Εκθεση του think tank Finance for Development Lab σε συνεργασία με το Ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς υπολογίζει πως οι φτωχότερες χώρες θα πρέπει να βρουν άλλα 2,5 τρισ. δολάρια μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια για να συνεχίσουν να εξυπηρετούν το εξωτερικό τους χρέος
Έως και 2,5 τρισ. δολάρια επιπλέον θα πρέπει να βρουν οι φτωχότερες χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια προκειμένου να μπορέσουν να συνεχίσουν να εξυπηρετούν το εξωτερικό τους χρέος δεδομένης της πίεσης που δημιουργεί η αύξηση των επιτοκίων. Αυτό αναφέρει έκθεση του think tank Finance for Development Lab σε συνεργασία με το Ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς.
Συγκεκριμένα η έκθεση εκτιμά πως το χρέος των πιο ευάλωτων κρατών του αναπτυσσόμενου κόσμου θα εκτιναχθεί από τα 2,9 τρισ. δολάρια πέρυσι στα 4,3 τρισ. μέχρι το 2026. Το 2016 υπολογιζόταν στα 2 τρισ. δολάρια.
Το νούμερο αυτό προκύπτει με βάση τις μετρήσεις που προέκυψαν από την άνοδο των επιτοκίων διεθνώς κατά περίπου 400 μονάδες βάσης σε σχέση με τα επίπεδα του 2019 συνάμα με την υποτίμηση των νομισμάτων κατά μίνιμουμ 10% έναντι του δολαρίου.
Ο συνδυασμός αυτός καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την εξυπηρέτηση του χρέους από πολλές φτωχές χώρες, μια κατάσταση που αναμένεται να κλιμακωθεί κυρίως το διάστημα 2024-2025.
Συγκεκριμένα 35 χώρες αναμένεται να βρεθούν στα πρόθυρα αδυναμίας εξυπηρέτησης των χρεών τους, από 22 χώρες που υπολογίζονται περίπου σήμερα. Μόνο στην περιοχή της υποσαχάριας Αφρικής ο κίνδυνος θα αυξηθεί για 18 χώρες, από τις 10 σήμερα.
Η έκθεση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου πως, αν οι τωρινές συνθήκες συνεχιστούν, τότε είναι ορατή μια γενικευμένη κρίση χρέους, στις πιο φτωχές χώρες. Η εξέλιξη αυτή θα αποτελέσει ένα σταθεροποιητικό παράγοντα και για την παγκόσμια οικονομία.