Κερδισμένοι με αυξήσεις σε σύγκριση με τα ποσά που θα είχαν με τoυς παλιούς συντελεστές υπολογισμού συντάξεων είναι όσοι αποχωρούν μετά την 30ετία και κυρίως όσοι βγαίνουν με 40ετία, καθώς το κέρδος στη σύνταξη φτάνει ως 200 ευρώ το μήνα, δηλαδή ως 2.400 ευρώ επιπλέον το χρόνο! Το ποσό αυτό ισοδυναμεί με τα Δώρα που κόπηκαν από τις κύριες συντάξεις.
Τα κέρδη είναι μικρότερα για όσους βγαίνουν με λιγότερα έτη και χαμηλούς μισθούς, πλην όμως σε όλες τις περιπτώσεις οι συνταξιούχοι παίρνουν καλύτερη σύνταξη μετά τα 30 έτη, καθώς εφαρμόζονται οι βελτιωμένοι συντελεστές αναπλήρωσης του νόμου 4670 (νόμος Βρούτση), που αντικατέστησαν τους συντελεστές του νόμου 4387 (νόμος Κατρούγκαλου).
Αντίθετα, ως τα 30 έτη οι συντελεστές είναι αμετάβλητοι (όπως είχαν διαμορφωθεί από το νόμο 4387) και ευνοούν τους χαμηλόμισθους. Για παράδειγμα, με 20 έτη ασφάλισης και μισθό 713 ευρώ η πλήρης σύνταξη είναι 497,15 ευρώ, δηλαδή αντιπροσωπεύει το 69,7% του μισθού. Με τον ίδιο μισθό και 29 έτη, η σύνταξη βγαίνει στα 563,40 ευρώ και αντιπροσωπεύει το 79% του μισθού. Αν, όμως, ο ασφαλισμένος έχει μισθό 1.000 ευρώ και 29 έτη, τότε η σύναξη βγαίνει στα 637 ευρώ και η αναπλήρωση του μισθού πέφτει στο 63,7%.
Το κέρδος στα λίγα έτη είναι συνάρτηση των αποδοχών, καθώς οι χαμηλοί μισθοί παίρνουν μεγαλύτερη σύνταξη, που πριμοδοτείται από το ποσό της εθνικής σύνταξης, το οποίο ξεκινά από τα 364 ευρώ στα 15 έτη και φτάνει στα 384 ευρώ από τα 20 έτη και άνω.
Το ένθετο «Ασφάλιση και Συντάξεις» παρουσιάζει σήμερα, με πίνακες και αναλυτικά παραδείγματα, τα μυστικά που καθορίζουν το ύψος των συντάξεων, ώστε να ξέρουν οι ασφαλισμένοι τι πρέπει να κάνουν για να πάρουν μεγαλύτερη σύνταξη.
Σύνταξη: Το ύψος της καθορίζεται:
- Από τα ποσοστά αναπλήρωσης και κυρίως την προσαύξηση των συντελεστών για κάθε έτος παραμονής στην εργασία. Με το σύνολο των ετών βγαίνει ένα συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης. Οι νέοι συντελεστές από τα 30 έτη και άνω υπερτερούν έναντι των παλαιών και δίνουν αυξήσεις στις συντάξεις.
Για παράδειγμα, στα 35 έτη ο συντελεστής είναι 37,31%. Από τα 35 ως τα 36 έτη δίδεται ετήσια προσαύξηση 2,5% και ο συντελεστής από 37,31% ανεβαίνει στο 39,81%. Αυτές οι 2,5 ποσοστιαίες μονάδες ισοδυναμούν με αύξηση του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης κατά 6,7%! Με ένα έτος παραμονής δηλαδή (από τα 35 στα 36) ο ασφαλισμένος κερδίζει 6,7% αύξηση σύνταξης.
Με μισθό 1.000 ευρώ, τα 35 έτη δίνουν ανταποδοτική σύνταξη 373 ευρώ και με 36 έτη, η σύνταξη ανεβαίνει στα 398 ευρώ, με μόνιμη αύξηση κατά 25 ευρώ το μήνα ή 300 ευρώ ετησίως.
Οσο ανεβαίνουν τα έτη, ανεβαίνουν και τα ποσοστά αναπλήρωσης, οπότε αυξάνονται και οι συντάξεις.
- Από το μισθό που είχαν οι ασφαλισμένοι και τις εισφορές που κατέβαλαν μετά το 2002, καθώς αυτές οι αποδοχές βγάζουν τον μέσο όρο του μισθού βάσει του οποίου υπολογίζεται η σύνταξη. Στον ιδιωτικό τομέα υπάρχει το πριμ των 14 μισθών ετησίως λόγω των Δώρων, που σημαίνει ότι ο μέσος όρος βγαίνει ενισχυμένος, απ’ ό,τι στο Δημόσιο, που μετά το 2012 έχει 12 μισθούς. Για παράδειγμα, μισθωτός ιδιωτικού τομέα με μηνιαίες αποδοχές 1.200 ευρώ από το 2002 ως το 2022 βγάζει μέσο όρο συντάξιμων αποδοχών 1.400 ευρώ λόγω των δύο επιπλέον καταβολών από τα Δώρα. Ενώ ο αντίστοιχος (με 1.200 ευρώ) μισθωτός του Δημοσίου, που είχε δύο μισθούς από τα Δώρα μέχρι το 2010, που έγιναν στη συνέχεια 1.000 ευρώ ετησίως ως το 2012 και έκτοτε καταργήθηκαν, βγάζει μέσο όρο συντάξιμων αποδοχών 1.288 ευρώ. Ο μισθωτός του ιδιωτικού τομέα θα πάρει επομένως μεγαλύτερη σύνταξη, αν έχει τα ίδια έτη ασφάλισης με τον υπάλληλο του Δημοσίου.
- 3. Από τις αναγνωρίσεις πλασματικών ετών και κυρίως το αν οι αιτήσεις για την εξαγορά χρόνου που χρησιμοποιείται για να θεμελιωθεί δικαίωμα σύνταξης υποβλήθηκαν πριν ή μετά τις 13 Μαΐου 2016. Με το νόμο 4387/2016 οι εξαγορές πλασματικού χρόνου από 13/5/2016 και μετά υπολογίζονται με εισφορά σύνταξης 20% επί του ονομαστικού μισθού, δηλαδή του πραγματικού μισθού των ασφαλισμένων. Ενώ για τις ήδη υποβληθείσες ως το 2016 αιτήσεις τα πλασματικά έτη υπολογίστηκαν όχι με βάση τους ονομαστικούς μισθούς αλλά με βάση το μισθό που αντιστοιχεί στο ποσό της εξαγοράς. Στον ιδιωτικό τομέα, οι αναγνωρίσεις έγιναν με 167 ευρώ το μήνα, που αντιστοιχεί σε μισθό 835 ευρώ. Στο Δημόσιο, για τις αναγνωρίσεις με αιτήσεις πριν το νόμο Κατρούγκαλου, οι υπάλληλοι πληρώνουν μόνον τη δική τους εισφορά σύνταξης, που είναι 6,67% του μισθού. Στα 1.000 ευρώ μισθού δηλαδή η εξαγορά κόστιζε 67 ευρώ το μήνα. Το ποσό αυτό αναγόμενο σε εισφορά 20% αντιστοιχεί σε μισθό 335 ευρώ, που θα προστεθεί στις αποδοχές και θα χαμηλώσει τον μέσο όρο των συντάξιμων αποδοχών, με συνέπεια να βγει και μικρότερη σύνταξη κατά 10 ως 50 ευρώ, ή και πιο πάνω, αν είναι πολλά τα έτη που αναγνωρίστηκαν με εισφορά 6,67%. Ο τρόπος για να αποφύγουν την παγίδα οι υπάλληλοι είναι, αν δεν έχουν πληρώσει, να ακυρώσουν την παλιά αίτηση και να υποβάλουν νέα με εισφορά 20% για τις εξαγορές πλασματικών ετών.
- 4. Από τις πρόσθετες αποδοχές, ή τις επιπλέον εισφορές που είχαν οι ασφαλισμένοι στη διάρκεια του εργασιακού τους βίου από παράλληλη ασφάλιση, ή από δύο μισθούς για την ίδια ή άλλη απασχόληση (π.χ. μισθωτοί με δύο δουλειές στον ιδιωτικό τομέα), ή αν λόγω ειδικού καθεστώτος καταβλήθηκαν εισφορές σύνταξης (εργαζομένου και εργοδότη) υψηλότερες από το 20% που ήταν για το ΙΚΑ.