Πρωτοφανής απόφαση από το Ανώτατο Δικαστήριο την περασμένη Τετάρτη (16/11). Αθώωσε δύο νεαρούς Ελληνοκύπριους, οι οποίοι είχαν καταδικασθεί σε 5ετή φυλάκιση για βιασμό ανήλικης (16 ετών και 8 μηνών) και διέταξε την άμεση αποφυλάκισή τους. Τα επίδικα γεγονότα και το κατ’ ισχυρισμόν αδίκημα διαπράχθηκαν τον Αύγουστο του 2020, ενώ οι νεαροί είχαν καταδικαστεί πρωτόδικα τον περασμένο Απρίλιο.
Αυτό, όμως, που προκαλεί εντύπωση είναι ότι το δευτεροβάθμιο δικαστικό σώμα, με τα όσα καταγράφει στην έκτασης 29 σελίδων ετυμηγορία του, κατακεραυνώνει το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας – Αμμοχώστου. Όχι μόνο σε ό,τι αφορά τον τρόπο που το τελευταίο αξιολόγησε την ενώπιόν του μαρτυρία. Το Ανώτατο εντοπίζει και νομικό σφάλμα στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ άλλων γίνεται λόγος για «αυθαίρετο εύρημα», ενώ επισημαίνεται και αντιφατικότητα στην κρίση του Κακουργιοδικείου.
Να σημειωθεί ότι οι λόγοι έφεσης που ηγέρθησαν από τους δικηγόρους (Η. Στεφάνου και Γ. Νεάρχου για Ηλίας Α. Στεφάνου ΔΕΠΕ) των εφεσειόντων, περιστράφηκαν σε δυο πυλώνες. Στην ποιοτικά αδύνατη μαρτυρία της ανήλικης, αλλά και στην παραβίαση του δικαιώματος για δίκαιη δίκη. Ειδικότερα, αναφέρεται ότι ενώ το Κακουργιοδικείο αξιολογώντας τη μαρτυρία της παραπονούμενης κατέληξε ότι «δεν ήταν συγκεκριμένη και σαφής», εντούτοις όφειλε να αναζητήσει ενισχυτική μαρτυρία. Επιπλέον, μιλά για παράλειψη σχετικά με τη μη κλήση μαρτύρων υπεράσπισης: «Καταλήγουμε ότι η μη κλήτευση των πιο πάνω προσώπων στην απουσία ικανοποιητικής εξήγησης εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής, έπληξε το δικαίωμα των Εφεσειόντων για δίκαιη δίκη και αποτελεί από μόνο του στοιχείο για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης».
Σε ό,τι αφορά τα επίδικα γεγονότα της υπόθεσης, σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, στις 8/8/2020 η ανήλικη κατανάλωσε σε νυκτερινό κέντρο διασκέδασης (club) μεγάλη ποσότητα αλκοόλ μαζί με την παρέα της και περιήλθε σε κατάσταση μέθης. Όταν έφυγαν από τον χώρο αναψυχής, οι νεαροί, 20 και 18 χρόνων τότε, την πολιόρκησαν και τραβώντας την από το χέρι, αλλά και υπενθυμίζοντάς της την παλιά φιλία τους, την παρέσυραν να πάει μαζί τους. Εν συνεχεία, ο ένας εκ των καταδικασθέντων, σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αγόρασε μια μπουκάλα βότκα. Ακολούθως, πήγαν σε ξενοδοχείο και η ανήλικη με προτροπή των δύο νεαρών πήρε το κλειδί ενός δωματίου από την υποδοχή (reception) του ξενοδοχείου που ήταν αφύλαχτη. Εντός του δωματίου οι νεαροί φέρονται να είχαν έρθει σε σεξουαλική επαφή ξεχωριστά με την ανήλικη και παρά τη θέλησή της.
Ωστόσο, βάσει της απόφασης του Ανωτάτου, τα ευρήματα «μπάζουν». Το τριμελές δικαστικό σώμα (Τ.Θ. Οικονόμου, Δημητριάδου-Ανδρέου, Στ. Χατζηγιάννη) σημειώνει πως το πρωτόδικο δικαστικό σώμα έκρινε ότι η ανήλικη όταν έφυγε από το κλαμπ ήταν σε θέση να επικοινωνήσει, ενώ η ίδια είπε ότι δεν είχε αντίληψη. Επίσης, το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη μαρτυρίες για τα όσα έγιναν στο ξενοδοχείο, από άτομα τα οποία εκ των γεγονότων δεν μπορούσαν να έχουν γνώση. Επιπλέον, επισημαίνεται κι ότι δεν λήφθηκε υπόψη μαρτυρία ατόμου που παρουσίαζε την ανήλικη να φιλιόταν διαδοχικά με τους καταδικασθέντες στο νυκτερινό κέντρο και το οποίο δεν απέκλειε η ανήλικη να επιζήτησε σεξουαλική επαφή μαζί τους. Αυθαίρετο κρίθηκε και το πρωτόδικο εύρημα ότι πότιζαν βότκα την ανήλικη στο ξενοδοχείο.