Ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στο πλαίσιο του Συμβουλίου, σχετικά με αναθεωρημένο κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων
(2022/C 433/01)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΣΥΝΕΛΘΟΝΤΕΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ τα συμπεράσματα του Συμβουλίου ECOFIN της 1ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με τη φορολογική πολιτική και λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται συντονισμένη δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να μειωθούν οι στρεβλώσεις στην ενιαία αγορά, να αποφευχθούν σημαντικές απώλειες φορολογικών εσόδων και να βοηθηθούν οι φορολογικές δομές να αναπτυχθούν με τρόπο φιλικότερο προς την απασχόληση,
ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ το ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στο πλαίσιο του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων,
ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 5ης Δεκεμβρίου 2017 σχετικά με τον ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας και τις τελευταίες διεθνείς εξελίξεις στον τομέα της καταπολέμησης της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τα θετικά αποτελέσματα του θεμιτού ανταγωνισμού και την ανάγκη εδραίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών σε διεθνές επίπεδο, αλλά σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι ορισμένα φορολογικά μέτρα ενδέχεται να έχουν επιζήμια αποτελέσματα,
ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΖΟΝΤΑΣ ότι ο κώδικας δεοντολογίας αποτελεί πολιτική δέσμευση και δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των κρατών μελών ούτε τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Ένωσης οι οποίες απορρέουν από τις Συνθήκες,
ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ ότι η Ομάδα «Κώδικας δεοντολογίας» λειτουργεί ως ομάδα ομοτίμων μεταξύ των κρατών μελών με την απαραίτητη συνδρομή της Επιτροπής,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ το επιτυχημένο έργο της Ομάδας «Κώδικας δεοντολογίας» με τους εκλεγμένους προέδρους της, χάρη στο οποίο καταργήθηκε πληθώρα φορολογικών μέτρων και εδραιώθηκε πλαίσιο εποικοδομητικής συνεργασίας με τρίτες χώρες και δικαιοδοσίες,
ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ ότι χρέη γραμματείας για την Ομάδα θα ασκεί η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι, για τη διευκόλυνση του επιτυχούς έργου της Ομάδας «Κώδικας δεοντολογίας», καταρτίζονται και δημοσιοποιούνται στο σύνολό τους σημειώματα με συμφωνηθείσες κατευθυντήριες γραμμές που αφορούν τόσο διαδικαστικές πτυχές όσο και ουσιαστικά ζητήματα,
ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΝΤΑΣ ΕΚ ΝΕΟΥ, κατά συνέπεια, τη συνεχιζόμενη ανάγκη ενός κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων με σκοπό να αποφεύγονται τα επιζήμια φορολογικά μέτρα,
ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ ότι η δίκαιη μεταχείριση εντός της ΕΕ και έναντι τρίτων χωρών και φορολογικών δικαιοδοσιών εξακολουθεί να είναι ουσιώδης για τη συνεκτική εφαρμογή των αρχών του κώδικα δεοντολογίας,
ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ τη βούληση για όσο το δυνατό μεγαλύτερη διαφάνεια στην εφαρμογή του κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων, χωρίς να διακυβεύεται η εμπιστευτικότητα που απαιτείται για την αξιόπιστη ανταλλαγή απόψεων και ευαίσθητων πληροφοριών μεταξύ των μελών της Ομάδας, καθώς και με τρίτες χώρες και φορολογικές δικαιοδοσίες, αφού έτσι εξασφαλίζεται ότι οι εργασίες στο πλαίσιο του κώδικα θα είναι αποδοτικές και προσανατολισμένες στα αποτελέσματα,
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι ο υφιστάμενος κώδικας δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων, ως έχει στο ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνελθόντων στο πλαίσιο του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 1997, θα πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να ανταποκρίνεται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο στις νέες προκλήσεις που θέτει ένα ολοένα πιο παγκοσμιοποιημένο και ψηφιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον,
ΕΓΚΡΙΝΟΥΝ ΤΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟ ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟ ΚΩΔΙΚΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Φορολογικά μέτρα που εμπίπτουν στον κώδικα
Α.
Χωρίς να θίγει τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Ένωσης, ο παρών κώδικας δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων (στο εξής: κώδικας) αφορά τα προτιμησιακά φορολογικά μέτρα και τις φορολογικές ιδιαιτερότητες γενικής ισχύος που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά την τοποθεσία επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ένωση.
Η επιχειρηματική δραστηριότητα εν προκειμένω περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, όλες τις δραστηριότητες που ασκούνται στο πλαίσιο ενός ομίλου εταιρειών.
Τα προτιμησιακά φορολογικά μέτρα και οι φορολογικές ιδιαιτερότητες γενικής ισχύος (στο εξής από κοινού: φορολογικά μέτρα) που εμπίπτουν στον κώδικα περιλαμβάνουν τόσο νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις όσο και διοικητικές πρακτικές.
B.1
Στο πεδίο εφαρμογής που προσδιορίζεται στο σημείο Α, τα προτιμησιακά φορολογικά μέτρα που προβλέπουν σημαντικά χαμηλότερο πραγματικό επίπεδο φορολόγησης, ακόμα και μηδενική φορολόγηση, σε σχέση με τα επίπεδα που ισχύουν γενικά στο συγκεκριμένο κράτος μέλος πρέπει να θεωρούνται εν δυνάμει επιζήμια και, ως εκ τούτου, να εμπίπτουν στον παρόντα κώδικα.
Ένα τέτοιο επίπεδο φορολόγησης μπορεί να προκύπτει δυνάμει του ονομαστικού φορολογικού συντελεστή, της φορολογικής βάσης ή κάθε άλλου σχετικού παράγοντα.
Κατά την εκτίμηση του επιζήμιου ή μη χαρακτήρα αυτών των μέτρων, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, τα εξής:
1.
εάν τα πλεονεκτήματα διαχωρίζονται de facto ή de jure από την εγχώρια οικονομία, π.χ. χορηγούνται μόνο σε μη μόνιμους κατοίκους ή αφορούν συναλλαγές που πραγματοποιούνται με μη μόνιμους κατοίκους, ή δεν επηρεάζουν την εθνική φορολογική βάση, ή
2.
εάν τα πλεονεκτήματα χορηγούνται ακόμα και χωρίς να υπάρχει πραγματική οικονομική δραστηριότητα και ουσιαστική οικονομική παρουσία στο κράτος μέλος που τα χορηγεί, ή
3.
εάν οι κανόνες υπολογισμού των κερδών από τις εσωτερικές δραστηριότητες πολυεθνικού ομίλου εταιρειών αποκλίνουν από τις διεθνώς παραδεκτές αρχές, κυρίως εκείνες που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, ή
4.
εάν τα φορολογικά μέτρα στερούνται διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων κατά τις οποίες οι νομικές διατάξεις εφαρμόζονται με τρόπο ελαστικότερο και αδιαφανή σε διοικητικό επίπεδο.
Β.2
Στο πεδίο εφαρμογής που προσδιορίζεται στο σημείο Α, οι φορολογικές ιδιαιτερότητες που έχουν γενική ισχύ σε ένα κράτος μέλος και οι οποίες δημιουργούν ευκαιρίες για διπλή μη φορολόγηση ή μπορούν να οδηγήσουν σε διπλή ή πολλαπλή χρήση φορολογικών ελαφρύνσεων σε σχέση με τις ίδιες δαπάνες, το ίδιο ποσό εισοδήματος ή την ίδια αλυσίδα συναλλαγών πρέπει να θεωρούνται εν δυνάμει επιζήμιες και ως εκ τούτου εμπίπτουν στον παρόντα κώδικα.
Τα παραπάνω αποτελέσματα μπορούν να παραχθούν από οποιοδήποτε σχετική ιδιαιτερότητα στο εθνικό φορολογικό σύστημα κράτους μέλους η οποία οδηγεί σε μειωμένη φορολογική υποχρέωση, συμπεριλαμβανομένης της φοροαπαλλαγής, εκτός από τον ονομαστικό φορολογικό συντελεστή ή την αναβολή της φορολογίας ως ιδιαιτεροτήτων ενός συστήματος φόρου διανομής.
Κατά την αξιολόγηση του επιζήμιου ή μη χαρακτήρα μιας φορολογικής ιδιαιτερότητας που έχει γενική ισχύ σε ένα κράτος μέλος, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα σωρευτικά κριτήρια και η ύπαρξη άμεσης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ τους:
1.
η φορολογική ιδιαιτερότητα γενικής ισχύος δεν συνοδεύεται από κατάλληλες διατάξεις κατά της φορολογικής κατάχρησης ή από άλλες κατάλληλες διασφαλίσεις και, ως εκ τούτου, οδηγεί σε διπλή μη φορολόγηση ή επιτρέπει τη διπλή ή την πολλαπλή χρήση φορολογικών ελαφρύνσεων σε σχέση με τις ίδιες δαπάνες, το ίδιο ποσό εισοδήματος ή την ίδια αλυσίδα συναλλαγών·
2.
η φορολογική ιδιαιτερότητα γενικής ισχύος επηρεάζει σημαντικά την τοποθεσία της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ένωση. Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσο η φορολογική ιδιαιτερότητα αποτελεί σημαντικό παράγοντα καθορισμού της τοποθεσίας της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ένωση, η Ομάδα «Κώδικας δεοντολογίας» (Φορολογία των επιχειρήσεων) (στο εξής: Ομάδα) θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η τοποθεσία της επιχειρηματικής δραστηριότητας μπορεί να επηρεαστεί και από περιστάσεις που δεν σχετίζονται με φορολογικές ιδιαιτερότητες.
Αποφυγή και κατάργηση επιζήμιων μέτρων
Αποφυγή επιζήμιων μέτρων
Γ.
Τα κράτη μέλη δεσμεύονται να μην εισάγουν νέα φορολογικά μέτρα τα οποία είναι επιζήμια κατά την έννοια του παρόντος κώδικα. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη οφείλουν να σέβονται τις αρχές στις οποίες βασίζεται ο κώδικας κατά τον καθορισμό της μελλοντικής πολιτικής τους και να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τη διαδικασία εξέτασης που περιγράφεται στα σημεία Ε έως Θ για την αξιολόγηση του επιζήμιου ή μη χαρακτήρα κάθε νέου φορολογικού μέτρου.
Κατάργηση επιζήμιων μέτρων
Δ.
Τα κράτη μέλη δεσμεύονται να επανεξετάσουν τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις και τις πάγιες πρακτικές τους, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές στις οποίες βασίζεται ο κώδικας και τη διαδικασία εξέτασης που περιγράφεται στα σημεία Ε έως Θ. Εφόσον απαιτείται, τα κράτη μέλη οφείλουν να τροποποιήσουν τις διατάξεις και τις πρακτικές αυτές, προκειμένου να εξαλειφθούν το συντομότερο δυνατό τυχόν επιζήμια φορολογικά μέτρα ή να θεσπιστούν κατάλληλες διατάξεις κατά της φορολογικής κατάχρησης ή άλλες κατάλληλες διασφαλίσεις σχετικά με επιζήμια φορολογικά μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη τις συζητήσεις του Συμβουλίου μετά τη διαδικασία εξέτασης.
Διαδικασία εξέτασης
Κοινοποίηση
Ε.1
Σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας και των ανοικτών διαδικασιών, τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες έως το τέλος κάθε ημερολογιακού έτους σχετικά με τα ισχύοντα και τα προτεινόμενα φορολογικά μέτρα τα οποία ενδέχεται να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κώδικα.
Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούν επίσης να ανταλλάσσουν πληροφορίες για τα ισχύοντα ή τα προτεινόμενα μέτρα για τα οποία επιθυμούν να βεβαιωθούν ότι συμμορφώνονται με τον κώδικα.
Ελλείψει κοινοποίησης κατά τα προβλεπόμενα στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη καλούνται να παρέχουν, κατόπιν αιτήματος άλλου κράτους μέλους ή της Επιτροπής, πληροφορίες σχετικά με κάθε φορολογικό μέτρο που θεωρείται ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κώδικα. Σε περίπτωση που τα προτεινόμενα μέτρα χρειάζονται κοινοβουλευτική έγκριση, οι προαναφερόμενες πληροφορίες παρέχονται μετά την εξαγγελία των μέτρων στο Κοινοβούλιο.
Ε.2
Σε περίπτωση μη κοινοποίησης φορολογικών μέτρων κράτους μέλους σύμφωνα με το σημείο Ε.1, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να τεθούν υπόψη της Ομάδας κατόπιν αιτήματος άλλου κράτους μέλους ή της Επιτροπής. Προτού θέσει τα εν λόγω φορολογικά μέτρα υπόψη της Ομάδας, το διαβιβάζον κράτος μέλος ή η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώσει το οικείο κράτος μέλος.
Όσον αφορά φορολογικές ιδιαιτερότητες γενικής ισχύος, το διαβιβάζον κράτος μέλος ή η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει στην Ομάδα κάθε πληροφορία:
i)
από την οποία προκύπτει εύλογα ότι η φορολογική ιδιαιτερότητα παράγει τουλάχιστον ένα από τα αποτελέσματα που περιγράφονται στο σημείο Β.2, και
ii)
από την οποία προκύπτει εύλογα το συμπέρασμα ότι η φορολογική ιδιαιτερότητα έχει εν δυνάμει σημαντικό αντίκτυπο στην τοποθεσία των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στην Ένωση.
Συμφωνημένη περιγραφή
ΣΤ.1
Κάθε κράτος μέλος ή η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει να διεξαχθεί συζήτηση και να διατυπωθούν παρατηρήσεις για φορολογικό μέτρο κράτους μέλους που κοινοποιείται βάσει των σημείων E1 και E2. Κατόπιν, τα κράτη μέλη αποφασίζουν αν θα δώσουν συνέχεια και αν θα καταρτίσουν τη συμφωνημένη περιγραφή του εν λόγω μέτρου.
Αξιολόγηση
ΣΤ.2
Η συμφωνημένη περιγραφή θα επιτρέψει την αξιολόγηση του επιζήμιου ή μη χαρακτήρα των υπό εξέταση φορολογικών μέτρων, λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων που ενδέχεται να παραγάγουν στο εσωτερικό της Ένωσης. Όσον αφορά τα προτιμησιακά φορολογικά μέτρα, κατά την αξιολόγηση αυτή πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα στοιχεία που προσδιορίζονται στο σημείο Β.1. Όσον αφορά τις φορολογικές ιδιαιτερότητες γενικής ισχύος, κατά την αξιολόγηση αυτή πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα στοιχεία που προσδιορίζονται στο σημείο B.2 και, όσον αφορά συγκεκριμένες φορολογικές ιδιαιτερότητες γενικής ισχύος, στις κατευθυντήριες γραμμές του σημείου ΙΒ.
Ζ.
Κατά την εξέταση των κοινοποιηθέντων φορολογικών μέτρων, το Συμβούλιο τονίζει επίσης ότι είναι αναγκαίο να αξιολογούνται προσεκτικά τα αποτελέσματα που παράγουν σε άλλα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο οι σχετικές δραστηριότητες φορολογούνται πραγματικά σε ολόκληρη την Ένωση, και ζητεί από την Ομάδα να εξετάζει συναφή οικονομικά και άλλα στοιχεία με επιπτώσεις το οποία περιέρχονται στη γνώση της και να λαμβάνει υπόψη το μέγεθος και τον ανοικτό χαρακτήρα της οικονομίας του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.
Στον βαθμό που τα φορολογικά μέτρα χρησιμοποιούνται για τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης συγκεκριμένων περιοχών, θα αξιολογείται το κατά πόσο τα μέτρα αυτά είναι αναλογικά προς τους επιδιωκόμενους στόχους και στοχεύουν στην επίτευξή τους. Στο πλαίσιο της αξιολόγησης αυτής, δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα ειδικά χαρακτηριστικά και στους περιορισμούς των εξόχως απόκεντρων περιοχών και των μικρών νησιών, χωρίς να υπονομεύονται η ακεραιότητα και η συνοχή της ενωσιακής έννομης τάξης, συμπεριλαμβανομένων της εσωτερικής αγοράς και των κοινών πολιτικών.
Διαδικασία
Η.
Η Ομάδα «Κώδικας δεοντολογίας», όπως συστάθηκε με βάση τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1998, θα συνεχίσει να αξιολογεί τα φορολογικά μέτρα που ενδέχεται να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κώδικα και να επιβλέπει την παροχή πληροφοριών σχετικά με τα εν λόγω μέτρα. Το Συμβούλιο καλεί κάθε κράτος μέλος και την Επιτροπή να ορίσουν έναν αντιπρόσωπο υψηλού επιπέδου και έναν αναπληρωτή στην εν λόγω Ομάδα, την προεδρία της οποίας θα ασκεί αντιπρόσωπος κράτους μέλους. Οι εκλεγμένοι πρόεδροι επικουρούνται από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, η οποία ασκεί χρέη γραμματείας για την Ομάδα. Η Ομάδα, η οποία θα συνεδριάζει τακτικά, θα επιλέγει και θα αξιολογεί τα φορολογικά μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων Ε έως Η. Η Ομάδα θα εκπονεί τακτικά έκθεση σχετικά με τα αξιολογούμενα μέτρα. Οι εκθέσεις αυτές θα διαβιβάζονται στο Συμβούλιο προς συζήτηση. Θα περιλαμβάνουν τις συμφωνημένες περιγραφές και τις τελικές αξιολογήσεις των φορολογικών μέτρων που εξέτασε.
Τα τελικά έγγραφα, όπως εγκρίνονται από το Συμβούλιο, θα δημοσιοποιούνται, ενώ τα πρόσθετα έγγραφα θα δημοσιοποιούνται, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες.
Θ.
Το Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να επικουρεί την Ομάδα στην εκτέλεση των αναγκαίων προπαρασκευαστικών εργασιών για τις συνεδριάσεις της και να διευκολύνει την παροχή πληροφοριών και τη διαδικασία εξέτασης. Για τον σκοπό αυτό, το Συμβούλιο ζητεί από τα κράτη μέλη να παρέχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες του σημείου Ε, ώστε η Επιτροπή να μπορεί να καταρτίσει τα σχέδια περιγραφών και τα σχέδια αξιολογήσεων του σημείου ΣΤ. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκτελεί παρόμοια καθήκοντα για τις αξιολογήσεις του σημείου ΙΔ. Η Επιτροπή δεν συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Ομάδας. Τα αποτελέσματα των εργασιών της Ομάδας επικυρώνονται από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών σε επίπεδο Ομάδας και υποβάλλονται προς έγκριση στο Συμβούλιο.
Κρατικές ενισχύσεις
Ι.
Το Συμβούλιο σημειώνει ότι ορισμένα από τα φορολογικά μέτρα που καλύπτονται από τον παρόντα κώδικα ενδέχεται να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων για τις κρατικές ενισχύσεις των άρθρων 107 έως 109 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εργασίες της Ομάδας διεξάγονται με την επιφύλαξη του δικαίου της Ένωσης. Σε περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή κινεί διαδικασία έρευνας κρατικής ενίσχυσης, η Ομάδα θα πρέπει να αναστέλλει την εξέταση των σχετικών μέτρων έως το τέλος της εν λόγω διαδικασίας έρευνας κρατικής ενίσχυσης. Μια προκαταρκτική περιγραφή του μέτρου, την οποία καταρτίζει η Επιτροπή σε στενή διαβούλευση με το οικείο κράτος μέλος, μπορεί να υποβάλλεται νωρίτερα στην Ομάδα. Εάν είναι αναγκαίο, θα πρέπει να παρέχεται τελική περιγραφή μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία έρευνας κρατικής ενίσχυσης.
Καταπολέμηση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής
ΙΑ.
Το Συμβούλιο καλεί τα κράτη μέλη να συνεργαστούν πλήρως για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής, κυρίως ως προς την έγκαιρη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, σύμφωνα με την οικεία εθνική νομοθεσία τους, τη νομοθεσία της Ένωσης και τα διεθνή πρότυπα.
Το Συμβούλιο καλεί την Ομάδα να προβαίνει, όποτε αυτό κρίνεται σκόπιμο, σε ανταλλαγές απόψεων για θέματα κοινού ενδιαφέροντος που συζητούνται σε διεθνή φόρουμ και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κώδικα.
ΙΒ.
Όταν κρίνεται σκόπιμο, η Ομάδα θα μπορεί επίσης να υποβάλλει προς έγκριση στο Συμβούλιο προτάσεις για γενικές κατευθυντήριες γραμμές στο πλαίσιο της εντολής της, στον βαθμό που οι προτεινόμενες γενικές κατευθυντήριες γραμμές δεν καλύπτονται ήδη από τη νομοθεσία της Ένωσης. Μόλις εγκριθούν από το Συμβούλιο, οι τελικές κατευθυντήριες γραμμές δημοσιεύονται. Ειδικότερα, η Ομάδα θα υποβάλλει προς έγκριση στο Συμβούλιο προτάσεις για κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με συγκεκριμένες φορολογικές ιδιαιτερότητες γενικής ισχύος που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου Β2, και οι ιδιαιτερότητες αυτές θα αξιολογούνται σε σχέση με το κατά πόσο τα κράτη μέλη – σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος κώδικα – λαμβάνουν υπόψη τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές.
ΙΓ.
Το Συμβούλιο σημειώνει ότι οι διατάξεις καταπολέμησης της φορολογικής κατάχρησης ή τα αντίμετρα που περιλαμβάνονται στις εθνικές φορολογικές νομοθεσίες και στις συμβάσεις για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στην αντιμετώπιση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής, μεταξύ άλλων όσον αφορά την εξωτερική στρατηγική της ΕΕ.
Εξωτερική στρατηγική της ΕΕ και γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής του κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων
ΙΔ.
Το Συμβούλιο θεωρεί σκόπιμο να γίνουν αποδεκτές σε όσο το δυνατό ευρύτερο γεωγραφικό πλαίσιο οι αρχές που αποσκοπούν στην κατάργηση επιζήμιων φορολογικών μέτρων. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να προωθήσουν την εφαρμογή τους σε παγκόσμιο επίπεδο, επιδιώκοντας συνεργασία με δικαιοδοσίες εκτός της Ένωσης, μεταξύ άλλων μέσω του ενωσιακού καταλόγου μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας. Οι λεπτομέρειες της διαδικασίας καταχώρισης στον κατάλογο εκτίθενται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 5ης Δεκεμβρίου 2017 και στις επακόλουθες επικαιροποιήσεις και αναθεωρήσεις, καθώς και στις σχετικές διαδικαστικές κατευθυντήριες γραμμές για τη διαδικασία παρακολούθησης.
Προς τούτο, η Ομάδα διενεργεί τακτικές αξιολογήσεις των σχετικών περιοχών δικαιοδοσίας βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που σχετίζονται με τη φορολογική διαφάνεια, τη δίκαιη φορολόγηση και την εφαρμογή μέτρων κατά της διάβρωσης της βάσης και μετατόπισης των κερδών (BEPS).
Η Ομάδα θα ενημερώνει τακτικά το Συμβούλιο για την πρόοδο που σημειώνεται και θα εισηγείται στο Συμβούλιο επικαιροποιήσεις και αναθεωρήσεις του καταλόγου.
ΙΕ.
Τα κράτη μέλη δεσμεύονται επίσης να προωθήσουν την υιοθέτηση των αρχών του κώδικα στα εδάφη στα οποία δεν εφαρμόζεται η Συνθήκη. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη που έχουν εξαρτώμενα ή συνδεδεμένα εδάφη ή έχουν ειδικές αρμοδιότητες ή φορολογικά προνόμια σε άλλα εδάφη, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά δεν περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας, αναλαμβάνουν τη δέσμευση, στο πλαίσιο των συνταγματικών τους ρυθμίσεων, να εξασφαλίσουν την εφαρμογή αυτών των αρχών στα συγκεκριμένα εδάφη. Εν προκειμένω, τα εν λόγω κράτη μέλη θα προβαίνουν σε απολογισμό της κατάστασης υπό μορφή εκθέσεων προς την ομάδα, η οποία θα αξιολογεί τις εκθέσεις αυτές σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που περιγράφεται ανωτέρω.
Έναρξη ισχύος, παρακολούθηση και αναθεώρηση
ΙΣΤ.
Ο παρών κώδικας αντικαθιστά, από την 1η Ιανουαρίου 2023, τον κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων ως έχει στο ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνελθόντων στο πλαίσιο του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 1997. Ωστόσο, όσον αφορά τις φορολογικές ιδιαιτερότητες γενικής ισχύος, όπως ορίζονται στο σημείο Β.2, τα σημεία Ε.1 έως ΣΤ.2 θα ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2024 και θα χρησιμοποιούνται μόνο για μέτρα που θεσπίζονται ή τροποποιούνται από την 1η Ιανουαρίου 2023 και μετά.
Προκειμένου να εξασφαλίσει την ισόρροπη και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κώδικα, το Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να του υποβάλλει ετησίως έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του κώδικα και των κρατικών ενισχύσεων φορολογικού χαρακτήρα. Το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη θα επανεξετάσουν τις διατάξεις του κώδικα, όταν κριθεί σκόπιμο, ιδίως όταν υπάρξει νέα διεθνής συναίνεση για συναφή ζητήματα.