Προϋποθέσεις χορήγησης άδειας για τη μεταφορά και εμφύτευση των ξένων γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα της κυοφόρου
Δεκτή έγινε αίτηση χορήγησης άδειας για τη μεταφορά και εμφύτευση στο σώμα της κυοφόρου, ξένων προς την ίδια (ήτοι την κυοφόρο) ωαρίων, προερχόμενων από την αιτούσα ή τρίτη δότρια, γονιμοποιημένων εξωσωματικά με γενετικό υλικό του συζύγου της αιτούσας ή τρίτου δότη, προκειμένου να κυοφορήσει το τέκνο που επιθυμούν να αποκτήσουν η αιτούσα και ο σύζυγός της (ΠΠρΗλείας 15/2022).
Αρχικά, το δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι φέρει την απαραίτητη δικαιοδοσία, δεδομένου ότι η αιτούσα είναι Ελβετίδα υπήκοος με μόνιμη κατοικία στη Γενεύη της Ελβετίας και προσωρινή διαμονή στην Ελλάδα.
Ακολούθως, σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, η μεταφορά των ξένων γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα της κυοφόρου επιτρέπεται με δικαστική άδεια, η οποία παρέχεται πριν από τη μεταφορά τους και μετά από έλεγχο ορισμένων προϋποθέσεων. Ειδικότερα, η αιτούσα, η οποία επιθυμεί, αλλά για ιατρικούς λόγους αδυνατεί να κυοφορήσει, δεν πρέπει να έχει υπερβεί την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής, η οποία ορίζεται καταρχήν στο πεντηκοστό έτος της ηλικίας της, ενώ η γυναίκα, που αναλαμβάνει να κυοφορήσει, πρέπει να είναι, ενόψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία.
Επιπλέον, πρέπει να διενεργηθεί ιατρική εξέταση, ως προς τους ιούς της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV, HIV2), της ηπατίτιδας Β και C και της σύφιλης (RPR) τόσο στη γυναίκα που πρόκειται να κυοφορήσει όσο και σε αυτούς που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο. Η προτιθέμενη να κυοφορήσει υποβάλλεται περαιτέρω σε ενδελεχή ψυχολογική αξιολόγηση.
Περαιτέρω, στο δικαστήριο πρέπει να προσκομίζεται συμφωνία των μερών, δηλαδή των προσώπων που επιθυμούν το παιδί και της κυοφόρου γυναίκας, καθώς και του συζύγου της τελευταίας, αν αυτή είναι έγγαμη, με την οποία, εκτός από τη συμφωνία τους για την διενέργεια της πράξης, να δηλώνουν ότι τα γονιμοποιημένα ωάρια, που εμφυτεύονται στη μήτρα της κυοφόρου, δεν θα ανήκουν στην τελευταία. Η συμφωνία για την κυοφορία από τη φέρουσα ή κυοφόρο γυναίκα γίνεται γραπτώς και χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα, ενώ δεν συνιστά αντάλλαγμα η καταβολή των δαπανών, που απαιτούνται ως προς την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία, η αποζημίωση για κάθε θετική ζημία της κυοφόρου εξαιτίας αποχής από την εργασία της και οι αμοιβές από εξαρτημένη εργασία, τις οποίες στερήθηκε λόγω απουσίας με σκοπό την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1464 ΑΚ, σε περίπτωση τεχνητής γονιμοποίησης, αν η κυοφορία έγινε από άλλη γυναίκα υπό τους όρους του άρθρου 1458 ΑΚ, μητέρα του τέκνου τεκμαίρεται η γυναίκα στην οποία δόθηκε η σχετική δικαστική άδεια. Το τεκμήριο αυτό ανατρέπεται με αγωγή προσβολής της μητρότητας, που ασκείται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τον τοκετό.
Απόσπασμα απόφασης
Από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 περ. β’, 3 αρ. 8 και 9, 4, 13 Ν. 3305/2005 και 1458 ΑΚ συνάγεται ότι παρένθετη μητρότητα αποκαλείται η μέθοδος ιατρικά υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, κατ’ εφαρμογή της οποίας μία γυναίκα κυοφορεί και γεννά (φέρουσα ή κυοφόρος), ύστερα από εξωσωματική γονιμοποίηση και μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων ξένων προς την ίδια, για λογαριασμό άλλης γυναίκας, που επιθυμεί να αποκτήσει παιδί, αλλά αδυνατεί να κυοφορήσει για ιατρικούς λόγους. Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο, συνιστώντας ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 Συντάγματος).
Το γενικό αυτό δικαίωμα παρέχει τη δυνατότητα αυτοκαθορισμού και αυτοδιάθεσης του ατόμου μέσα από την ελευθερία του να προγραμματίζει και να διαμορφώνει τη ζωή του σύμφωνα με τις φυσικές και ψυχοπνευματικές δυνατότητές του και τις αντιλήψεις του και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό αναπτύσσει και ολοκληρώνει την προσωπικότητά του με την παραπάνω έννοια μέσα και από την απόκτηση απογόνων. Η μεταφορά των ξένων γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα της κυοφόρου επιτρέπεται με δικαστική άδεια, η οποία παρέχεται πριν από τη μεταφορά τους και μετά από έλεγχο ορισμένων προϋποθέσεων.
Ειδικότερα, η αιτούσα, η οποία επιθυμεί, αλλά για ιατρικούς λόγους αδυνατεί να κυοφορήσει, δεν πρέπει να έχει υπερβεί την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής, η οποία ορίζεται καταρχήν στο πεντηκοστό έτος της ηλικίας της, ενώ η γυναίκα, που αναλαμβάνει να κυοφορήσει, πρέπει να είναι, ενόψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία.
Επιπλέον, πρέπει να διενεργηθεί ιατρική εξέταση, ως προς τους ιούς της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV, HIV2), της ηπατίτιδας Β και C και της σύφιλης (RPR) τόσο στη γυναίκα που πρόκειται να κυοφορήσει όσο και σε αυτούς που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο. Η προτιθέμενη να κυοφορήσει υποβάλλεται περαιτέρω σε ενδελεχή ψυχολογική αξιολόγηση.
Στο δικαστήριο πρέπει να προσκομίζεται συμφωνία των μερών, δηλαδή των προσώπων που επιθυμούν το παιδί και της κυοφόρου γυναίκας, καθώς και του συζύγου της τελευταίας, αν αυτή είναι έγγαμη, με την οποία, εκτός από τη συμφωνία τους για την διενέργεια της πράξης, να δηλώνουν ότι τα γονιμοποιημένα ωάρια, που εμφυτεύονται στη μήτρα της κυοφόρου, δεν θα ανήκουν στην τελευταία.
Η συμφωνία για την κυοφορία από τη φέρουσα ή κυοφόρο γυναίκα γίνεται γραπτώς και χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα, ενώ δεν συνιστά αντάλλαγμα η καταβολή των δαπανών, που απαιτούνται ως προς την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία, η αποζημίωση για κάθε θετική ζημία της κυοφόρου εξαιτίας αποχής από την εργασία της και οι αμοιβές από εξαρτημένη εργασία, τις οποίες στερήθηκε λόγω απουσίας με σκοπό την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1464 ΑΚ, σε περίπτωση τεχνητής γονιμοποίησης, αν η κυοφορία έγινε από άλλη γυναίκα υπό τους όρους του άρθρου 1458 ΑΚ, μητέρα του τέκνου τεκμαίρεται η γυναίκα στην οποία δόθηκε η σχετική δικαστική άδεια. Το τεκμήριο αυτό ανατρέπεται με αγωγή προσβολής της μητρότητας, που ασκείται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τον τοκετό.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.