ΑΠΟΦΑΣΗ Vlad κατά Ρουμανίας της 08.12.2022 (αρ. προσφ. 122/17)
βλ. εδώ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ανεπαρκείς συνθήκες κράτησης. Εξάντληση εσωτερικών ένδικων μέσων.
Ο προσφεύγων κρατήθηκε στις φυλακές Βουκουρεστίου-Ράχοβα σε ανεπαρκείς συνθήκες. Δυνάμει νόμου που ίσχυε στο καθ’ού κράτος, η ποινή του μειώθηκε ως αντιστάθμισμα των συνθηκών κράτησης. Ο νόμος για μείωση της ποινής καταργήθηκε όσο ο προσφεύγων ήταν ακόμα κρατούμενος και δεν έλαβε σχετική αποζημίωση για το υπόλοιπο της ποινής που εξέτισε με τις ίδιες ανεπαρκείς συνθήκες κατά παράβαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ. Άσκησε προσφυγή στο ΕΔΔΑ για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι για όλο το χρονικό διάστημα που ίσχυε ο νόμος περί μείωσης της ποινής, ο προσφεύγων είχε επωφεληθεί από τις επίμαχες διατάξεις και αποφυλακίστηκε υπό όρους. Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι για το χρονικό διάστημα έως την 23 Δεκεμβρίου 2019 οπότε καταργήθηκε ο νόμος, δεν ήταν πλέον θύμα κακομεταχείρισης .
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων, κατά την αποφυλάκισή του και μέχρι την κατάθεση της προσφυγής στο ΕΔΔΑ, είχε δυνατότητα άσκησης αστικής αγωγής για αδικοπραξία στα εθνικά δικαστήρια, ως προς τη ζημία που φέρεται να έχει υποστεί κατά την κράτησή του. Η άσκηση αυτών των αγωγών κρίνεται απαραίτητη από το ΕΔΔΑ και έχει ως στόχο την αντιμετώπιση υποθέσεων που αφορούν υπερπληθυσμό φυλακών σε εσωτερικό επίπεδο, έτσι ώστε να αποσυμφορηθεί το Δικαστήριο του Στρασβούργου από τον μεγάλο αριθμό παρόμοιων υποθέσεων που απορρέουν από το ίδιο δομικό ή συστημικό πρόβλημα.
Το ΕΔΔΑ απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη λόγω μη εξάντλησης των εγχώριων ένδικων μέσων.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 3
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων, Adrian–Nicolae Vlad, είναι Ρουμάνος υπήκοος ο οποίος γεννήθηκε το 1979 και ζει στο Βουκουρέστι. Το 2016 προφυλακίστηκε και στη συνέχεια καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης. Εξέτισε την ποινή του στις φυλακές Bucharest–Rahova, Jilava και Târgu–Jiu.
Κατά την έκτιση της ποινής του ο προσφεύγων έλαβε αποζημίωση με τη μορφή μείωσης της ποινής του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 169/2017. Αυτή η αποζημίωση επιδικάζονταν ρητά σε άτομα που, όπως ο προσφεύγων, κρατούνταν σε καταστήματα κράτησης με ανεπαρκείς συνθήκες. Ως αποτέλεσμα, η ποινή του μειώθηκε κατά 282 ημέρες για την περίοδο κράτησης μεταξύ 14 Ιανουαρίου 2016 (όταν προφυλακίστηκε) και 23 Δεκεμβρίου 2019 (όταν καταργήθηκε ο ν. 169/2017). Λόγω της μείωσης της ποινής, συνέτρεξαν γρηγορότερα οι προϋποθέσεις για αποφυλάκιση υπό όρους , με συνέπεια την πρόωρη αποφυλάκισή του. Ως εκ τούτου, στις 23 Μαρτίου 2021, ενώ ήταν κρατούμενος στη φυλακή Târgu–Jiu, αποφυλακίστηκε υπό όρους.
Η αίτηση κατατέθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 13 Φεβρουαρίου 2017.
Στηριζόμενος στο άρθρο 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης) της Σύμβασης, ο προσφεύγων παραπονέθηκε για τις συνθήκες κράτησής του στις φυλακές Βουκουρεστίου-Ράχοβα και το γεγονός ότι δεν είχε λάβει καμία αποζημίωση ως προς αυτό μετά την κατάργηση του Ν. 169/2017.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η κράτηση του προσφεύγοντος στις φυλακές Βουκουρεστίου-Ράχοβα περιλάμβανε μία περίοδο κατά την οποία ίσχυε ο Ν. 169/2017 για αποζημίωση με τη μορφή αυτοδίκαιης μείωσης της ποινής για άτομα που κρατούνταν σε συνθήκες αντίθετες με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ και δεύτερη περίοδο μετά την κατάργηση του εν λόγω νόμου στις 23 Δεκεμβρίου 2019. Το Δικαστήριο αποφάσισε να εξετάσει χωριστά την περίοδο κράτησης για την οποία είχε καταβληθεί αποζημίωση (δηλαδή την περίοδο πριν από τις 23 Δεκεμβρίου 2019) και την περίοδο που δεν είχε καταβληθεί οποιαδήποτε αποζημίωση (από 23 Δεκεμβρίου 2019 και μετά).
Οι συνθήκες κράτησης του προσφεύγοντος στις φυλακές Βουκουρεστίου-Ράχοβα πριν από 23 Δεκεμβρίου 2019.
Αναφορικά με το εσωτερικό ένδικο βοήθημα που θεσπίστηκε με τον Ν. 169/2017, που είχε παραμείνει σε ισχύ έως τις 23 Δεκεμβρίου 2019, το Δικαστήριο, στην υπόθεση Dîrjan και Stefan κατά Ρουμανίας, είχε κρίνει ότι το εγχώριο προβλεπόμενο ένδικο βοήθημα ήταν σε θέση να παράσχει επαρκή αποκατάσταση για τις κακές συνθήκες κράτησης των προσφευγόντων. Στην προκειμένη περίπτωση, ο προσφεύγων είχε επωφεληθεί από τις επίμαχες διατάξεις υπό τις ίδιες συνθήκες με τους προσφεύγοντες στην υπόθεση εκείνη, δεδομένου ότι του είχε χορηγηθεί μείωση ποινής σε σχέση με τη συνολική περίοδο κράτησης πριν από τις 23 Δεκεμβρίου 2019 – στην οποία περιλαμβάνεται και η δική του κράτησή του στη φυλακή Βουκουρεστίου-Ράχοβα πριν από την ημερομηνία αυτή – όσον αφορά τις συνθήκες κράτησής του, οι οποίες κατά την υπό εξέταση περίοδο ήταν αντίθετες με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ. Η αποζημίωση, που επιδικάστηκε ρητά σε σχέση με την παραβίαση του άρθρου 3 οδήγησε άμεσα σε πρόωρη αποφυλάκισή του εμποδίζοντας έτσι τη συνέχιση των φερόμενων παραβιάσεων. Κατά συνέπεια, όσον αφορά την περίοδο πριν από τις 23 Δεκεμβρίου 2019, ο προσφεύγων δεν θα μπορούσε να ισχυρίζεται πλέον ότι ήταν θύμα κακομεταχείρισης την οποία κατήγγειλε, δηλαδή των ανεπαρκών συνθηκών κράτησης στις φυλακές Βουκουρεστίου-Ράχοβα.
Οι συνθήκες κράτησης του προσφεύγοντος στη φυλακή Βουκουρεστίου-Ράχοβα μετά τις 23 Δεκεμβρίου 2019.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι το αντισταθμιστικό ένδικο βοήθημα με τη μορφή αυτόματης μείωσης της ποινής είχε πάψει να είναι διαθέσιμο στις 23 Δεκεμβρίου 2019, ημερομηνία κατά την οποία ο Ν. 169/2017 καταργήθηκε και ότι ο προσφεύγων δεν είχε λάβει καμία αποζημίωση για την κράτησή του στη Φυλακή Βουκουρεστίου-Ραχόβα από εκείνη την ημερομηνία και μετά (συνέχισε να κρατείται εκεί από 23 Δεκεμβρίου 2019 έως 19 Αυγούστου 2020).
Το Δικαστήριο αναφέρθηκε συναφώς στην ύπαρξη εθνικού ενδίκου βοηθήματος που επέτρεπε στους ιδιώτες οι οποίοι, όπως και ο προσφεύγων, θεώρησαν ότι είχαν κρατηθεί σε ανεπαρκείς συνθήκες, να ασκήσουν αγωγή στα εθνικά δικαστήρια προκειμένου να επιτύχουν αποζημίωση για τη ζημία που υπέστησαν. Στην απόφαση Polgar κατά Ρουμανίας το Δικαστήριο είχε αναλύσει 21 παραδείγματα εσωτερικών αποφάσεων και διαπίστωσε ότι το εν λόγω ένδικο βοήθημα ήταν προσβάσιμο στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και παρείχε επαρκείς διαδικαστικές εγγυήσεις, ότι η εξέταση των αγωγών από τα εθνικά δικαστήρια πληρούσε τα πρότυπα που καθορίζονται από την νομολογία του Δικαστηρίου, ότι υπήρχε τεκμήριο ηθικής βλάβης και ότι οι καταγγέλλοντες είχαν λάβει επαρκή και δίκαιη επανόρθωση. Το Δικαστήριο είχε επίσης προσδιορίσει ως ημερομηνία την 13η Ιανουαρίου 2021, ως ημερομηνία από την οποία το εν λόγω ένδικο βοήθημα θα μπορούσε να κριθεί αποτελεσματικό για άτομα που θεώρησαν ότι είχαν υποβληθεί σε ανεπαρκείς συνθήκες κράτησης και που δεν ήταν πλέον, όταν κατέθεσαν την αγωγή τους, κρατούμενοι υπό συνθήκες που φέρεται να ήταν αντίθετες με την Σύμβαση.
Στην παρούσα υπόθεση, το Δικαστήριο έπρεπε να καθορίσει εάν ο προσφεύγων, ο οποίος πληρούσε την προϋπόθεση το αργότερο έως τις 23 Μαρτίου 2021, ημερομηνία της αποφυλάκισής του υπό όρους, θα έπρεπε να είχε ασκήσει αυτό το ένδικο βοήθημα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσφυγή του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είχε κατατεθεί στις 13 Φεβρουαρίου 2017, δηλαδή πριν από την ημερομηνία από την οποία μια αγωγή αδικοπραξίας θεωρήθηκε ότι συνιστά αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα (13 Ιανουαρίου 2021).
Το Δικαστήριο επανέλαβε σχετικά ότι η αποτελεσματικότητα ενός δεδομένου ένδικου βοηθήματος αξιολογούνταν κανονικά με αναφορά στην ημερομηνία κατάθεσης της προσφυγής. Ωστόσο, επισήμανε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις είχε προβεί σε εξαιρέσεις από την αρχή αυτή, τις οποίες θεώρησε ότι δικαιολογούνταν λόγω των ιδιαίτερων περιστάσεων, όπως η θέσπιση νέας εθνικής νομοθεσίας που αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση του συστημικού προβλήματος σχετικά με τη διάρκεια των εγχώριων δικαστικών διαδικασιών. Επιβεβαιώνοντας την κρίσιμη σημασία του επικουρικού χαρακτήρα του ρόλου του, είχε διαπιστώσει επομένως στις περιπτώσεις αυτές ότι μια εξαίρεση από την γενική αρχή ήταν δικαιολογημένη και θα έπρεπε να εφαρμόζεται σε όλες τις παρόμοιες υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιόν του οι οποίες δεν είχε κριθεί ακόμη παραδεκτές.
Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι η αλλαγή στην πρακτική των ρουμανικών δικαστηρίων (βλ. την νομολογία που συνοψίζεται στο Polgar και τα παραδείγματα πιο πρόσφατων εγχώριων αποφάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 10 της απόφασης) ήταν συγκρίσιμη με εκείνη που προέκυψε από την εισαγωγή του ενός αντισταθμιστικού μέσου στη σχετική ιταλική, μολδαβική και ουγγρική νομοθεσία. Σε κάθε περίπτωση, η αλλαγή αντανακλούσε τις προσπάθειες των εθνικών αρχών να εφαρμόσουν τις συστάσεις που έγιναν από το Δικαστήριο σε πιλοτική απόφαση (στην προκειμένη περίπτωση Rezmiveș κ.α. κατά Ρουμανίας) και είχε ως στόχο την αντιμετώπιση υποθέσεων που αφορούν υπερπληθυσμό φυλακών σε εσωτερικό επίπεδο, έτσι ώστε να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη απειλή που συνιστά στο σύστημα της ΕΣΔΑ ο μεγάλος αριθμός παρόμοιων υποθέσεων που απορρέουν από το ίδιο δομικό ή συστημικό πρόβλημα.
Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, η προσφυγή στα ρουμανικά δικαστήρια παρείχε ταχύτερη προσφυγή σε σχέση με τις διαδικασίες ενώπιόν του, και μείωνε τον φόρτο υποθέσεων του Δικαστηρίου αποφεύγοντας την ανάγκη να εξετάσει πολλές περιπτώσεις που ήταν παρόμοιες επί της ουσίας. Ο προσφεύγων, κατά την αποφυλάκισή του και μέχρι σήμερα, είχε δυνατότητα άσκησης αστικής αγωγής αδικοπραξίας κατά των αρχών βάσει των άρθρων 1349 και 1357 ΑΚ, ως προς τη ζημία που φέρεται να είχε υποστεί κατά την κράτησή του στην Φυλακή Βουκουρεστίου-Ραχόβα μετά τις 23 Δεκεμβρίου 2019.
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε σκόπιμο στην προκειμένη περίπτωση να εφαρμόσει μια εξαίρεση στην γενική αρχή ότι η αποτελεσματικότητα ενός δεδομένου ένδικου βοηθήματος έπρεπε να αξιολογηθεί με αναφορά την ημερομηνία κατά την οποία υποβλήθηκε η προσφυγή. Ως εκ τούτου, έκρινε ότι ο προσφεύγων μπορούσε να υποβάλει αγωγή αδικοπραξίας κατά των αρχών ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων – ένδικο βοήθημα που επιλέγεται από μεγάλο αριθμό ατόμων σύμφωνα με τα πολυάριθμα παραδείγματα της εγχώριας νομολογίας – με σκοπό να υποστηρίξει την καταγγελία του για ανεπαρκείς συνθήκες κράτησης στις φυλακές Βουκουρεστίου-Ράχοβα μετά τις 23 Δεκεμβρίου 2019.
Καθώς ο προσφεύγων δεν είχε ενημερώσει το Δικαστήριο ότι είχε ασκήσει τέτοια αγωγή, αυτό το μέρος της προσφυγής απορρίφθηκε λόγω μη εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων (επιμέλεια echrcaselaw.com).