Αντώνης Κλάψης
Η ελληνική συμμετοχή στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού
Η λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της διευθέτησης διαφορών που είχαν ανακύψει κατά τη διάρκειά του, αλλά και άλλων που προϋπήρχαν της διεξαγωγής του. Η επαναχάραξη συνόρων, η διάλυση κρατών και η δημιουργία νέων, η πληρωμή πολεμικών αποζημιώσεων, η ηθική καταδίκη και ο αφοπλισμός των ηττημένων έμελλαν να αποτελέσουν τα κορυφαία ζητήματα που θα απασχολούσαν τη Συνδιάσκεψη Ειρήνης, η οποία συνήλθε στο Παρίσι με έναν βασικό σκοπό: την κατάρτιση των Συνθηκών Ειρήνης μεταξύ αφενός των νικητριών κρατών της Αντάντ, αφετέρου των ηττημένων Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία και Αυστρο-Ουγγαρία) και των συμμάχων τους (Οθωμανική Αυτοκρατορία και Βουλγαρία). Μαζί με τους υπόλοιπους νικητές, στη Συνδιάσκεψη θα λάμβανε μέρος και η Ελλάδα, η οποία δεν είχε ποτέ μέχρι τότε κληθεί να συμμετάσχει σε ένα ανάλογο διεθνές forum.
Το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης είχε θεωρητικά τεθεί εκ των προτέρων πάνω στη βάση των Δεκατεσσάρων Σημείων, τα οποία είχε ανακοινώσει στις 26 Δεκεμβρίου 1917/8 Ιανουαρίου 1918 ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Γούντροου Ουίλσον: μεταξύ άλλων, κατάργηση της μυστικής διπλωματίας, ελευθερία της ναυσιπλοΐας και του εμπορίου, μείωση των εξοπλισμών, αμερόληπτη διευθέτηση όλων των αποικιακών διεκδικήσεων, αυτοδιάθεση των λαών, ίδρυση ενός παγκόσμιου οργανισμού για τη διαφύλαξη της ειρήνης και της ασφάλειας[1]. Ωστόσο, οι ιδεαλιστικές εισηγήσεις του Αμερικανού προέδρου δεν ήταν πάντα εύκολο να εφαρμοστούν, καθώς προσέκρουαν σε ζωτικής σημασίας εθνικά συμφέροντα. Παρά τις διακηρύξεις για την κυριαρχική ισότητα όλων των κρατών, από την πρώτη κιόλας στιγμή της έναρξης των εργασιών της Συνδιάσκεψης του Παρισιού αποδείχτηκε ότι η διάκριση μεταξύ Μεγάλων Δυνάμεων και μικρότερων χωρών παρέμενε κεφαλαιώδους σημασίας. Ο αποκλεισμός των ηττημένων, αλλά και της νεοπαγούς Σοβιετικής Ρωσίας από τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις συνοδεύτηκε από την καθιέρωση ενός «διευθυντηρίου» των τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων της Αντάντ: το Συμβούλιο των Τεσσάρων, στο οποίο συμμετείχαν ο πρόεδρος Ουίλσον και οι πρωθυπουργοί της Μεγάλης Βρετανίας Ντέηβιντ Λόυντ Τζωρτζ, της Γαλλίας Ζωρζ Κλεμανσώ και της Ιταλίας Βιττόριο Εμανουέλε Ορλάντο, θα συνεδρίαζε τακτικά, αναλαμβάνοντας αποφασιστικό ρόλο στη διευθέτηση όλων των επιμέρους ζητημάτων[2].
ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ