Του Λεωνίδα Στεργίου
Τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) για τις ελληνικές τράπεζες επιβεβαιώνουν τις προειδοποιήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και των υπολοίπων ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, όπως του SSM και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά και Ελλήνων τραπεζιτών για τον κίνδυνο αύξησης των κόκκινων δανείων, λόγω της κρίσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΒΑ, από το σύνολο των δανείων ύψους 25 δισ. ευρώ που είχαν ενταχθεί σε μορατόρια, δηλαδή σε πρόγραμμα αναστολής δόσεων κατά το ξέσπασμα της πανδημίας, το 39% βρισκόταν από τις ίδιες τις ελληνικές τράπεζες στην κατηγορία “stage 2”, δηλαδή στην ομάδα υψηλού κινδύνου. Πρόκειται για κατηγορία πριν από εκείνη που περιλαμβάνει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, δηλαδή εκείνα που εμφανίζουν καθυστέρηση άνω των 90 ημερών.
Αύξηση κινδύνου
Από τα στοιχεία, επίσης, προκύπτει ότι τον Ιούνιο υπήρξε μικρή αύξηση του ποσοστού των δανείων στην κατηγορία υψηλού κινδύνου, αλλά μείωση του ποσοστού που πέρασε στη ζώνη των κόκκινων δανείων. Ειδικότερα, στην επικίνδυνη ζώνη βρισκόταν το 39,2% των μορατορίων τον Ιούνιο, έναντι του 38,6% τον Μάρτιο.
Στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είχε περάσει τον Ιούνιο το 14,2% έναντι 16,2% τον Μάρτιο και ακόμα υψηλότερα ένα χρόνο πριν. Τα αντίστοιχα ποσοστά στην Ε.Ε. ήταν 23% και 6%.
Κόκκινα δάνεια
Η συγκράτηση των κόκκινων δανείων (από το σύνολο των μορατορίων) οφείλεται κυρίως σε συνέχιση άμεσων μέτρων στήριξης, όπως το πρόγραμμα Γέφυρα, με το οποίο προβλεπόταν η κρατική επιδότηση των δόσεων μέχρι τα τέλη του 2021 (για επιχειρήσεις και νοικοκυριά).
Επιπλέον, οι ίδιες οι τράπεζες προχώρησαν σε ειδικά και πολύμηνα προγράμματα επαναφοράς δόσεων (step up), αλλά και σε αναχρηματοδοτήσεις και ρυθμίσεις προκειμένου να ενταχθούν στο πρόγραμμα Γέφυρα.
Παράλληλα, εμμέσως στηρίζονται από το αποτύπωμα συνολικών μέτρων στήριξης 50 δισ. ευρώ από την αρχή της πανδημίας μέχρι σήμερα (ενεργειακή κρίση), είτε με τη μορφή των επιστρεπτέων προκαταβολών, είτε με παρατάσεις φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων ή επιδομάτων κ.λπ.
Κρατική εγγύηση
Εξάλλου, η ΕΒΑ καταγράφει υφιστάμενα υπόλοιπα 5,1 δισ. ευρώ, όπου η κρατική εγγύηση φτάνει στο 72%. Παρ’ όλα αυτά, το 11% βρίσκεται στο stage 2 και ήδη είναι κόκκινο το 1,3%. Εδώ, η Ελλάδα εμφανίζει καλύτερη εικόνα, σε σχέση με την υπόλοιπη Ε.Ε., καθώς ο μέσος όρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων με κρατική εγγύηση είναι τριπλάσιος.
Σύνολο δανείων
Σε ό,τι αφορά στο σύνολο των δανείων, η εικόνα είναι καλύτερη, καθώς τα ποσοστά των εξυπηρετούμενων δανείων (προς το σύνολο των χορηγήσεων) αυξάνονται, ενώ εκείνα της κατηγορίας υψηλού κινδύνου και των κόκκινων μειώνονται. Παρ’ όλα αυτά, σε σύγκριση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το ποσοστό εξυπηρετούμενων δανείων στις ελληνικές τράπεζες βρίσκεται στο 79%, έναντι 88% στην Ε.Ε., το ποσοστό του stage 2 στο 12,7% (από 9,5%) και των κόκκινων στο 6,4% (από 2,2%). Δηλαδή, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι τριπλάσιο της Ε.Ε., αν και συνεχώς μειούμενο.
Τιτλοποιήσεις και διαγραφές
Από την άλλη πλευρά, η μείωση των κόκκινων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών οφείλεται, όπως αναφέρει και η ΤτΕ, κατά βάση στις τιτλοποιήσεις, δηλαδή στη μεταφορά τους σε fund και σε εταιρείες διαχείρισης, παρά σε ενεργητική διαχείριση και σε βιώσιμες ρυθμίσεις. Αρκεί να αναφερθούν οι τιτλοποιήσεις (ή αναταξινομήσεις, όπως αναφέρονται στα στατιστικά που παρακολουθεί η Τράπεζα της Ελλάδος). Για παράδειγμα, μόνο το 2021 δρομολογήθηκαν τιτλοποιήσεις (με επιπτώσεις στα στοιχεία του 2022) συνολικού ύψους 20 δισ. ευρώ. Παράλληλα, υπήρξαν διαγραφές δανείων 14,7 δισ. ευρώ (εντάσσονται και στο πλαίσιο των τιτλοποιήσεων). Σημειώνεται ότι προς το τέλος του 2022 προγραμματίζονται κι άλλες διαγραφές δανείων, αλλά πολύ μικρότερου μεγέθους.
Συνεπώς, τα κόκκινα δάνεια μπορεί να μειώνονται από τις τράπεζες, αλλά παραμένουν στο σύνολο της οικονομίας, όπως έχουν αναφέρει ΤτΕ και ΕΚΤ.