Του Λεωνίδα Στεργίου
Τις αθέατες πλευρές ενός αβέβαιου περιβάλλοντος στο οποίο έχει εισέλθει και η ελληνική οικονομία ανέδειξαν με παρεμβάσεις τους τραπεζίτες και κορυφαίοι οικονομολόγοι στο Συνέδριο Κύκλος Ιδεών που ολοκληρώθηκε χθες.
Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και η ενεργειακή κρίση έχουν δημιουργήσει το απόλυτο επικίνδυνο μείγμα: αβεβαιότητα, αυξημένο κόστος για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αυξημένες δαπάνες για τις κυβερνήσεις, συγκράτηση επενδύσεων, υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης, περισσότερα ελλείμματα και μεγαλύτερο δημόσιο χρέος που οδηγεί σε νέες πληθωριστικές πιέσεις, μειώσεις εισοδήματος και περικοπές επενδύσεων.
Ο κύκλος αυτός συμπληρώνεται με ενίσχυση των κόκκινων δανείων, με αύξηση των πτωχεύσεων, κλονισμός εμπιστοσύνης και αναβολές στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας.
Βέβαια, υπάρχουν και τα αναχώματα, όπως τονίστηκε, τα οποία αποτελούνται από τις επενδύσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, το ισχυρότερο τραπεζικό σύστημα, η άνοδος των τιμών ακινήτων που αποτελούν εγγυήσεις για την περιουσία νοικοκυριών, επιχειρήσεων και τραπεζών, όπως και μια σειρά μεταρρυθμίσεων.
Γιώργος Ζανιάς: Η εμπιστοσύνη στη χώρα παραμένει εύθραυστη
Ο πρόεδρος της Eurobank, κ. Γιώργος Ζανιάς, τόνισε ότι δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε στον ανοδικό κύκλο της ελληνικής οικονομίας, διότι η εμπιστοσύνη στη χώρα είναι πάρα πολύ εύθραυστη. Αυτό φαίνεται από το ότι και οι οίκοι αξιολόγησης αναβάλλουν συνεχώς την αναβάθμιση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα. Επίσης, λόγω των τελευταίων δύο κρίσεων έχουν γίνει πάρα πολλές δαπάνες, με αποτέλεσμα την επανεμφάνιση των ελλειμμάτων. Το καλό είναι ότι δεν είναι μόνιμου χαρακτήρα. Όμως επηρεάζουν το δημόσιο χρέος, το οποίο ως ποσοστό του ΑΕΠ εμφανίζεται μικρότερο, λόγω της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ από τον πληθωρισμό.
Παράλληλα, ο πληθωρισμός δημιουργεί προβλήματα στις τράπεζες και κυρίως επηρεάζει τα πραγματικά διαθέσιμα εισοδήματα τα οποία με τη σειρά τους επηρεάζουν τη δυνατότητα εξυπηρέτησης κάποιων δανείων και δη των στεγαστικών. Ωστόσο, όπως είπε, λόγω αύξηση των εσόδων των τραπεζών, τα κόκκινα δάνεια θα είναι αντιμετώπισης. Παρ’ όλα αυτά προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να συμβούν ακραία φαινόμενα δημοσιονομικής αναταραχής. Καταλήγοντας, ο κ. Ζανιάς ανέφερε ότι “ένα κεκτημένο των μνημονίων ήταν ότι έχουμε σταματήσει να τα ζητάμε όλα από το Κράτος, τουλάχιστον αρκετός κόσμος έχει σταματήσει να το κάνει αυτό. Αυτό θα πρέπει να συνεχιστεί και οι κυβερνήσεις πρέπει να μην το ενθαρρύνουν αυτό”.
Φωκίων Καραβίας: Απαιτείται πολύ σοβαρή δημοσιονομική σύνεση
Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, κ. Φωκίων Καραβίας, προέβλεψε ότι η Ελλάδα δεν θα αποφύγει την αρνητική επίπτωση από το “σύννεφο” ύφεσης στην Ευρώπη. Ήδη, η Ελλάδα “πληρώνει” με καθυστέρηση της αναβάθμισης σε επενδυτική βαθμίδα, λόγω της γενικότερης κρίσης. Το εξωτερικό αυτό περιβάλλον θα χτυπήσει την ελληνική οικονομία μέσω του ισοζυγίου, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες είναι οι μεγαλύτεροι πελάτες τόσο στον τουρισμό όσο και τις εξαγωγές. Ταυτόχρονα, θα αυξήσει τις αποδόσεις το κόστος χρηματοδότησης, καθώς ήδη αυτό έχει αυξηθεί σημαντικά για τις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης. Παράλληλα, τα υψηλά επιτόκια επιβραδύνουν τις επενδύσεις και η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος αυξάνει τους κινδύνους για νέα κόκκινα δάνεια.
Ο κ. Καραβίας περιμένει νέα άνοδο επιτοκίων τον Οκτώβριο από την ΕΚΤ κατά 75 μονάδες βάσης. Προβλέπει ανάπτυξη για το 2023 κατά 2-2,5%, λόγω συνέχισης της πιστωτικής επέκτασης κυρίως για επενδύσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και των πόρων του ΕΣΠΑ που ενεργοποιούνται. Ωστόσο, προειδοποίησε ότι απαιτείται πολύ σοβαρή δημοσιονομική σύνεση, αποφεύγοντας οριζόντια μέτρα στήριξης και μέτρα μόνιμου χαρακτήρα. Το κράτος σε περιόδους κρίσης πρέπει να υποστηρίζει τους πιο αδύναμους, λαμβάνοντας υπόψη και τα δημοσιονομικά περιθώρια και την κατάσταση της οικονομίας.
Γκίκας Χαρδούβελης: “Η βιωσιμότητα του χρέους θα είναι το ζητούμενο στο απώτερο μέλλον”
Ο Πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας, καθηγητής Γκίκας Χαρδούβελης, τόνισε ότι υπάρχει αισιόδοξο δημοσιονομικό μονοπάτι αρκεί να υπάρχει αυτοσυγκράτηση. Επίσης ο κ. Χαρδούβελης σημείωσε ότι υπάρχει προβληματισμός για το αν θα επανέλθουμε στην προ-κορωνοϊού εποχή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και η κρίση του πολέμου στην Ουκρανία καθυστερεί την τελική απόφαση. “Η βιωσιμότητα του χρέους θα είναι το ζητούμενο στο απώτερο μέλλον. Θα επιτυγχάνεται με την ανάπτυξη της οικονομίας και την αξιόπιστη δημοσιονομική πολιτική. Άλλωστε ήδη το είδαμε: Η ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ κατά 15% το 2022 έφερε τεράστια μείωση στο λόγο χρέος/ΑΕΠ στο 170%”, παρατήρησε.
Θεόδωρος Πελαγίδης: “Είμαστε σε αχαρτογράφητα νερά”
Η αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες ενδεχομένως να μην αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον πληθωρισμό, εάν δεν υπάρξει συνετή δημοσιονομική διαχείριση, με χαμηλά ελλείμματα και μειούμενο δημόσιο χρέος, επισήμανε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Θεόδωρος Πελαγίδης. “Είμαστε σε αχαρτογράφητα νερά, όπου οι πληθωριστικές προσδοκίες διαρκώς εμπεδώνονται, παρά την άνοδο των επιτοκίων και την προαναγγελία νέων αυξήσεων”, σημείωσε. Ο κ. Πελαγίδης εξήγησε ότι οι φορείς άσκησης πολιτικής καλούνται σήμερα να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο οδυνηρά οικονομικά φαινόμενα, αφενός τον υψηλό πληθωρισμό που απομειώνει την αγοραστική δύναμη και στρεβλώνει τις τιμές, αφετέρου την ύφεση που μπορεί να έλθει εάν η οικονομική δραστηριότητα υποχωρήσει απότομα.
Γιώργος Προβόπουλος: Δεν μάθαμε από την κρίση
Ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιώργος Προβόπουλος, στα έτη που ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση χτυπώντας γρήγορα την Ελλάδα με αποτέλεσμα την πτώχευση και τα μνημόνια, έκανε μια σύγκριση των δεδομένων μεταξύ εκείνης της εποχής και του σήμερα. Και κατέληξε ότι “δεν διδαχθήκαμε όσο έπρεπε από την οικονομική κρίση, ενώ η δημοσιονομική επίγνωση δεν φαίνεται”.
Στην ερώτηση εάν βλέπει νέα μνημόνια ή κάτι στο βάθος του τούνελ, ο κ. Προβόπουλος παρέπεμψε στη μελέτη του Γιώργου Δερτιλή “Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις, 1821-2016”, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι η πτώχευση και η διχόνοια είναι στο αίμα μας. Προχώρησε, όμως, και στην ανάλυση των αριθμών. Ανέφερε ότι το 2009 το δημόσιο χρέος ήταν στο 129% του ΑΕΠ και το έλλειμμα του ισοζυγίου στο -8% του ΑΕΠ.
Σήμερα, το δημόσιο χρέος βρίσκεται στα επίπεδα του 180% του ΑΕΠ, το οποίο μαζί με τις εγγυήσεις, εφόσον το αποφασίσει η Κομισιόν, θα φτάσει στο 190% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα ισοζυγίου προβλέπεται στο -8%, παρά τη θετική πορεία των τουριστικών εσόδων και παρά τα μνημόνια. Κάτι που δείχνει ότι δεν έγιναν οι απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις που θα ενίσχυαν την ανταγωνιστικότητα και το οικονομικό-παραγωγικό μοντέλο.
Βέβαια, όπως διευκρίνισε, το δημόσιο χρέος σήμερα είναι λιγότερα επικίνδυνο από τότε, διότι άνω του 70% βρίσκεται στα χέρια των πιστωτών (κρατών), έχει χαμηλότερο επιτόκιο από αυτό της αγοράς και μεγάλη περίοδο χάριτος και μακρές διάρκειες.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η βιωσιμότητά του είναι εξασφαλισμένη για πάντα υπό όλες τις συνθήκες. Όπως, είπε ο κ. Προβόπουλος, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν μεγάλες ανάγκες για δανεισμό, αλλά εάν αρχίζει η Ελλάδα να δανείζεται, τότε το κόστος θα αυξάνεται και η σημερινή απόδοση που βρίσκεται στο 4% μπορεί να γίνει 5% ή 6%.
Εξάλλου, σημείωσε ότι τα σημερινά επιτόκια βρίσκονται αρκετά χαμηλότερα από το επίπεδο της μακροχρόνιας κανονικότητας, όπως ήταν στη δεκαετία του 1990. Τότε η Γερμανία δανειζόταν με 4%. Η Ελλάδα θα δανειστεί υψηλότερα, καθώς φέρει ακόμα τα βάρυ της προηγούμενης πτώχευσης. Επίσης, προέβλεψε ότι ακόμα κι αν περάσει η κρίση δεν αναμένεται να επανέλθουμε στα μηδενικά επιτόκια της προηγούμενης περιόδου. Ωστόσο, η κρίση εντείνει τα προβλήματα και το κόστος δανεισμού και μετά την κρίση θα υπάρξει άμβλυνση.
Εξάλλου, σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, οι παραδοχές για τη βιωσιμότητα του χρέους που ξεκίνησε από το ΔΝΤ στηρίχθηκε στην υπόθεση ότι θα υπάρχει ανάπτυξη τουλάχιστον 1% το έτος και πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ για τις επόμενες δεκαετίες. Για την υπόθεση του ρυθμού ανάπτυξης 1%, ακόμα και το ίδιο το ΔΝΤ είχε δυσκολία να το εξηγήσει. Διότι, όπως εξήγησε ο κ. Προβόπουλος, αυτό στηρίζεται σε δημογραφικά στοιχεία, τα οποία δείχνουν μείωση του εργατικού δυναμικού κατά 1,1% το χρόνο για τα επόμενα έτη και αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας κατά 0,4%.
Η μεταβολή για την παραγωγικότητα στηρίχθηκε σε ιστορικά δεδομένα των παλαιότερων δεκαετιών. Το αλγεβρικό άθροισμα της μεταβολής του εργατικού δυναμικού και της παραγωγικότητας οδηγούσε αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης, κατά μέσο ετήσιο όρο για τις επόμενες δεκαετίες, κατά 0,7% (0,4%-1,1%=-0,7%). Παρ’ όλα αυτά, το ΔΝΤ υποστήριξε την υπόθεση για μέση ετήσια ανάπτυξη 1% επειδή θα πραγματοποιηθούν μεγάλες και ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Το αποτέλεσμα του ισοζυγίου δεν δείχνει κάτι τέτοιο και μάλιστα με ρεκόρ τουριστικών εσόδων. Όσον αφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα, η κρίση και η ανάγκη για αύξηση των μέτρων στήριξης έφερε πάλι ελλείμματα. Δηλαδή, ήδη “χάλασαν” οι βασικές υποθέσεις του μοντέλου βιωσιμότητας. Τόνισε, επιπλέον, ότι το σημαντικότερο, ίσως, πρόβλημα είναι το έλλειμμα ισοζυγίου και όχι τόσο το δημόσιο χρέος σήμερα.
Οι κίνδυνοι
Μία φράση του γενικού διευθυντή του ΙΟΒΕ, κ. Νίκου Βέττα, συνοψίζει όσα ειπώθηκαν για τους κινδύνους και την επόμενη ημέρα. “Το καλό σενάριο προβλέπει μεγάλες αβεβαιότητες. Το κακό σενάριο, καλύτερα να μην το αναλύσουμε”. Το παζλ των κινδύνων και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ επιτοκίων, πληθωρισμού, ενεργειακού κόστους, γεωπολιτικών εξελίξεων, δημοσιονομικής πολιτικής και πραγματικής οικονομίας συνέδεσαν μαζί με τον κ. Βέττα, ο πρώην επικεφαλής της Eurobank και νυν επικεφαλής της EOS Capital Partners, κ. Απόστολος Ταμβακάκης και ο σύμβουλος επιχειρήσεων κ. Γιώργος Προκοπάκης.
Για τον κ. Βέττα αποτελεί ερώτημα το εάν θα υπάρξει το 2023 αντίστοιχη θετική πορεία των εσόδων από τον τουρισμού, λόγω του ευρύτερου αρνητικού περιβάλλοντος. Εξήγησε τις επιπτώσεις από τη μείωση της κατανάλωσης και την άνοδο του κόστους μαζί με την επιβράδυνση των επενδύσεων. Όλα μαζί δείχνουν για την Ελλάδα, στο καλό σενάριο, να αποφεύγει την ύφεση.
Ο κ. Ταμβακάκης εξήγησε τον μηχανισμό με τον οποίο επηρεάζει η κρίση το cash flow, δηλαδή τις ταμειακές ροές ή τη ρευστότητα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Και όπως χαρακτηριστικά είπε, οι πτωχεύσεις προέρχονται από πρόβλημα στο cash flow, όχι από τις ζημιές ή τον δανεισμό.
Οι επτά κίνδυνοι που ανέλυσαν συνοψίζονται ως εξής:
Πτωχεύσεις, κόκκινα δάνεια. Σχετικά με τον κίνδυνο δημιουργίας μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων ο κ. Καραβίας είχε προαναφέρει ότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί είναι σε μεγάλη πίεση. Επομένως ο κίνδυνος αύξησης των επισφαλειών είναι υπαρκτός και “εμείς οι τράπεζες πρέπει να το παρακολουθούμε αυτό πάρα πολύ στενά. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, μιλώντας με στοιχεία για τους πρώτους εννέα μήνες του 2022, δεν έχουμε δει κάποιες ανησυχητικές ενδείξεις”, προσέθεσε. Ο κ. Ταμβακάκης αναφέρθηκε στη μείωση της κατανάλωσης που επέρχεται με την αύξηση των επιτοκίων, δηλαδή μειώνεται ο τζίρος για τις επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, αυξάνονται όλοι οι παράγοντες κόστους. Πέραν από τις τιμές ενέργειας, αυξάνονται οι τιμές πρώτων υλών, το κόστος εφοδιασμού, το εργατικό κόστος, ακόμα και το κόστος χρηματοδότησης. Αποτέλεσμα, η μείωση του λειτουργικού κέρδους, ακόμα και στις πιο υγιείς και μη δανεισμένες επιχειρήσεις. Αυτό με τη σειρά του αυξάνει το κόστος δανεισμού, μαζί με την άνοδο των επιτοκίων. Ανέφερε πραγματικό παράδειγμα υγιούς επιχείρησης, η οποία προέβλεπε EBITDA 7 εκατ. ευρώ και μόνο με την αύξηση των τιμών ενέργειας, τα 7 εκατ. μειώνονται σε 4 εκατ. ευρώ. Η ίδια επιχείρηση που δανειζόταν με 2,5%, θα φτάσει να δανείζεται με 6%. Και η μετακύλιση του κόστους στην τελική τιμή δεν αποτελεί πάντα λύση, ούτε είναι κάτι εύκολο. Διότι μεσολαβεί χρόνος μέχρι να εισπράξει η επιχείρηση, ενώ στο μεταξύ θα πρέπει να έχει αγοράσει πρώτες ύλες ακριβότερα, λόγω πληθωρισμού. Επιπλέον, περιορίζονται ζήτηση και πωλήσεις.
Πάγωμα επενδύσεων. Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, κ. Φ. Καραβίας, και ο επικεφαλής της EOS Capital Partners παραδέχθηκαν ότι η αύξηση των επιτοκίων, ειδικά για την καταπολέμηση του πληθωρισμού που προέρχεται από προβλήματα στην προσφορά, επιβραδύνουν τις επενδύσεις. Κάτι το οποίο εξήγησε και ο κ. Βέττας. Επίσης, ανέφεραν ότι η αύξηση των επιτοκίων μειώνει τις επενδύσεις σε μια περίοδο που απαιτείται αύξηση επενδύσεων ειδικά στην ενέργεια και την εφοδιαστική αλυσίδα για να πέσουν οι τιμές. Ο κ. Καραβίας προσέθεσε ότι στην Ελλάδα υπάρχει το Ταμείο Ανάκαμψης και θετική πιστωτική επέκταση για τα επόμενα χρόνια, κάτι που ήδη έχει γίνει αισθητό βάσει των στοιχείων. Επιπλέον, ενεργοποιούνται τα κονδύλια μέσω ΕΣΠΑ. Το Ταμείο Ανάκαμψης ενεργοποιεί συνολικές επενδύσεις 70-80 δισ. ευρώ, σημείωσε ο κ. Ζανιάς, ενώ ο κ. Καραβίας είπε ότι ήδη έχουν συμβασιοποιηθεί δάνεια περίπου 1 δισ. για επενδύσεις μέσω του Ταμείου.
Αναβολή επενδυτικής βαθμίδας. Η φράση του κ. Καραβία ήταν χαρακτηριστική: “Νομίζω πως εάν δεν υπήρχαν οι εξωτερικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα, εφόσον δεν υπήρχε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η αυξημένη μεταβλητότητα στις αγορές, ενδεχομένως να μπορούσαμε να είχαμε την επενδυτική βαθμίδα μέσα στο χρονικό παράθυρο που είχαμε προσδιορίσει πέρσι, δηλαδή στις αρχές του 2023”.
Επιβράδυνση. Η επιβράδυνση της ανάπτυξης προέρχεται από τον περιορισμό της κατανάλωσης, των εξαγωγών και των επενδύσεων. Ο κ. Ταμβακάκης ανέφερε ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις συνεχίζουν να επενδύουν ή ακόμα και να ενισχύουν τις επενδύσεις σε περιόδους κρίσης, καθώς η πίτα μικραίνει διότι λιγότερο ισχυροί παίκτες φεύγουν από την αγορά. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, από τις περίπου 80.000, μόνο 1.000 είναι υγιείς και αποτελούν τις μελλοντικά μεγάλες επιχειρήσεις. Όλες οι άλλες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα και περιορίζουν τις επενδύσεις για να επιβιώσουν.
Δημόσιο χρέος. “Προσοχή στο δανεισμό του Δημοσίου γιατί δεν θα είναι βιώσιμος σε λίγο καιρό, επεσήμανε ο σύμβουλος επιχειρήσεων , Γιώργος Προκοπάκης.
Ισοζύγιο. Όταν οι μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης πλήττονται και αυτές είναι οι μεγαλύτεροι πελάτες για τα ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες, περιορίζονται οι εξαγωγές και ο τουρισμός που αποτελεί το βασικό εξαγωγικό προϊόν της Ελλάδος. Η αύξηση του κόστος κάνει τα ελληνικά προϊόντα πιο ακριβά και λιγότερο ελκυστικά για εξαγωγές. Οι διαρθρωτικές αδυναμίες που παραμένουν θα αφήσουν τις εισαγωγές να διογκώνουν το έλλειμμα ισοζύγιο (έλλειμμα ανταγωνιστικότητας) ενισχύοντας τον εισαγόμενο πληθωρισμό και τις συνέπειές του.
Ανατροφοδοτούμενος πληθωρισμός. Ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Θ. Πελαγίδης ανέφερε ότι αυτή τη στιγμή το βάρος έχει αφεθεί στη νομισματική πολιτική, αλλά η τελευταία δεν μπορεί να αποδώσει εάν δεν συνοδευτεί από ένα υπεύθυνο δημοσιονομικό καθεστώς με σταθεροποίηση των δημοσιονομικών μεγεθών. Σήμερα αποδεικνύεται ότι ο συνδυασμός αυτός των δύο πολιτικών είναι δύσκολο να επιτευχθεί, σημείωσε ο κ. Πελαγίδης καθώς νοικοκυριά και επιχειρήσεις διεθνώς έχουν συνηθίσει στη δημοσιονομική χαλαρότητα, η οποία εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια για να υποστηρίξει την οικονομική δραστηριότητα εν μέσω της χρηματοπιστωτικής κρίσης και αργότερα της πανδημίας. Αν η νομισματική αρχή αυξάνει τα επιτόκια σε περιβάλλον που ταυτόχρονα αυξάνεται και το δημόσιο χρέος, τότε ο πληθωρισμός μπορεί να επιμείνει, κατέληξε ο κ. Πελαγίδης αναφέρομενος και σε σχετική μελέτη (Melosi και Bianchi) που συζητήθηκε στην ετήσια σύνοδο των κεντρικών τραπεζιτών στο Jackson Hall, στις ΗΠΑ