Η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο των επικαλούμενων από τον ενάγοντα θεμελιωτικών της νομιμοποίησης περιστατικών, συνιστά, όχι ένσταση έλλειψης νομιμοποίησης, αλλά άρνηση της βάσης της αγωγής του ενάγοντος
Ζητημάτων παθητικής νομιμοποίησης και δεδικασμένου επιλήφθηκε το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, δικάζοντας κατ’ έφεση σε υπόθεση τροχαίου ατυχήματος, του οποίου το ζημιογόνο όχημα δεν καλυπτόταν από την εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, λόγω ακυρώσεως από αυτή του οικείου ασφαλιστήριου συμβολαίου (ΜΠΑ 8827/2022).
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη, κάνοντας δεκτή την ένσταση έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης που είχε υποβάλει η εναγόμενη, ισχυριζόμενη ότι κατά τον χρόνο του ατυχήματος δεν κάλυπτε ασφαλιστικά τη ζημιογόνο δίκυκλη μοτοσικλέτα.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, από τη διάταξη του άρθρου 68 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ενεργητικά νομιμοποιείται να ζητήσει έννομη προστασία ο ισχυριζόμενος ότι είναι δικαιούχος του επιδίκου δικαιώματος, ενώ παθητικά εκείνος ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος μετέχει στην επίδικη έννομη σχέση. Δηλαδή, για τη νομιμοποίηση αρκεί μόνον ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς, καταρχήν, να ασκεί έννομη επιρροή αν ο ισχυρισμός αυτός είναι αληθής. Η έλλειψη νομιμοποίησης εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο και έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής, ως απαράδεκτης, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης.
Η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο των επικαλούμενων από τον ενάγοντα θεμελιωτικών της νομιμοποίησης περιστατικών, συνιστά, όχι ένσταση ελλείψεως νομιμοποιήσεως, αλλά άρνηση της βάσης της αγωγής του ενάγοντος, ο οποίος φέρει προς τούτο το σχετικό βάρος αποδείξεως, αφού η νομιμοποίηση συμπίπτει, καταρχήν, όπως προαναφέρθηκε, με την ιδιότητα του υποκειμένου της ειδικής έννομης σχέσεως του ουσιαστικού δικαίου και, κατά συνέπεια, η απόδειξη της συμπίπτει με την απόδειξη των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν τη βάση της αγωγής. Επομένως, σε περίπτωση μη αποδείξεως των περί μη νομιμοποιήσεως περιστατικών, η σχετική αγωγή απορρίπτεται ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη λόγω ελλείψεως (ενεργητικής ή παθητικής) νομιμοποιήσεως.
Εν προκειμένω, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επεσήμανε ότι η αγωγή περιείχε επίκληση των απαραίτητων για την παθητική νομιμοποίηση της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης περιστατικών, η δε αμφισβήτηση των περιστατικών αυτών από την τελευταία συνιστούσε όχι ένσταση ελλείψεως νομιμοποιήσεως, αλλά άρνηση της βάσεως της αγωγής. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη, κατ’ αποδοχή της ένστασης έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης που πρόβαλε η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, έσφαλε ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου.
Προχωρώντας στην ουσία της υπόθεσης, ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε ότι το όχημα κατά τον χρόνο του ατυχήματος δεν καλυπτόταν από την εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία, διότι η τελευταία είχε ακυρώσει το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, λόγω ύπαρξης άλλου συμβολαίου, ακύρωση την οποία γνωστοποίησε στο Ελληνικό Κέντρο Πληροφοριών, όπως προβλέπει το άρθρο 11 παρ. 2 και 11α παρ. 3 του ΠΔ 237/1986 (“Κωδικοποίηση των διατάξεων του ν. 489/1976 περί υποχρεωτικής ασφάλισης της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης”).
Η ενάγουσα, για την απόδειξη της παθητικής νομιμοποίησης της εναγόμενης, επικαλέστηκε απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία απέρριψε αγωγή που άσκησε για το ίδιο περιστατικό σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου, αποφαινόμενη ότι το ζημιογόνο όχημα ήταν ασφαλισμένο στην εναγομένη.
Ωστόσο, κατά την κρίση του δικαστηρίου, από την απόφαση αυτή δεν προκύπτει δεσμευτικό για το παρόν δικαστήριο δεδικασμένο, καθόσον δεν πληρούται η προϋπόθεση της ταυτότητας των διαδίκων μεταξύ των δύο υποθέσεων.
Απόσπασμα απόφασης
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και από τα έγγραφα, που οι διάδικοι προσκομίζουν νομίμως μετ’ επικλήσεως, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ. 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 2/2/2013 και περί ώρα 13:00, το με αρ. κυκλ. ΥΗΟ-. ΙΧΕ αυτοκίνητο της ενάγουσα και ήδη εκκαλούσας ήταν σταθμευμένο προσωρινά στην αριστερή πλευρά της οδού . στην Αθήνα, στο ύψος του αρ. .. Την ίδια στιγμή, η με αρ. κυκλ. ΒΙΡ-. δίκυκλη μοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του ., επιχειρώντας ελιγμό ανάμεσα σε διερχόμενο αυτοκίνητο και το όχημα της ενάγουσας, ήρθε σε επαφή με το τελευταίο. Το συμβάν έγινε αντιληπτό από τον σύζυγο της ενάγουσας ., ο οποίος ήταν παρών στο περιστατικό και κατέθεσε ως μάρτυρας σε έτερη, με αρ. κατ. ./2015, αγωγή, που άσκησε για το ίδιο περιστατικό η ενάγουσα ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου (βλ. με αρ. ./2016 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Όσον αφορά ωστόσο την ασφάλιση της ζημιογόνας δίκυκλης μοτοσικλέτας κατά τον χρόνο του ατυχήματος, αυτή δεν καλυπτόταν από την εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία, διότι η τελευταία είχε ήδη από την 7/3/2012 ακυρώσει το με αρ. . ασφαλιστήριο συμβόλαιο με προβλεπόμενο χρόνο ισχύος από 30/3/2012 έως 30/3/2013 (βλ. με αρ. Ε. πρόσθετη πράξη) λόγω ύπαρξης άλλου συμβολαίου και συγκεκριμένα του με αρ. . συμβολαίου της ασφαλιστικής εταιρίας ΙΝΤΕΡΑΜΕΡΙΚΑΝ, ακύρωση την οποία γνωστοποίησε στις 9/3/2012 στο Ελληνικό Κέντρο Πληροφοριών, όπως προβλέπει το άρθρο 11 παρ. 2 και 11α παρ. 3 του ΠΔ 237/1986, “Κωδικοποίηση των διατάξεων του ν. 489/1976 περί υποχρεωτικής ασφάλισης της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης”. Τα ανωτέρω αποδεικνύονται από την με αρ. πρωτ. ./21.5.2013 βεβαίωση του Ελληνικού Κέντρου Πληροφοριών (το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 27 β του ν. 489/1976 και αποτελεί υπηρεσιακή μονάδα του Επικουρικού κεφαλαίου ασφάλισης ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων). Συνεπώς, εφόσον είχε παρέλθει χρονικό διάστημα πλέον των 16 ημερών από τη γνωστοποίηση της ακύρωσης στο Ελληνικό Κέντρο Πληροφοριών έως την επέλευση του ατυχήματος, και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη, η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία δεν ευθύνεται έναντι της ενάγουσας για τις ζημίες από τη λειτουργία της ως άνω δίκυκλης μοτοσικλέτας. Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, για την απόδειξη της παθητικής νομιμοποίησης της εναγόμενης, επικαλείται την με αρ. ./2016 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία έκρινε επί της με αρ. κατ. ./2015, αγωγής που άσκησε για το ίδιο περιστατικό η ενάγουσα σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου και απέρριψε αυτήν, αποφαινόμενη ότι, με βάση έγγραφο της ΥΣΑΕ (Υπηρεσίας Στατιστικής Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων), η ζημιογόνος μοτοσικλέτα ήταν ασφαλισμένη κατά τον χρόνο του ατυχήματος στην εναγόμενη. Ωστόσο, από την απόφαση αυτή δεν προκύπτει δεσμευτικό για το παρόν δικαστήριο δεδικασμένο, καθόσον δεν πληρούται η προϋπόθεση της ταυτότητας των διαδίκων μεταξύ των δύο υποθέσεων. Εξάλλου, αντίθετα με τη βεβαίωση του αρμόδιου κατά νόμο Ελληνικού Κέντρου Πληροφοριών, τα πληροφοριακά έγγραφα της ΥΣΑΕ (Υπηρεσίας Στατιστικής Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων) δεν αποτελούν απόδειξη περί της ακυρώσεως ή μη της ασφαλιστικής σύμβασης και περί της γνωστοποίησης της ακύρωσης στο Ελληνικό Κέντρο Πληροφοριών. Επισημαίνεται επίσης ότι, σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο κατά την άσκηση της αγωγής, όπως παρατέθηκε στη νομική σκέψη της παρούσας, προϋπόθεση για να επικαλεστεί ο ασφαλιστής έναντι του ζημιωθέντος τρίτου την ακύρωση της ασφαλιστικής σύμβασης, είναι η πάροδος δεκαέξι (16) ημερών από τη γνωστοποίηση, εκ μέρους του ασφαλιστή, της ακύρωσης στο Ελληνικό Κέντρο Πληροφοριών, προϋπόθεση που εν προκειμένω πληρούται. Ενόψει τούτων η εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη δεν νομιμοποιείται παθητικά στην άσκηση της κρινόμενης αγωγής, η οποία για το λόγο αυτό πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.