ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Αριθμός Απόφασης 4977/2018
Αριθ. κατάθεσης αίτησης: 34176/3540/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Παναγιώτα Μιχαήλ, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίστηκε μετά από κλήρωση σύμφωνα με το Ν. 3327/2005, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέως.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 29η Μαίου 2018, για να δικάσει την από 1.4.2018 και με αριθμό κατάθεσης 34176/3540/2018 αίτηση:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ : …, κατοίκου Αθηνών, οδός …, Νέος Κόσμος, ΑΦΜ … η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της ’ρτεμης Διδίλη του Νικολάου (AM ΔΣΑ 15842), και κατέθεσε το υπ’ αριθ. …/15.2.2018 Γραμμάτιο Προκαταβολής Εισφορών και Ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ : … κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής, οδός …, ως ασκούντος την προσωρινή επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους, …, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δημητρίου Δουλιώτη του Βασιλείου (AM ΔΣΑ 28220) και κατέθεσε το υπ’ αριθ. …/1.6.2018 Γραμμάτιο Προκαταβολής Εισφορών και Ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 1.4.2018 αίτησή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 4.4.2018 με γενικό αριθμό κατάθεσης 34176/2018 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 3540/2018 και προσδιορίστηκε δικάσιμος η ανωτέρω αναφερομένη στην αρχή της απόφασης.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 696 παρ. 3 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο, που διέταξε ασφαλιστικά μέτρα, ως την πρώτη συζήτηση της αγωγής, που αφορά στην κύρια υπόθεση, έχει δικαίωμα, με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει ολικά ή εν μέρει την απόφαση του, εφόσον επήλθε μεταβολή των πραγμάτων, που δικαιολογεί την ανάκληση ή τη μεταρρύθμιση της. Η παραπάνω διάταξη επιτρέπει την αίτηση ανάκλησης ασφαλιστικού μέτρου, αν έχει επέλθει μεταβολή πραγμάτων που να δικαιολογεί την ανάκληση αυτή, δηλαδή αν έχουν μεταβληθεί τα δεδομένα, το δικαίωμα δηλαδή ή η ιστορική ή η νομική αιτία στα οποία στηρίχθηκε η απόφαση [βλ. ΕφΑθ 1173/99 ΕλλΔνη 42(2001)764, ΕφΑθ 4862/85 ΕλλΔνη 26(1987).1181, Κονδύλη, Το Δεδικασμένο, σελ. 393]· Κατά την έννοια της διάταξης αυτής (696 παρ. 3 του ΚΠολΔ), ως νέα στοιχεία που αποτελούν μεταβολή πραγμάτων νοούνται καταρχήν τα πραγματικά περιστατικά εκείνα, τα οποία έλαβαν χώρα μετά την έκδοση της αποφάσεως, της οποίας ζητείται η ανάκληση ή μεταρρύθμιση, αυτό δε διότι ως οψιγενή δεν είχαν τεθεί υπό την κρίση του Δικαστηρίου που εξέδωσε την εν λόγω απόφαση. Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να θεωρηθούν ως νέα στοιχεία, δηλαδή νέα γεγονότα, τα οποία συνιστούν μεταβολή των πραγμάτων και εκείνα τα οποία προϋπήρχαν της εκδόσεως της αποφάσεως της οποίας ζητείται η ανάκληση ή μεταρρύθμιση, εφόσον αυτά αποκαλύφθηκαν μεταγενέστερα, ήταν άγνωστα στον αιτούντα την ανάκληση κατά τον χρόνο έκδοσης της εν λόγω αποφάσεως, ή ήταν μεν γνωστά αλλά δεν είχε τη δυνατότητα προσκομιδής τους από δικαιολογημένη αιτία. Σε κάθε όμως περίπτωση τα επικαλούμενα περιστατικά πρέπει οπωσδήποτε να είναι κρίσιμα και να ασκούν ουσιώδη επίδραση κατά την επανεκτίμηση της διαφοράς, όχι μόνο οδηγώντας σε διαφορετική απόφαση αλλά και σε τέτοια με την οποία να αποτρέπεται άμεσος κίνδυνος βλάβης του αιτούντος την ανάκληση ή μεταρρύθμιση της απόφασης [βλ. ΜΠρΑθ 933/1998 Δίκη 30, 105, ΜΠρΑθ 11068/1989 ΕλλΔνη 31 (1990)·405, ΜΠρΠατρ 774/1996 Αρμ 50, 748, ΜΠρΘεσ 13288/1995 ΕΝΔ 23, 395, ΜΠρΠειρ 1083/1993 Δίκη 25, 1089, ΜΠρΠειρ 2928/1993 Δίκη 25, 317, Τζίφρας, Ασφαλιστικά μέτρα, εκδ. Γ’, σ. 95-98]. Δεν αποτελούν μεταβολή των πραγμάτων οι πραγματικές ή νομικές πλημμέλειες της απόφασης ή η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, αφού έτσι θα παραβιαζόταν η δεσμευτικότητα της απόφασης που πηγάζει από το άρθρο 695 ΚΠολΔ και η αρχή του απροσβλήτου της με ένδικα μέσα, θα ετίθετο δηλαδή υπό έλεγχο η προηγούμενη κρίση του Δικαστηρίου και η αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης θα είχε το χαρακτήρα έφεσης, την οποία ρητά ο νόμος απαγορεύει. Επίσης δεν συνιστά μεταβολή πραγμάτων η ύπαρξη νέων αποδεικτικών μέσων, εκτός εάν αφορούν στο κύρος των χρησιμοποιηθέντων στοιχείων [βλ. Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος II, άρθρο 696, σελ. 1365-1366 και ΜΠρΑθ 138/1997 ΑρχΝ 49, 228, ΜΠρΑθ 11068/1989 ΕλλΔνη 31(1990)405, ΜΠρΛαρ 1277/1996 ΑρχΝ ΝΓ, 778, 34, ΜΠρΠειρ 1038/1993 ΑρχΝ 45, 585, ΜΠρΑθ 18262/1991 Δίκη 24, 383]. Τέλος σημειώνεται ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 697 ΚΠολΔ μόνο το Δικαστήριο της κύριας δίκης έχει εξουσία ανακλήσεως ή μεταρρυθμίσεως της αποφάσεως ασφαλιστικών μέτρων που δεν εκδόθηκε από αυτό (το Δικαστήριο της κύριας δίκης) χωρίς περιορισμούς, ήτοι για κάθε λόγο και χωρίς ακόμη πιθανολόγηση νέων στοιχείων ή μεταβολή πραγμάτων (βλ. Εφθεσσαλ 2217/2006 Αρμεν 2006.1607, ΕφΑθ 2360/2003 ΕλλΔνη 2003-992, ΕφΑθ 7394/2002 2003.816, Εφθεσσαλ 3308/2003 Αρμεν 2004.252, ΕφΠειρ 171/2005 ΠειρΝομ 2005.232, ΜΠΡοδ 331/2013 ΤΝΠ Νόμος). Με το ένδικο βοήθημα της διάταξης του άρθρου 697 ΚΠολΔ δεν άγεται προς κρίση από το Δικαστήριο η νομιμότητα της απόφασης που διέταξε ασφαλιστικό μέτρο αλλά η νομιμότητα της περαιτέρω ισχύος του ασφαλιστικού μέτρου.
Η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση της εκθέτει ότι στις 2.2.2018 συνεκδικάσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 16.11.2017 και με αριθμό κατάθεσης 12678/17.11.2017 αίτησή της, με την οποία στρεφόταν κατά του εν διαστάσει συζύγου της και ήδη νυν καθ’ ου η αίτηση και ζητούσε, μεταξύ άλλων, να ανατεθεί προσωρινά σε αυτήν η επιμέλεια επί του προσώπου των ανήλικων τέκνων τους, και η από 16.11.2017 και με αριθμό κατάθεσης 12704/20.11.2017 αντίθετη αίτηση του ήδη νυν καθ’ ου η αίτηση, με την οποία ζητούσε αυτός, μεταξύ άλλων, να του ανατεθεί προσωρινώς η επιμέλεια επί του προσώπου των ανήλικων τέκνων τους άλλως να ρυθμισθεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του με τα μη διαμένοντα με αυτόν ανήλικα τέκνα του. Ότι επί των αιτήσεων αυτών που συνεκδικάσθηκαν στις 2.2.2018 αντιμωλία των διαδίκων ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 1066/21.2.2018 απόφασή του, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της και έγινε δεκτή η αίτηση του αντιδίκου της, διετάχθη η μετοίκηση της από τη συζυγική οικία εντός διαστήματος πέντε (5) μηνών από την έκδοση της απόφασης, ανατέθηκε προσωρινά η επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους αποκλειστικά στον εκεί αντίδικο της και ήδη νυν καθ’ ου η αίτηση και υποχρεώθηκε αυτή να προκαταβάλλει σε αυτόν ως προσωρινή διατροφή των ανήλικων τέκνων τους, το συνολικό ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως. Ότι στο σκεπτικό της υπ’ αριθ. 1066/2018 απόφασης διαλαμβάνονται τα εξής: «… η καθής δεν δύναται να ανταποκριθεί στο γονικό της ρόλο, δεν επιδεικνύει το απαιτούμενο εvδιαφέρov της προς τα τέκνα της και δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίζει τις ανάγκες τους κατά τρόπο σταθερό και συνήθη, όπως απαιτεί η ηλικία τους, δηλαδή να τα φροντίζει εξίσου αποτελεσματικά όσο ο πατέρας τους, γεγονός που σχετίζεται άμεσα με το πρόβλημα εξάρτησης που είχε αντιμετωπίσει στο παρελθόν. Πράγματι, λίγους μήνες μόνο αφότου γνωρίστηκαν του αποκάλυψε προβλήματα εξάρτησης που είχε αντιμετωπίσει στο παρελθόν και του εκμυστηρεύτηκε ότι παρακολουθούσε συνεδρίες των Ναρκομανών Ανώνυμων για πάνω από 10 χρόνια. Σύμφωνα με την μαρτυρική κατάθεση, η καθ’ ης εμφάνιζε ανησυχία και ξεσπάσματα νεύρων διαρκούσης της εγγάμου συμβιώσεως των διαδίκων, διέβαλλε τον καθ’ ου στα μάτια των παιδιών καθώς του καταλόγιζε ερωτικές σχέσεις και με άνδρες, παρεμπόδιζε την επικοινωνία και ίσως ο καθ’ ου να έχει δεχτεί επίθεση και σωματικές βλάβες. Ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε ότι αυτά τα ξεσπάσματα ήταν «στα όρια του ελέγχου». Επίσης, πιθανολογήθηκε ότι ο μεγάλος γιος τους … έχει αρχίσει να εκφράζει θυμό και βία. Από το σύνολο των παραπάνω αναφερόμενων πραγματικών περιστατικών πιθανολογείται ότι το συμφέρον των ως άνω ανηλίκων, όχι μόνο το ψυχικό αλλά και το συναισθηματικό, προσέτι δε και το σύνολο της διαμορφώσεως της προσωπικότητας τους, υπαγορεύει να αφαιρεθεί η επιμέλεια από την αιτούσα μητέρα τους και να ανατεθεί προσωρινά στον πατέρα τους, βοηθούμενο και από την μητέρα του …».Ότι με την απόφαση αυτή έγιναν δεκτοί οι ψευδείς ισχυρισμοί του αντιδίκου της ότι δήθεν στα τέλη του μηνός Σεπτεμβρίου 2017 του τηλεφώνησε αυτή ωρυόμενη ότι δεν αντέχει άλλο, ότι είναι τρελή, ότι θα πάρει ναρκωτικά και ότι θα κάνει κακό στα παιδιά, … καθώς και ότι δήθεν πήρε τη μητέρα του (αντιδίκου της) σε υστερική κατάσταση και της είπε τα ίδια, αναστατώνοντας την ιδιαίτερα. Ότι η απόφαση αυτή στηρίχθηκε αποκλειστικά στην ψευδή κατάθεση του μάρτυρα του εκεί καθ’ ου η αίτηση-αιτούντος, …, ενώ ουδεμία αναφορά γίνεται στην απόφαση αυτή στους δικούς της μάρτυρες. Ότι με την απόφαση αυτή παρουσιάζεται ως προβληματική και επικίνδυνη για τα τέκνα της προσωπικότητα, λόγω της δήθεν εξάρτησης της κατά το παρελθόν, ενώ ουδεμία εξάρτηση ή εθισμό σε καμία ουσία ή αλκοόλ διαλαμβάνεται σε αυτήν (απόφαση). Ότι προκειμένου αυτή να αποδείξει το αυτονόητο ότι είναι απολύτως ικανή να αναλάβει πλήρως την φροντίδα των τέκνων της υποβλήθηκε οικειοθελώς από τον …, Νευρολόγο-Ψυχίατρο, Καθηγητή Ψυχοφυσιολογίας και Ψυχικής Υγιεινής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τακτικό καθηγητή Δικαστικής Ψυχολογίας και Δικαστικής Ψυχιατρικής Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής αστυνομίας σε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, οπότε αυτός συνέταξε την από 27.3.2018 έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, την οποία η αιτούσα ενσωματώνει στην ένδικη αίτηση, αποτελώντας ενιαίο σώμα με αυτήν, και σύμφωνα με την οποία αυτή (αιτούσα) «δεν παρουσιάζει συμπτώματα ψυχικής διαταραχής, δεν λαμβάνει ναρκωτικές ουσίες, διαθέτει πλήρως την αναγκαία ψυχοσυναισθηματική ισορροπία για να επιτελεί με επιτυχία το καθήκον της ανατροφής των ανήλικων τέκνων της και είναι βέβαιο ότι το συμφέρον των ανήλικων τέκνων της επιτελείται καλύτερα με την ανάληψη της επιμέλειας από τη μητέρα τους, Βασιλική Καλογήρου». Ότι επίσης αυτή υποβλήθηκε και από τη Νίκη Βασιλείου, Ψυχολόγο, Msc Κλινικής Ψυχολογίας, σε τεστ προσωπικότητας ΜΜΡΙ-2, σύμφωνα, δε, με το εξαχθέν επί αυτού συμπέρασμα της ως άνω ψυχολόγου «δεν εμφανίζεται ενεργός ψυχοπαθολογία κατά την παρούσα εκτίμηση. Πιο συγκεκριμένα όλες οι κλινικές κλίμακες της κατάθλιψης, της υστερίας, της υποχονδρίασης, της παράνοιας, της υπομανίας, της σχιζοφρένειας, της ψυχασθένειας, της ψυχοπαθητικής εκτροπής ελέγχονται εντός φυσιολογικών ορίων». Ότι στην αίτησή του, η οποία συνεκδικάσθηκε στις 2.2.2018 με τη δική της αίτηση, ο αντίδικος της και ήδη νυν καθ’ ου η αίτηση προκειμένου να την εμφανίσει ως δήθεν άτομο διακατεχόμενο από ψυχική ανισορροπία, εξαιτίας του γεγονότος ότι δήθεν έχει αυτή μία προβληματική συμπεριφορά, αναφερόταν αφενός μεν α) σε περιστατικά που ανάγονταν στην εφηβική της ηλικία και τα οποία του είχε εμπιστευθεί, και β) σε δήθεν περιστατικά που συνέβησαν κατά το διάστημα μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης τους, αφετέρου δε έκανε σαφή αναφορά στην αίτηση του σε δήθεν ψυχική διαταραχή της, παρουσιάζοντας την ως ένα υστερικό άτομο, συνδέοντας την συμπεριφορά της με κατά το παρελθόν εξάρτηση της. Στη συνέχεια της ένδικης αίτησης, η αιτούσα αναφέρει ποια είναι η, κατ’ αυτήν, πραγματικότητα και αλήθεια για τη σχέση αυτής και του καθ’ ου η αίτηση, και ιδίως ποια η συμπεριφορά του καθ’ ου η αίτηση μετά τη διάσπαση της συμβίωσης τους τόσο έναντι αυτής όσο και των ανήλικων τέκνων τους, αναφερόμενη ιδιαίτερα στα γεγονότα της 9-9-2017 και S-H-201?- Ότι ενόψει των ανωτέρω ουδόλως συντρέχουν στο πρόσωπο της οι λόγοι που αναφέρονται στην εκδοθείσα με αριθμό 1066/2018 απόφαση, δυνάμει της οποίας ανατέθηκε προσωρινώς η επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους στον καθ’ ου η αίτηση. Ότι τα παραπάνω περιστατικά όσον αφορά στην ψυχική της υγεία και το σταθερό και υγιές της προσωπικότητάς της που προκύπτουν από την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του … και το συμπέρασμα της ψυχολόγου …, δεν είχαν τεθεί στην κρίση του Δικαστηρίου τούτου που εξέδωσε την υπ’ αριθ. 1066/2018 απόφασή του, ότι αποτελούν «νέα στοιχεία» συνιστώντα μεταβολή των πραγμάτων όσον αφορά στον σχηματισμό της κρίσης του Δικαστηρίου σχετικά με την ανάθεση προσωρινώς της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων της στο καθ’ ου η αίτηση. Ότι συντρέχει νόμιμη περίπτωση ανάκλησης άλλως μεταρρύθμισης της με αριθμό 1066/2018 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου ώστε να ανατεθεί σε αυτήν η προσωρινή επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της. Με βάση το ιστορικό αυτό η αιτούσα ζητεί να ανακληθεί άλλως μεταρρυθμισθεί λόγω μεταβολής πραγμάτων η υπ’ αριθ. 1066/21.2.2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων) ώστε να ανατεθεί σε αυτήν αποκλειστικά η προσωρινή επιμέλεια επί του προσώπου των ανήλικων τέκνων της, Ορφέα και Ηλέκτρας. Επίσης ζητεί να καταδικασθεί ο καθ’ ου η αίτηση στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της. Η αίτηση με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα παραδεκτώς φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ως αρμοδίου καθ’ ύλην και κατά τόπο (άρθρο 696 παρ. 3 ΚΠολΔ) προκειμένου να εκδικασθεί κατά την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ. Σημειώνεται ότι παρότι η αιτούσα, στο προεισαγωγικό μέρος της αίτησης της στρέφει αυτήν κατά του καθ’ ου η αίτηση ως ασκούντος την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους, παρ’ όλα αυτά από το σύνολο του ιστορικού και αιτητικού του δικογράφου της προκύπτει ότι στρέφεται ουσιαστικά μόνο κατά του καθ’ ου η αίτηση ατομικά και ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα απαραδέκτου του δικογράφου της. Πλην όμως η αίτηση είναι μη νόμιμη. Κατ’ αρχήν ενόψει του ότι δεν επιτρέπεται ανάκληση απορριπτικής απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, η αιτούσα δεν μπορεί να ζητήσει την ανάκληση της υπ’ αριθ. 1066/2018 απόφασης καθ’ ο μέρος απορρίφθηκε με αυτήν η αίτηση της. Εάν θέλει θεωρηθεί ότι η αιτούσα ζητεί την ανάκληση της υπ’ αριθ. 1066/2018 απόφασης καθ’ ο μέρος δέχθηκε την αίτηση του αιτούντος και πάλι το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να αναθέσει στην αιτούσα την άσκηση της επιμέλειας επί του προσώπου των ανήλικων τέκνων της, διότι τέτοια κρίση θα προσέκρουε στο προσωρινό δεδικασμένο που απορρέει από την υπ’ αριθ. 1066/2018 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου καθ’ ο μέρος απέρριψε τη δική της αίτηση. Πέραν τούτων, δεν υφίσταται, υπό τα εκτιθέμενα στην ένδικη αίτηση, μεταβολή πραγμάτων που να δικαιολογεί την ανάκληση της υπ’ αριθ. 1066/2018 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, καθόσον η αιτούσα δεν επικαλείται πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα μετά την έκδοση της απόφασης της οποίας ζητείται η ανάκληση ούτε πραγματικά περιστατικά που προϋπήρχαν μεν αλλά δεν είχαν τεθεί στην κρίση του Δικαστηρίου που εξέδωσε την αιτουμένη να ανακληθεί απόφαση από υπαιτιότητα κάποιου των διαδίκων ή πραγματικά περιστατικά που προϋπήρχαν της αιτούμενης να ανακληθεί απόφασης και αποκαλύφθηκαν με αποδεικτικά στοιχεία που προϋπήρχαν μεν της απόφασης πλην όμως δεν είχαν προσκομισθεί στο δικαστήριο που εξέδωσε την αιτουμένη να ανακληθεί απόφαση εξαιτίας συγγνωστής αδυναμίας να προσκομισθούν από ανωτέρα βία ή από άλλη εύλογη αιτία, και τα οποία εάν είχαν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου θα απέληγαν σε διάφορη κρίση. Αντίθετα με τα όσα εκτίθενται στην ένδικη αίτηση αμφισβητείται ουσιαστικά από την αιτούσα η γενομένη από το Δικαστήριο εκτίμηση των αποδείξεων που το οδήγησε στο να πιθανολογήσει ότι δεν δύναται η αιτούσα να ανταποκριθεί στο γονεϊκό της ρόλο και να αντιμετωπίσει τις ανάγκες των τέκνων της κατά τρόπο σταθερό και συνήθη, συσχετίζοντας την αδυναμία της αυτήν με πρόβλημα εξάρτησης που είχε αντιμετωπίσει στο παρελθόν και να αναθέσει κατόπιν τούτων προσωρινώς την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της στον αντίδικο της και ήδη νυν καθ’ ου η αίτηση. Όμως οι ουσιαστικές πλημμέλειες της απόφασης και δη η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστά, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη, μεταβολή πραγμάτων που να δικαιολογεί υπό την έννοια του νόμου την ανάκληση της απόφασης. Η, δε επικαλούμενη το πρώτον με την ένδικη αίτηση, υπό ημερομηνία 27.3.2018 έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης του νευρολόγου-ψυχίατρου …, μεταγενέστερη της συζήτησης των συνεκδικασθεισών αιτήσεων και του χρόνου έκδοσης της επί αυτών απόφασης, η οποία έκθεση επισυνάπτεται στην ένδικη αίτηση και αποτελεί ενιαίο σώμα με αυτήν, όπως και το επικαλούμενο το πρώτον συμπέρασμα της ψυχολόγου … σε ψυχομετρικό τέστ στο οποίο υποβλήθηκε από αυτήν η αιτούσα μετά την έκδοση της αιτουμένης να ανακληθεί απόφασης, και τα οποία αναφέρονται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν το πρώτον κατά τη συζήτηση της αίτησης ανάκλησης ως νέα αποδεικτικά μέσα προς ανατροπή της κρίσης του Δικαστηρίου σχετικά με την κατάσταση της ψυχικής υγείας και της προσωπικότητας της αιτούσας, δεν συνιστούν νέα στοιχεία που θα μπορούσαν να θεμελιώσουν μεταβολή πραγμάτων που δικαιολογεί την κατ’ άρθρο 696 παρ. 3 ΚΠολΔ ανάκληση της απόφασης, δεδομένου ότι τα νέα αυτά αποδεικτικά μέσα προσκομίζονται αναφορικά με τα κρίσιμα ζητήματα της ψυχικής υγείας της αιτούσας και της προσωπικότητας της, τα οποία ζητήματα είχαν τεθεί στην κρίση του Δικαστηρίου προκειμένου αυτό να εκδώσει την αιτουμένη να ανακληθεί απόφαση, με την οποία ανατέθηκε προσωρινώς η επιμέλεια επί του προσώπου των ανήλικων τέκνων των διαδίκων στο νυν καθ’ ου η αίτηση, σε κάθε δε περίπτωση τα νέα αυτά αποδεικτικά μέσα δεν αφορούν στο κύρος των τεθέντων στην ευχέρεια του Δικαστηρίου και χρησιμοποιηθέντων από αυτό αποδεικτικών στοιχείων για την έκδοση της απόφασης του ώστε να εκληφθούν ως στοιχεία που συνιστούν μεταβολή πραγμάτων. Ειδικότερα η επικαλούμενη από την αιτούσα «ψευδής» κατάθεση του μάρτυρα του αντιδίκου της κατά τη συζήτηση των αντίθετων αιτήσεων στις 2.2.2018, δεν καθιστά τη μαρτυρική κατάθεση άκυρη ως αποδεικτικό μέσο κατά την έννοια του νόμου, η δε εκτίμηση της από το Δικαστήριο ανάγεται αποκλειστικά στην εξέταση της ουσία της υπόθεσης, οπότε το εσφαλμένο ή μη της εκτίμησης αυτής θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει μόνο ουσιαστική πλημμέλεια, η οποία όμως με τη σειρά της δεν δύναται να αποτελέσει μεταβολή πραγμάτων και συνεπώς ούτε λόγο ανάκλησης ή μεταρρύθμισης της απόφασης κατά τη διάταξη του άρθρου 696 παρ. 3 ΚΠολΔ. Τέλος πρέπει να λεχθεί ότι εν προκειμένω δεν τυγχάνει εφαρμογής, ως επικαλείται η αιτούσα, η διάταξη του άρθρου 697 ΚΠολΔ (η αιτούσα δεν επικαλείται ότι έχει ασκήσει αγωγή για την οριστική ανάθεση σε αυτήν της επιμέλειας επί του προσώπου των ανήλικων τέκνων της), κατά την οποία διάταξη μόνο το Δικαστήριο της κύριας δίκης έχει εξουσία ανακλήσεως ή μεταρρυθμίσεως της αποφάσεως ασφαλιστικών μέτρων που δεν εκδόθηκε από αυτό (το Δικαστήριο της κύριας δίκης) χωρίς περιορισμούς, ήτοι για κάθε λόγο και χωρίς ακόμη πιθανολόγηση νέων στοιχείων ή μεταβολή πραγμάτων. Ενόψει των ανωτέρω εκτεθέντων πρέπει η ένδικη αίτηση να απορριφθεί για τους ανωτέρω λόγους ως μη νόμιμη, η δε αιτούσα να καταδικασθεί στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του καθ’ ου η αίτηση (άρθρο 176,191 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση.
Καταδικάζει την αιτούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του καθ’ ου η αίτηση, που ορίζει σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 23 Ιουλίου 2018, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ