Με τις προμήθειες περιορισμένες και τις τιμές αυξημένες, η κρίση αερίου έχει επιδεινώσει τις οικονομικές προοπτικές της Ευρώπης – Tο ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε κατά 0,7% στο β’ τρίμηνο, αλλά οι αναλυτές αναμένουν ύφεση για το 2023
Μια άνευ προηγουμένου ενεργειακή κρίση, η οποία ωθεί την οικονομία ολοένα και πιο κοντά στην ύφεση και θέτει σοβαρά ερωτήματα για τους φιλόδοξους στόχους αντιμετώπισης της Κλιματικής Αλλαγής, αντιμετωπίζει εδώ και μήνες η Ευρώπη.
Όλα ξεκίνησαν με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις κυρώσεις της Ε.Ε. στη Ρωσία, οι οποίες εξόργισαν τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο τελευταίος, ως πράξη αντεκδίκησης, ξεκίνησε να μειώσει τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, η οποία εξαρτάται σε σημαντικά υψηλό βαθμό από τη Μόσχα.
Παρότι το Κρεμλίνο έχει αρνηθεί ότι χρησιμοποιεί το αέριο ως διπλωματικό όπλο, οι Ευρωπαίοι διαμαρτύρονται ότι η Gazprom, η κρατική ενεργειακή εταιρεία της Ρωσίας, δεν αποτελεί πλέον έναν αξιόπιστο πάροχο. Οι μειωμένες ροές αερίου, έτσι, συνιστούν το μείζον πρόβλημα για τα κράτη – μέλη, δεδομένου ότι εισάγουν το 40% των αποθεμάτων αερίου από τη Ρωσία.
Μειωμένες ροές
Με βάση τα στοιχεία από τον Nord Stream, τον μεγαλύτερο αγωγό της Ευρώπης, ο οποίος συνδέει τη Ρωσία με τη Γερμανία, οι ροές προς τη Δύση είναι πράγματι αρκετά μειωμένες. Μόνο την περασμένη εβδομάδα, οι παραδόσεις περιορίστηκαν στο 20% της συνολικής χωρητικότητας, με τη Gazprom να επικαλείται θέματα συντήρησης μίας εκ των τουρμπινών.
Την ίδια στιγμή, τουλάχιστον 12 κράτη αντιμετωπίζουν το πρόβλημα των μειωμένων ροών αερίου, ενώ αρκετές είναι οι χώρες, στις οποίες οι κάνουλες έχουν κλείσει τελείως, λόγω της άρνησης να πληρώσουν σε ρούβλια και όχι σε ευρώ ή δολάρια.
Κορυφαίοι αξιωματούχοι της Ε.Ε. υποστηρίζουν ότι η Ρωσία εκβιάζει την Ευρώπη και εργαλειοποιεί τις προμήθειες αερίου. Βέβαια, η Μόσχα αρνείται όλα τα παραπάνω.
Οι Ευρωπαίοι ανησυχούν και για τον κίνδυνο ενός ολικού τερματισμού των προμηθειών μέσα στον χειμώνα, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε «πάγωμα» της βιομηχανικής παραγωγής, αν λάβουμε υπόψη ότι πολλές βιομηχανίες χρησιμοποιούν ως πηγή ενέργειας το φυσικό αέριο.
Σ’ αυτό το πλαίσιο καταβάλλονται προσπάθειες για να αυξηθούν τα αποθέματα αερίου, αλλά και για να εξασφαλιστούν εναλλακτικές πηγές προμήθειας, όπως για παράδειγμα υγροποιημένο αέριο (LNG) από τις ΗΠΑ, τη Βόρεια Αφρική και την Ασία. Όμως, μια τέτοια αλλαγή στρατηγικής θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί σε τόσο στενά χρονικά όρια.
H Κομισιόν αξιώνει από τα κράτη – μέλη να έχουν γεμίσει τις αποθήκες αερίου έως το 80% της συνολικής χωρητικότητας μέχρι τον Νοέμβριο (τον Ιούνιο ήταν μόλις στο 56%). Ταυτόχρονα, έχει έρθει σε συμφωνία για την ενεργοποίηση ενός μηχανισμού περικοπής της κατανάλωσης κατά 15%, σε περίπτωση που κριθεί ότι τα αποθέματα δεν επαρκούν για τον χειμώνα.
Άλμα στις τιμές
Την ίδια στιγμή, όλη αυτή η κατάσταση έχει αυξήσει δραματικά τις τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Ο Salomon Fiedler, αναλυτής της Berenberg, επιβεβαιώνει ότι οι τιμές είναι εξαιρετικά πιο ακριβές σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2015 – 2019.
«Σε μια φυσιολογική χρονιά, η Ε.Ε. χρησιμοποιεί περίπου 4,3 δισ. μεγαβατώρες φυσικού αερίου. Εάν οι τιμές είναι άνω των 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα, αυτό σημαίνει ότι το κόστος για την Ε.Ε. θα αυξηθεί κατά 430 δισ. ευρώ ή αλλιώς κατά 3% του ΑΕΠ, σε περίπτωση που στραφεί στην spot αγορά του αερίου αντί για τα μακροπρόθεσμα ιδιωτικά συμβόλαια» επισημαίνει, μιλώντας στο CNBC.
Οι υψηλότερες τιμές, όπως είναι εύλογο, μετακυλίονται στους λογαριασμούς ρεύματος των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. «Οι ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου στο Χρηματιστήριο του Άμστερνταμ βρίσκονται σχεδόν στα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενισχύοντας τις ανησυχίες ότι καταναλωτές και βιομηχανίες θα δυσκολευτούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς» προειδοποιεί η Eurasia.
Ανησυχία για ύφεση
Με τις προμήθειες να είναι περιορισμένες και τις τιμές αυξημένες, η κρίση αερίου έχει επιδεινώσει και τις οικονομικές προοπτικές της Ευρώπης. Μπορεί το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε κατά 0,7% στο β’ τρίμηνο, αλλά οι περισσότεροι αναλυτές αναμένουν ύφεση για το 2023.
Η Κομισιόν εκτιμά ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,7% το 2022 και κατά 1,5% το 2023. Ωστόσο, αυτές οι προβλέψεις δεν ενσωματώνουν το σενάριο της πλήρους διακοπής των ρωσικών ροών αερίου, το οποίο δύναται να οδηγήσει την οικονομία σε ύφεση ακόμη και μέσα στο 2022.
«Οι υψηλές τιμές αερίου αυξάνουν το κόστος των επιχειρήσεων και παγώνουν τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών, τα οποία καλούνται να δαπανήσουν λιγότερα χρήματα για υπηρεσίες ή άλλα αγαθά. Ως εκ τούτου, περιμένουμε ότι η Ευρωζώνη θα εμφανίσει ύφεση το φθινόπωρο, εν μέσω του υψηλού πληθωρισμού» καταλήγει ο Fiedler.