ΑΡΙΘΜΟΣ 404/2022
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Πτώχευση. Ανώνυμη εταιρεία. Χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη. Νόμιμη εκπροσώπηση.
– Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1, 2, 4, 7, 16 παρ.1, 17 παρ.1 και 96 του Ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας», ο οποίος εφαρμόζεται στις πτωχευτικές διαδικασίες που άρχισαν μετά τις 16-9-2007 και που σύμφωνα με τα άρθρα 180 και 182 παρ.1 αυτού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται και μετά την έναρξη ισχύος του νέου Πτωχευτικού Κώδικα του ν. 4446/2016, συνάγεται ότι από της δημοσιεύσεως στο ακροατήριο της αποφάσεως για την κήρυξη της πτωχεύσεως μιας ανώνυμης εταιρείας, η πτωχεύσασα εταιρεία στερείται αυτοδικαίως της εξουσίας διοικήσεως – διαχειρίσεως και διαθέσεως της πτωχευτικής περιουσίας της, την οποία εξουσία αναλαμβάνει πλέον ο ορισθείς από το δικαστήριο σύνδικος της πτωχεύσεως. Η πτωχευτική περιουσία δεν περιέρχεται στην ομάδα των πιστωτών καθεαυτή από την άνω δημοσίευση της αποφάσεως περί κηρύξεως της πτωχεύσεως, αλλά εξακολουθεί να ανήκει στην πτωχεύσασα οφειλέτρια εταιρεία, της οποίας τα όργανα, παρά τη λύση της διατηρούνται. Η ανώνυμη δε εταιρεία που λύθηκε λόγω πτώχευσης, διατηρεί κατά το στάδιο της εκκαθάρισης την περιουσιακή της αυτοτέλεια και συνακόλουθα, η περιουσία της την οποία διοικεί το μέχρι την πτώχευση Δ.Σ. αυτής, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο προεκτεθείς σκοπός της εκκαθάρισης, δεν υποβάλλεται στην πτωχευτική διαδικασία, αφού στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται μόνο η ασκούμενη από το σύνδικο αξίωση των πτωχευσάντων εταίρων για επιστροφή των εισφορών και διανομή μεταξύ τους του χρησιμοποιουμένου τυχόν υπολοίπου. (ΟλΑΠ Πολιτ. 4/2005). Η πτωχεύσασα όμως εταιρεία, μολονότι δεν αποστερείται από τα περιουσιακά της δικαιώματα και εξακολουθεί να είναι η δικαιούχος του ενεργητικού και παθητικού της πτωχευτικής της περιουσίας, παύει να νομιμοποιείται ατομικά ως διάδικος ενώπιον των δικαστηρίων για την εν λόγω πτωχευτική περιουσία, εκπροσωπούμενη υπό του συνδίκου. Δια της πτωχεύσεως σκοπείται η συλλογική εκτέλεση των υποχρεώσεων του πτωχού και η σύμμετρη ικανοποίηση των δανειστών του, ώστε οι ανωτέρω διατάξεις τίθενται τόσον υπέρ του δανειστών, όσο και υπέρ του αποφεύγοντος την ατομική καταδίωξη πτωχού, ο οποίος δεν χάνει ούτε τη δικαιοπρακτική του ικανότητα, ούτε το κατά τα άνω δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, νομιμοποιούμενος και εκπροσωπούμενος ως προς μόνη τη πτωχευτική περιουσία αυτή, βάσει του νόμου, υπό του συνδίκου. Επομένως, ο σύνδικος της πτωχεύσεως ανώνυμης εταιρείας νομιμοποιείται ενεργητικά στη διεξαγωγή δίκης, οποιασδήποτε, που αφορά όμως την κατά τον πτωχευτικό κώδικα πτωχευτική περιουσία, και ασκεί αγωγή (και πολιτική αγωγή) για διεκδίκηση αποζημίωσης και οποιασδήποτε απαίτησης της πτωχής εταιρείας στο όνομά του νομιμοποιούμενος ο ίδιος ως αντιπρόσωπος του οφειλέτη και όχι η πτωχεύσασα εταιρεία, ως μη δικαιούχος διάδικος. Αν όμως μια αξιόποινη πράξη στρέφεται κατά της ανώνυμης εταιρείας, είτε πριν αυτή τεθεί σε κατάσταση πτωχεύσεως, είτε και μετά την πτώχευση, αυτή μόνη η εταιρεία πάντοτε υφίσταται την ηθική βλάβη λόγω προσβολής στην εμπορική της πίστη και όχι η ομάδα των πιστωτών, που δεν αποτελεί νομική προσωπικότητα, ούτε ο σύνδικος αυτής και επειδή η δικαιούμενη κατά το άρθρο 932 ΑΚ, χρηματική ικανοποίηση της πτωχεύσασας εταιρείας είναι, κατά τα προεκτεθέντα, αυστηρά προσωπική, δεν υπάγεται στην πτωχευτική περιουσία και δεν μπορεί να ασκηθεί υπό των δανειστών και μόνο σε αυτή την περίπτωση, η πτωχεύσασα ανώνυμη εταιρεία νομιμοποιείται ενεργητικά και μπορεί να δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής για χρηματική της ικανοποίηση, εκπροσωπούμενη, κατά το άρθρο 18 του Ν. 2190/1920, όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. 174/1963, από την μέχρι την πτώχευση νόμιμη καταστατική διοίκησή της (Δ.Σ.) και όχι ο ορισθείς σύνδικος της πτωχεύσεως (ΟλΑΠ 2/2012). Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι σε περίπτωση τελέσεως ποινικού αδικήματος που στρέφεται κατά της ιδιοκτησίας πτωχεύσασας ανώνυμης εταιρείας, όπως είναι το αδίκημα της αποδοχής και διάθεσης προϊόντων εγκλήματος, ναι μεν άμεσα παθούσα είναι η πτωχή εταιρεία, η οποία είναι και δικαιούχος της αξιώσεως της εκ του αδικήματος αποκατάστασης της περιουσιακής της ζημίας, πλην δεν νομιμοποιείται η ίδια δια των καταστατικών οργάνων της στη διεκδίκηση αποζημιώσεως για τη ζημία αυτή, καθώς και για την υποβολή εγκλήσεως για την ποινική δίωξη του αδικήματος, αλλά ο διορισθείς σύνδικος της πτωχεύσεως, νομιμοποιούμενος ο ίδιος ως αντιπρόσωπος της οφειλέτιδας. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον 3ο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται η αιτίαση ότι το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο υπερέβη την εξουσία του, διότι έκρινε ένοχο τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο για το αδίκημα της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, ενώ δεν συνέτρεχαν οι όροι του παραδεκτού της ασκηθείσας ποινικής δίωξης για την πράξη αυτή, ελλείψει εγκλήσεως κατ’ άρθρο 405 παρ. 1 του ΠΚ και μη υποβολής δηλώσεως κατ’άρθρο 464 ΠΚ από τη δικαιούμενη προς τούτο πτωχή εταιρεία.