Προφανής δυσαναλογία μεταξύ της οφειλής και της αξίας του ακινήτου που επιβλήθηκε η κατάσχεση
Δεκτή έγινε ανακοπή κατ’ άρθρο 933 του ΚΠολΔ, λόγω καταχρηστικής επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της ανακόπτουσας, με την επιβολή κατάσχεσης και επίσπευση πλειστηριασμού επί ακίνητης περιουσίας της (ΕιρΑθ 1036/2022)
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ μπορεί να αποτελέσει και η προφανής αντίθεση της επισπευδόμενης διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στα αντικειμενικά όρια της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή οικονομικού σκοπού του δικαιώματος που θέτει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ.
Η εκτέλεση είναι καταχρηστική, όταν υφίσταται προφανής δυσαναλογία μεταξύ του χρησιμοποιούμενου μέσου και του επιδιωκόμενου σκοπού, ασκούμενου του σχετικού δικονομικού δικαιώματος με κακοβουλία, κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη ή την καλή πίστη ή όταν η άσκηση της αντίστοιχης αξίωσης χωρεί κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, ώστε οι επαχθείς συνέπειες που δημιουργούνται από την άσκηση του να δημιουργούν για τον υπόχρεο έντονη εντύπωση αδικίας.
Περαιτέρω, οι πράξεις κατάσχεσης και πλειστηριασμού περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, υπό στενή έννοια, όταν εμφανίζονται ως μέτρα εξαιρετικής σκληρότητας για τον συγκεκριμένο οφειλέτη, τα οποία υπερβαίνουν τα ανεκτά όρια της θυσίας του, ενώ ταυτόχρονα η απαίτηση που εκτελείται είναι μικρής αξίας και συνεπώς, έκδηλη η μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ του μέσου εκτελέσεως και του σκοπού για τον οποίο αυτό επιβάλλεται. Μάλιστα, η ακυρότητα των εν λόγω πράξεων εκτελέσεως επέρχεται έστω και αν δεν υπάρχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, τα οποία θα μπορούσαν να κατασχεθούν.
Εν προκειμένω, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η εμπορική αξία του κατασχεμένου ακινήτου έχει δια της ανακοπτόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατασχέσεως εκτιμηθεί στο ποσό των 90.000 €, τελούσα σε προφανή δυσαναλογία με το εκτελούμενο πόσο των 16.179,67 €, που αποτελεί την απαίτηση.
Συνεπώς, κρίθηκε καταχρηστική κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, η κατάσχεση του ακινήτου της ανακόπτουσας, αξίας 90.000 €, για την ικανοποίηση απαίτησης 16.179,67 €, καθώς παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή θεωρείται ως ένα υπερβολικά επαχθές μέτρο συγκριτικά με τον σκοπό που επιδιώκεται. Το δικαστήριο δε επεσήμανε πως το εν λόγω ακίνητο αποτελεί το μοναδικό σχεδόν έσοδο της ανακόπτουσας από την εκμίσθωση του, ενώ αν και θέλει να πληρώσει την οφειλή της και πρότεινε να έρθει σε συμβιβασμό, ή ακόμη και να καταβάλει εφάπαξ το ποσό των 16.000 € για να σταματήσει η κατάσχεση, η απάντηση ήταν αρνητική.
Απόσπασμα απόφασης
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 ΑΚ, 116 και 933 ΚΠολΔ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι η πραγμάτωση με αναγκαστική εκτέλεση της απαίτησης του δανειστή κατά του οφειλέτη αποτελεί ενάσκηση ουσιαστικού δικαιώματος δημοσίου δικαίου.
Ως εκ τούτου λόγο της ανακοπής του άρθρου 9 33 ΚΠολΔ μπορεί να αποτελέσει και η προφανής αντίθεση της επισπευδόμενης διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στα αντικειμενικά όρια της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή οικονομικού σκοπού του δικαιώματος που θέτει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. Η εκτέλεση είναι καταχρηστική, όταν υφίσταται προφανής δυσαναλογία μεταξύ του χρησιμοποιούμενου μέσου και του επιδιωκόμενου σκοπού, ασκούμενου του σχετικού δικονομικού δικαιώματος με κακοβουλία, κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη ή την καλή πίστη ή όταν η άσκηση της αντίστοιχης αξίωσης χωρεί κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, ώστε οι επαχθείς συνέπειες που δημιουργούνται από την άσκηση του να δημιουργούν για τον υπόχρεο έντονη εντύπωση αδικίας.
Εφόσον δε η αντίθεση στα αντικειμενικά όρια που τίθενται από τη διάταξη του άρθρου 2 81ΑΚ, αναφέρεται στην εγκυρότητα του ίδιου του εκτελεστού τίτλου, συνιστά ουσιαστικό ελάττωμα του, με την επιδίωξη εκτελέσεως δια τίτλου τυπικώς μεν έγκυρου, ο οποίος όμως επιτεύχθηκε αντιθέτως προς το άρθρο 281 ΑΚ, ο δε σχετικός λόγος ανακοπής πρέπει να προβάλλεται μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934 παρ.1° ΚΠολΔ. Αν όμως η αντίθεση στα κριτήρια του άρθρου 281 ΑΚ αφορά την απαίτηση ή τη διαδικασία της εκτέλεσης, ο λόγος ανακοπής πρέπει να προβάλλεται μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934 παρ.ιβ ΚΠολΔ, δηλαδή ως την έναρξη της τελευταίας πράξης εκτέλεσης (ΟΛ ΑΠ 12/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 311/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 261/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μ.Πρ.Ηλ.132/2022 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).
Περαιτέρω, οι πράξεις κατάσχεσης και πλειστηριασμού περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, υπό στενή έννοια, όταν εμφανίζονται ως μέτρα εξαιρετικής σκληρότητας για τον συγκεκριμένο οφειλέτη, τα οποία υπερβαίνουν τα ανεκτά όρια της θυσίας του ενώ ταυτόχρονα η απαίτηση που εκτελείται είναι μικρής αξίας και συνεπώς, έκδηλη η μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ του μέσου εκτελέσεως και του σκοπού για τον οποίο αυτό επιβάλλεται.
Μάλιστα, η ακυρότητα των εν λόγω πράξεων εκτελέσεως επέρχεται έστω και αν δεν υπάρχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, τα οποία θα μπορούσαν να κατασχεθούν. Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες, που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποίησης του δικαιώματος του (Εφ.Πειρ.172/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μ.Πρ.Ηλ.132/2022 ό.π.).
Στην προκειμένη περίπτωση, ο λόγος αυτός της ένδικης ανακοπής προβάλλεται παραδεκτά και είναι νόμιμος, ερειδόμενος στη διάταξη του άρθρου 281ΑΚ, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr.