ΝΣΚ αρ.γνωμοδότησης 69/2022:
Ερωτάται, εάν τα οικονομικά αποτελέσματα της αναδρομικής ανάκλησης από τη Διοίκηση παράνομων διοικητικών πράξεων, οι οποίες αποτελούσαν νόμιμο έρεισμα καταβολής πρόσθετων αποδοχών σε υπαλλήλους, επέρχονται μόνον για το μέλλον ή, αντίθετα, ανατρέχουν στο χρόνο της έκδοσης των ανακληθεισών πράξεων, με συνέπεια η Διοίκηση να υποχρεούται σε αναζήτηση των πρόσθετων αυτών αποδοχών ως αχρεωστήτως καταβληθεισών και σε περίπτωση άρνησης επιστροφής τους από τους υπαλλήλους σε καταλογισμό σε βάρος τους.
H αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από τις υπαλλήλους Μ.Μ. και Ε.Γ. και η έκδοση καταλογιστικής πράξης σε βάρος τους σε περίπτωση άρνησης επιστροφής τους είναι καταρχήν υποχρεωτική εάν η Διοίκηση, κατά την αποκλειστική της αρμοδιότητα, εκτιμήσει ότι συντρέχει δόλος στο πρόσωπο των εν λόγω υπαλλήλων. Σε περίπτωση δε μη άρνησης από τις υπόχρεες αυτές υπαλλήλους της ως άνω υποχρέωσής τους, αλλά προβολής οικονομικής δυσχέρειάς τους για την άμεση και εις ολόκληρο επιστροφή των καταβληθέντων, αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί σε δόσεις κατά τη διαδικασία των διατάξεων του άρθρου 24 του ν.4354/2015. Η Διοίκηση δύναται να μην προβεί σε αναζήτηση και καταλογισμό των ήδη αχρεωστήτως καταβληθέντων χρηματικών ποσών, μόνον εφόσον, μετά από την εκτίμηση από αυτήν των πραγματικών περιστατικών κάθε μιας από τις παραπάνω περιπτώσεις-υποθέσεις και κάθε χρήσιμου σχετικού στοιχείου, καθώς και της Έκθεσης Ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, με αριθμό 6/2020, διαπιστώσει σωρευτικά ότι: α) οι υπάλληλοι Μ.Μ και Ε.Γ εισέπραξαν τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά καλόπιστα και άνευ της συνδρομής στο πρόσωπό τους δόλου και β) από την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και ενόψει της προσωπικής, οικογενειακής και οικονομικής κατάστασης των εν λόγω υπαλλήλων υφίσταται κίνδυνος δημιουργίας σ’ αυτές ανυπέρβλητων οικονομικών δυσχερειών με άμεση δυσμενή επίδραση στα μέσα διαβίωσης των ιδίων και των οικογενειών τους, δεδομένου ότι από την έναρξη της καταβολής τους μέχρι σήμερα έχει παρέλθει πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Εάν, πάντως, η Διοίκηση, στην αποκλειστική αρμοδιότητα της οποίας ανήκει η ευθύνη χειρισμού των ανωτέρω υποθέσεων, αμφιβάλλει κατά την εκτίμηση και την υπαγωγή των πραγματικών στοιχείων των υποθέσεων αυτών, αν δηλαδή αυτά πληρούν πράγματι τις προϋποθέσεις εφαρμογής των ως άνω κριτηρίων για την αναζήτηση και επιστροφή των επίμαχων χρηματικών ποσών, λόγω δυσχέρειας της απόδειξης συνδρομής τους, τότε πρέπει να καταλογίσει τα αχρεωστήτως καταβληθέντα χρηματικά ποσά σε βάρος των υπόχρεων υπαλλήλων Μ.Μ. και Ε.Γ., ώστε η τελική κρίση για τη νομιμότητα της αναζήτησης των εν λόγω ποσών, να τεθεί ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου, στο οποίο μπορούν αυτές να προσφύγουν (κατά πλειοψηφία). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 4, περ. δ)΄ του Οργανισμού του Ν.Σ.Κ. (ν.4831/2021, Α΄170), λόγω αντίθεσης, ως προς το ανωτέρω ζήτημα, της υπ αρ.13/2022 γνωμοδότησης του ΣΤ΄ Τμήματος του Ν.Σ.Κ. προς την γνωμοδότηση του Γ΄ Τμήματος του Ν.Σ.Κ., με αριθμό 32/2021. (πηγή nsk.gr)