Με την κρινόμενη αγωγή, που επανήλθε νομίμως για συζήτηση μετά την εκτέλεση της 425/2020 προδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου ζητήθηκε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου Οργανισμού να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 27.168,94 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, ως αποζημίωση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105-106 ΕισΝΑΚ. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στη ζημία που ο ενάγων υποστηρίζει ότι υπέστη από την παράνομη, κατά τον ίδιο, παράλειψη χορήγησης της προβλεπόμενης από το άρθρο 21 του ν. 1767/1988 οικονομικής ενίσχυσης/επιδότησης επί του κόστους μισθοδοσίας της επιχείρησής του, για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2010 έως 31.12.2012 και από 1.7.2014 έως 30.6.2015. Περαιτέρω, με την κρινόμενη αγωγή ζητήθηκε να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση. Εν προκειμένω, λαμβάνοντας υπόψη ότι α) οι βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις που ήταν εγκατεστημένες στον Νομό Ξάνθης δικαιούνταν την προβλεπόμενη από το άρθρο 21 του ν. 1767/1988 οικονομική ενίσχυση (ως ίσχυε κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα πριν καταργηθεί) εφόσον υπέβαλαν εμπροθέσμως αίτηση μαζί με τα απαραίτητα δικαιολογητικά και πληρούσαν τις σχετικές προϋποθέσεις, β) ο Ο.Α.Ε.Δ., ως ο αρμόδιος φορέας για την καταβολή της ενίσχυσης αυτής, ευθύνεται για τη μη χορήγησή της εφόσον πληρούνταν οι νόμιμοι όροι, η ευθύνη του δε αυτή δεν αναιρείται από τυχόν μη προηγούμενη επιχορήγησή του από τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς η προηγούμενη επιχορήγηση δεν τίθεται εκ του νόμου ως προϋπόθεση για την καταβολή της εν λόγω επιδότησης, αλλά αφορά τον τρόπο χρηματοδότησης του αρμόδιου φορέα, γ) ο ενάγων, που η επιχείρησή του υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου άρθρο 21 του ν. 1767/1988, είχε υποβάλει αιτήσεις για την ανωτέρω επιδότηση για το Β΄ εξάμηνο του 2010, τα Α΄ και Β΄ εξάμηνα του 2011, τα Α΄ και Β΄ εξάμηνα του 2012, το Β΄ εξάμηνο του 2014 και το Α΄ εξάμηνο του 2015 εμπροθέσμως και εν γένει προσηκόντως, συνοδευόμενες από τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα στοιχεία και το γεγονός ότι το εναγόμενο ν.π.δ.δ. δεν αντέκρουσε τα ιστορούμενα πραγματικά περιστατικά, αντιθέτως συνομολόγησε τα αιτηθέντα ποσά, δεν προέκυψε, δε, λόγος αποκλεισμού του από την εν λόγω επιδότηση, το Δικαστήριο έκρινε ότι η παράλειψη του εναγόμενου Ο.Α.Ε.Δ. να χορηγήσει στον ενάγοντα την ένδικη επιχορήγηση επί του κόστους μισθοδοσίας της επιχείρησής του για τα εν λόγω χρονικά διαστήματα είναι παράνομη. Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι το εναγόμενο ν.π.δ.δ. όφειλε να καταβάλει στον ενάγοντα ως αποζημίωση, κατ’ άρθρα 105-106 ΕισΝΑΚ, τα ποσά της ένδικης οικονομικής ενίσχυσης που έπρεπε αυτός να λάβει για το Β΄ εξάμηνο του 2010, τα Α΄ και Β΄ εξάμηνα του 2011, τα Α΄ και Β΄ εξάμηνα του 2012, το Β΄ εξάμηνο του 2014 και το Α΄ εξάμηνο του 2015, ήτοι το συνολικό ποσό των 19.420,37 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Ωστόσο, το αίτημα για κήρυξη της απόφασης ως προσωρινώς εκτελεστής απορρίφθηκε, λόγω του χαρακτήρα της αγωγής ως αναγνωριστικής (κατά τα άρθρα 80 παρ. 3 και 199 του Κ.Δ.Δ.).