το επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων καθορισμένης διάρκειας αυξήθηκε περαιτέρω, κατά 41 μ.β., έναντι της μέσης τιμής του 2021 και διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο σε 10,4%. Η εν λόγω αύξηση εν μέρει οφείλεται στη μείωση του μεριδίου των καταναλωτικών δανείων καθορισμένης διάρκειας με παροχή εξασφαλίσεων, τα οποία κατά κανόνα προσφέρονται με χαμηλότερο κατά περισσότερο από μία ποσοστιαία μονάδα επιτόκιο, έναντι των καταναλωτικών δανείων χωρίς εξασφαλίσεις.
- Παράλληλα, το μεσοσταθμικό επιτόκιο στα δάνεια μη καθορισμένης διάρκειας, που περιλαμβάνουν, κατά σειρά μεγέθους του υφιστάμενου υπολοίπου, τις πιστωτικές κάρτες, τα ανοικτά δάνεια και τις υπεραναλήψεις από λογαριασμούς όψεως, αυξήθηκε κατά 16 μ.β. σε 14,7%.
Τα στεγαστικά
Το επιτόκιο των στεγαστικών δανείων παρέμεινε σταθερό σε 2,8%. Η σταθεροποίηση του επιτοκίου στεγαστικών δανείων σε επίπεδα κάτω του 3% τα τελευταία έτη σε συνδυασμό με τη σημαντική ενίσχυση του μεριδίου των νέων δανείων με επιτόκιο σταθερό άνω των 10 ετών (από 7% κατά μέσο όρο την περίοδο 2011-17 σε 30% το 2021 και 37% το α’ τετράμηνο του 2022) περιορίζει τον επιτοκιακό κίνδυνο για τα νοικοκυριά και υποβοηθεί την ομαλή εξυπηρέτηση του χρέους στεγαστικής πίστης.