Αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ με λιγότερο αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες, που όμως θα εφαρμόζονται ευλαβικά, δέχεται η κυβέρνηση Σολτς
Την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ με τη θέσπιση πιο ευέλικτων δημοσιονομικών κανόνων, αλλά με ρήτρες και δικλίδες που θα εξασφαλίζουν την αυστηρή και απαρέγκλιτη εφαρμογή τους, δέχεται το Βερολίνο.
Σε έγγραφό της η κυβέρνηση του Σοσιαλδημοκράτη Ολαφ Σολτς παραθέτει συγκεκριμένες προτάσεις για το ύψος του χρέους που θα αναλαμβάνουν τα κράτη-μέλη και τον χρόνο αποπληρωμής του.
«Πρόκειται για σημαντικές πλην αναμενόμενες υποχωρήσεις εκ μέρους της γερμανικής πλευράς, που όμως απαιτεί από τους εταίρους την υιοθέτηση των προτάσεών της από την ΕΕ ως πακέτο, δίχως διμερείς διαπραγματεύσεις μεταξύ των κρατών-μελών, και τη μέχρι κεραίας τήρησή τους» εκτιμά το περιοδικό «Politico».
Διατήρηση της αξιοπιστίας
«Είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να δίνουμε προσοχή στη σημασία των δημοσιονομικών κανόνων, διότι η εφαρμογή τους είναι καθοριστική για τη διατήρηση της αξιοπιστίας των κυβερνήσεων έναντι των αγορών» δήλωσε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ. Και θα έλεγε κανείς ότι η πρόταση του Βερολίνου αποτυπώνει όχι μόνο τους συσχετισμούς των δυνάμεων στην πανδημική Ευρώπη (είναι μάλλον πρόωρο να μιλήσουμε για «μεταπανδημική Ευρώπη»), αλλά και τους συσχετισμούς μέσα στη γερμανική κυβέρνηση.
Από τη μία οι πανδημικές δημοσιονομικές εκτροπές, που συνιστούν βέβαια κατάφωρες παραβιάσεις του Συμφώνου, δεν αμφισβητήθηκαν από κανέναν από τους γνωστούς «φειδωλούς» για λόγους ανθρωπιστικούς και όχι απλώς κοινωνικούς – ποιος να τολμήσει την ώρα που «ο θάνατος το στρώνει»;
Από την άλλη, αν και με το κρίσιμο χαρτοφυλάκιο υπό μάλης, ο Λίντνερ δεν εκπροσωπεί παρά μόνο το τρίτο σε κοινοβουλευτική ισχύ κόμμα του κυβερνητικού συνασπισμού. Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) είναι στη σημερινή κυβέρνηση οι μόνοι που ασπάζονται τις αρχές της δημοσιονομικής ορθοδοξίας και ευταξίας.
Οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι ουδέποτε θα στύλωναν τα πόδια στους «χαλαρούς του ευρωπαϊκού Νότου». Ακόμα και με βαριά καρδιά θα δέχονταν μείζονες ανατροπές του Συμφώνου Σταθερότητας, ίσως και αμοιβαιοποίηση του χρέους. Με άλλα λόγια, η «μαμά» Μέρκελ πλέον ιδιωτεύει και οι «Σόιμπλε» είναι στην αντιπολίτευση. Μειοψηφία στην Μπούντεσταγκ.
Προς μια «γαλλική Ευρώπη»;
Οι γερμανικές προτάσεις αποτυπώνουν τον παρόντα συσχετισμό των ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων μετά τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις στις μεγάλες χώρες, αλλά και τη μετακίνηση της δεσπόζουσας πολιτικής ιδεολογίας από την ιδιωτική προς τη δημόσια πολιτική σφαίρα, μετακίνηση που οφείλεται βέβαια στην ανείπωτη υγειονομική κρίση. Είναι χαρακτηριστική η «κόντρα» του Λίντνερ με το γάλλο ομόλογό του Μπρουνό Λε Μερ τον Ιανουάριο γύρω από το ερώτημα της κατίσχυσης ή όχι της δημοσιονομικής σταθερότητας επί της ανάπτυξης.
«Δίχως σταθερότητα δεν υπάρχει ανάπτυξη. Και η σταθερότητα διασφαλίζεται με την πιστή τήρηση των επιταγών του Συμφώνου» είχε αποφανθεί ο Λίντνερ, νεοδιορισθείς υπουργός ακόμη. «Το Σύμφωνο πρέπει να είναι κατά προτεραιότητα ένα Σύμφωνο ανάπτυξης. Η ανάπτυξη προηγείται της σταθερότητας, αυτή είναι που την καθιστά εφικτή» αντέτεινε ο Λε Μερ.
Ηταν μια περίοδος κατά την οποία η Γαλλία (με τον Εμανουέλ Μακρόν να οδεύει ολοταχώς προς εκλογές), η Ιταλία (με τον πολιτικό και όχι πια τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι) και η Ισπανία (με τον Σοσιαλιστή Πέδρο Σάντσεθ) απαιτούσαν εν χορώ τη χαλάρωση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας.
Προσπάθειες για διατήρηση του ελέγχου
Η κίνηση του Βερολίνου με σκακιστικούς όρους θα χαρακτηριζόταν «forcé». Παρά ταύτα, η μεγαλύτερη (αλλά όχι ισχυρότερη μετά την ουκρανική κρίση) οικονομικά και πολιτικά χώρα της ΕΕ προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατήσει τον έλεγχο επί των εταίρων της στην Ευρώπη. «Η ευελιξία πρέπει να πηγαίνει χέρι-χέρι με σαφώς καθορισμένα όρια και με βελτιωμένους μηχανισμούς επιβολής των κανόνων» σημειώνεται στο κείμενο των γερμανικών προτάσεων.
«Το Βερολίνο προτείνει να αξιολογούνται τα εθνικά δημοσιονομικά προγράμματα από άλλες χώρες-μέλη, όχι μόνο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Θέλει δηλαδή να έχει καθοριστικό λόγο επί των δημοσιονομικών των άλλων Ευρωπαίων. Επίσης προτείνει να δοθεί στο Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο, ένα συμβουλευτικό όργανο της Κομισιόν, πλήρης ανεξαρτησία και να ενισχυθεί ο ρόλος του» μεταδίδει η ρεπόρτερ του «Politico» Πάολα Τάμα.
Αυξημένες δημόσιες επενδύσεις για βιώσιμη ανάπτυξη
Το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ αποδείχθηκε ιδιαίτερα ευέλικτο κατά την πανδημική κρίση, εκτιμά η γερμανική κυβέρνηση. Ωστόσο, το πλαίσιο αυτό πρέπει να αναπτυχθεί περαιτέρω. «Η ευελιξία πρέπει να συμβαδίζει με σαφώς καθορισμένα όρια και με βελτιωμένους μηχανισμούς για την επιβολή των κανόνων» σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Ιδού κωδικοποιημένες οι 5 γερμανικές προτάσεις:
1Χαλάρωση του κανόνα για μείωση του χρέους κατά το 1/20 ετησίως. Πρόκειται για τον κανόνα που υποχρεώνει τις υπερχρεωμένες χώρες να μειώνουν το ύψος του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ κατά 5% ετησίως, που απαιτεί «υπερβολικά βίαιη και εν τέλει μη ρεαλιστική προσαρμογή», όπως αναγνωρίζεται για χώρες όπως η Ιταλία και η Ελλάδα, με χρέη άνω του 150%.
Πρόκειται για μια βασική υποχώρηση του Βερολίνου, που προτείνει τον καθορισμό μεσοπρόθεσμα μιας «συνεπούς, σταδιακής μείωσης του ελλείμματος στο προληπτικό σκέλος σε συνδυασμό με την εφαρμογή αναπτυξιακών οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών».
2Προτείνει δηλαδή αυξημένες δημόσιες επενδύσεις σε τομείς που θα δημιουργήσουν μακροπρόθεσμα βιώσιμη ανάπτυξη. Για την εξασφάλιση της ποιότητας των επενδύσεων προτείνεται η θέσπιση «επενδυτικής ρήτρας» με την «υιοθέτηση εφάπαξ Μεσοπρόθεσμων Δημοσιονομικών Στόχων» (ΜΔΣ).
Πρόκειται για μια πρόταση που είχε διατυπώσει ο ίδιος ο Κρίστιαν Λίντνερ σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Handelsblatt» ως αντιστάθμισμα για την απόρριψη από τη Γερμανία της ιδέας της Γαλλίας και της Ιταλίας να εξαιρούνται από τον υπολογισμό του χρέους οι επενδύσεις για το περιβάλλον και για την άμυνα. Το Βερολίνο αντιπροτείνει δηλαδή σε έκτακτες περιστάσεις και σε αυστηρά προκαθορισμένη βάση να γίνονται δεκτές εφάπαξ μεσοπρόθεσμες παραβιάσεις του Συμφώνου.
3Απλοποίηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ με παράλληλη συνέχιση της εφαρμογής ενιαίων και συγκρίσιμων παραμέτρων. Συνεχής χρήση της «διαρθρωτικής ισορροπίας» ως παραμέτρου για τον καθορισμό Μεσοπρόθεσμων Δημοσιονομικών Στόχων.
4Θέσπιση σαφών κριτηρίων για την πιθανή μελλοντική χρήση της «γενικής ρήτρας διαφυγής» (πρόκειται για τη ρήτρα που επιτρέπει σε σοβαρές κρίσεις, όπως στην πανδημική, προσωρινές αποκλίσεις από την πορεία προσαρμογής προς τους ΜΔΣ). Ωστόσο, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής δεν ισοδυναμεί με αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας.
5Τέλος, το Βερολίνο προτείνει να εξεταστεί η δυνατότητα να γίνει το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (EFB) θεσμικά και οργανωτικά ανεξάρτητο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε «να διευκολυνθεί η συνεπέστερη εφαρμογή των κανόνων».