«Ανοσία» στην πανδημία, τους πολέμους, την ενεργειακή κρίση, την πληθωριστική έκρηξη και την οικονομική αβεβαιότητα συνεχίζει να εμφανίζει ο παγκόσμιος ιδιωτικός πλούτος, καθώς σύμφωνα με τα ευρήματα της τελευταίας έρευνας που ολοκληρώθηκε προσφάτως, του Ινστιτούτου μελετών της ελβετικής τράπεζας Credit Suisse, το σύνολο της τρέχουσας αξίας του χρηματοοικονομικού πλούτου, δηλαδή ρευστά διαθέσιμα και κινητές αξίες (ομόλογα, μετοχικοί τίτλοι κ.λπ.) και μη χρηματοοικονομικού πλούτου (κυρίως ακίνητα), έφθασε στο ιστορικό υψηλό των 463,6 τρισ. δολαρίων, εμφανίζοντας αύξηση κατά 12,7% το τελευταίο 12μηνο. Από την πυραμίδα του παγκόσμιου πλούτου της Credit Suisse προκύπτει ότι οι ανισότητες εκτινάχθηκαν και πάλι.
Στο ένα άκρο βρίσκεται το 1,2% του παγκόσμιου ενήλικου πληθυσμού του πλανήτη με περιουσία άνω του 1 εκατ. δολ., ήτοι 62,5 εκατομμύρια εκατομμυριούχοι (μεταξύ των οποίων και 81.000 Ελληνες) οι οποίοι αυξήθηκαν μάλιστα κατά 5,2 εκατομμύρια το τελευταίο 12μηνο, κατέχοντας πλέον περιουσιακά στοιχεία συνολικού ύψους 221,7 τρισ. δολ. και ελέγχοντας έτσι το 47,8% του παγκόσμιου πλούτου. Στο άλλο άκρο, το 53,2% του ενήλικου πληθυσμού, δηλαδή 2,82 δισεκατομμύρια άνθρωποι που έχουν περιουσία κάτω από 10.000 δολάρια έκαστος, ελέγχοντας μόλις το 1,1% (!) του παγκόσμιου πλούτου που κυμαίνεται στα 5 τρισ. δολ.
Σύμφωνα με την πυραμίδα της Credit Suisse, το 11,8 % του ενήλικου πληθυσμού (627 εκατ. άνθρωποι) κατέχει περιουσία από 100.000 έως 1.000.000 δολάρια, ελέγχοντας το 38,1% του παγκόσμιου πλούτου (176,5 τρισ.), ενώ το 34% του ενήλικου πληθυσμού (1,79 δισεκατομμύρια άνθρωποι) έχει περιουσία από 10.000 έως 100.000 δολάρια ελέγχοντας το 13% του παγκόσμιου ιδιωτικού πλούτου (60,4 τρισ.). Στην εν λόγω έρευνα υπολογίζεται ότι σήμερα στο κόσμο υπάρχουν συνολικά 264.200 εξαιρετικά πλούσιοι (UHNW) με περιουσία άνω των 50 εκατ. δολ., ενώ από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με εκτιμήσεις και της Allianz, το χάσμα πλούτου μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών έχει διευρυνθεί καθώς ο αριθμός των μελών της παγκόσμιας μεσαίας τάξης έχει συρρικνωθεί πάνω από 1 δισεκατομμύριο άτομα το 2018 σε περίπου 720 εκατομμύρια άτομα σήμερα.
Ελλάδα
Η συνολική περιουσία του ενήλικου πληθυσμού στην Ελλάδα ανήλθε στα 914 δισ. δολ. κατατάσσοντας τη χώρα στην 42η θέση της λίστας της Credit Suisse. Η μέση περιουσία ανά ενήλικο ανερχόταν στο τέλος του 2021 σε 108.300 δολάρια στην Ελλάδα, έναντι 87.489 δολαρίων του μέσου όρου παγκοσμίως αντίστοιχα. Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας υπάρχουν και 81.000 άνθρωποι με περιουσία που ξεπερνά το 1 εκατομμύριο δολάρια.
Με βάση τα στοιχεία της ελβετικής τράπεζας, προκύπτει πάντως πως η οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας στην Ελλάδα οδήγησε σε μεγάλες απώλειες τα νοικοκυριά. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από τη «μεγάλη ελληνική ύφεση», η μέση καθαρή περιουσία ανά ενήλικο ξεπερνούσε τα 170.000 δολάρια.
Τα ελληνικά νοικοκυριά παραδοσιακά επένδυαν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους στην αγορά ακινήτων και πολύ μικρό μέρος σε προϊόντα της κεφαλαιαγοράς, με αποτέλεσμα η χώρα μας να βρίσκεται στη δεύτερη θέση ανάμεσα σε 26 ευρωπαϊκά κράτη με βάση τον δείκτη αξίας κατοικιών προς την αξία των χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων (ΧΠΣ) των νοικοκυριών. Ως αποτέλεσμα, το μέγεθος των ελληνικών επενδύσεων σε κινητές αξίες μέσα από θεσμικούς επενδυτές είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ. H αξία των επενδύσεων των νοικοκυριών σε εισηγμένες μετοχές και επενδυτικά κεφάλαια κυμαίνεται σήμερα μόλις στο 20% του ΑΕΠ έναντι 70% αντίστοιχα του μέσου όρου στην Ευρώπη.
Αν και οι συνεχιζόμενες αυξήσεις των επιτοκίων έχουν ήδη αρνητικό αντίκτυπο στις τιμές των ομολόγων και των μετοχών κατά το 2022, εντούτοις οι προβλέψεις της ελβετικής τράπεζες αναφέρουν πως έως το 2026 ο