Με σημερινή του απόφαση το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι οι ασυνόδευτοι ανήλικοι έχουν δικαίωμα προσφυγής κατά της άρνησης αναδοχής από κράτος μέλος όπου διαμένει συγγενής τους. (Απόφαση C-19/21).
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, ο Ι είναι Αιγύπτιος υπήκοος γεννηθείς το 2002.
Το 2019, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα, δηλώνοντας στις αρχές ότι επιθυμούσε να επανενωθεί με τον θείο του S, επίσης Αιγύπτιο υπήκοο, ο οποίος διέμενε στις Κάτω Χώρες. Το 2020, οι ελληνικές αρχές απηύθυναν αίτημα αναδοχής στις αρμόδιες ολλανδικές αρχές με σκοπό την οικογενειακή επανένωση του τότε ανήλικου I με τον θείο του. H Υφυπουργός Δικαιοσύνης και Ασφάλειας απέρριψε το αίτημα.
Οι I και S υπέβαλαν ένσταση κατά της απόρριψης του αιτήματος αναδοχής. Η Υπουργός απέρριψε την ένσταση υπενθυμίζοντας ότι οι αιτούντες διεθνή προστασία δεν έχουν τη δυνατότητα να αντιταχθούν στην απόρριψη αιτήματος αναδοχής.
Το πρωτοδικείο Χάγης με τόπο συνεδριάσεως στο Haarlem (Κάτω Χώρες) διερωτήθηκε εάν ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ έχει την έννοια ότι ο αιτών διεθνή προστασία ή μέλος της οικογένειας του εν λόγω αιτούντος έχει δικαίωμα άσκησης πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά της απόρριψης αιτήματος αναδοχής.
Στην απόφασή του που εκδόθηκε σήμερα, το ΔΕΕ απάντησε ότι ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ, σε συνδυασμό με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιβάλλει ουσιαστικά την χορήγηση δικαιώματος δικαστικής προσφυγής στον ασυνόδευτο ανήλικο κατά της απόφασης άρνησης αναδοχής.
Αντιθέτως, ο συγγενής του ανηλίκου αυτού δεν έχει τέτοιο δικαίωμα.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο curia.europa.eu