ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ 10ο
ΑΠΟΦΑΣΗ 742/2021
Αποτελούμενο από το Δικαστή Ιωάννη Τζιμπλάκη, Προεδρεύοντα Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Καλλιόπη Παπαζαφείρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Ιανουαρίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α) ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ (πιν. 2): 1. …. και 8. …., τους οποίους εκπροσώπησε στο ακροατήριο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Δημήτριος Ντοκατζής.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Αλλοδαπής ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «… …… … … INSURANCE S.A.», που εδρεύει στο …. και εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από την ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «… ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε», που εδρεύει στην Αθήνα Αττικής, επί της …., νομίμως εκπροσωπούμενης, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ, την οποία εκπροσώπησε στο ακροατήριο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Ηλίας Μπαλλάσης.
Β) ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ (πιν. 3): Αλλοδαπής ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «… …… … … INSURANCE S.A.», που εδρεύει στο … … και εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από την ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «… ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε», που εδρεύει στην Αθήνα Αττικής, επί της …., νομίμως εκπροσωπούμενης, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ, την οποία εκπροσώπησε στο ακροατήριο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Ηλίας Μπαλλάσης.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1. …. και 7. …., τους οποίους εκπροσώπησε στο ακροατήριο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Δημήτριος Ντοκατζής.
Οι ενάγοντες … κλπ και ήδη εκκαλούντες στην υπό στοιχείο Α’ έφεση εφεσίβλητοι πλην της πρώτης στην υπό στοιχεία Β’ έφεση, με την από 10 Οκτωβρίου 2019 αγωγή τους, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που είχε κατατεθεί με αριθμό …/20197, η οποία στρέφονταν κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης εκκαλούσας αλλοδαπής ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «… …… … … INSURANCE S.A.», που εδρεύει στο … … και εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από την ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «… ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε», ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτή.
Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1105/ 2020 οριστική απόφασή του, αντιμωλία των διαδίκων, απέρριψε την αγωγή ως προς την πρώτη ενάγουσα … χα … … και δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως προς τους λοιπούς ενάγοντες.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν οι διάδικοι, ήτοι: 1) οι εκκαλούντες ενάγοντες … χα … … κλπ, με την από 6 Ιουνίου 2020 (αρ. καταθ. δικ. …/2020) έφεσή τους και 2) η εκκαλούσα εναγομένη, με την από 11 Ιουνίου 2020 (αρ. καταθ. δικ. …/…/2020) έφεσή της, προς το Δικαστήριο τούτο και ζητούν να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ’ αυτές.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου (2 + 3) και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων κατέθεσαν εμπρόθεσμα τις προτάσεις τους και παραστάθηκαν με δηλώσεις τους, κατά το άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι υπό κρίση από 6-6-2020 (αρ. εκθ. καταθ. …/ 2020) και 11-6-2020 (αρ. εκθ. καταθ. …/2020) εφέσεις κατά της 1105/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο (άρθρο 681 Α ΚΠολΔ), έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης, ούτε παρήλθε διετία από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 511, 513 παρ. 1β και 2, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, 591 παρ. 1 και 681 A του ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις, για το παραδεκτό των οποίων καταβλήθηκαν τα νόμιμα παράβολα υπέρ του Δημοσίου, να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες, λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρ. 31 και 246 ΚΠολΔ).
– Με την από 10-10-2019 αγωγή τους ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι ενάγοντες εξέθεσαν ότι…, οδηγώντας τη με αρ. κυκλοφορ. … δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του, η οποία ήταν ασφαλισμένη, κατά το χρόνο του ατυχήματος, στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία για τις προς τρίτους προξενούμενες ζημίες, τραυμάτισε θανάσιμα, κατά το τροχαίο οδικό ατύχημα, που έλαβε χώρα στην … Θεσσαλονίκης, στις 186-2019, από αποκλειστική υπαιτιότητά του, υπό τις περιγραφόμενες σ’ αυτή συνθήκες, τον πεζό…, σύζυγος της πρώτης, πατέρα του δευτέρου και τρίτου, πεθερού της τετάρτης και έκτης και παππού των λοιπών εναγόντων, με αποτέλεσμα να υποστούν αυτοί (ενάγοντες) ψυχική οδύνη. Ζήτησαν δε οι ενάγοντες, μετά το νόμιμο περιορισμό του αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους που καταχωρίστηκε στα πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας να καταβάλει, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από το θάνατο του ανωτέρω συγγενούς τους, στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό των 125.000 €, σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο ενάγοντα, 75.000 €, σε καθεμιά από τις τέταρτη και έκτη των εναγόντων 35.000 € και σε καθένα από τους λοιπούς ενάγοντες 50.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη, δεχόμενο ότι συνυπαίτιος του θανάσιμου τραυματισμού του ήταν και ο ίδιος ο πεζός, συγγενής των εναγόντων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι ηττηθέντες διάδικοι, με τις υπό κρίση εφέσεις τους, και ζητούν, για τους περιεχομένους σ’ αυτές λόγους, που ανάγονται σε κακή εφαρμογή του νόμου -ως προς την απόρριψη της αγωγής για την πρώτη ενάγουσα, ως αβάσιμη =και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, την εξαφάνισή της, ώστε κατά μεν τους ενάγοντες, να γίνει δεκτή η αγωγή στο σύνολό της, κατά δε την εναγομένη να απορριφθεί η αγωγή.
Δικαιούχος χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης είναι και το άτομο που δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον του, βρίσκεται δηλαδή σε κατάσταση άγρυπνου κώματος, χαρακτηριζόμενο ως «φυτό». Δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο το αν το άτομο αυτό (παθών ζημιωθείς) είναι υποκειμενικά σε θέση να αισθανθεί πόνο ή συγκίνηση από την προσβολή. Για την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (ψυχικής οδύνης) σε τέτοια πρόσωπα, που σε κάθε περίπτωση, υφίστανται βλάβη στην προσωπικότητά τους, αρκεί η αντικειμενική αντίληψη της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης, ανεξάρτητα από υποκειμενικά στοιχεία και χωρίς διείσδυση του δικαστή στο ψυχικό κόσμο του παθόντος, προκειμένου να κρίνει αν αυτός αισθάνθηκε, πράγματι, πόνο, λύπη, κλπ. Εφόσον έχει μεσολαβήσει προσβολή της προσωπικότητας του παθόντος ζημιωθέντος (57-59 ΑΚ), δεν πρέπει να απαλλάσσεται ο υπόχρεος από το συμπωματικό γεγονός ότι ο δικαιούχος της χρηματικής ικανοποιήσεως δεν μπορεί, επί του παρόντος, να αντιληφθεί τη σημασία της αδικοπραξίας, για κάποια αιτία πρόσκαιρη ή διαρκή, αφού μελλοντικά δεν αποκλείεται να βελτιωθεί η θέση του παθόντος σε βαθμό ώστε να μπορεί να συναισθανθεί τη σημασία της αδικοπραξίας (βλ. ΑΠ 1059/2017,ΔΗΜΟΣ. ΝΟΜΟΣ, Επιθ. Συγκοιν. Δικ. 2017, σελ. 298 επ). Στην προκειμένη περίπτωση το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, δέχθηκε ότι: «… αποδείχθηκε ότι η πρώτη ενάγουσα, σύζυγος του θανόντος, ήδη κατά το χρόνο του θανάτου του, βρισκόταν σε τελικό στάδιο της νόσου της άνοιας, από την οποία έπασχε τα τελευταία δέκα έτη, εμφανίζοντας οργανικό ψυχοσύνδρομο με διαταραχές της συμπεριφοράς, σύμφωνα με τις προανακριτικές καταθέσεις των υιών της και για το λόγο αυτό δεν ήταν σε θέση να καταθέσει ενώπιον της αστυνομίας για το ατύχημα του συζύγου της. Επομένως, ευρισκόμενη στο τελικό στάδιο άνοιας, δεν είχε επαφή με το περιβάλλον και δεν μπορούσε να αντιληφθεί το θάνατο του συζύγου της και να πονέσει γι’ αυτόν. Με βάση λοιπόν, τη μείζονα σκέψη που προηγήθηκε, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να απορριφθεί ως προς την πρώτη ενάγουσα». Όπως, πράγματι, προκύπτει από τις από 10-9-2019 προανακριτικές καταθέσεις των υιών του θανόντος, … …, η μητέρα τους και σύζυγος του θανόντος … …, δεν ήταν σε θέση να καταθέσει ενώπιον της Αστυνομικής αρχής, καθώς έπασχε από άνοια τα τελευταία δέκα χρόνια, εμφανίζοντας οργανικό ψυχοσύνδρομο με διαταραχές συμπεριφοράς. Σύμφωνα, όμως, με όσα αναφέρονται στην πιο πάνω μείζονα σκέψη της παρούσας, η ως άνω πρώτη ενάγουσα … …, σύζυγος του θανόντος, δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, ακόμη και αν βρίσκεται σε κατάσταση τέτοια (άνοια) που δεν μπορεί να επικοινωνεί με το περιβάλλον της και δεν θυμάται τους συγγενείς της και δη το θανόντα σύζυγό της, καθόσον δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο το αν αυτή είναι υποκειμενικά σε θέση να αισθανθεί ψυχικό πόνο από το θάνατο του συζύγου της, η ψυχική δε οδύνη έχει συντελεστεί στο πρόσωπό της, έστω και αν δεν μπορεί, προς το παρόν, να αντιληφθεί το μέγεθος αυτής, για την ως άνω διαρκή έστω αιτία (άνοια). Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι η ανωτέρω δεν δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο, δεκτού γενομένου μετά ταύτα του πρώτου λόγου της έφεσης της πρώτης εκκαλούσας.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα των εναγόντων,…, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδρίασης του ίδιου δικαστηρίου, την αριθμ. …. ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …., ενώπιον του Ειρηνοδίκου Θεσσαλονίκης, η οποία λήφθηκε μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου τους, κατ’ άρθρο 671 παρ. 1 εδ. γ’ ΚΠολΔ (βλ. την αρ. …. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ….), απ’ όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και εκείνα της ποινικής δικογραφίας, την αρ. … τεχνική έκθεση ανάλυσης του ένδικου τροχαίου ατυχήματος του πραγματογνώμονα …, που διορίστηκε από τους ενάγοντες, τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρ. 444 αρ. 3, 448 παρ. 2, 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως (άρθρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 18/6/2019 και περί ώρα 19:00, ο …, ετών 86, σύζυγος της πρώτης των εναγόντων, πατέρας του δεύτερου και τρίτου, πεθερός της τέταρτης και έκτης των εναγόντων και παππούς των λοιπών εναγόντων, βρισκόταν πεζός στο …. Θεσσαλονίκης, επί της οδού … και στο δεξιό πεζοδρόμιο αυτής C6 σχέση με το ρεύμα προς …, λίγο πριν τη συμβολή της οδού αυτής με την οδό Γρ. Λαμπράκη. Πρόθεσή του ήταν να διασχίσει το οδόστρωμα της οδού … και δη αρχικά μεν το προς … ρεύμα πορείας αυτής, κινούμενος από δεξιά προς αριστερά ως προς την πορεία των κινουμένων κατά την κατεύθυνση αυτή οχημάτων και ακολούθως και το προς Θεσσαλονίκη ρεύμα πορεία αυτής, προκειμένου να πάει στο απέναντι πεζοδρόμιο, προκειμένου να αγοράσει ψωμί από το ευρισκόμενο εκεί πρατήριο άρτου. Στο σημείο αυτό η οδός … είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης, με μία λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και συνολικό πλάτος οδοστρώματος 8,50 μέτρων. Στο ύψος του Οικοδομικού αριθμού …, όπου έλαβε χώρα το ένδικο συμβάν, είναι άσφαλτος, ευθεία και οριζόντια. Επί του οδοστρώματος δεν υπάρχει κατά μήκος διαγράμμιση που να χωρίζει τα δύο ρεύματα κυκλοφορίας και το ανώτατο όριο ταχύτητας ορίζεται, κατ’ άρθρο 20 παρ. 1 του ΚΟΚ, σε 50 χλμ/ώρα, ως κατοικημένη περιοχή. Στο εν λόγω σημείο που έλαβε χώρα το ατύχημα δεν υπάρχει σηματοδοτούμενη ή και διαγραμμιζόμενη διάβαση πεζών, ενώ προέκυψε ότι υφίσταται πλησίον του πιο πάνω σημείου διαγραμμιζόμενη διάβαση πεζών και φωτεινός σηματοδότης για διέλευση πεζών σε απόσταση μόλις 42 μέτρων. Στον ανωτέρω τόπο και χρόνο ήταν ημέρα με επαρκή φυσικό φωτισμό, η ορατότητα δεν περιοριζόταν, η οδός ήταν ξηρή και η κυκλοφορία οχημάτων και πεζών ήταν πυκνή, όπως όλα τα ανωτέρω αποδεικνύονται από τη συνταχθείσα από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα έκθεση αυτοψίας. Ο … …, κατήλθε από το πεζοδρόμιο από το ανωτέρω σημείο, όπου όπως ήδη αναφέρθηκε δεν υπήρχε σηματοδοτούμενη ή διαγραμμιζόμενη διάβαση πεζών και άρχιζε να διασχίζει κάθετα προς τον άξονά της το ρεύμα κυκλοφορίας της οδού … από Θεσσαλονίκη προς …, κινούμενος από δεξιά προς τα αριστερά σε σχέση με την πορεία των οχημάτων που κινούνταν στο ρεύμα κυκλοφορίας της οδού, χωρίς ωστόσο να βεβαιωθεί ότι μπορεί να πράξει τούτο με ασφάλεια και χωρίς να παρεμποδίσει την κυκλοφορία των οχημάτων, αφού επέλεξε να μη χρησιμοποιήσει τη διαγραμμιζόμενη διάβαση πεζών που απείχε περί τα 42 μέτρα από το εν λόγω σημείο. Λίγο πριν φτάσει στο μέσο του οδοστρώματος και αφού είχε διασχίσει απόσταση 4,5 περίπου μέτρων από το άκρο δεξιό της οδού, ευρισκόμενος στο μέσο του οδοστρώματος, εντελώς ξαφνικά δέχθηκε τη βίαιη πρόσκρουση επί του σώματός του της δίκυκλης μοτοσικλέτας με αρ. κυκλ. …, που οδηγούσε ο μη διάδικος … … και ήταν ασφαλισμένη για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία. Πιο συγκεκριμένα, κατά την πιο πάνω χρονική στιγμή, ο τελευταίος οδηγούσε χωρίς σύνεση και χωρίς να έχει διαρκώς τεταμένη την προσοχή του την ως άνω δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του, κινούμενος όχι στο δεξιό τμήμα του ρεύματος πορείας του, αλλά στο μέσο του οδοστρώματος της οδού …, με κατεύθυνση προς …, με αυξημένη για τις περιστάσεις ταχύτητα, ήτοι περί τα 60 χλμ/ώρα που υπερέβαινε το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο των 50 χλμ/ώρα. Από ανεπιτηδειότητα του δε περί την οδήγηση και από έλλειψη της προσοχής που όφειλε, ως μέσος συνετός οδηγός, και μπορούσε να καταβάλει, μη έχοντας ρυθμίσει την ταχύτητα της δίκυκλης μοτοσικλέτας του, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες συνθήκες (κατοικημένη περιοχή, πυκνή κυκλοφορία οχημάτων και πεζών), έτσι ώστε να είναι σε θέση να διακόψει την πορεία του μπροστά από οποιοδήποτε εμπόδιο που μπορούσε να προβλεφθεί και το οποίο βρισκόταν στο ορατό από αυτόν μπροστινό τμήμα της οδού, δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως και από ικανή απόσταση τον κατά τα ανωτέρω κινούμενο πεζό, αν και τούτος ήταν εύκολα διακριτός από απόσταση τουλάχιστον 60 μέτρων, δεδομένου ότι η ορατότητά του δεν περιοριζόταν, με αποτέλεσμα, όταν ο πεζός είχε διασχίσει περίπου απόσταση 4,5 μ. επί του οδοστρώματος από το άκρο δεξιό της οδού, αν και επιχείρησε ενστικτωδώς αριστερό αποφευκτικό ελιγμό και συγχρόνως τροχοπέδηση, για να αποφύγει τη σύγκρουση με τον πεζό, η μοτοσικλέτα του να επιπέσει με το δεξιό μέρος της (καθρέπτη) στο σώμα του πεζού, ρίχνοντάς τον στο οδόστρωμα, σε σημείο που απείχε 3,3 μέτρα από το άκρο του οδοστρώματος προς Θεσσαλονίκη. Με την πτώση του στο έδαφος ο ως άνω πεζός χτύπησε με σφοδρότητα στο κεφάλι και άρχισε να αιμορραγεί με συνέπεια να επέλθει ο θάνατός του, συνεπεία των κακώσεων κεφαλής πλήρης διατομή του νωτιαίου μυελού αυχενικής μοίρας σπονδυλικής στήλης (βλ. Την …./19-6-2019 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας νεκροτομής του Ιατροδικαστού στο Αριστ. Πανεπ. Θεσσ/νίκης ….), η δε μοτοσικλέτα ανατραπείσα σύρθηκε ακυβέρνητη διαγωνίως με το δεξιό μέρος της σε απόσταση 15 μέτρων καταλήγοντας στο αντίθετο ρεύμα, ήτοι αυτό που οδηγεί προς Θεσσαλονίκη. Οι ισχυρισμοί των εναγόντων, ότι: α) το σημείο που η δίκυκλη μοτ/τα επέπεσε στο σώμα του πεζού (σημείο σύγκρουσης) βρίσκεται στο αντίθετο ρεύμα από αυτό που εκινείτο η μοτ/τα, δηλαδή προς Θεσσαλονίκη, αφού το σημείο όπου κατέπεσε ο πεζός απείχε μόλις 3,3 μ. από το άκρο δεξιό τμήμα του ρεύματος προς Θεσσ/νίκη και β) ο πεζός πριν κατέβει στο οδόστρωμα ήλεγξε προσεκτικά την κυκλοφορία των οχημάτων και στα δύο ρεύματα και αφού βεβαιώθηκε ότι μπορούσε να διασχίσει το οδόστρωμα με ασφάλεια εισήλθε σε αυτό, κρίνονται αβάσιμοι κατ’ ουσίαν, καθόσον οι αυτόπτες μάρτυρες του ένδικου τροχαίου ατυχήματος, τα ονόματα των οποίων αναγράφονται στην από 18-6-2019 έκθεση αυτοψίας (….) κατέθεσαν προανακριτικά ότι είδαν ξαφνικά τον πεζό να επιχειρεί να διασχίσει κάθετα την οδό έχοντας σκυμμένο το κεφάλι και χωρίς να έχει ελέγξει προηγουμένως το οδόστρωμα, ενώ κανένας από τους ανωτέρω δεν ανέφερε ότι το σημείο σύγκρουσης της μοτ/τας επί του πεζού βρισκόταν στο αντίθετο από αυτό που κινείτο η μοτ/τα ρεύμα κυκλοφορίας. Ομοίως, αβάσιμος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι ο πεζός πετάχθηκε ξαφνικά στο οδόστρωμα και ο οδηγός του ασφαλισμένου σ’ αυτήν οχήματος δεν πρόλαβε να αντιδράσει, καθόσον αποδείχθηκε ότι η σύγκρουση έγινε στο μέσο περίπου του οδοστρώματος, που σημαίνει ότι ο ηλικιωμένος πεζός είχε ήδη διασχίσει περίπου 4,5 μ. απόσταση από το δεξιό άκρο της οδού, ενώ, όπως ήδη προαναφέρθηκε, ο οδηγός της μοτοσικλέτας είχε επαρκή ορατότητα έμπροσθεν αυτού, περί τα 60 μέτρα και, εφόσον είχε τεταμένη την προσοχή του στην οδήγηση, θα είχε κάλλιστα αντιληφθεί τον πεζό και θα ρύθμιζε ανάλογα την ταχύτητά του ώστε να αποφύγει να επιπέσει επ’ αυτού. Με δεδομένες τις πιο πάνω συνθήκες πρόκλησης του ένδικου τροχαίου ατυχήματος, αυτό οφείλεται σε συγκλίνουσα υπαιτιότητα και των δύο εμπλεκομένων σε αυτή προσώπων, ήτοι σε ποσοστό 60% για το θανόντα πεζό και ποσοστό 40% για τον οδηγό της δίκυκλης μοτ/τας. Ειδικότερα, ο πιο πάνω οδηγός δεν κατέβαλε την επιμέλεια και προσοχή που θα κατέβαλε ο μέσος συνετός οδηγός κάτω από ανάλογες περιστάσεις (άρθρο 330 ΑΚ) και ειδικότερα οδηγούσε χωρίς σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, ώστε να μπορεί να εκτελεί τους απαιτούμενους χειρισμούς προς αποφυγή ατυχήματος, κατά τρόπο ώστε να είναι σε θέση να διακόψει την πορεία του όταν κάποιος πεζός εισερχόταν στο οδόστρωμα (άρθρα 12 παρ. 1, 19 παρ. 1 και 39 παρ. 1 του ν.2696/1999), ούτε ρύθμισε την ταχύτητα του οχήματος του εντός του ανώτατου επιτρεπομένου ορίου, κινούμενος με ταχύτητα περί των 60 χλμ/ώρα, πλέον δε τούτων, δεν οδηγούσε το όχημά του στο δεξί μέρος του ρεύματος πορείας του, αλλά αντίθετα κινείτο επί του άξονος του οδοστρώματος, με συνέπεια να μην αντιληφθεί έγκαιρα τον πεζό που διέσχιζε το οδόστρωμα κάθετα από δεξιά προς τα αριστερά του, έχοντας ήδη διασχίσει 4,5 μ. περίπου από το άκρο δεξιό της οδού, παρόλο δε που επιχείρησε να τροχοπεδήσει κάνοντας αποφευκτικό ελιγμό προς τα αριστερά, δεν μπόρεσε να τον αποφύγει, αλλά προσέκρουσε με το δεξιό τμήμα της (καθρέπτη) στο σώμα του πεζού, ρίχνοντάς τον στο οδόστρωμα και τραυματίζοντας τον θανάσιμα, λόγω κακώσεων της κεφαλής. Όμως, στο ένδικο ατύχημα και στο θανάσιμο τραυματισμό του πεζού συνετέλεσε από δική του αμέλεια και ο ίδιος, αφού προκειμένου να διασχίσει κάθετα την οδό …, στην οποία υπήρχε πυκνή κίνηση οχημάτων τη συγκεκριμένη στιγμή, από σημείο που δεν υπήρχε διάβαση πεζών η φωτεινός σηματοδότης, δε βεβαιώθηκε πριν ότι μπορούσε να πράξει τούτο με ασφάλεια, ώστε να μη δημιουργήσει κίνδυνο στους οδηγούς των οχημάτων που κινούντο επί της οδού αυτής, ούτε έλεγξε προσεκτικά την κίνηση των οχημάτων που κινούντο στο ρεύμα πορείας προς …, ενώ είχε ορατότητα, λόγω της ημέρας, επί της οδού, αντίθετα, επιχείρησε απρόσεκτα να διασχίσει το οδόστρωμα, με συνέπεια να παρασυρθεί από το πιο πάνω όχημα. Η παραβίαση δε των ως άνω κανόνων οδηγικής συμπεριφοράς από τους ως άνω εμπλεκόμενους στο ατύχημα, τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με το ως άνω προκληθέν , αποτέλεσμα που είχε ως συνέπεια το θάνατο του πεζού. Πρέπει δε, τέλος, να σημειωθεί ότι η υπέρβαση του ορίου ταχύτητας από τον οδηγό της μοτ/τας προκύπτει από το ότι, αυτή, μετά την πρόσκρουση επί του πεζού, σύρθηκε στο οδόστρωμα, δημιουργώντας χαραγές, συνολικού μήκους 15,7 μέτρων. Στην κρίση του αυτή περί συνυπαιτιότητας αμφοτέρων των ως άνω εμπλακέντων στο ατύχημα, οδηγού και πεζού, στην επίδικη σύγκρουση, κατέληξε το Δικαστήριο από την προσήκουσα εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού που προσκομίστηκε, ιδίως από τα κατά την προανάκριση από 18-6-2019 έκθεση αυτοψίας και το πρόχειρο σχεδιάγραμμα που τη συνοδεύει του Τμημ. Τροχ. …, τις από 18-6-2019 προανακριτικές καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων που αναγράφονται στην έκθεση αυτοψίας αλλά και από την από 11-12-2019 τεχνική έκθεση ανάλυσης του ατυχήματος του πραγμ/να, διορισθέντος από τους ενάγοντες,…. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος ως βάσιμη στην ουσία η προβαλλόμενη από την εναγομένη σχετική ένσταση συνυπαιτιότητας του θανόντος στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος (300 ΑΚ) που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με λόγο έφεσης εκ μέρους της ανωτέρω.
Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε συγκλίνουσα αμέλεια και του οδηγού της μοτοσικλέτας και του πεζού, στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος, καθορίζοντας τα ίδια πιο πάνω ποσοστά συνυπαιτιότητας εκάστου τούτων, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, απορριπτομένων μετά ταύτα των σχετικών λόγων των από 6-6-2020 και 11-6-2020 εφέσεων, ως αβάσιμων κατ’ ουσία.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο … … του …., κατά το χρόνο του θανάτου του ήταν ηλικίας 86 ετών (γεννηθείς το 1933) και άφησε εν ζωή πλησιέστερους συγγενείς του, την πρώτη ενάγουσα, σύζυγό του, ηλικίας 87 ετών, τους δεύτερο και τρίτο ενάγοντες, γυιούς του, ηλικίας 57 και 53 ετών, αντίστοιχα, τις τέταρτη και έκτη ενάγουσες, νύφες του, ηλικίας 50 και 51 ετών, αντίστοιχα και τις πέμπτη, έβδομο και όγδοη ενάγοντες, εγγονούς του, ηλικίας 26, 23 και 19 ετών, αντίστοιχα (βλ. το υπ’ αρ. …. πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δήμου … Θεσσαλονίκης, και τα από 25-6-2019 πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης του ως άνω Δήμου), με τους οποίους συνδεόταν με στενό ψυχικό δεσμό. Συνεπεία του απροσδόκητου και κάτω από τις προαναφερθείσες συνθήκες θανάτου αυτού, οι ενάγοντες (σύζυγος, τέκνα, νύφες και εγγόνια) υπέστησαν ψυχική οδύνη για την αποκατάσταση της οποίας πρέπει να επιδικασθεί σ’ αυτούς χρηματική ικανοποίηση. Σημειώνεται ότι, όπως ήδη προαναφέρθηκε, δικαιούται της ως άνω χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης και η πρώτη ενάγουσα, σύζυγός του, η οποία, κατά το χρόνο του θανάτου του συζύγου της βρισκόταν στο τελικό στάδιο της άνοιας, από την οποία έπασχε τα τελευταία δέκα έτη, εμφανίζοντας οργανικό ψυχοσύνδρομο. Για την άμβλυνση των συναισθημάτων αυτών καθώς και για την ηθική παρηγοριά και ψυχική τους ανακούφιση, πρέπει να τους επιδικαστούν, ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες έλαβε χώρα το εν λόγω ατύχημα, της ηλικίας του θανόντος (86 ετών), του βαθμού συνυπαιτιότητας (40%) του οδηγού του ζημιογόνου οχήματος στην πρόκληση του ατυχήματος, αλλά και της υπαιτιότητας του θανόντος στην πρόκληση του ατυχήματος και στο μέγεθος του τραυματισμού του (60%), το βαθμό της συναισθηματικής σύνδεσης εκάστου εξ αυτών μαζί του, την ένταση του ψυχικού τους πόνου, την ηλικία των δικαιούχων, σε συνδυασμό με την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων φυσικών προσώπων, ως χρηματική ικανοποίηση, τα ακόλουθα ποσά: α) στην πρώτη ενάγουσα, … χήρα … …, σύζυγο του θανόντος, το ποσό των 17.000 ευρώ, β) σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο ενάγοντα, το ποσό των 20.000 ευρώ, γ) σε καθεμία από τις τέταρτη και έκτη ενάγουσα, το ποσό των 4.000 ευρώ και δ) σε καθένα από τους πέμπτη, έβδομο και όγδοη ενάγουσα, το ποσό των 8.000 ευρώ, απορριπτομένων των σχετικών κονδυλίων κατά το επιπλέον, ως ουσιαστικά αβάσιμων. ‘Εσφαλε, συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που για την πιο πάνω αιτία επιδίκασε στους πιο πάνω ενάγοντες (πλην της πρώτης ενάγουσας, ως προς την οποία το αίτημα κρίθηκε απορριπτέο ως αβάσιμο) μεγαλύτερα ποσά, δεκτού γενομένου εν μέρει ως ουσία βάσιμου του σχετικού λόγου της έφεσης της εναγομένης.
Μετά από αυτά και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι έφεσης προς έρευνα, πρέπει να γίνουν δεκτές οι από 6-6-2020 και 11-6-20020 εφέσεις ως ουσιαστικά βάσιμες και να διαταχθεί η επιστροφή των παραβολών στους καταθέσαντες. Στη συνέχεια, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, το Δικαστήριο δε τούτο πρέπει να κρατήσει την υπόθεση, να δικάσει επί της από 10-102019 αγωγής, να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή κατ’ ουσίαν και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό των 17.000 ευρώ, σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο ενάγοντα, το ποσό των 20.000 ευρώ, σε καθεμία από τις τέταρτη και έκτη ενάγουσα, το ποσό των 4.000 ευρώ και σε καθένα από τους πέμπτη, έβδομο και όγδοη ενάγουσα, το ποσό των 8.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Η δικαστική δαπάνη των εναγόντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, βαρύνει κατά ένα μέρος την εναγομένη, λόγω της μερικής ήττας της (άρθρ. 178, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις από 6-6-2020 και 11-6-2020 εφέσεις.
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν τις εφέσεις.
Διατάσσει την επιστροφή των παραβολών σ’ αυτούς που τα κατέθεσαν.
Εξαφανίζει την 1105/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει κατ’ ουσίαν την από 10-10-2019 αγωγή.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει την υποχρέωση της εναγομένης, να καταβάλει: α) στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό των δέκα επτά χιλιάδων (17.000) ευρώ, β) σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο των εναγόντων, το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, γ) σε καθεμία από τις τέταρτη και έκτη των εναγόντων, το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ και δ) σε καθένα από τους πέμπτη, έβδομο και όγδοη των εναγόντων, το ποσό των οκτώ χιλιάδων (8.000 ευρώ), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης, μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εξακοσίων (4.600) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στις 8 Φεβρουαρίου 2021 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοί τους δικηγόροι.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ