ΑΠΟΦΑΣΗ
Fullani κατά Αλβανίας της 13.10.2022 (αρ. προσφ. 4586/18)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο προσφεύγων, Αλβανός υπήκοος, είχε διοριστεί από το Κοινοβούλιο της Αλβανίας στη θέση του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, συνελήφθη ως ύποπτος για κατάχρηση εξουσίας και το Κοινοβούλιο αποφάσισε να τον απολύσει, ωστόσο στη συνέχεια αθωώθηκε. Προσέφυγε στα διοικητικά δικαστήρια για να αμφισβητήσει την απόλυσή του, και τα δικαστήρια αποφάνθηκαν ουσιαστικά υπέρ του, αλλά απέρριψαν το αίτημά του για πρόσθετη αποζημίωση και για επαναδιορισμό του.
Επικαλούμενος το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής), ο προσφεύγων κατήγγειλε ότι τα εθνικά δικαστήρια, αν και έκριναν την απόλυσή του παράνομη, είχαν αρνηθεί να τον διορίσουν εκ νέου στη θέση που κατείχε ή να του επιδικάσουν πρόσθετη αποζημίωση για τη ζημιά που προκλήθηκε στη φήμη του.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων δεν είχε εξαντλήσει όλα τα εγχώρια ένδικα μέσα που είχε στη διάθεσή του. Ειδικότερα, δεν είχε ασκήσει συνταγματική καταγγελία η οποία, μετά τις τροπολογίες του Συντάγματος του 2016, αποτελούσε κατ’ αρχήν ένα αποτελεσματικό ένδικο μέσο σε σχέση με τους ισχυρισμούς οποιασδήποτε παραβίασης δικαιωμάτων που προστατεύονται από την ΕΣΔΑ και τα Πρωτόκολλά της.
Το ΕΔΔΑ απέρριψε την προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 35 §§ 1 και 4 (προϋποθέσεις παραδεκτού) της Σύμβασης λόγω μη εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 8
Άρθρο 35 §§ 1 και 4
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων, Adrian Fullani, είναι Αλβανός υπήκοος ο οποίος γεννήθηκε το 1955 και ζει στα Τίρανα. Το 2011 το Κοινοβούλιο της Αλβανίας διόρισε τον προσφεύγοντα στη θέση του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Αλβανίας (CBA). Ενώ υπηρετούσε την επταετή θητεία του το 2014 συνελήφθη ως ύποπτος για κατάχρηση εξουσίας και το Κοινοβούλιο αποφάσισε να τον παύσει από τα καθήκοντά του.
Στη συνέχεια αθωώθηκε. Άσκησε προσφυγή το 2016 για να αμφισβητήσει την απόλυσή του. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Τιράνων έκρινε ότι ο προσφεύγων είχε απολυθεί παρανόμως. Διαπίστωσε ότι η σύλληψή του από μόνη της δεν δικαιολογούσε την απόλυσή του και ότι παρατηρήθηκαν διαδικαστικές ελλείψεις. Διέταξε την Κεντρική Τράπεζα να του καταβάλλει μισθούς 12 μηνών αλλά απέρριψε την αξίωση για πρόσθετη αποζημίωση και επαναδιορισμό.
Το Διοικητικό Εφετείο Τιράνων επικύρωσε την απόφαση, τροποποιώντας την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου όσον αφορά την καταβολή του μισθού του προσφεύγοντος μέχρι τον Νοέμβριο του 2018, που θα ήταν το τέλος της θητείας του.
Τελικά, το 2017 το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του Εφετείου, προσθέτοντας ότι η απόφαση για την απόλυση του προσφεύγοντος ήταν άκυρη.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι τα κράτη δεν έπρεπε να απαντήσουν σε διεθνή οργανισμό εάν δεν είχαν την ευκαιρία να διορθώσουν την καταγγελλόμενη συμπεριφορά μέσα από το δικό τους νομικό σύστημα. Όσοι επιθυμούσαν να υποβάλλουν προσφυγή κατά ενός κράτους, υποχρεούνται να χρησιμοποιήσουν πρώτα τα ένδικα μέσα που παρείχε το εγχώριο νομικό σύστημα. Σημείωσε επίσης ότι ο προσφεύγων δεν είχε καταθέσει καταγγελία στο Συνταγματικό Δικαστήριο, υποστηρίζοντας ότι δεν είχε κληθεί να το πράξει γιατί, μεταξύ άλλων, δεν υπήρχε συνταγματικό δικαίωμα επαναδιορισμού ή καταβολής αποζημίωσης.
Το Δικαστήριο διαφώνησε. Μετά τη δικαστική μεταρρύθμιση στην Αλβανία το 2016 και τις τροποποιήσεις του Συντάγματος, μια ατομική συνταγματική καταγγελία δεν περιοριζόταν πλέον σε καταγγελίες σύμφωνα με το άρθρο 6 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) της ΕΣΔΑ και αποτελούσε, καταρχήν, αποτελεσματικό ένδικο μέσο για φερόμενες καταγγελίες παραβίασης δικαιωμάτων που προστατεύονται από τη Σύμβαση και τα Πρωτόκολλά της, τα οποία επικυρώθηκαν από την Αλβανία. Το ένδικο αυτό μέσο θα έπρεπε επομένως να χρησιμοποιηθεί από τους προσφεύγοντες, πριν από την υποβολή προσφυγής στο ΕΔΔΑ.
Επιπλέον, οι τροποποιήσεις του Συντάγματος είχαν τεθεί σε ισχύ 17 μήνες πριν ο προσφεύγων καταθέσει προσφυγή στο ΕΔΔΑ και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε εκδώσει απόφαση σχετικά με αξιώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 8 της Σύμβασης. Ακολούθησαν δύο παρόμοιες αποφάσεις το 2021.
Το ΕΔΔΑ απέρριψε την προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 35 §§ 1 και 4 (προϋποθέσεις παραδεκτού) λόγω μη εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων (επιμέλεια: echrcaselaw.com).