ΑΡΙΘΜΟΣ 62/2015
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Χριστίνα Παπαγιάννη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα, Βαρβάρα Μουλά.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 5 και μετά διακοπή στις 9 Μαρτίου 2015 νια να δικάσει την υπ’ αρίθμ. κατάθ. 96/2014 κλήση με την οποία επαναφέρεται προς συζήτηση η υπ’ αρίθμ. κατάθ. 101/2013 ανακοπή κατά Διαταγής Πληρωμής, μεταξύ:
ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: … κατοίκου Βόλου, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας του Δικηγόρου, Χριστίνας Γιαννακίδου,
ΚΑΘ’ ΩΝ ΚΛΗΣΗ- ΑΝΑΚΟΠΗ: 1)… κατοίκου Βόλου, 2)… κατοίκου Σταγιατών Μαγνησίας, οι οποίες παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας των Δικηγόρου, 3) … κατοίκου Βόλου, η οποία δεν παραστάθηκε.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης, οι Πληρεξούσιες Δικηνόροι των διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις έγγραφες προτάσεις τους, που κατέθεσαν επί της έδρας.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ
Επειδή, ο καλών – ανακόπτων έχει ασκήσει κατά των καθών την υπ’ αρίθμ. 96/2014 κλήση, με την οποία επαναφέρεται προς συζήτηση η υπ’ αρίθμ. καταθ. 101/2013 ανακοπή του, που απευθύνονται στο Δικαστήριο αυτό και έχει κατατεθεί νόμιμα. Επί της ως άνω ανακοπής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 108/2014 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο της κρινόμενης ανακοπής, προκειμένου να προσκομιστεί από τον καλούντα-ανακόπτοντα, το αποδεικτικό επίδοσης προς αυτόν της υπ’ αρίθμ. 444/2013 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου. Μετά τη δημοσίευση της ως άνω απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, ο καλών – ανακόπτων με την με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 96/2014 κλήση του επανέφερε προς συζήτηση την ως άνω ανακοπή του. Η συζήτηση της ως άνω κλήσης είχε ορισθεί για τη δικάσιμο της 13-11-2014, κατά την οποία όμως, αναβλήθηκε για την 5-3-2015 και μετά διακοπή, για την 9-3-2015.
Επειδή, από την υπ’ αρίθμ. 2208/13-2-2015 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής
Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Βόλου, …, που προσκομίζει ο ανακόπτων, αποδεικνύεται ότι επικυρωμένο αντίγραφο του εισαγωγικού της παρούσας δίκης δικογράφου της κλήσης μετά των κάτωθι αυτής πράξεων κατάθεσης και ορισμού δικασίμου, ως και κλήση προς εμφάνιση κατ’ αυτή, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην αντίκλητο των καθών η ανακοπή, η οποία προσυπέγραψε την αίτηση προς έκδοση της ανακοπτόμενης υπ’ αρίθμ. 444/2013 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου, για λογαριασμό και της … για τη δικάσιμο της 5-3-2015, κατά την οποία διεκόπη για τη σημειούμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.
Όμως, κατά τη μετά διακοπή δικάσιμο, η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά του
οικείου πινακίου, η ανωτέρω δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο και πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 271 παρ.1 ΚΠολΔ). Ωστόσο, το Δικαστήριο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σα να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 649 παρ.2 ΚΠολΔ).
Επειδή, η κρινόμενη ανακοπή, με την οποία διώκεται, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους, η ακύρωση της υπ’ αρίθμ. 444/2013 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου, που εκδόθηκε με βάση τα σε αυτή αναφερόμενα οφειλόμενα μισθώματα και με την οποία ο ανακόπτων υποχρεώθηκε να καταβάλει στις καθών η παρούσα ανακοπή, το ποσό των 4.800,00 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη Διαταγή Πληρωμής εκδόθηκε την 28-5-2013, επιδόθηκε στις 4-6-2013 (βλ. την από 4-6-2013 επισημείωση της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Βόλου επί της υπ’ αρίθμ. 444/2013 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου) και αντίγραφο της κρινόμενης ανακοπής επιδόθηκε στην αντίκλητο των καθών η ανακοπή, την 25 Ιουνίου 2013 (βλ. υπ’ αρίθμ. 1094/25-6-2013 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο του Βόλου, ….). Περαιτέρω, αρμοδίως καθ’ ύλην, λόγω του ύψους του συμφωνημένου μηνιαίου μισθώματος (άρθρα 625 α’, 14 παρ.ιβ ΚΠολΔ) και κατά τόπον φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 29 ΚΠολΔ), προκειμένου να εκδικαστεί με την προκείμενη ειδική διαδικασία.
Επειδή, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 ΚΠολΔ και με τις προϋποθέσεις αυτών, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση Διαταγής Πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων. Επίσης, από τις διατάξεις των άρθρων 632 παρ. 1,2, 3 και 633 παρ.1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο οφευλέτης κατά του οποίου εκδόθηκε η Διαταγή Πληρωμής δικαιούται, να ασκήσει με τους όρους και τις προϋποθέσεις των ιδίων διατάξεων, ανακοπή ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου Δικαστηρίου, η οποία εκδικάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 643 και 591 παρ.1 περίπτωση α’ ΚΠολΔ και αποτελεί ειδική μορφή της ανακοπής των άρθρων 583 επ. Εν προκειμένω, με τον πρώτο λόγο της ανακοπής του, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι στην από 21-3-2013 έγγραφη όχληση τους οι καθών δεν αιτούνται το μίσθωμα του μηνός Απριλίου 2013, ούτε τόκους και κατά συνέπεια πρέπει η εν λόγω Διαταγή Πληρωμής να ακυρωθεί τουλάχιστον ως προς το κονδύλιο αυτό. 0 λόγος αυτός της υπό κρίση ανακοπής είναι μη νόμιμος, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα πρόταση της παρούσας σκέψης και ως εκ τούτου απορριπτέος. Ειδικότερα, εν προκειμένω πρόκειται για την ανακοπή των άρθρων 632 επ. ΚΠολΔ, για την οποία δεν απαιτείται να προηγηθεί οποιαδήποτε όχληση εκ μέρους του εκμισθωτή και αν προηγηθεί, δεν ασκεί οποιαδήποτε επιρροή στα αιτούμενα με τη Διαταγή Πληρωμής οφειλόμενα μισθώματα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, και αληθή υποτιθέμενα όσα ισχυρίζεται ο ανακόπτων, δεν μπορούν να προταθούν ως λόγος ανακοπής και επομένως, πρέπει ο πρώτος της υπό κρίση ανακοπής να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος.
Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 623, 626 παρ.1,2, 628 παρ.1, 629, 632 παρ.1, 633 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το αντικείμενο της δίκης που ιδρύεται με την ανακοπή κατά Διαταγής Πληρωμής, είναι ο έλεγχος της νομιμότητας του εκτελεστού τίτλου, του εγκύρου ή μη δηλαδή της έκδοσης της διαταγής και όχι η διάγνωση της ουσιαστικής αξίωσης, την οποία η Διαταγή Πληρωμής ενσωματώνει (ΑΠ 2209/2007 ΕλλΔνη 50,1682, ΑΠ 901/2006 ΕλλΔνη 50,124,). Ωστόσο, οι λόγοι της ανακοπής κατά Διαταγής Πληρωμής δύνανται να αναφέρονται, όχι μόνο στο κύρος και τις τυπικές προϋποθέσεις έκδοσης της αλλά και στην αμφισβήτηση της γένεσης ή της ύπαρξης της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε και επομένως στο πλαίσιο αυτό είναι δυνατόν να προβληθούν ως λόγοι ανακοπής, ενστάσεις δικαιοκωλυτικές ή αποσβεστικές της απαίτησης (ΑΠ 355/1999 ΕλλΔνη 40,1537). Ενστάσεις, δε, αποσβεστικές της απαίτησης είναι και οι της εξοφλήσεως και του συμψηφισμού, οι οποίες προτείνονται υπό την προϋπόθεση ότι αυτές υπήρχαν πριν από την έκδοση της διαταγής πληρωμής (ΑΠ 259/2002 Τράπεζα Νομικών Πληροφορικών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 536/1994 ΕλλΔνη 1997.1076, ΕφΑθ 5326/2007 ΕλλΔνη 2008.1099). Περαιτέρω, κατά τα άρθρα 440 και 441 του Α.Κ. «ο συμψηφισμός επιφέρει απόσβεση των μεταξύ δυο προσώπων αμοιβαίων απαιτήσεων, όσο καλύπτονται, αν είναι ομοειδείς κατά το αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες. Ο συμψηφισμός επέρχεται αν ο ένας τον επικαλεσθεί με δήλωση προς τον άλλο. Η πρόταση του συμψηφισμού επιφέρει απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων από τότε που συνυπήρξαν». Κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, το διαπλαστικό δικαίωμα της προτάσεως του συμψηφισμού δημιουργείται από τη στιγμή που δύο αντίθετες απαιτήσεις, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του συμψηφισμού, θα συνυπάρξουν. Ο δικαιούχος της κάθε απαιτήσεως έχει από το χρονικό αυτό σημείο το δικαίωμα να αποσβέσει την απαίτηση του δανειστή του, προτείνοντας την ανταπαίΓησή του σε συμψηφισμό. Με την πρόταση αυτού, που είναι αδιάφορο πότε θα γίνει, οι αμοιβαίες απαιτήσεις, εφόσον διατηρούνται κατά το χρονικό αυτό σημείο, εξαλείφονται αναδρομικώς, δηλαδή από το χρονικό σημείο που συνυπήρξαν (ΑΠ 716/2009 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1626/2006 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1219/1997 ΕλλΔνη 1999.604). Εξάλλου, κατά την κατάρτιση της μισθωτικής σύμβασης ακινήτου, έχει επικρατήσει στη συναλλακτική πρακτική να δίδεται από το μισθωτή στον εκμισθωτή ορισμένο ποσό (εγγυοδοσία), σκοπός του οποίου είναι η εξασφάλιση του εκμισθωτή για την ακριβή τήρηση των όρων της σύμβασης και περιλαμβάνει συνήθως την εξασφάλιση ζημιών από φθορές, καταβολή καθυστερουμένων μισθωμάτων, τόκων υπέρ του μισθωτή, κοινοχρήστων δαπανών κλπ, ποινική ρήτρα για τη μη εκπλήρωση ή ατελή εκπλήρωση των υποχρεώσεων του μισθωτή κλπ. Το χρηματικό αυτό ποσό το οποίο δίδεται από το μισθωτή στον εκμισθωτή κατά την έναρξη της μίσθωσης αποτελεί προκαταβολή (άρθρο 416 ΑΚ) έναντι μελλοντικού χρέους, που θα παραμείνει τυχόν ανεξόφλητο, οπότε και θα καταλογιστεί σε αυτό το ποσό της εγγυοδοσίας. Ενώ, ο όρος περί μη συμψηφισμού του ποσού αυτού σε μισθώματα έχει την έννοια ότι ο μισθωτής δεν δικαιούται να αντιτάξει ως απαίτηση το ποσό της εγγυοδοσίας όσο διαρκεί η μίσθωση, γιατί όσο διαρκεί η ανταπαίτηση αυτή του μισθωτή δεν είναι ληξιπρόθεσμη. Μετά τη λήξη όμως της σύμβασης το ποσό της εγγυοδοσίας καταλογίζεται στις τυχόν ανεξόφλητες οφειλές του μισθωτή έστω και από μισθώματα. Εκ του λόγου δε ότι πρόκειται στην ουσία περί ένστασης απόσβεσης της απαίτησης του εκμισθωτή με καταλογισμό (προκαταβολή έναντι) δεν υπάρχει πεδίο λειτουργίας της παρ.2 του άρθρου 450 ΑΚ κατά την οποία δεν επιτρέπεται συμψηφισμός, αν ο οφειλέτης παραιτήθηκε προκαταβολικά από αυτόν (ΑΠ 394/2007 ΕλλΔνη 2008, 1059, ΑΠ 463/1994 Δνη 36.825, ΕφΑθ 6382/2009 ΕΔΠ 2011, 179, ΕφΔωδ 66/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 6329/ 2003 ΕλλΔνη 45.582, Εφ Πειρ 966/1994 ΕλΔ 36. 606). Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 216 παρ.1, 217, 583, 585, 632 παρ.1, 633 παρ.1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι οι λόγοι της ανακοπής, πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, για να μπορεί ο μεν καθού η ανακοπή να αμυνθεί κατά της ανακοπής, το δε Δικαστήριο να υπαγάγει τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά σε συγκεκριμένο κανόνα δικαίου, να διατάξει τις δέουσες αποδείξεις και να αποφανθεί επ’ αυτής με δύναμη δεδικασμένου, αλλιώς οι λόγοι αυτής απορρίπτονται και αυτεπαγγέλτως ως αόριστοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης (ΑΠ 916/2002 ΕλλΔνη 2003,1297, ΑΠ 624/1994 ΕλλΔνη 36,348, ΑΠ 1189/1987 ΕΕΝ 649, ΕφΘεσ. 1950/2000 ΕΕμπΔ 2000,1066). Η αοριστία της αγωγής (ανακοπής) δεν είναι επιτρεπτό να θεραπευτεί με τις προτάσεις ή παραπομπή σε άλλα έγγραφα ή από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 1608/2002 ΕλλΔνη 2003, 706, ΑΠ 713/2002 ΕλλΔνη 2003, 707). Εν προκειμένω, ο ανακόπτων με τους δεύτερο, τρίτο και πέμπτο (υπό δεύτερο Δ από παραδρομή προφανώς στην αρίθμηση του δικογράφου της ανακοπής) λόγους της ανακοπής του, ισχυρίζεται ότι α) ως προς την τρίτη των καθών έχει εξοφλήσει πλήρως την αναλογία της, (από 3/8) στα μισθώματα για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2012, β) ως προς την πρώτη των καθών έχει εξοφλήσει μερικώς την αναλογία της (από 3/8) για τα μισθώματα των ιδίων ως άνω μηνών και γ) ως προς την τρίτη των καθών έχει εξοφλήσει πλήρως την αναλογία της (από 3/8) στα μισθώματα για τους μήνες Ιανουάριο 2013 έως και Απρίλιο 2013, με συμβατικό συμψηφισμό ομοειδών απαιτήσεων που συνήφθη μεταξύ τους. Οι ως άνω τρεις λόγοι αυτοί της ανακοπής παρίσταται ορισμένοι και νόμιμοι, στηριζόμενοι στη διάταξη του άρθρου 416 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθούν κατ’ ουσία. Περαιτέρω, ο ανακόπτων με τους τέταρτο (πρώτο Δ) και έκτο (υπό Ε) λόγους της κρινόμενης ανακοπής του προτείνει ένσταση συμψηφισμού των οφειλόμενων μισθωμάτων α) με το ποσό της εγγύησης, που καταβλήθηκε κατά τη σύναψη της μεταξύ των διαδίκων μισθωτικής σύμβασης και β) με τις επωφελείς δαπάνες, που έγιναν από τον ίδιο στο μίσθιο κατάστημα. Και οι ως άνω δύο λόγοι είναι παρίστανται νόμιμοι ο δε υπό α) λόγος παρίσταται ορισμένος, όχι βέβαια ως ένσταση συμψηφισμού, αλλά ως ένσταση απόσβεσης με καταλογισμό, σύμφωνα με την προηγηθείσα μείζονα σκέψη και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα ενώ ο υπό β) λόγος παρίσταται ως αόριστος και πρέπει από του σημείου τούτου να απορριφθεί για το λόγο αυτό. Ειδικότερα, ως προς τον τελευταίο λόγο να σημειωθεί ότι: Ο ανακόπτων ενσωματώνει στο δικόγραφο της ανακοπής του μία σειρά τιμολογίων με έξοδα στα οποία φέρεται να υποβλήθηκε προκειμένου να λειτουργήσει την επιχείρηση στο μίσθιο των καθών η ανακοπή. Όμως δεν αναφέρει αν οι γενόμενες από αυτόν δαπάνες παρέμειναν στο μίσθιο μετά τη λήξη της μίσθωσης επ’ ωφελεία αυτού και σε τι συνίσταται αυτή η ωφέλεια, αν σε αυτό λειτουργεί επί παραδείγματι ήδη άλλη επιχείρηση με ομοειδές αντικείμενο, παρεκτός του ότι με την απλή συρραφή τιμολογίων, χωρίς περαιτέρω ανάλυση αυτών δεν είναι δυνατόν να γίνει εκτίμηση της αξίας της ωφέλειας, ώστε το μεν Δικαστήριο να μπορεί να συναγάγει ασφαλή συμπεράσματα περί της ωφέλειας ή μη και της αξίας αυτής κατά ποσό ή ποσοστό και οι καθών να αμυνθούν κατ’ αυτού του λόγου της ανακοπής. Κατ’ ακολουθία, ο έκτος (υπό Ε) λόγος της ανακοπής πρέπει να απορριφθεί ως αορίστως προβαλλόμενος.
Επειδή, από τις καταθέσεις του παρ’ εκάστου των διαδίκων εξετασθέντων
μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, …(συζύγου του ανακόπτοντος) και … (συζύγου της β’ των καθών) και πάντα τα έγγραφα, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το από 30-7-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μίσθωσης, οι καθών η ανακοπή εκμίσθωσαν στον ανακόπτοντα το σε αυτό περιγραφόμενο ακίνητο το οποίο βρίσκεται στην πόλη του Βόλου, επί της οδού … και συγκεκριμένα ένα κατάστημα, αποτελούμενο από δύο ορόφους, ισόγειο και ημιώροφο, εμβαδού 90 τ.μ. εκάστου και το οποίο ανήκει κατά ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρέτου στην πρώτη των καθών, και κατά ποσοστό 3/8 σε κάθε μία από τις δύο άλλες. Η μίσθωση συμφωνήθηκε 3ετής, αρχόμενη από 1η Σεπτεμβρίου 2008 και λήγουσα 31 Αυγούστου 2011. Το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε για το πρώτο έτος της μίσθωσης στο ποσό των 900 ευρώ, πλέον του αναλογούντος επ’ αυτού τέλους χαρτοσήμου (3.6%), αναπροσαρμοζόμενο αυξητικά σε ετήσια βάση σε ποσοστό 3%. Με τον όρο 2 ορίστηκε ότι «το μίσθωμα είναι προκαταβλητέο εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μήνα και θα καταβάλλεται ολόκληρο από το μισθωτή στην πρώτη συμβαλλόμενη …, η οποία θα το εισπράττει για λογαριασμό και των δύο άλλων συνεκμισθωτριών και ότι η καταβολή του μσθώματος θα γίνεται από τον μισθωτή στην ανωτέρω συνεκμισθώτρια στην κατοικία της ή σε τρίτο πρόσωπο, που αυτή θα υποδείξει…». Με τον όρο 3 της σύμβασης μίσθωσης ο μισθωτής (ανακόπτων) κατέβαλε στις εκμισθώτριες (καθών η ανακοπή), κατά την ημέρα σύναψης της σύμβασης το ποσό των 900,00 ευρώ (ισόποσο ενός μισθώματος) για την πιστή τήρηση των όρων της σύμβασης, το οποίο θα παρέμενε άτοκα στα χέρια των εκμισθωτριών και θα επιστρεφόταν στο μισθωτή, κατά τη λήξη της μίσθωσης, δεν θα μπορούσε να συμψηφιστεί δε πριν από τη λήξη της μίσθωσης σε καμία περίπτωση με οφειλόμενα μισθώματα, ενώ συμφωνήθηκε να καταβάλει ο εκμισθωτής, στις 15-9-2008, ποσό 450,00 ευρώ και στις 15-10-2008, ποσό επίσης 450,00 ευρώ, ως εγγυοδοσία, ποσά που θα επιστραφούν επίσης άτοκα, όπως με το ως άνω καταβαλλόμενο. Ο ανακόπτων σε εκτέλεση της σύμβασης μίσθωσης παρέλαβε το μίσθιο, βρίσκοντας αυτό της απολύτου αρεσκείας του, και απόλυτα κατάλληλο για τη χρήση, που το προορίζει και το παρέλαβε να το χρησιμοποιήσει για τον ανωτέρω σκοπό, με δεδομένου ότι η επίδικη μίσθωση συνήφθη για την επιχείρηση στο μίσθιο εμπορικών πράξεων (άρθρο 1 παρ.1 α’ του π.δ. 34/1995) (εγκατάσταση επιχείρησης …). Μετά τη συμπλήρωση του συμβατικού χρόνου διάρκειας της μίσθωσης στις 31 Αυγούστου του 2011, η εν λόγω μίσθωση, ως εμπορική, εισήλθε σε καθεστώς αναγκαστικής παράτασης εκ του νόμου (δωδεκαετία, άρθρο 5 παρ.1 π.δ. 34/1995 και τελικά λύθηκε με την αποχώρηση του ανακόπτοντος από το μίσθιο στα τέλη του μηνός Απριλίου του έτους 2013 και την απόδοση της χρήσης του στις καθών η ανακοπή εκμισθώτριες. Ακολούθως, οι καθών η ανακοπή, αιτήθηκαν από το Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου την έκδοση Διαταγής Πληρωμής σε βάρος του ανακόπτοντος για τα οφειλόμενα μισθώματα και εκδόθηκε η υπ’ αρίθμ. 444/2013 Διαταγή Πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου, η οποία επιδόθηκε τον πρώτον στον ανακόπτοντα στις … με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή και με την οποία ο ανακόπτων επιτασσόταν να καταβάλλει στις καθών η ανακοπή και σε ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρέτου στην πρώτη και σε ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου στη δεύτερη και Τρίτη εξ αυτών, α) ποσό 4.800,00 ευρώ για κεφάλαιο, β) ποσό 76,98 ευρώ για νόμιμους τόκους μέχρι και τη σύνταξη της επιταγής (31-5-2013), γ) ποσό 164,76 ευρώ για επιδικασθείσα με τη Διαταγή Πληρωμής δικαστική δαπάνη, δ) 2,50 ευρώ για τέλος απογράφου, ε) 350,00 ευρώ για σύνταξη της επιταγής, νομική συμβουλή και στ) 35,00 ευρώ για έξοδα επίδοσης της επιταγής και συνολικά ποσό 5.429,24, νομιμότοκα, πλην του κονδυλίου των τόκων, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της επιταγής. Ήδη, ο ανακόπτων και πριν από την έκδοση της … ανακοπτόμενης Διαταγής Πληρωμής προς μερική εξόφληση των μισθωμάτων, που αναφέρονται στη Διαταγή Πληρωμής κατέβαλε στην τρίτη των καθών η ανακοπή (ορισμένα ποσά και συγκεκριμένα κατέβαλε 1) ποσό 250,00 ευρώ, προς εξόφληση Οκτωβρίου 2012, στις 12-2-2013, 2) ποσό 140,00 ευρώ, ως μέρος μισθώματος Νοεμβρίου 2012, στις 16-2-2013, 3) ποσό 235,00 ευρώ, ως μέρος μηνός Νοεμβρίου, στις 9-3-2013, 4) ποσό 100,00 ευρώ, για μέρος ενοικίου Δεκεμβρίου, 5) ποσό 150,00 ευρώ, ως μέρος μηνός Νοεμβρίου 2012, στις 23-3-2013, 6) ποσό 50,00 ευρώ, ως μέρος ενοικίου Δεκεμβρίου 2012 και 7) ποσό 50,00 ευρώ, ως μέρος εξόφλησης ενοικίου Δεκεμβρίου 2012. (βλ. τις προσκομιζόμενες από τον ανακόπτοντα αντίστοιχες χειρόγραφες αποδείξεις), ποσά τα οποία αντιστοιχούν σε εξόφληση της αναλογίας των πρώτης και τρίτης των καθών για μισθώματα των μηνών Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2012. Επίσης, όπως προκύπτει από το την από 20-5-2013 Δήλωση-Συμφωνία συμψηφισμού ομοειδών απαιτήσεων στην οποία προσχώρησε ο ανακόπτων με την τρίτη των καθών, αυτοί συμφώνησαν να συμψηφιστεί το σύνολο των απαιτήσεων της τρίτης καθής η ανακοπή, από την αναλογία των 3/8 εξ αδιαιρέτου επί των οφειλόμενων μισθωμάτων των μηνών Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου 2013, συνολικού ύψους 1.200,00 ευρώ, με ισόποση απαίτηση του ανακόπτοντος από δαπάνες, που ο τελευταίος διενήργησε στο εν λόγω μίσθιο και αναγνώρισε ότι επαύξησαν την αξία του ακινήτου και παρέμειναν προς όφελος του (του μισθίου). Οι καθών η ανακοπή ισχυρίζονται, βέβαια, ότι η τρίτη των καθών είναι άτομο εξαρτημένο από τα ναρκωτικά και εξαιτίας αυτού έπεσε θύμα εκμετάλλευσης του ανακόπτοντος, ο οποίος την έβαλε να υπογράψει τα προαναφερόμενα, δηλαδή το συμφωνητικό περί συμψηφισμού και τις αποδείξεις εξόφλησης της αναλογίας της αλλά και της αναλογίας της πρώτης των καθών ως προς τα μισθώματα των μηνών Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2012. Ο ισχυρισμός αυτός των καθών η ανακοπή είναι αβάσιμος και απορριπτέος, καθόσον αφενός δεν αποδείχτηκε, αφετέρου και αληθής υποτιθέμενος δεν επιδρά στο κύρος των γενόμενων εκ μέρους του ανακόπτοντος καταβολών μέρους των οφευλόμενων μισθωμάτων, τις οποίες άλλωστε και οι ίδιες οι καθών η ανακοπή με τις προτάσεις τους, αναγνωρίζουν ότι έγιναν, αναφέροντας μεταξύ άλλων επί λέξει ότι «ο αντίδικος της έχει δώσει κάποια χρήματα…» (βλ. τις από 27-2-2014 προτάσεις καθών), ενώ το αυτό κατέθεσε και ο μάρτυρας ανταπόδειξης,στην προηγούμενη συζήτηση (βλ. υπ αρίθμ. 108/2014 πρακτικά συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου). Συνεπώς, τα ανωτέρω ποσά, δηλαδή το ποσό των 975,00 ευρώ (250+140+150+235+100+50+50) και το ποσό των 1.200,00 ευρώ, πρέπει κατ’ άρθρο 422 ΑΚ, να καταλογιστούν από τον ανακόπτοντα στο χρέος του από την ανακοπτόμενη Διαταγή Πληρωμής, εναπομείναντος υπολοίπου ποσού από 3.254,24 ευρώ (5.429,24-975,00-1.200). Περαιτέρω, πρέπει στο ως άνω εναπομείναν ποσό να καταλογιστεί σύμφωνα και με την προηγηθείσα μείζονα σκέψη, και το ποσό της εγγύησης των 1.800,00 ευρώ, ισόποσου δύο μισθωμάτων, που ο ανακόπτων είχε καταβάλει στις καθών η ανακοπή, κατά τη σύναψη της σύμβασης (βλ. ανωτέρω σχετικό όρο μισθωτικής σύμβασης), δεδομένου ότι τον Απρίλιο του έτους 2013 η μεταξύ των διαδίκων σύμβαση μίσθωσης έληξε και η Διαταγή Πληρωμής, εξεδόθη 28-5-2013. Συνεπώς, ο ανακόπτων αφαιρούμενου και του ποσού της εγγυοδοσίας οφείλει να καταβάλει τελικά στις καθών το ποσό των 1.454,24 ευρώ (3.254,24-1.800,00), πλέον των νομίμων τόκων, πλην του επιμέρους κονδυλίου των τόκων, που ενσωματώνει το ποσό αυτό. Συνακόλουθα, λόγω του ότι η προσβαλλόμενη διαταγή Πληρωμής εκδόθηκε για το ποσό των 5.429,24 ευρώ, ενώ η πρανματική οφευ\ή του ανακόπτοντος κατά την έκδοση της Διαταγής Πληρωμής προς τις καθών ανερχόταν στο ποσό των 1.454,24 ευρώ, πρέπει να γίνουν δεκτοί οι δεύτερος, τρίτος, τέταρτος και πέμπτος λόγος της ανακοπής ως κατ’ ουσία βάσιμοι και να ακυρωθεί μερικώς η ανακοπτόμενη Διαταγή Πληρωμής, καταδικαζόμενων των καθών η ανακοπή σε μέρος της δικαστικής δαπάνης του ανακόπτοντος, στο ποσοστό της ήττας τους αυτής (ΚΠολΔ 178 παρ.1), κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της τρίτης των καθών και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Ορίζει παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους της τρίτης των καθών η ανακοπή, από διακόσια (200,00) ευρώ.
Απορρίπτει ό, τι στο σκεπτικό της κρίθηκε απορριπτέο.
Δέχεται τυπικά την ανωτέρω ανακοπή και ουσιαστικά κατά ένα μέρος.
Ακυρώνει εν μέρει την υπ’ αρίθμ. 444/2013 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου, κατά το μέρος, που με αυτή επιτάσσεται ο ανακόπτων, να καταβάλει στην καθής η ανακοπή, το ποσό των πέντε χιλιάδων τετρακοσίων είκοσι εννέα ευρώ και είκοσι τεσσάρων λεπτών (5.429,24), αντί του ποσού των χιλίων, τετρακοσίων πενήντα τεσσάρων ευρώ και είκοσι τεσσάρων λεπτών (1.454,24), με το νόμιμο τόκο και μέχρι την εξόφληση.
Καταδικάζει τις καθών η ανακοπή κατά ένα μέρος στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, από διακόσια (200,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο Βόλο, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 30/6/2015, απόντων των διαδίκων και των Πληρεξουσίων Δικηγόρων αυτών.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
http://194.219.10.22/Epikairothta/Nomologia/mprvolou%2062.htm