In-Focus, από το Παρατηρητήριο Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ
Χρύσα Παπαλεξάτου-Μάνος Ματσαγγάνης
Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των φύλων δημοσίευσε πρόσφατα τον Δείκτη ισότητας των φύλων για το 2022. Τα στοιχεία του Δείκτη καταγράφουν τις ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών σε διάφορους τομείς. Ο Δείκτης παίρνει τιμές από το 1 έως το 100 (όπου 100 = πλήρης ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών). Η βαθμολογία της ΕΕ για το 2022 είναι 68,6 (5,5 μονάδες υψηλότερη από ό,τι το 2010). Οι χώρες με τις κορυφαίες επιδόσεις είναι η Σουηδία, η Δανία και η Ολλανδία. Τις χειρότερες επιδόσεις έχουν η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Ελλάδα. Η χώρα μας βελτίωσε την επίδοσή της κατά 4,8 μονάδες από το 2010. Παρόλα αυτά, με 53,4 μονάδες, η Ελλάδα κατατάσσεται και φέτος στην τελευταία θέση στην ΕΕ(27η σε 27 κράτη μέλη).
Όπως δείχνουν τα δεδομένα, σημαντικές ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών παραμένουν στην εργασία, στην εκπαίδευση, στην υγεία και άλλους τομείς. Κάποιοι τομείς επηρεαστήκαν ιδιαίτερα από την πανδημία. Για παράδειγμα, παρότι υπήρξε μια μικρή αύξηση της τάξης των 3,7 μονάδων στον Δείκτη στην υποκατηγορία της φροντίδας (παιδιών και ηλικιωμένων) από το 2007 έως το 2016 για το σύνολο της ΕΕ, μια συμπληρωματική διαδικτυακή έρευνα του Ινστιτούτου για την περίοδο της πανδημίας αποκαλύπτει πως η αυξημένη ενασχόληση των γονέων με τη φροντίδα των παιδιών (όσο τα σχολεία έμεναν κλειστά) δεν κατανεμήθηκε ισόποσα μεταξύ γυναικών και ανδρών. Το ποσοστό όσων αφιέρωναν τουλάχιστον 4 ώρες στην καθημερινή φροντίδα μικρών παιδιών ανήλθε στο 40% μεταξύ των γυναικών, έναντι 21% μεταξύ των ανδρών (στο σύνολο της ΕΕ).
Πάρα τις δυσκολίες, πρόοδος σημειώθηκε στη συμμετοχή των γυναικών στην εξουσία. Η συγκεκριμένη υποκατηγορία του Δείκτη αυξήθηκε κατά 15,3 μονάδες από το 2010 έως το 2022. Σε σχέση με το παρελθόν, οι γυναίκες καταλαμβάνουν περισσότερες από τις θέσεις όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις στην πολιτική, στις επιχειρήσεις και στους κοινωνικούς θεσμούς. Στην Ελλάδα, η πρόοδος συγκριτικά με το 2010 μεταφράστηκε σε αύξηση του δείκτη κατά 6,5 μονάδες. Όμως οι ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών στη συμμετοχή στην εξουσία παραμένουν εντονότερες από ότι στις άλλες χώρες, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στην κατηγορία αυτή το 2022 (μόνο η Ουγγαρία είχε χειρότερη επίδοση).
Συμφώνα με τα δεδομένα του 2022, το ποσοστό των γυναικών στο Υπουργικό Συμβούλιο είναι μόλις 15,5% στην Ελλάδα (έναντι 33.4% στην ΕΕ). Στη Βουλή οι γυναίκες είναι το 21%, έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 33%.Όσον αφορά τις επιχειρήσεις, μόλις 23% των μελών Διοικητικού Συμβουλίου των μεγαλύτερων εισηγμένων εταιρειών ήταν γυναίκες (στην ΕΕ είναι 31.6%).Η ίδια εικόνα χαμηλής εκπροσώπησης των γυναικών καταγράφεται στη διοίκηση της Κεντρικής Τράπεζας (16,7% στην Ελλάδα έναντι 26,4% στην ΕΕ),αλλά και σε άλλους θεσμούς (π.χ. στη δημόσια ραδιοτηλεόραση, στους φορείς χρηματοδότησης της έρευνας, στους εθνικούς οργανισμούς ολυμπιακών αθλημάτων κ.ά.).
H πρόσφατη οδηγία της ΕΕ («Γυναίκες στα διοικητικά συμβούλια») ορίζει ότι έως το 2026 τουλάχιστον 40% των θέσεων ΔΣ εισηγμένων εταιρειών θα πρέπει να καλύπτονται από γυναίκες. Στην Ελλάδα, το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων 2021-2025 περιέχει σημαντικές πρωτοβουλίες για την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών σε θέσεις εξουσίας, ευθύνης και ηγεσίας, ενώ επίσης τονίζει την ανάγκη ουσιαστικής εφαρμογής των ποσοστώσεων που πλέον προβλέπονται στη νομοθεσία. (Για παράδειγμα, σύμφωνα με το Ν4706/20,από το 2021 οι εισηγμένες εταιρίες στην Ελλάδα οφείλουν να περιλαμβάνουν στα διοικητικά τους συμβούλια γυναίκες σε ποσοστό τουλάχιστον 25%). Η αρνητική πρωτιά της χώρας μας δείχνει ότι οι προσπάθειες για την προώθηση της ισότητας των φύλων πρέπει να ενισχυθούν, να είναι συντονισμένες, και να παραμείνουν σταθερά ψηλά στις κυβερνητικές προτεραιότητες, καθώς και σε εκείνες των επιχειρήσεων και των κοινωνικών οργανώσεων.
* Η Χρύσα Παπαλεξάτου είναι Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη στο Παρατηρητήριο Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.
* Ο Μάνος Ματσαγγάνης είναι Κύριος Ερευνητής, Επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ, Υπότροφος της Έδρας «Σταύρος Κωστόπουλος», και Καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πολυτεχνείο Μιλάνου