Παράλειψη τυπικής άρσης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ύστερα από ακυρωτική απόφαση
Το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέτασε αγωγή αποζημίωσης κατ’ άρθρ. 105–106 ΕισΝΑΚ, μακρόχρονης δέσμευσης ρυμοτομηθέντος ακινήτου χωρίς συντέλεση της απαλλοτρίωσης (ΣτΕ 2125/2022).
Στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ανήκει η εκδίκαση αγωγής αποζημίωσης ως προς τις αξιώσεις από μακρόχρονη δέσμευση ρυμοτομηθέντος ακινήτου χωρίς καταβολή της δικαστικώς και της εξωδίκως-συμβιβαστικώς καθορισθείσας αποζημίωσης, που γεννήθηκαν και κατέστησαν δικαστικώς επιδιώξιμες πριν από τις 11.6.1985, καθώς και ως προς τις περαιτέρω αξιώσεις που γεννήθηκαν μετά τις 11.6.1985 και ήσαν κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων προσδιορίσιμες.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, ευθύνη προς αποζημίωση εις ολόκληρον Δημοσίου και οικείου δήμου κατ’ άρθρ. 926 AΚ δημιουργείται όταν, ύστερα από δικαστική απόφαση ακυρωτική της παράλειψης της Διοίκησης να άρει και τυπικώς ρυμοτομική απαλλοτρίωση με τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου, ζητηθεί η γνώμη του δήμου ως προς το πολεοδομικώς αναγκαίο ή μη της διατήρησης του κοινόχρηστου χώρου και τη δυνατότητά του ή μη να καταβάλει αμελλητί στους ιδιοκτήτες την προσήκουσα αποζημίωση και ο δήμος δεν απαντήσει στα τεθέντα ερωτήματα εντός της ταχθείσας προθεσμίας ούτε τα αρμόδια για την τροποποίηση του σχεδίου όργανα της Διοίκησης μετά την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας προβούν στις δέουσες ενέργειες και δεν εκδοθεί τελικά πράξη τροποποίησης του σχεδίου.
Περαιτέρω, ζημία από απώλεια μισθωμάτων διαμερισμάτων ανεγερθησόμενης οικοδομής δεν συνδέεται αιτιωδώς με την παράνομη παράλειψη τυπικής άρσης της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης με τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου, καθόσον η παρανομία αυτή δεν είναι αντικειμενικώς ικανή (πρόσφορη) κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα και ως εκ τούτου δεν συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις των άρθρ. 105 ΕισΝΑΚ και 298 ΑΚ.
Και τούτο, διότι μόνη η ως άνω παράλειψη της Διοίκησης ή μόνη η δημοσίευση της σχετικής ακυρωτικής δικαστικής απόφασης δεν αρκεί για να καταστήσει το ακίνητο οικοδομήσιμο, αλλά αυτό παραμένει πολεοδομικώς αρρύθμιστο και, επομένως, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας πολεοδομικής ρύθμισής του με την τροποποίηση του σχεδίου, δεν επιτρέπεται να εκδοθεί οικοδομική άδεια. Η Διοίκηση είναι μεν υποχρεωμένη να ρυθμίσει εκ νέου μετά την άρση το πολεοδομικό καθεστώς του ακινήτου, όμως δεν δεσμεύεται να το καταστήσει άνευ ετέρου οικοδομήσιμο, αλλά οφείλει να κρίνει αποκλειστικώς με βάση πολεοδομικά κριτήρια και όχι με βάση τα ιδιωτικά συμφέροντα των ιδιοκτητών. Δεν είναι, επομένως, βέβαιο εάν η Διοίκηση θα αποφασίσει τον αποχαρακτηρισμό του ακινήτου από κοινόχρηστο χώρο σε οικοδομήσιμο και, άρα, την αποδέσμευσή του ή την επανεπιβολή της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή επιβολή ρυμοτομικού βάρους και, άρα, την εκ νέου δέσμευση του ακινήτου.
Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr.