Δεκτή η ανακοπή για την ακύρωση διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε βάσει σύμβασης χορήγησης πιστωτικής κάρτας. Κρίθηκε ότι ο υπολογισμός των τόκων στον οποίο προέβαινε η καθ’ ής τράπεζα με την επιβολή επιτοκίου μεγαλύτερου του ανώτατου δικαιοπρακτικού είναι μη νόμιμος.
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2704/2014
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Στυλιανή Μαραγκού την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της γραμματέως, Γεωργίας Μπούρου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις …, για να δικάσει την με αριθμ. ανακοπή μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ : κάτοικος οδός αριθμ που παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του, Βίκτωρα Τσιαφούτη.
ΤΗΣ ΚΑΘΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης Τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία « » που εδρεύει στην . Οδός αριθμ. νόμιμα εκπροσωπούμενη στην θέση της οποίας υπεισέρχεται ως καθολικός διάδοχος η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία « » που εδρεύει , νόμιμα εκπροσωπούμενη, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Κατά τη σημερινή δημόσια συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη ανακοπή ο ανακόπτων ζητεί για τους λόγους που αναφέρει στο δικόγραφο του, να ακυρωθεί η με αριθμ. 8101/2013 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλλει στην καθής το ποσό των 9245,236 πλέον τόκων και εξόδων και να καταδικαστεί η καθης στη δικαστική του δαπάνη Η ανακοπή αρμόδια φέρεται ενώπιον αυτού του δικαστηρίου που είναι καθ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 625,636,584 ΚΠολΔ) και δικάζει κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών των πιστωτικών τίτλων και όχι με την τακτική διαδικασία με την οποία εισήχθη (άρθρα 591 παρ 2 και 635-644 του ΚΠολΔ) («ΔΙΑΤΑΓΉ ΠΛΗΡΩΜΗΣ» Χ. Παπαδάκης, εκδ. 2012 παρ. 471.4).Η ανακοπή είναι παραδεκτή αφού ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 632 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Συγκεκριμένα, η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στον ανακόπτοντα την 12-3-2013 όπως προκύπτει από την με αρθμ. 9564/12-3-2013 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ενώ το δικόγραφο της κρινόμενης ανακοπής επιδόθηκε στην καθής στις 4-3-2013 όπως προκύπτει από την με αριθμ. 4288Γ/4-3-2013 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο πρωτοδικείο Αθηνών Ακολούθως πρέπει να γίνει δεκτή η ανακοπή κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της. (άρθρο 633 παρ.1 του ΚΠολΔ). Με τον τρίτο και τέταρτο λόγο της ανακοπής του, ο ανακόπτων εκθέτει ότι τα επιτόκια της από σύμβασης χορήγησης πιστωτικής κάρτας βάσει της οποίας εξεδόθη η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής ήταν ανώτερα των αντιστοίχων δικαιοπρακτικών και ότι ο όρος που προβλέπει την συμφωνία για τα επιτόκια που υπερβαίνουν τα ανώτερα όρια είναι καταχρηστικός. Ο λόγος είναι νόμιμος στηρίζεται στην ΠΔ/ΤΕ αριθμ. 2286/28-1-1994 που εκδόθηκε με εξουσιοδότηση του αριθμ. 1 Ν. 1266/1982 και στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 7 περ. ια’ του ν. 2251/1994 και 281 του ΑΚ. Από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα και την όλη διαδικασία αποδεικνύονται τα παρακάτω: Με την από σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας, η καθης χορήγησε στον ανακόπτοντα την με αριθμ… πιστωτική κάρτα. Η καθής κατήγγειλε την σύμβαση την 16-3-2012 (βλ. την με αρθμ. 6962/22-3-2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ) διότι ο ανακόπτων δεν τήρησε τις αναληφθείσες οικονομικές υποχρεώσεις του. Στην συνέχεια με αίτηση της καθής τράπεζας εκδόθηκε η με αριθμ. 34805 /2012 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών βάσει της οποίας ο ανακόπτων υποχρεώθηκε να καταβάλλει στην καθής το ποσό των 9245,236 πλέον τόκων και εξόδων. Η ενσωματωμένη στη προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής απαίτηση περιλαμβάνει τραπεζικά επιτόκια τα οποία υπερβαίνουν τα εκάστοτε ισχύοντα εξωτραπεζικά όπως προκύπτει από τον 5° όρο της σχετικής σύμβασης αλλά και από τα μηνιαία αποσπάσματα του λογαριασμού των καρτών του τα οποία προσκομίσθηκαν προκειμένου να εκδοθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Ειδικότερα, ορίζεται ότι θα υπολογίζεται τόκος για κάθε επί μέρους χρέωση από την ημερομηνία εγγραφής της στα βιβλία της τράπεζας και μέχρι την εξόφληση με το κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο ανέρχονταν την 10-11-2004 σε 16,25% πλέον της εισφοράς του Ν. 128/1975, ενώ το νόμιμο δικαιοπρακτικό κατά την ίδια περίοδο, ανέρχονταν σε 8%. Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια λειτουργίας της σύμβασης αν και το κόστος του χρήματος μειώθηκε για την καθης (την 15-10-2008 το επιτόκιο των πράξεων αναχρηματοδότησης ανέρχονταν 3,75%, την 12-11-2008 σε 3,25%, την 10-12-2008 σε 2,50%, την 21-1-2009 σε 2%, την 8-4-2009 σε 1,25%, την 13-5-2009 σε 1%, την 13-4-2011 σε 1,25%, την 13-7-2011 σε 1,50%, την 9-11-2011 σε 1,25% και την 14-12-2011 σε 1%) αυτή δεν προέβη σε αντίστοιχη μείωση του κυμαινόμενου επιτοκίου της σύμβασης γεγονός που δεν αμφισβητήθηκε από την πλευρά της καθής. Σ όλο το χρονικό διάσημα τα επιτόκια που εφήρμοσε η καθής ήταν ανώτερα από τα νόμιμα. Ακολούθως, ναι μεν τα ανωτέρω επιτόκια αφενός καθορίστηκαν βάσει αντίστοιχου συμβατικού όρου της ένδικης πίστωσης, αφετέρου η καθής τράπεζα μπορεί ελεύθερα να καθορίζει τα επιτόκια χορηγήσεων ανάλογα με τις υπάρχουσες οικονομικές συνθήκες δυνάμει σχετικών πράξεων ΠΥΣ, πλην όμως ο όρος αυτός κρίνεται καταχρηστικός κατά το άρθρο 281 ΑΚ, λόγω αντίθεσης του στο άρθρ. 2 παρ. 7 περ. ια του ν. 2251/1994, αφού δεν καθορίζονται κριτήρια εκ των προτέρων και εύλογα για τον καταναλωτή. Η δε εφαρμογή του είναι καταχρηστική και για τον επιπλέον λόγο, διότι τα επιτόκια με τα οποία εντοκίσθηκαν κατά καιρούς τα χρεωστικά υπόλοιπα ήταν μεγαλύτερα των δικαιοπρακτικών που ίσχυαν το ίδιο χρονικό διάστημα με των αποτέλεσμα να έχουν χρεωθεί τόκοι πέραν των νομίμων και αυτό γιατί ναι μεν τα εξωτραπεζικά επιτόκια περιορίζονται σε εξωτραπεζικες συναλλαγές, δεν παύουν όμως να έχουν γενικότερη χρηματοοικονομική σημασία και και αφορούν στις τραπεζικές συμβάσεις συμπιέζοντας τα αντίστοιχα τραπεζικά επιτόκια προς τα κάτω [ΑΠ 1219/2001 ΝοΒ 50.354]. Συνεπώς, ο υπολογισμός των τόκων στον οποίο προέβαινε η καθής με την επιβολή επιτοκίου μεγαλύτερου του ανώτατου δικαιοπρακτικού (εξωτραπεζικού) είναι μη νόμιμος και θα πρέπει να γίνει δεκτή παρελκούσης της διερεύνησης της βασιμότητας των λοιπών λόγων της, αφού ικανοποιήθηκε ήδη το αίτημά της για ακύρωση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής (ΕφΑθ 5824/2001 ΕλΔνη 43.189). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος θα πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, να επιβληθούν σε βάρος της καθής η ανακοπή, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την ανακοπή.
Ακυρώνει την με αριθμό 8101/2013 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών.
Επιβάλλει σε βάρος της καθής τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων είκοσι (220 Ε).
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και σε δημόσια συνεδρίαση στις 12-5-2014.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ