Μαρία Λιλιοπούλου
Ριζικά το τοπίο στις ΔΕΚΟ και τους δημόσιους Οργανισμούς που υπάγονται στο Υπερταμείο τόσο σε επίπεδο συμβάσεων και προμηθειών όσο και σε επίπεδο εργασιακών σχέσεων και διοίκησης, επιχειρεί να αλλάξει η κυβέρνηση με το σχέδιο νόμου, το οποίο κατέθεσε το υπουργείο Οικονομικών στη Βουλή και συζητείται ήδη στην αρμόδια Επιτροπή.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις οι ΔΕΚΟ («λοιπές θυγατρικές») του Υπερταμείου που είναι φορείς εκτός Γενικής Κυβέρνησης τίθενται ουσιαστικά εκτός δημόσιου τομέα, γίνονται δηλαδή ιδιωτικές επιχειρήσεις, ενώ καταργείται ο νόμος δημοσίων συμβάσεων και θα ισχύουν οι Κανονισμοί που θα εγκρίνουν οι διοικήσεις των εταιρειών και το Υπερταμείο. Παράλληλα επιχειρείται και η κατάργηση της εσωτερικής δομής τους με την είσοδο στελεχών από την αγορά σε διευθυντικές θέσεις και την δυνατότητα ανανέωσης των προσώπων ανά τριετία.
Aσφάλεια αυτοκινήτου από 5€/μήνα!σύγκριση ανάμεσα σε 27 ασφαλιστικές εταιρίες
Η κάθε εταιρεία θα μπορεί να καταρτίζει τα δικά της κριτήρια αναθέσεων, ενώ και το Γενικό Πλαίσιο Κανονισμού Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών και οι Κανονισμοί Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών των λοιπών θυγατρικών εταιρειών θα καταρτίζονται, κατά παρέκκλιση του νόμου περί δημοσίων συμβάσεων και παρότι θα υποβάλλονται στην Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, η συμβολή της θα περιορίζεται στην «έκδοση απλής γνώμης».
Αναφορικά με το ζήτημα των δημοσίων συμβάσεων, νομικοί κύκλοι σημειώνουν ότι η ρύθμιση αυτή αντίκειται στο ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων, το οποίο εφαρμόζεται στη χώρα μας αδιάλειπτα από το 1993 με διάφορες Οδηγίες που έχουν κατά καιρούς εκδοθεί από την ΕΕ. Οι ίδιοι νομικοί επισημαίνουν πως το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο των διαγωνισμών σε δημόσιες συμβάσεις είναι το πλέον ολοκληρωμένο, διαφανές, αξιοκρατικό σύστημα ανάθεσης έργων, προμηθειών και υπηρεσιών και αποτελεί ευρωπαϊκό αλλά και εθνικό κεκτημένο. Αναρωτιούνται μάλιστα ποια είναι η θέση της ΕΑΔΗΣΣΥ σε αυτή την αλλαγή και αν γι΄αυτές τις εξαιρέσεις έχει ενημερωθεί σχετικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τέλος, οι ίδιοι κύκλοι επισημαίνουν πως η κατάρτιση και εφαρμογή ιδιωτικών Κανονισμών Προμηθειών ανοίγει τις πόρτες της αδιαφάνειας, των αθέμιτων συναλλαγών και των απευθείας αναθέσεων σε ημέτερους.
Παράλληλα δημιουργούνται εργαζόμενοι δύο ταχυτήτων τόσο σε επίπεδο μισθολογικό όσο και απολύσεων, ενώ και για τις προσλήψεις ουσιαστικά καταργείται ο ρόλος του ΑΣΕΠ αφού το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού περιορίζεται σε μία τυπική επιτήρηση της διαδικασίας.
Επιπλέον εισάγεται παρέκκλιση από ευνοϊκές ρυθμίσεις του Κανονισμού Προσωπικού για τους εργαζομένους χωρίς μάλιστα να ξεκαθαρίζεται εάν αυτές αφορούν αποκλειστικά τους νεοπροσλαμβανόμενους ή το σύνολο του προσωπικού με αποτέλεσμα να δημιουργείται ανησυχία ως προς το εάν μεθοδεύεται η πλήρης κατάργηση των κανονισμών που έχουν ισχύ νόμου. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με τη σχετική διάταξη ορίζεται ότι «οι συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου διέπονται από την κείμενη κάθε φορά εργατική νομοθεσία, που ρυθμίζουν τις σχέσεις εργοδότη και εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα, κατά παρέκκλιση από την ισχύουσα στην επιχείρηση, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ή από τον Κανονισμό Εργασίας ή από οποιαδήποτε άλλη συλλογική συμφωνία ή συλλογική ρύθμιση ή επιχειρησιακή συνήθεια».
Σε ό,τι αφορά τους νεοπροσλαμβανόμενους, «διευκολύνονται» οι απολύσεις καθώς ορίζεται απλά ότι «Συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των προσλαμβανομένων, μπορούν να καταγγέλλονται σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της εργατικής νομοθεσίας».
Οι προσλήψεις
Οπως έχει ήδη γράψει το «ethnos.gr», με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις οι προσλήψεις θα γίνονται στο εξής με αποκλειστική ευθύνη των εταιρειών σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και μόνο με μία υψηλή εποπτεία του ΑΣΕΠ, το οποίο δε θα έχει πλέον τη δικαιοδοσία ούτε του ελέγχου των ενστάσεων.
Οι προκηρύξεις θα φτάνουν στο ΑΣΕΠ μόνο για έλεγχο νομιμότητας, ενώ τόσο οι επιτροπές προσλήψεων όσο και αυτές των ενστάσεων θα απαρτίζονται από στελέχη των ίδιων των εταιρειών, πράγμα που σημαίνει ότι και ο έλεγχος των ενστάσεων θα γίνεται εσωτερικά από το φορέα που ελέγχει τη διαδικασία.
Ωστόσο την ίδια στιγμή που περιορίζεται σημαντικά ο ρόλος του ΑΣΕΠ και ανάβει το πράσινο φως για σωρεία απευθείας αναθέσεων από τις ΔΕΚΟ, αυτές εξακολουθούν να παραμένουν στο ενιαίο μισθολόγιο, παρά το γεγονός ότι στο κείμενο της διαβούλευσης βρίσκονταν εκτός.
Αλλαγή στελεχών ανά 3ετία
Σε επίπεδο διοίκησης προβλέπεται η δυνατότητα αλλαγής των διευθυντών των Οργανισμών κατά παρέκκλιση των εσωτερικών κανονισμών τους κάθε τρία χρόνια με αποτέλεσμα να εκφράζονται φόβοι ότι με τον τρόπο αυτό θα αποθαρρύνεται κάθε προσπάθεια διαφοροποίησής τους από θέσεις της διοίκησης καθώς η παραμονή τους στη θέση αυτή θα είναι άμεσα συνδεδεμένη με αυτήν χωρίς τίποτα να αποκλείει να τελούν υπό ένα διαρκές καθεστώς άτυπου εκβιασμού, προκειμένου να διατηρήσουν τη θέση τους.
Το σχετικό άρθρο ορίζει ότι «η πλήρωση οργανικών θέσεων γενικών διευθυντών και διευθυντών πραγματοποιείται κατόπιν δημόσιας προκήρυξης, η οποία εκδίδεται με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου, με συμβάσεις ορισμένου χρόνου μέχρι τριετούς διάρκειας με δυνατότητα ανανέωσης άπαξ μέχρι ισόχρονου διαστήματος, με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου». Τις θέσεις αυτές, οι οποίες έως τώρα καλύπτονταν σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό της κάθε εταιρείας, θα μπορούν να καταλαμβάνουν στο εξής και στελέχη της αγοράς, ενώ τα κριτήρια πρόσληψης, οι όροι και οι προϋποθέσεις θα εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο ύστερα από εισήγηση του Διευθύνοντος Συμβούλου. Δηλαδή, η παραμονή του μόνιμου στελεχιακού δυναμικού θα εξαρτάται άμεσα από το εκάστοτε Διοικητικό Συμβούλιο ή τον εκάστοτε Διευθύνοντα Συμβούλου που θα μπορούν να μεταβάλλουν κατά το δοκούν τα κριτήρια επιλογής.
Αντίστοιχες ρυθμίσεις δεν ισχύουν ούτε στον ιδιωτικό τομέα, ενώ ήδη εκφράζονται φόβοι ότι με τον τρόπο αυτό θα δημιουργηθεί κλίμα ανασφάλειας στις εταιρείες, το οποίο θα διατρέχει τη συνολική τους λειτουργία.
Μπόνους και αυξήσεις
Επιπροσθέτως θεσπίζονται μπόνους και αυξήσεις αποδοχών για τις διοικήσεις των εταιρειών, οι οποίες μάλιστα κατά το ήμισυ δε θα σχετίζονται με την ικανοποίηση των ποσοτικών και ποιοτικών στόχων που θα τίθενται και θα δίνονται ανεξαρτήτως της εκπλήρωσης των στόχων.
Συγκεκριμένα, το υπό συζήτηση νομοσχέδιο προβλέπει ότι «ειδικά για γενικούς διευθυντές και διευθυντές, δύναται να καθορίζεται πρόσθετη αμοιβή με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης εκάστης των λοιπών θυγατρικών, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της. Το πενήντα τοις εκατό (50%) της πρόσθετης αμοιβής καταβάλλεται μηνιαίως ανεξαρτήτως επίτευξης στόχων, ενώ το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%) καταβάλλεται ετησίως, εφόσον επιτευχθούν οι στόχοι που συνέχονται με τις δηλώσεις δεσμεύσεων και το στρατηγικό σχέδιο και υπό τον όρο ότι τα απολογιστικά κέρδη προ φόρων και αποσβέσεων, όπως προκύπτει από τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις εκάστοτε έτους, είναι ίσα ή μεγαλύτερα αυτών που συμπεριλαμβάνονταν στις ετήσιες δηλώσεις δεσμεύσεων των θυγατρικών για το εν λόγω έτος».
Ξεχωριστή μνεία γίνεται στο σχέδιο νόμου για τις αμοιβές των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των συγκοινωνιακών εταιρειών Ο.Α.Σ.Α. Α.Ε., ΣΤΑ.ΣΥ Α.Ε. και Ο.ΣΥ. Α.Ε. Επισημαίνεται ότι οι αμοιβές τους καθορίζονται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, ενώ οι αποδοχές και πρόσθετες μεταβλητές αμοιβές, απολαβές και αποζημιώσεις του Προέδρου, του Διευθύνοντα και Εντεταλμένου Συμβούλου θα μπορούν να φτάνουν έως και το 90% των αποδοχών και των επιδομάτων του Προέδρου του Αρείου Πάγου.
Ετήσια παράταση των συμβάσεων με τα ΚΤΕΛ παρά την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Τα 82,6 εκατομμύρια ευρώ θα φτάσει το πρόσθετο κόστος για τα έτη 2022 και 2023 από την ετήσια παράταση των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών επιβατικών οδικών μεταφορών και των συμβάσεων υπεκμίσθωσης, μεταξύ του Ο.Α.Σ.Α. Α.Ε. ή του Ο.Σ.Ε.Θ. Α.Ε. και των οικείων Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. καθώς και την προσαύξηση, έως ποσοστού 25%, της υπηρεσίας που τους έχει ανατεθεί.
Στο νομοσχέδιο επισημαίνεται για ακόμα μία φορά ότι η παραχώρηση συγκοινωνιακού έργου στα ΚΤΕΛ κοστίζει φτηνότερα συγκριτικά με τη δημόσια συγκοινωνία: «η παράταση των συμβάσεων (ως και του τυχόν πρόσθετου έργου αν ανατεθεί) ορίζεται να γίνει με τους αυτούς όρους των υφιστάμενων και ισχυουσών συμβάσεων, διασφαλίζει και το δημόσιο συμφέρον, αφού το κόστος παροχής των υπηρεσιών αυτών δια των συμβάσεων ανάθεσης, είναι πολύ μικρότερο έναντι του κόστους παροχής από τους δημόσιους συγκοινωνιακούς φορείς Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Όσον δε αφορά στην ποιότητα και αξιοπιστία παροχής των υπηρεσιών απ’ τις ΚΤΕΛ Α.Ε., δια των συμβάσεων ανάθεσης (σύμπραξη δημόσιων – ιδιωτικών φορέων), είναι ιδιαίτερα σημαντική και προσεγγίζει το 100% του ανατεθέντος έργου».