Υποχρέωση των κρατών για άμεση εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων λέει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Οι συνταξιοδοτικές διαφορές εμπίπτουν σε συγκεκριμένη κατηγορία που απαιτούν ιδιαίτερη επιμέλεια κατά την εξέτασή τους.
Οι δικαστικές καθυστερήσεις είναι ένα χρόνιο πρόβλημα το οποίο δυσκολεύει τη ζωή των πολιτών. Ενδεικτική είναι υπόθεση προσφυγής που αφορούσε σύνταξη και υποβλήθηκε εξαιτίας της ξαφνικής μείωσης του ποσού που λάμβανε πολίτης μετά από νομοθετική ρύθμιση και η οποία εκδικάστηκε με καθυστέρηση 4 ετών.
Η υπόθεση αφορούσε τη μείωση της σύνταξης γήρατος του βάσει νέου νόμου που τέθηκε σε ισχύ το 2009 για πρώην διοικητικούς υπαλλήλους των ενόπλων δυνάμεων. Η προσφυγή του κατά της απόφασης για μείωση του συντάξιμου ποσού που ελάμβανε κατατέθηκε το 2017 και εκδικάστηκε το 2021.
Όπως αναφέρει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) ο συνταξιούχος άσκησε προσφυγή στις πολωνικές δικαστικές αρχές λόγω ξαφνικής μείωσης της σύνταξής του. Παρά το γεγονός της σπουδαιότητας της υπόθεσης για τη διαβίωση του, εκδόθηκε απόφαση επί της προσφυγής του 4 χρόνια μετά την κατάθεση της.
Το Στρασβούργο, επανέλαβε ότι είναι καθήκον του κράτους να οργανώσει το δικαστικό του σύστημα με τέτοιο τρόπο ώστε τα δικαστήρια του να μπορούν να ανταποκριθούν στην υποχρέωση εκδίκασης υποθέσεων εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και να μην υπάρχουν δικαστικές καθυστερήσεις
Διαπίστωσε ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, ο προσφεύγων λάμβανε το μειωμένο ποσό της σύνταξης. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο επανέλαβε ότι οι συνταξιοδοτικές διαφορές εμπίπτουν σε μια συγκεκριμένη κατηγορία υποθέσεων που απαιτούν ιδιαίτερη επιμέλεια κατά την εξέτασή τους από τις εθνικές αρχές.
Λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραπάνω περιστάσεις, το Δικαστήριο δεν βρήκε επαρκή αιτιολόγηση για την καθυστέρηση στην εξέταση της υπόθεσης του προσφεύγοντος και έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση της δίκαιης δίκης, επιδικάζοντας αποζημίωση 2.100 ευρώ.
Δικαστικές καθυστερήσεις: Τι επισημαίνει στην απόφασή του το ΕΔΔΑ
Στην απόφασή του το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι χρειάστηκαν πέντε μήνες για να διαβιβαστούν οι προσφυγές του προσφεύγοντος από αντίστοιχο ταμείο στο Περιφερειακό Δικαστήριο της Βαρσοβίας. Στη συνέχεια, μετά από άλλους πέντε μήνες, η διαδικασία ανεστάλη. Αυτή η κατάσταση διήρκεσε μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου 2019, δηλαδή για δεκαοκτώ μήνες.
Η πρώτη ακρόαση πραγματοποιήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2020, δηλαδή σχεδόν έντεκα μήνες μετά την επανάληψη της διαδικασίας και η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε έξι μήνες μετά την ακρόαση. «Η υπόθεση δεν φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη, ούτε απαιτούσε τη λήψη εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης. Δεν υπήρχε καμία ένδειξη ότι ο προσφεύγων συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στη καθυστέρηση της διαδικασίας» σημειώνει το ΕΔΔΑ.
Προσθέτει δε πως «είναι γεγονός ότι το Περιφερειακό Δικαστήριο της Βαρσοβίας χρειάστηκε να αντιμετωπίσει έναν εξαιρετικά μεγάλο φόρτο εργασίας μετά τη μείωση των κοινωνικών παροχών για χιλιάδες πρώην υπαλλήλους των ενόπλων δυνάμεων».
Ωστόσο, όπως τονίζει «είναι καθήκον του κράτους να οργανώσει το δικαστικό του σύστημα με τέτοιο τρόπο ώστε τα δικαστήρια του να μπορούν να ανταποκριθούν στην υποχρέωση εκδίκασης των υποθέσεων εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος».
Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο σημείωσε ότι η συνολική διάρκεια της διαδικασίας μπορούσε να αποδοθεί μόνο εν μέρει στις καθυστερήσεις ενώπιον του Περιφερειακού Δικαστηρίου. Η διάρκειά τους οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου, το αποτέλεσμα της οποίας μπορεί να ήταν καθοριστικό για την εξέταση προσφυγών όπως αυτής του προσφεύγοντος.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι οι διαδικασίες ενώπιον Συνταγματικού Δικαστηρίου λαμβάνονται υπόψη όταν, αν και το δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να αποφανθεί επί της ουσίας, η απόφασή του μπορεί να επηρεάσει την έκβαση της διαφοράς ενώπιον των τακτικών δικαστηρίων. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η διαδικασία ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου εκκρεμούσε από τις 27 Φεβρουαρίου 2018, δηλαδή για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, και δεν έχει εκδοθεί καμία απόφαση. Το Δικαστήριο σημείωσε περαιτέρω ότι η επίμαχη διαδικασία αφορούσε τα μέσα διαβίωσης του προσφεύγοντος.