Της Marie Dumoulin
Στις 8 Αυγούστου, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι κάλεσε τις χώρες της Δύσης να απαγορεύσουν την έκδοση βίζας για τους Ρώσους τουρίστες. Υπέρ της πρότασής του τάχθηκαν οι πρωθυπουργοί της Φινλανδίας και της Εσθονίας, οι χώρες των οποίων αποτελούν τις βασικές πύλες εισόδου των Ρώσων στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τότε που τα κράτη μέλη της ΕΕ ανέστειλαν τις αεροπορικές συνδέσεις τους με τη Ρωσία.
Έκτοτε έχει ξεκινήσει μια έντονη συζήτηση για το θέμα, με ορισμένους Ρώσους προπαγανδιστές να απειλούν με περαιτέρω κλιμάκωση του πολέμου κατά της Ουκρανίας εάν εφαρμοστεί η πρόταση αυτή. Εν τω μεταξύ, ορισμένοι υπέρμαχοι της πρότασης περί απαγόρευσης ισχυρίζονται ότι αυτές οι απειλές δείχνουν ότι μια τέτοια κίνηση θα αύξανε τις πιέσεις προς το Κρεμλίνο.
Η πρόταση σίγουρα έχει λογική από άποψη ηθικής. Φαίνεται απαράδεκτο οι Ρώσοι να μπορούν να απολαύσουν τις διακοπές τους σε πολυτελή ξενοδοχεία στη Γαλλική Ριβιέρα και να κάνουν τα ψώνια τους στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες την ώρα που οι Ουκρανοί υποφέρουν και πεθαίνουν λόγω του πολέμου που διεξάγει η Ρωσία στην Ουκρανία. Το ταξίδι στην Ευρώπη δεν συγκαταλέγεται στα ανθρώπινα δικαιώματα, επομένως το επιχείρημα που επικαλούνται οι υπέρμαχοι της πρότασης είναι ότι πρόκειται για ένα προνόμιο που δεν δικαιούνται οι υπηκόοι μίας χώρας που έχει εισβάλλει σε ένα γειτονικό κράτος και έχει διαπράξει ευρείας κλίμακας εγκλήματα πολέμου.
Το δεύτερο επιχείρημα για την απαγόρευση της έκδοσης βίζας βασίζεται σε διάφορες υποθέσεις: το μέτρο έχει στόχο να δείξει στο ρωσικό λαό -ιδίως στην ανώτερη μεσαία αστική τάξη, η άποψη της οποίας υποτίθεται ότι απασχολεί περισσότερο το Κρεμλίνο- ότι ο πόλεμος έχει τίμημα. Οι υπέρμαχοι της απαγόρευσης θεωρούν τη δυνατότητα ταξιδιού στην Ευρώπη ως μέρος του κοινωνικού συμβολαίου που έχει συνάψει το ρωσικό καθεστώς με τους εγχώριους υποστηρικτές του. Η αμφισβήτηση αυτού του κοινωνικού συμβολαίου με την απαγόρευση της έκδοσης βίζας θα περιόριζε τα περιθώρια ελιγμών του καθεστώτος στο εσωτερικό της χώρας.
Ωστόσο, αυτό το επιχείρημα έχει δύο βασικά ψεγάδια. Πρώτον, αποτελεί ευσεβή πόθο να πιστεύει κανείς ότι η επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών στους Ρώσους θα επηρέαζε την πολιτική του Κρεμλίνου. Το ταξίδι στην Ευρώπη αποτελούσε πολυτέλεια για τους περισσότερους Ρώσους ακόμη και πριν την αναστολή των απευθείας πτήσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και της Ρωσίας. Επομένως, η απαγόρευση στους Ρώσους υπηκόους να ταξιδεύουν στην Ευρώπη δεν θα τους απομόνωνε, απλώς θα τους έκανε να στραφούν σε άλλους προορισμούς.
Παρότι είναι αλήθεια ότι τα ταξίδια στα κράτη μέλη της ΕΕ δεν έκαναν τους Ρώσους πιο δεκτικούς όσον αφορά τις ευρωπαϊκές αξίες, η απαγόρευση έκδοσης βίζας -ένας περιορισμός που η ΕΕ δεν έχει επιβάλει ποτέ άλλοτε στους υπηκόους οποιαδήποτε χώρας- θα ενίσχυε τη ρωσική προπαγάνδα για την υποτιθέμενη ρωσοφοβία της Δύσης. Οι Ρώσοι που ταξιδεύουν στην Ευρώπη πρέπει να βλέπουν τις ανακρίβειες του Κρεμλίνου για την καρικατούρα της Ευρώπης που προωθεί. Το καθεστώς, λοιπόν, θα υποδεχόταν θετικά την απόφαση, καθώς επί χρόνια στηρίζει τη νομιμότητά του στη δυσαρέσκεια και την απογοήτευση του ρωσικού λαού.
Επιπλέον, η απαγόρευση θα καθιστούσε τους πιο ανοιχτόμυαλους Ρώσους περισσότερο ευάλωτους, καθώς όποιοι εξ αυτών ζουν ή ταξιδεύουν στην Ευρώπη θα στιγματίζονταν ως “η πέμπτη φάλαγγα” της Δύσης στη Ρωσία. Κι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στο μέλλον: δεδομένου ότι η Ρωσία θα υπάρχει και μετά τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Δεύτερον, αυτό το επιχείρημα παραβλέπει το γεγονός ότι το ρωσικό καθεστώς παρέχει ελάχιστα περιθώρια έκφρασης στους διαφωνούντες και τιμωρεί αυστηρά όσους το πράττουν. Στο πέρασμα του χρόνου, έχει εκμεταλλευτεί επιτυχώς τον κοινωνικό και πολιτικό κατακερματισμό της ρωσικής κοινωνίας για να αποτρέψει την ανάδυση ενός συγκροτημένου κινήματος διαμαρτυρίας, ενώ ταυτόχρονα έχει αναπτύξει διάφορα εργαλεία διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και απαξίωσης των εναλλακτικών φωνών.
Οι μαζικές διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στη Μόσχα το 2011-2012 δεν είναι πλέον εφικτές. Στο πλαίσιο αυτό, οι Ρώσοι που αντιτίθενται στον πόλεμο έχουν αναπτύξει άλλους τρόπους διαμαρτυρίας, που τους επιτρέπουν να επικοινωνήσουν το μήνυμά τους δημόσια παραμένοντας όσο το δυνατόν πιο ασφαλείς. Απαγορεύοντας σε αυτούς τους ανθρώπους τα ταξίδια στην ΕΕ θα τους στερούσε μια δικλείδα ασφαλείας -μια διέξοδο από ένα κατασταλτικό καθεστώς- και θα τους εμπόδιζε να μεταβούν επειγόντως στην ΕΕ, σε περίπτωση που βρεθούν σε κίνδυνο. Αυτοί οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα στο άσυλο και στην αφοσίωση στο καθεστώς: πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παραμείνουν στη Ρωσία, εάν είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν αυτό το ρίσκο, και να φύγουν εάν χρειαστεί, ακόμη και για μικρό χρονικό διάστημα.
Επίσης, αποτελεί σε έναν βαθμό αυταπάτη το επιχείρημα ότι η απαγόρευση θα αφορούσε μόνο τη λεγόμενη τουριστική βίζα. Οι βίζες κατηγοριοποιούνται ανάλογα με τη διάρκεια παραμονής των ταξιδιωτών: είτε για έως 90 ημέρες είτε για περισσότερο διάστημα από αυτό. Ο λόγος της διαμονής -ήτοι ο τουρισμός, η επίσκεψη συγγενών ή η επιχειρηματική δραστηριότητα- καθορίζει μόνο τον τύπο των δικαιολογητικών που πρέπει να συνοδεύουν την αίτηση έκδοσης βίζας.
Επομένως, η απαγόρευση της τουριστικής βίζας θα σήμαινε επί της ουσίας απαγόρευση είτε οποιασδήποτε μορφής ταξιδιού στην ΕΕ για λιγότερο από 90 ημέρες, είτε των αιτήσεων που βασίζονται σε κρατήσεις ξενοδοχείων, που είναι και ο ταχύτερος τρόπος υποβολής αίτησης για την έκδοση βίζας. Θα καταστεί δε δύσκολο για όλους τους Ρώσους υπηκόους -συμπεριλαμβανομένων των ακτιβιστών υπέρ της κοινωνίας των πολιτών, των δημοσιογράφων και των καλλιτεχνών- να υποβάλουν αίτηση για την έκδοση βίζας χωρίς εγκατεστημένες επαφές στις χώρες της ΕΕ και με τη γραφειοκρατία που περιλαμβάνει η διαδικασία έκδοσης μη τουριστικής βίζας.
Οι ανθρωπιστικές βίζες, που συχνά παρουσιάζονται ως εναλλακτική λύση για αυτές τις κατηγορίες ανθρώπων, διατίθενται μόνο από έναν μικρό αριθμό ευρωπαϊκών κρατών. Και είναι απίθανο ένας Ρώσος υπηκόος που έλαβε ανθρωπιστική βίζα να μπορεί στη συνέχεια να ταξιδέψει με ασφάλεια πίσω στη Ρωσία. Επομένως, η απαγόρευση έκδοσης τουριστικής βίζας για τους Ρώσους υπηκόους θα ανάγκαζε αυτούς τους ανθρώπους να επιλέξουν μεταξύ της ανεπιθύμητης εξορίας ή της μη ασφαλούς επιστροφής στη Ρωσία.
Χάρην της ταυτότητάς της, λοιπόν, η ΕΕ θα πρέπει να σκεφθεί διπλά προτού εγκρίνει ένα μέτρο που θα θέσει υπό βαθιά αμφισβήτηση τις αξίες που πρεσβεύει. Το ευρωπαϊκό εγχείρημα βασίζεται στη διαφάνεια και τη μη διάκριση – ακόμη κι αν, τα τελευταία χρόνια, η Ένωση έχει παρεκκλίνει ορισμένες φορές από αυτές τις αξίες όσον αφορά τη μεταναστευτική της πολιτική.
Δεν υπάρχει περίπτωση, λοιπόν, η απαγόρευση της έκδοσης βίζας να συμβάλει στη νίκη της Ουκρανίας επί του πεδίου. Θα ήταν προτιμότερο για την ΕΕ να επικεντρωθεί σε ζητήματα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυτόν τον στόχο, όπως: η διατήρηση και η ενίσχυση των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, γεγονός που θα περιόριζε την ικανότητά της να συνεχίσει την πολεμική της επιχείρηση· η ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και χρηματοπιστωτικής ανθεκτικότητας της Ουκρανίας· και η παροχή στο Κίεβο των όπλων που χρειάζεται για να συνεχίσει τη μάχη κατά του ρωσικού στρατού.
Η ΕΕ πρέπει λοιπόν να προετοιμαστεί ότι θα χρειαστεί να διατηρήσει αυτές τις πολιτικές για αρκετό καιρό αντί να θεσπίζει μέτρα που έχουν συμβολικό χαρακτήρα και είναι αναποτελεσματικά.
Μπορείτε να διαβάσετε το άρθρο στην πρωτότυπη μορφή του εδώ