Από τις επιδοτήσεις των 878 εκ. ευρώ του Αυγούστου στα μόλις 100 εκ. ευρώ το 20ήμερο του Νοεμβρίου, σύμφωνα με τη ΡΑΕ.
20.11.2022 | 08:00
Τεράστια βουτιά σημειώνουν οι πόροι του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης που προέρχονται από το πλαφόν στα έσοδα των ηλεκτροπαραγωγών και διατίθενται για τις επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) και επικαιροποιεί καθημερινά, για το διάστημα 1 έως 19 Νοεμβρίου το πλαφόν που βάζει ο μηχανισμός ανάκτησης μέρους εσόδων των ηλεκτροπαραγωγών έδωσε στο ΤΕΜ μόλις 100,6 εκ. ευρώ. Τον Αύγουστο, τον μήνα με τα υψηλότερα έσοδα που ανακτήθηκαν από τις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΠΕ, φυσικό αέριο, λιγνίτης και υδροηλεκτρικά) είχαν εκτοξευτεί στα 878,3 εκ. ευρώ.
Διαβάστε επίσης -Έμμεσο πλαφόν και στη λιανική ρεύματος – «Κόφτης» για τις υψηλές χρεώσεις
Όπως προκύπτει από τα στατιστικά που έχει αναρτήσει η ΡΑΕ στην ηλεκτρονική διεύθυνση από τις 8 Ιουλίου όταν εφαρμόστηκε για πρώτη φορά ο μηχανισμός ανάκτησης μέρους εσόδων των ηλεκτροπαραγωγών (πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά) μέχρι και τις 19 Νοεμβρίου οι πόροι που τράβηξε το ΤΕΜ και πάνε για τις επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος ήταν στα 2,423 δις. ευρώ. Αν δεν λειτουργούσε ο συγκεκριμένος μηχανισμός που πρότεινε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας και ψηφίστηκε στη Βουλή, τα συνολικά έσοδα των ηλεκτροπαραγωγών θα ήταν πάνω από τα 7,5 δις. ευρώ. Με το πλαφόν ψαλιδίστηκαν σχεδόν στα 5,1 δις. ευρώ.
Διαβάστε επίσης: Πάροχοι ρεύματος: Αντιδρούν στη φορολόγηση των υπερεσόδων από τη λιανική
Η μείωση
Αν ανατρέξουμε στα στοιχεία της ΡΑΕ για την απόδοση του μηχανισμού μήνα – μήνα θα διαπιστώσουμε πως τα έσοδα ακολουθούν πτωτική τροχιά.
Πιο συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο το ΤΕΜ μάζεψε από τους ηλεκτροπαραγωγούς 570,8 εκ. ευρώ, έναντι 878,3 εκ. ευρώ, τον Οκτώβριο συγκέντρωσε 252,8 εκ. ευρώ, ενώ τις 19 ημέρες του Νοεμβρίου έχουν μπει στον «κουμπαρά» 100,6 εκ. ευρώ. Τις πρώτες 23 μέρες εφαρμογής του μηχανισμού (8-31 Ιουλίου) είχαν ανακτηθεί 621,3 εκ. ευρώ.
Οι λόγοι της πτώσης
Γιατί, όμως, υποχωρούν τα έσοδα του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας;
Η απάντηση δίνεται από την τροχιά που ακολουθούν οι χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΡΑΕ Νοέμβριος οι τιμές των χρηματιστηριακών αγορών ρεύματος (αγορά επόμενης ημέρας και ενδοημερήσια αγορά) μειώνονται. Άρα και το πλαφόν, οι ανώτατες τιμές που ορίζονται ανά τεχνολογία παραγωγής, επιλέγεται να μπαίνει μήνα – μήνα χαμηλότερα. Συνεπώς και τα έσοδα στο ΤΕΜ λιγοστεύουν.
Αξίζει να σημειωθεί πως για τον Ιούλιο η μεσοσταθμική τιμή χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας πριν την εφαρμογή του μηχανισμού ήταν στα 343,51 ευρώ/MWh και με τη λειτουργία του ορίστηκε στα 216,12 ευρώ/MWh. Τον Αύγουστο οι αντίστοιχες τιμές ήταν στα 437,72 ευρώ/MWh και 281,07 ευρώ, τον Σεπτέμβριο στα 418,05 και 293,29 ευρώ/MWh, τον Οκτώβριο στα 234,51 και 175,26 ευρώ/MWh, ενώ για το διάστημα 1 με 19 Νοεμβρίου η μεσοσταθμική χονδρεμπορική τιμή πριν το πλαφόν ήταν στα 209,73 ευρώ/MWh και με το πλαφόν ορίστηκε στα 169,23 ευρώ/MWh.
Να σημειωθεί πως οι τιμές που εφαρμόζονται με τον μηχανισμό είναι και αυτές με τις οποίες αμείβονται τελικά οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας για τις ποσότητες ρεύματος που πωλούν στη χονδρεμπορική (χρηματιστηριακή) αγορά. Άρα όσο χαμηλώνουν οι τιμές τόσο μικρότερα είναι και τα έσοδα (διαφορά τιμών προ και μετά πλαφόν) που πηγαίνουν προς το ΤΕΜ.
Σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις που δίνονται στους λογαριασμούς ρεύματος για να χαμηλώσουν οι τιμές λιανικής, αυτές θα είναι λιγότερες από τη στιγμή που υποχωρούν οι τιμές χονδρικής. Και αυτό επειδή η μεταξύ τους διαφορά (χονδρική – λιανική) περιορίζεται.
Αξίζει δε να σημειωθεί πως για τις επιδοτήσεις συμμετέχουν ο κρατικός προϋπολογισμός καθώς και άλλες πηγές εσόδων του ΤΕΜ, όπως τα δικαιώματα εκπομπών αέριων ρύπων.
Ο κρατικός προϋπολογισμός έχει δώσει 2,3 δις. ευρώ και απομένουν γύρω στα 700 εκ. ευρώ να διατεθούν μέχρι το τέλος της χρονιάς.
Οι εφεδρείες
Ο υπουργός ΠΕΝ Κώστας Σκρέκας και συνολικά η κυβέρνηση διαβεβαιώνουν πως όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση οι λογαριασμοί ρεύματος θα επιχορηγούνται.
Έτσι το υπουργείο επιδιώκει να χτίσει “εφεδρείες” μέσα από την άντληση εσόδων από άλλες πηγές. Πρόκειται για φόρους στις εταιρείες ενέργειας αλλά και από αυξήσεις σε ρυθμιζόμενες χρεώσεις των λογαριασμών ρεύματος νοικοκυριών κι επιχειρήσεων.
Πιο συγκεκριμένα με δύο παρεμβάσεις, οι οποίες βέβαια πυροδοτούν κρυφές ανατιμήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος, επιχειρεί να συγκεντρώσει τα πρώτα έσοδα:
1. Η πρώτη έχει να κάνει με την αύξηση των ρυθμιζόμενων χρεώσεων Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) που πληρώνουν νοικοκυριά κι επιχειρήσεις. Με διατάξεις σε πρόσφατο νόμο ανάβει το πράσινο φως για την έκδοση απόφασης από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας ώστε να αυξηθούν οι χρεώσεις ΥΚΩ. Η επιβάρυνση των καταναλωτών εκτιμάται σε 300 εκ. ευρώ. Τα χρήματα αυτά θα συγκεντρωθούν στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για τη χορήγηση των επιδοτήσεων.
2. Η δεύτερη απόφαση έχει να κάνει με την επιβολής τέλους τέλος 10 ευρώ ανά Μεγαβατώρα στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας. Οι εκτιμήσεις θέλουν να εισπράττονται περί τα 400 εκ. ευρώ ετησίως. Οι προβλέψεις θέλουν τις εταιρείες να μετακυλίουν αυτό το κόστος στην κατανάλωση, δηλαδή στους λογαριασμούς
Φόροι
Έσοδα για το ΤΕΜ επιχειρεί να συγκεντρώσει και μέσω της φορολόγησης.
Όπως από τη φορολόγηση με 90% των υπερεσόδων των ηλεκτροπαραγωγών της περιόδου Οκτωβρίου 2021 – Ιουνίου 2022 θα αντληθούν πόροι 373,55 εκ. ευρώ.
Η κυβέρνηση προχωρά και στην επιβολή έκτακτης φορολόγησης 90% στα υπερέσοδα των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας για την περίοδο Αυγούστου 2022 – Νοεμβρίου 2022, χωρίς να έχει αποτιμηθεί το σχετικό ποσό.
Γύρω στα 300 εκ. ευρώ εισπράττονται επίσης και από την επέκταση του πλαφόν στην ενδοημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Εξάλλου, η κυβέρνηση αναμένεται να υιοθετήσει και τον πρόσφατο κοινοτικό κανονισμό για τη φορολόγηση με 33% των πρόσθετων κερδών των διυλιστηρίων. Οι εκτιμήσεις θέλουν για το 2022 να συγκεντρώνεται ποσό της τάξης των 540 εκ. ευρώ.
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια την πορεία των τιμών ενέργειας στο μέλλον καθώς παραμένει άγνωστη η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία, όπως επίσης και το αν τον επόμενο χειμώνα θα διατηρηθεί η επάρκεια φυσικού αερίου στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Οι εξελίξεις αυτές αναμένεται να καθορίσουν και την πορεία των επιδοτήσεων.