Το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ακύρωσε απόφαση Ειρηνοδικείου, καθώς εκτίμησε πλημμελώς τα αποδεικτικά μέσα.
Με ιδιαίτερη αναφορά στις οικονομικές επιπτώσεις στα νοικοκυριά πέραν της δημοσιονομικής κρίσης, και σε αυτές που επήλθαν από την πανδημία και την ρωσοουκρανική σύρραξη, το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης έκανε δεκτή έφεση που έκαναν δανειολήπτες και έκρινε υπέρ της υπαγωγής τους στο νόμο Κατσέλη.
Το Δικαστήριο αποφάνθηκε επί της έφεσης που άσκησαν οι δανειολήπτες κατά της απορριπτικής απόφασης του Ειρηνοδικείου για υπαγωγή τους σε ρύθμιση οφειλών, λόγω πτωχευτικής ικανότητας. Και όρισε μηδενικές καταβολές επί τριετία και διάσωση της κύριας κατοικίας, ακυρώνοντας ουσιαστικά την πρωτόδικη απόφαση.
«Από την παράθεση των οικονομικών δεδομένων σε συνδυασμό προς εκείνα που αφορούν στην εξέλιξη του οικογενειακού εισοδήματος των εκκαλούντων κατά τη χρονική περίοδο από το έτος 2002 έως το έτος 2021 καθίσταται σαφές και ανεπίδεκτο οικονομικά βάσιμης αμφισβήτησης ότι ήδη από τις αρχές του έτους 2014 οι εκκαλούντες είχαν περιέλθει σε αδυναμία εξυπηρέτησης των οικονομικών υποχρεώσεων τους προς τις πιστώτριες τους, οι οποίες είχαν ανέλθει στο συνολικό ποσό των 33.803,66 ευρώ. Εξάλλου, ο γενικός χαρακτήρας της αδυναμίας των εκκαλούντων καταμαρτυρείται από το ύψος των κατά τα ανωτέρω οφειλών τους, το οποίο είναι πολλαπλάσιο του σταθερά μειούμενου οικογενειακού εισοδήματος τους, ενώ η καθοδική πορεία του τελευταίου σε συνδυασμό προς την ηλικία των εκκαλούντων και την προέλευση του οικογενειακού τους εισοδήματος από μία αποκλειστικά πηγή, αλλά και προς τις γενικότερες οικονομικές συνθήκες οι οποίες επιδεινώνονται εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού covid-19 και της διεθνούς οικονομικής κρίσης που προκαλείται από τη ρωσοουκρανική σύρραξη, συνηγορούν υπέρ του μόνιμου χαρακτήρα της αδυναμίας προς πληρωμή, καθώς όχι μόνο περιορίζεται η όποια προοπτική αύξησης του οικογενειακού τους εισοδήματος, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί και το ενδεχόμενο της περαιτέρω μελλοντικής του συρρίκνωσης» τονίζει η απόφαση του Πρωτοδικείου.
Επισημαίνεται δε πως «με βάση όσα εκτίθενται ανωτέρω και δεδομένου ότι κανένας από τους εκκαλούντες δεν διέθετε κατά το χρόνο άσκησης της αίτησης τους πτωχευτική ικανότητα, συντρέχει νόμιμη περίπτωση υπαγωγής των ένδικων οφειλών τους στη διαδικασία ρύθμισης του ν. 3869/2010. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου επί της ουσιαστικής βασιμότητας της αίτησης των εκκαλούντων δεν δύναται να ανατραπεί από την ένσταση περί δόλου των εκκαλούντων σχετικά με την περιέλευσή τους σε κατάσταση αδυναμίας προς πληρωμή, η οποία προτάθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου».
Η εκτόξευση δαπανών διαβίωσης από τη ρωσοουκρανική σύρραξη
Σύμφωνα με την απόφαση του Πρωτοδικείου «αποδείχθηκε ότι το εισόδημα του πρώτου εκκαλούντος ανέρχεται στο ποσό των 1.480,00 ευρώ μηνιαίως περίπου, ενώ το εισόδημα της δεύτερης εκκαλούσας είναι μηδενικό. Το παραπάνω ποσό μετά βίας επαρκεί για την κάλυψη των στοιχειωδών βιοτικών αναγκών των εκκαλούντων, όπως αυτές εκτιμώνται με βάση τα πορίσματα της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών του έτους 2020 της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και όπως αυτές διαμορφώνονται στην προκείμενη περίπτωση υπό το πρίσμα της μεγάλης ηλικίας αμφότερων των εκκαλούντων, η οποία καθιστά σχεδόν αναπόφευκτη την υποβολή τους σε αυξημένες ιατρικές δαπάνες, αλλά και λαμβανομένων υπόψη των νέων οικονομικών συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί εξαιτίας της ρωσοουκρανικής σύρραξης και έχουν οδηγήσει στην εκτόξευση του ύψους των δαπανών διαβίωσης του συνόλου του ελληνικού πληθυσμού».
Για το λόγο αυτό το Δικαστήριο αποφάσισε ότι «με βάση τα οικονομικά αυτά δεδομένα συντρέχει νόμιμη περίπτωση κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 8 παρ. 1, 2 και 5 του ν. 3869/2010, όπως το περιεχόμενο αυτών είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4336/2015 και του ν. 4549/2018, να υπαχθούν σε ρύθμιση οι ένδικες οφειλές των εκκαλούντων προς τις εφεσίβλητες, ώστε να απαλλαγούν από αυτές εντός χρονικού διαστήματος τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης με τον ορισμό μηδενικών μηνιαίων καταβολών».
Και καταλήγει: «Ενόψει των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την υπαγωγή των ένδικων οφειλών των εκκαλούντων στη διαδικασία ρύθμισης του ν. 3869/2010 λόγω της μη περιέλευσης των τελευταίων σε κατάσταση γενικής και μόνιμης αδυναμίας προς πληρωμή πλημμελώς εκτίμησε τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία νόμιμα τέθηκαν υπόψη του, σύμφωνα προς όσα βάσιμα υποστηρίζουν οι εκκαλούντες με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση έφεσης τους. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτή και στην ουσία της η υπό κρίση έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να κρατηθεί η υπόθεση, ώστε να δικαστεί κατ’ ουσίαν από το παρόν Δικαστήριο».
Παράλληλα, εξαιρεί από την εκποίηση προς ικανοποίηση των ανωτέρω απαιτήσεων το ακίνητο συνιδιοκτησίας των εκκαλούντων, το οποίο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία τους και ορίζει μηδενικές μηνιαίες καταβολές για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της απόφασης προς το σκοπό της εξαίρεσης του κατά ανωτέρω ακινήτου από την εκποίηση.