Η υπερθέρμανση του πλανήτη δεν μπορεί να περιοριστεί στους 1,5°C
Τo να αποδεχτείτε ότι η μέση θερμοκρασία του κόσμου μπορεί να αυξηθεί κατά περισσότερο από 1,5°C, προειδοποίησε ο υπουργός Εξωτερικών των Νήσων Μάρσαλ το 2015, θα ήταν σαν να υπογράφατε τη θανατική καταδίκη μικρών, με χαμηλό υψομετρο χωρών όπως η δική του. Προς μεγάλη έκπληξη, οι μεγάλες χώρες που συναντήθηκαν στο Παρίσι εκείνη τη χρονιά, στη διάσκεψη για το κλίμα, όπως αυτή που θα ξεκινήσει στην Αίγυπτο την επόμενη εβδομάδα, αποδέχτηκαν το επιχείρημά του. Με τη συμφωνία του Παρισιού κατοχύρωσαν τον στόχο του περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε περίπου 1,5°C, επιδιώκοντας να συντονίσουν τις προσπάθειες των χωρών τους για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Κανείς όμως δεν θυμήθηκε να το πει στο εκτελεστικό απόσπασμα. Οι ίδιες χώρες που υπέγραψαν με ευλάβεια τη συμφωνία του Παρισιού δεν μείωσαν αρκετά τις εκπομπές τους για να επιτύχουν τους στόχους της. Στην πραγματικότητα, οι παγκόσμιες εκπομπές εξακολουθούν να αυξάνονται. Ο κόσμος είναι ήδη περίπου 1,2°C πιο ζεστός από ό,τι ήταν στην προβιομηχανική εποχή. Δεδομένης της μόνιμης επίδρασης των αερίων του θερμοκηπίου που εκπέμπονται και της αδυναμίας άμεσης διακοπής των εκπομπών, δεν υπάρχει τρόπος να αποφύγει η Γη αύξηση θερμοκρασίας πάνω από 1,5°C. Υπάρχει ακόμα ελπίδα ότι η υπέρβαση του ορίου μπορεί να μην είναι πολύ μεγάλη και μπορεί να είναι μόνο προσωρινή, αλλά ακόμη και αυτές οι εικασίες, που προσφέρουν κάποια παρηγοριά, γίνονται όλο και λιγότερο πιθανές.
Οι συνέπειες της παγκόσμιας αποτυχίας να περιοριστούν οι εκπομπές είναι καταστροφικές, και όχι μόνο για τις κοραλλιογενείς ατόλες του Ειρηνικού. Οι κλιματικές καταστροφές πολλαπλασιάζονται: από το Πακιστάν, μεγάλο μέρος του οποίου πλημμύρισε από τον ασυνήθιστα έντονο μουσώνα του φετινού καλοκαιριού, μέχρι τη Φλόριντα, η οποία τον Σεπτέμβριο υπέστη τον πιο θανατηφόρο τυφώνα από το 1935. Ακόμη και λιγότερο θανατηφόρες καιρικές στρεβλώσεις, όπως ο αναπάντεχος καύσωνας που έπληξε την Ευρώπη το καλοκαίρι, μπορούν να προκαλέσουν τεράστια οικονομική ζημιά, εμποδίζοντας τις μεταφορές, καταστρέφοντας τις υποδομές και μειώνοντας την παραγωγικότητα.
Η απάντηση σε όλα αυτά πρέπει να εμπεριέχει κάποια δόση ρεαλισμού. Πολλοί ακτιβιστές διστάζουν να παραδεχτούν ότι ο 1,5°C είναι χαμένη υπόθεση. Αλλά η αποτυχία να επιτευχθεί ο στόχος επιτείνει τα λάθη που έγιναν στο Παρίσι, όταν οι κυβερνήσεις του κόσμου υιοθέτησαν αυτόν τον Ηράκλειο άθλο χωρίς κάποιο λογικό σχέδιο για την επίτευξή του. Οι εκπρόσωποι που συγκεντρώνονται στην Αίγυπτο θα πρέπει να διδαχθούν από την αποτυχία, και όχι να ξεγελιούνται από ψεύτικες ελπίδες. Πρέπει να γίνουν πιο πραγματιστές και να αντιμετωπίσουν κάποιες σκληρές αλήθειες.
Πρώτον, η μείωση των εκπομπών θα απαιτήσει πολλά περισσότερα χρήματα. Σε γενικές γραμμές, οι παγκόσμιες επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια πρέπει να τριπλασιαστούν από το σημερινό επίπεδο των 1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως και να επιγκεντρωθούν στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες παράγουν τις περισσότερες εκπομπές σήμερα. Η ηλιακή και η αιολική ενέργεια μπορεί να είναι φθηνότερη στην κατασκευή και λειτουργία από περισσότερο ρυπογόνες μορφές παραγωγής ενέργειας, αλλά τα δίκτυα πρέπει να επανασχεδιαστούν για να αντιμετωπίσουν τη αυξομειούμενη ένταση του ήλιου και του ανέμου. Ο δανεισμός με ευνοϊκούς όρους και η βοήθεια από τις πλούσιες χώρες είναι ουσιώδης και ηθική επιταγή. Ωστόσο, τα απαιτούμενα ποσά είναι πολύ μεγαλύτερα από αυτά που θα μπορούσαν εύλογα να δοθούν από δυτικούς χορηγούς ή διεθνείς οργανισμούς όπως η Παγκόσμια Τράπεζα.
Έτσι, οι κυβερνήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών, ιδιαίτερα εκείνων με μεσαίο εισόδημα, θα πρέπει να συνεργαστούν με τις πλούσιες χώρες για να κινητοποιήσουν ιδιωτικές επενδύσεις. Από την πλευρά των αναπτυσσόμενων χωρών, αυτό θα συνεπάγεται μεγάλες βελτιώσεις στο επενδυτικό κλίμα και την αποδοχή ότι θα πρέπει να εκχωρήσουν κάποιο από τον έλεγχο της ενεργειακής πολιτικής. Από την πλευρά των χορηγών, θα περιλαμβάνει την εστίαση των δαπανών σε προγράμματα που συγκεντρώνουν ιδιωτικά κεφάλαια, όπως η αποζημίωση των επενδυτών έναντι πολιτικών και κανονιστικών κινδύνων, η ανάληψη μετοχών σε ιδιωτικά έργα και συμφωνία να απορροφήσουν τις πρώτες ζημιές εάν τα πράγματα πάνε στραβά. Θα πρέπει να κάνουν πράγματα που δεν τους αρέσουν, όπως να βοηθήσουν τις φτωχότερες χώρες να κλείσουν εργοστάσια που χρησιμοποιούν άνθρακα. Αλλά χωρίς συμβιβασμούς και από τις δύο πλευρές, ο κόσμος θα «μπει στο φούρνο».
Η δεύτερη σκληρή αλήθεια είναι ότι τα ορυκτά καύσιμα δεν πρόκειται να εγκαταλειφθούν εν μία νυκτί. Η Ευρώπη προσπαθεί να δημιουργήσει εγκαταστάσεις εισαγωγής φυσικού αερίου, έχοντας χάσει την πρόσβαση στις ρωσικές προμήθειες, ακριβώς επειδή δεν μπορεί να βρει καμία άμεση εναλλακτική λύση. Για ορισμένες φτωχότερες χώρες, οι επενδύσεις στο φυσικό αέριο, σε συνδυασμό με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εξακολουθούν να είναι απαραίτητες. Για αυτές τις χώρες είναι επίσης ηθικό πρόσταγμα η αρωγή σε όσο το δυνατό περισσότερους πολίτες για πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια για να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο.
Η τρίτη αλήθεια είναι ότι επειδή θα χαθεί ο στόχος 1,5°C, πρέπει να γίνουν μεγαλύτερες προσπάθειες προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή. Η προσαρμογή ήταν πάντα το παραμελημένο παραπαίδι της κλιματικής πολιτικής, το οποίο δεν εμπιστεύονται οι ακτιβιστές θεωρώντας το μέσο απόσπασης της προσοχής από τη μείωση των εκπομπών ή, χειρότερα, ως δικαιολογία για να μην γίνουν περικοπές. Αλλά όπως και να έχει, ο κόσμος τώρα αντιμετωπίζει περισσότερες πλημμύρες, ξηρασίες, καταιγίδες και πυρκαγιές. Ειδικά για τις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά και για τις πλούσιες, η προετοιμασία για αυτές τις καταστροφές είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.
Ευτυχώς, όπως υποστηρίζει η ειδική έκθεσή μας, πολλές προσαρμογές είναι προσιτές. Μπορεί να είναι τόσο απλό όσο να παρέχουμε στους αγρότες πιο ανθεκτικά στελέχη καλλιεργειών και να στέλνουμε προειδοποιήσεις για κυκλώνες σε ανθρώπους που θα βρεθούν στην πορεία τους. Ακόμη καλύτερα, τέτοια μέτρα τείνουν να έχουν πρόσθετα οφέλη πέρα από το να βοηθούν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή. Αυτός είναι τομέας όπου ακόμη και λίγη βοήθεια από πλούσιες χώρες μπορεί να έχει μεγάλο αντίκτυπο. Ωστόσο, δεν δίνουν τα χρήματα που έχουν υποσχεθεί για να βοηθήσουν τους φτωχότερους να προσαρμοστούν. Αυτό είναι άδικο. Γιατί θα πρέπει οι φτωχοί αγρότες στην Αφρική, που δεν έχουν κάνει σχεδόν τίποτα για να επιφέρουν την κλιματική αλλαγή, να εγκαταλειφθούν στη μοίρα τους; Εάν ο πλούσιος κόσμος επιτρέψει η υπερθέρμανση του πλανήτη να καταστρέψει τις ήδη εύθραυστες χώρες, θα καταλήξει αναπόφευκτα να πληρώσει το τίμημα λόγω έλλειψης τροφίμων και πολλαπλασιασμού των προσφυγικών ροών.
Κουλάρετε
Τέλος, έχοντας αποδεχτεί ότι ο πλανήτης θα θερμανθεί επικίνδυνα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να εξετάσουν πιο ριζοσπαστικούς τρόπους για να κατεβάσουν την θερμοκρασία. Οι τεχνολογίες για την απορρόφηση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, που βρίσκονται τώρα στα σπάργανα, χρήζουν μεγαλύτερης προσοχής. Το ίδιο ισχύει και για την «ηλιακή γεωμηχανική», η οποία περιορίζει το εισερχόμενο ηλιακό φως. Και οι δύο αυτές μέθοδοι αντιμετωπίζουν δυσπιστία από τους ακτιβιστές για το κλίμα, η πρώτη ως ψευδής υπόσχεση, η δεύτερη ως τρομακτική απειλή. Όσον αφορά την ηλιακή γεωμηχανική, έχουν δίκιο να ανησυχούν. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι επικίνδυνη και παρουσιάζει τεράστιες δυσκολίες στην διαχείριση. Αλλά το ίδιο θα ήταν και ένας όλο και θερμότερος πλανήτης. Οι μεγάλοι και τρανοί που θα συναντηθούν στην Αίγυπτο πρέπει να το λάβουν υπόψη.
Η υπέρβαση κατά 1,5°C δεν καταδικάζει τον πλανήτη. Αλλά αποτελεί θανατική ποινή για ορισμένους ανθρώπους, τρόπους ζωής, οικοσυστήματα, ακόμη και χώρες. Το να αφήσουμε τη στιγμή να περάσει χωρίς επίπονη σκέψη για το πώς θα θέσουμε τον κόσμο σε καλύτερη τροχιά, θα ήταν σαν να υπογράψουμε ακόμα περισσότερες θανατικές καταδίκες.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com