Στις 7 Νοεμβρίου 2022 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε Πρόταση Κανονισμού για τη συλλογή και την κοινοχρησία δεδομένων που αφορούν υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1724.
Σύμφωνα με το πλαίσιο της Πρότασης, όπως αυτό αναλύεται στην αιτιολογική έκθεση,
Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων αποτελούν ολοένα και σημαντικότερο τμήμα του τομέα του τουρισμού. Αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τέταρτο της συνολικής προσφοράς τουριστικών καταλυμάτων στην ΕΕ, μερίδιο που ενισχύθηκε από την εμφάνιση των επιγραμμικών πλατφορμών. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων αποφέρουν οφέλη και δημιουργούν ευκαιρίες για τους μισθωτές, τους εκμισθωτές και το συνολικό τουριστικό οικοσύστημα, αλλά αποτελούν επίσης πηγή ανησυχίας (ιδίως για τις τοπικές κοινότητες που πρέπει να αντιμετωπίσουν τις υπέρμετρες ροές τουριστών και την έλλειψη οικονομικά προσιτών καταλυμάτων μακροχρόνιας διαμονής). Ως εκ τούτου, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων ρυθμίζονται όλο και περισσότερο σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Οι δημόσιες αρχές έχουν επίσης λάβει μέτρα για την ενίσχυση της διαφάνειας των βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων, θεσπίζοντας, για παράδειγμα, απαιτήσεις καταχώρισης για τους εκμισθωτές (με τον τρόπο αυτόν οι δημόσιες αρχές έχουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν ποιοι εκμισθωτές προσφέρουν μισθώσεις και τι είδους είναι οι μισθώσεις αυτές) και ζητώντας από τις επιγραμμικές πλατφόρμες να κοινοποιούν τα δεδομένα σχετικά με τους εκμισθωτές και τις δραστηριότητές τους.
Τα πολυάριθμα και διαφορετικά αιτήματα παροχής δεδομένων από τις δημόσιες αρχές συνεπάγονται μεγάλη επιβάρυνση, ιδίως για τις πλατφόρμες που δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο. Η επιβάρυνση αυτή υπονομεύει την ικανότητά τους να προσφέρουν υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων σε ολόκληρη την ενιαία αγορά. Οι δημόσιες αρχές δυσκολεύονται επίσης να συγκεντρώσουν αξιόπιστα δεδομένα με αποτελεσματικό τρόπο —κατάσταση η οποία με τη σειρά της παρεμποδίζει τις προσπάθειές τους να αναπτύξουν κατάλληλες και αναλογικές απαντήσεις πολιτικής στην αύξηση του αριθμού των βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων. Οι δυσκολίες όσον αφορά την κοινοχρησία δεδομένων οφείλονται στους εξής λόγους:
– στα αναποτελεσματικά και αποκλίνοντα συστήματα καταχώρισης που διαχειρίζονται οι δημόσιες αρχές (οι οποίες, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να συγκεντρώσουν με αποτελεσματικό τρόπο δεδομένα ταυτοποίησης για τους εκμισθωτές και τις καταχωρίσεις)·
– στην έλλειψη αποτελεσματικών και εφαρμόσιμων νομικών πλαισίων, προτύπων και εργαλείων για την κοινοχρησία δεδομένων μεταξύ πλατφορμών και δημόσιων αρχών·
– στην έλλειψη κατάλληλου νομικού πλαισίου που να διέπει τη διαφάνεια και την κοινοχρησία δεδομένων.
Για την αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων, κύριοι στόχοι της πρότασης είναι η εναρμόνιση και η βελτίωση του πλαισίου για την παραγωγή δεδομένων και την κοινοχρησία δεδομένων σχετικά με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και η ενίσχυση της διαφάνειας στον τομέα των βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων.
Ειδικότερα, η πρόταση προβλέπει:
– εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά τα συστήματα καταχώρισης για τους εκμισθωτές, στο πλαίσιο της οποίας επιβάλλεται στις δημόσιες αρχές υποχρέωση να διατηρούν καταλλήλως σχεδιασμένα συστήματα καταχώρισης εάν επιθυμούν να συγκεντρώσουν δεδομένα για σκοπούς χάραξης πολιτικής και επιβολής·
– υποχρεώσεις των επιγραμμικών πλατφορμών να δίνουν τη δυνατότητα στους εκμισθωτές να προβάλλουν τους αριθμούς καταχώρισης (με τον τρόπο αυτόν θα διασφαλίζεται η συμμόρφωση των εκμισθωτών με τις απαιτήσεις καταχώρισης) και να κοινοποιούν στις δημόσιες αρχές συγκεκριμένα δεδομένα σχετικά με τις δραστηριότητες των εκμισθωτών και τις καταχωρίσεις τους·
– ειδικά εργαλεία και διαδικασίες για να διασφαλίζεται ότι η κοινοχρησία δεδομένων είναι ασφαλής, σύμφωνη με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και οικονομικά αποδοτική για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.
Επί του ζητήματος της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, η αιτιολογική έκθεση επισημαίνει ότι:
Ο γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων (ΓΚΠΔ) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιες αρχές και από επιγραμμικές πλατφόρμες (μεταξύ άλλων, όταν είναι απαραίτητη για την παροχή αριθμών καταχώρισης και την τήρηση μητρώου γι’ αυτές)· και στην ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ επιγραμμικών πλατφορμών (οι οποίες κατέχουν σημαντικό όγκο δεδομένων σχετικά με τη δραστηριότητα βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων) και δημόσιων αρχών. Ο ΓΚΠΔ ορίζει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο εάν υπάρχει νομική βάση για την επεξεργασία αυτή (π.χ. η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την τήρηση νομικής υποχρέωσης ή για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον). Η πρόταση καθορίζει τους λόγους σύννομης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία είναι απαραίτητη για την αύξηση της διαφάνειας του τομέα βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων, και προβλέπει εγγυήσεις για την προστασία των δεδομένων, ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης συμμόρφωση με τον ΓΚΠΔ.
Στο πλαίσιο άσκησης της γνωμοδοτικής του αρμοδιότητας, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων (EPDS) εξέδωσε στις 16-12-2022 τη Γνώμη 26/2022 σχετικά με την υποβληθείσα Πρόταση Κανονισμού. Η αρμοδιότητα αυτή πηγάζει από το άρθρο 42 παρ.1 του Κανονισμού 2018/1725 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης (EUDPR), σύμφωνα με το οποίο: «Η Επιτροπή, μετά την έγκριση προτάσεων νομοθετικών πράξεων και συστάσεων ή προτάσεων προς το Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 218 ΣΛΕΕ ή κατά την επεξεργασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ή εκτελεστικών πράξεων διαβουλεύεται με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων όταν υπάρχει αντίκτυπος στην προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα». Με βάση την αρμοδιότητα αυτή, η αιτιολογική σκέψη 38 της Πρότασης αναφέρεται ρητώς στη διενέργεια διαβούλευσης με τον Επόπτη και την έκδοση γνωμοδότησής του επί του σχεδίου νόμου.
Οι παρατηρήσεις του Επόπτη
► Εισαγωγικώς:
O Επόπτης λαμβάνει υπόψιν του τους στόχους της Πρότασης, ειδικά την εναρμόνιση των συστημάτων καταχώρισης και των απαιτήσεων διαφάνειας για τις υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης (STRs), καθώς και τη – μέσω επεξεργασίας δεδομενων – διευκόλυνση του σχεδιασμού κατάλληλων πολιτικών για την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η έλλειψη οικονομικά προσιτών καταλυμάτων μακροχρόνιας διαμονής ή η προστασία του αστικού περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο αυτό και στον βαθμό που οι στόχοι αυτοί απαιτούν την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, ο Επόπτης υπενθυμίζει πως πρέπει να τηρούνται οι αρχές της αναγκαιότητας και αναλογικότητας.
Ο Επόπτης αντιλαμβάνεται πως το άρθρο 2 παρ.2γ της Πρότασης, σύμφωνα με το οποίο ο Κανονισμός δεν θίγει «το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο που ρυθμίζει την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων», έχει την έννοια πως απαγορεύει τη δυνατότητα περαιτέρω χρήσης των δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου ή για φορολογικούς και τελωνειακούς σκοπούς. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από τη διατύπωση της αιτιολογικής σκέψης 5 της Πρότασης («Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αποκλειστεί η πιθανή μελλοντική χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τον κανονισμό για σκοπούς επιβολής του νόμου ή για φορολογικούς και τελωνειακούς σκοπούς.») είναι όμως σκόπιμο να ορίζεται με σαφήνεια και στο κείμενο του νόμου.
Ο Επόπτης βλέπει θετικά τις αιτιολογικές σκέψεις 261 και 372 της Πρότασης, που αναφέρονται στην εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων, ωστόσο εκτιμά πως η αναφορά του τελευταίου εδαφίου της αιτιολογικής 37 σχετικά με την αρμοδιότητα των εποπτικών αρχών του ΓΚΠΔ είναι περιττή και πρέπει να αφαιρεθεί.
►Επί της καταχώρισης (Κεφάλαιο ΙΙ):
Ο Επόπτης παρατηρεί ότι το άρθρο 4 της Πρότασης θεσπίζει τη διαδικασία καταχώρισης των εκμισθωτών, ήτοι κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου «που παρέχει ή προτίθεται να παρέχει, σε επαγγελματική ή μη επαγγελματική βάση, υπηρεσία βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων έναντι αμοιβής μέσω επιγραμμικής πλατφόρμας βραχυχρόνιας μίσθωσης»3.
Παρατηρείται επίσης ότι η διαδικασία καταχώρησης προβλέπει την έκδοση από την αρμόδια αρχή ενός αριθμού καταχώρισης, αμέσως μετά την υποβολή των πληροφοριών που παρατίθενται στο άρθρο 5. Προς τούτο, ο Επόπτης επισημαίνει ότι ο αριθμός καταχώρισης, ως μοναδικό αναγνωριστικό συγκεκριμένης μονάδας δύναται έμμεσα να ταυτοποιήσει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο (εφόσον αυτό μπορεί να συσχετιστεί με φυσικό πρόσωπο) που αποτελεί τον εκμισθωτή της μονάδας, ως εκ τούτου δύναται να αποτελέσει δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 4 ΓΚΠΔ.
Ως προς το άρθρο 5 της Πρότασης, σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλονται από τους εκμισθωτές για τη διαδικασία καταχώρισης, ο Επόπτης έχει τη γνώμη ότι η παράγραφος 34 πρέπει να εξειδικεύει τις κατηγορίες των προσωπικών δεδομένων που τυχόν θα απαιτούνται περαιτέρω από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, ειδικά εάν αυτά περιλαμβάνουν και δεδομένα ειδικών κατηγοριών. Περαιτέρω, ως προς την πρόβλεψη της παραγράφου 5 του άρθρου5 σχετικά με την περίοδο διατήρησης των δεδομένων, ο Επόπτης επικροτεί την αναφορά, αλλά προτείνει μια πιο σαφή διατύπωση.
Τέλος, ο Επόπτης παρατηρεί ότι η Πρόταση προβλέπει τη δυνατότητα επαλήθευσης των δηλώσεων καταχώρισης που υποβάλλονται από εκμισθωτές. Η επαλήθευση αυτή μπορεί να γίνεται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές (άρθρο 6), αλλά και από τις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης (άρθρο 7). Στο πλαίσιο αυτό, ο Επόπτης επικροτεί την παράγραφο 6 του άρθρου 66, που εξειδικεύει το περιεχόμενο των εντολών που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές για αφαίρεση ή απενεργοποίηση πρόσβασης σε καταχωρίσεις που δεν πληρούν τις απαιτήσεις του νόμου, αλλά και την παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου7, σύμφωνα με την οποία πρέπει να προηγείται η ενημέρωση του εκμισθωτή. Στο ίδιο πνεύμα, ο Επίτροπος επιδοκιμάζει το άρθρο 7 παρ.28, το οποίο προβλέπει ότι οι επιγραμμικές πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης ενημερώνουν σχετικά με τα αποτελέσματα των δειγματοληπτικών ελέγχων που διενεργούν, όχι μόνο τις αρμόδιες αρχές, αλλά και τους εκμισθωτές.
►Επί της υποβολής δεδομένων στις αρμόδιες αρχές (Κεφάλαιο ΙΙΙ):
Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ.1 της Πρότασης, «Όταν μια καταχώριση αφορά μονάδα η οποία βρίσκεται σε περιοχή που περιλαμβάνεται στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β), οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης συλλέγουν και διαβιβάζουν, σε μηνιαία βάση, στο ενιαίο ψηφιακό σημείο εισόδου του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η μονάδα, δεδομένα δραστηριότητας ανά μονάδα, μαζί με τον αντίστοιχο αριθμό καταχώρισης, όπως παρέχεται από τον εκμισθωτή, και τον URL της καταχώρισης. Η εν λόγω διαβίβαση πραγματοποιείται με μέσα επικοινωνίας μηχανής προς μηχανή.»
Στο πλαίσιο αυτό, ο Επόπτης βλέπει θετικά τον ορισμό των «δεδομένων δραστηριότητας» στο άρθρο 3 παρ.11, σύμφωνα με το οποίο τα δεδομένα αυτά είναι «ο αριθμός διανυκτερεύσεων για τις οποίες μισθώνεται μια μονάδα και ο αριθμός των μισθωτών που διαμένουν στη μονάδα ανά διανυκτέρευση». Ιδιαίτερα θετικό κρίνεται το γεγονός ότι η Πρόταση δεν προβλέπει την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ως προς τους επισκέπτες των καταλυμάτων. Το σημείο αυτό, κατά τον Επόπτη, είναι κρίσιμο ως προς την υποχρέωση περιορισμού της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων στον βαθμό που αυτή είναι αναγκαία και αναλογική σε σχέση με τον σκοπό της επεξεργασίας.
Υπό το δεδομένο αυτό, ο Επόπτης παρατηρεί ότι τα «δεδομένα δραστηριότητας», τα οποία συλλέγονται και διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 9, δεν φαίνονται να αποτελούν προσωπικά δεδομένα. Ωστόσο, εφόσον αυτά συνδυαστούν με τον αριθμό καταχώρισης, μπορούν να αποτελούν δεδομένα που σχετίζονται με ταυτοποιημένο φυσικό πρόσωπο, ως εκ τούτου, μπορούν να θεωρηθούν ως προσωπικά δεδομένα.
Ο Επόπτης παρατηρεί ότι η διαβίβαση των δεδομένων δραστηριότητας θα λαμβάνει χώρα μέσω των ενιαίων ψηφιακών σημείων εισόδου (SDEP), τα οποία θα δημιουργηθούν σε κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 10 της Πρότασης.
Ως προς την παράγραφο 4 του άρθρου 109, ο Επόπτης επισημαίνει ότι το SDEP ενδέχεται να αποθηκεύει πληροφορίες που περιέχουν προσωπικά δεδομένα, όταν για παράδειγμα αποθηκεύει τον αριθμό καταχώρισης μαζί με άλλα δεδομένα. Περαιτέρω, η «μεταβατική επεξεργασία» ενδέχεται να περιλαμβάνει την αποθήκευση προσωπικών δεδομένων. Για τους λόγους αυτούς, ο Επόπτης, μολονότι χαιρετίζει το δεύτερο εδάφιο της διάταξης, σύμφωνα με το οποίο, το SDEP «διασφαλίζει την αυτόματη, ενδιάμεση και μεταβατική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι απολύτως αναγκαία […]», προτείνει την επαναδιατύπωση του πρώτου εδαφίου, το οποίο υπό την αρχική του διατύπωση αποκλείει την αποθήκευση προσωπικών δεδομένων.
Ως προς την περίοδο διατήρησης των δεδομένων δραστηριότητας από τις αρμόδιες αρχές, η οποία ρυθμίζεται από το άρθρο 12 παρ.310 της Πρότασης, ο Επόπτης επικροτεί τον νομοθετικό περιορισμό της διατήρησης αυτής σε ένα έτος από την παραλαβή των δεδομένων. Ως προς το τελευταίο εδάφιο της διάταξης, με το οποίο προβλέπεται η δυνατότητα των αρμοδίων αρχών να ανταλλάσσουν δεδομένα δραστηριότητας, εφόσον αυτά δεν καθιστούν δυνατή την ταυτοποίηση, ο Επόπτης θεωρεί ότι η διάταξη δεν αναφέρεται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.
Αντίστοιχα, ως προς την παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου11, που προβλέπει τη δυνατότητα χρήσης των δεδομένων δραστηριότητας για στατιστικούς σκοπούς, ο Επόπτης προτείνει την προσθήκη ρητής αναφοράς πως η διάταξη αναφέρεται σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα.
Τέλος, ο Επόπτης επισημαίνει ότι σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ.512 η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό κοινών τεχνικών προδιαγραφών και διαδικασιών προκειμένου να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα των λύσεων για τη λειτουργία των ενιαίων ψηφιακών σημείων εισόδου και την απρόσκοπτη ανταλλαγή δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της δομής των αριθμών καταχώρισης. Στο πλαίσιο αυτό και στον βαθμό που εμπλέκονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ο Επόπτης υπενθυμίζει ότι το άρθρο 42 παρ.1 EUDPR προβλέπει την υποχρέωση της Επιτροπής να διαβουλευθεί μαζί του επί των εκτελεστικών πράξεων αυτών
- 1.(26) Είναι απαραίτητο να θεσπιστεί, σε ενωσιακό επίπεδο, αναλογικό, περιορισμένο και προβλέψιμο πλαίσιο για τη διαφανή ανταλλαγή δεδομένων δραστηριότητας και αριθμών καταχώρισης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν κατάλογο με τις αρμόδιες αρχές σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο οι οποίες έχουν θεσπίσει ή διατηρούν διαδικασία καταχώρισης για να ζητούν δεδομένα δραστηριότητας για τις μονάδες που βρίσκονται στο έδαφός τους. Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για σκοπούς παρακολούθησης της συμμόρφωσης με τις διαδικασίες καταχώρισης ή εκτέλεσης των κανόνων που αφορούν την πρόσβαση σε υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων και την παροχή των υπηρεσιών αυτών. Στην τελευταία περίπτωση, η επεξεργασία αυτή θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον εάν οι εν λόγω κανόνες δεν εισάγουν διακρίσεις, είναι αναλογικοί και συνάδουν με το ενωσιακό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών, την ελευθερία εγκατάστασης, καθώς και με τους κανόνες της οδηγίας 2006/123. Για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με το ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων, οποιοιδήποτε κανόνες που αφορούν την πρόσβαση σε υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων και την παροχή των υπηρεσιών αυτών θα πρέπει να καθορίζουν τον σκοπό της επεξεργασίας των δεδομένων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού 2016/679. Τα δεδομένα δραστηριότητας, εξαιρουμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι επίσης απαραίτητα για τις αρχές που αναπτύσσουν τέτοιους κανόνες στο πλαίσιο των προσπαθειών για την προώθηση ενός ισόρροπου τουριστικού οικοσυστήματος, συμπεριλαμβανομένων αποτελεσματικών και αναλογικών κανόνων για την πρόσβαση σε υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων και την παροχή των υπηρεσιών αυτών. Περίοδος διατήρησης 1 έτους κατʼ ανώτατο όριο αναμένεται να δώσει τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τους κανόνες και τους κανονισμούς που εφαρμόζονται στους εκμισθωτές ή που αφορούν τις εκμισθούμενες μονάδες και να αναπτύξουν σχετική πολιτική.
- 2.(37) Το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διασφαλίζεται ιδίως με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679. Ο εν λόγω κανονισμός παρέχει τη βάση για τους κανόνες και τις απαιτήσεις της επεξεργασίας δεδομένων, μεταξύ άλλων όταν τα σύνολα δεδομένων περιλαμβάνουν συνδυασμό δεδομένων προσωπικού και μη προσωπικού χαρακτήρα και τα εν λόγω δεδομένα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού πρέπει να συνάδει με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679. Ως εκ τούτου, οι εποπτικές αρχές προστασίας δεδομένων είναι υπεύθυνες για την εποπτεία της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.
- 3.Άρθρο 3 στοιχ. 2 Πρότασης Κανονισμού
- 4.3. Όταν ένα κράτος μέλος απαιτεί από τους εκμισθωτές να υποβάλουν περαιτέρω πληροφορίες και έγγραφα, η υποβολή των εν λόγω πληροφοριών και εγγράφων δεν θίγει την έκδοση του αριθμού καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β).
- 5.5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες ή τα έγγραφα που υποβάλλονται σύμφωνα με τη διαδικασία καταχώρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 διατηρούνται με ασφαλή και εμπιστευτικό τρόπο και μόνο για το χρονικό διάστημα που είναι αναγκαίο για την ταυτοποίηση της μονάδας και για μέγιστο διάστημα 1 έτους αφότου ο εκμισθωτής έχει δηλώσει, μέσω της λειτουργίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο στ), ότι η μονάδα θα πρέπει να αφαιρεθεί από το μητρώο. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες και τα έγγραφα που παρέχει ο εκμισθωτής σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τον σκοπό της έκδοσης του αριθμού καταχώρισης και της διασφάλισης της συμμόρφωσης με τους ισχύοντες κανόνες του κράτους μέλους οι οποίοι αφορούν την πρόσβαση σε υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων και την παροχή των υπηρεσιών αυτών.
- 6.6. Οι εντολές που εκδίδονται σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 4 και 10 περιέχουν τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες: α) το σκεπτικό· β) σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας βραχυχρόνιας μίσθωσης να ταυτοποιήσει και να εντοπίσει τη σχετική καταχώριση ή καταχωρίσεις, όπως ένα ή περισσότερους ακριβείς ομοιόμορφους εντοπιστές πόρων (URL) και την ταυτότητα της αρμόδιας αρχής· γ) την ταυτότητα του εκμισθωτή και της μονάδας που προσφέρεται για υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων.
- 7.5. Αν μια αρμόδια αρχή προτίθεται να αναστείλει την ισχύ αριθμού ή αριθμών καταχώρισης σύμφωνα με τις παραγράφους 3 ή 4, ενημερώνει σχετικά τον εκμισθωτή γραπτώς, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να προβεί στην αναστολή. Παρέχεται στον εκμισθωτή η δυνατότητα ακρόασης και, κατά περίπτωση, διόρθωσης των εν λόγω πληροφοριών ή εγγράφων εντός εύλογης προθεσμίας που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή. Αν η αρμόδια αρχή, κατόπιν ακρόασης του εκμισθωτή, επιβεβαιώσει την πρόθεσή της να αναστείλει την ισχύ αριθμού ή αριθμών καταχώρισης, ενημερώνει γραπτώς τον εκμισθωτή σχετικά με την εν λόγω απόφαση, η οποία συνοδεύεται από αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στις παραγράφους 3 ή 4.
- 8.2. Οι επιγραμμικές πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση τις αρμόδιες αρχές και τους εκμισθωτές σχετικά με τα αποτελέσματα των δειγματοληπτικών ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) όσον αφορά ανακριβείς δηλώσεις εκμισθωτών ή μη έγκυρους αριθμούς καταχώρισης.
- 9.4. Το ενιαίο ψηφιακό σημείο εισόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν αποθηκεύει πληροφορίες που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Διασφαλίζει την αυτόματη, ενδιάμεση και μεταβατική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι απολύτως αναγκαία για τον σκοπό της παροχής πρόσβασης στις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 12 σε δεδομένα δραστηριότητας, αριθμούς καταχώρισης και URL των καταχωρίσεων που παρέχουν επιγραμμικές πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης.
- 10.3. Οι αρμόδιες αρχές που περιλαμβάνονται στον κατάλογο σύμφωνα με την παράγραφο 1 διατηρούν τα δεδομένα δραστηριότητας με ασφαλή και εμπιστευτικό τρόπο για όσο διάστημα είναι αναγκαίο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και όχι περισσότερο από 1 έτος μετά την παραλαβή τους. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές μπορούν να ανταλλάσσουν, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους, δεδομένα δραστηριότητας, χωρίς να ανταλλάσσουν τυχόν δεδομένα που καθιστούν δυνατή την ταυτοποίηση μεμονωμένων μονάδων ή εκμισθωτών, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών καταχώρισης και των URL, ιδίως με τους εξής φορείς: α) τις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την ανάπτυξη νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων και την παροχή των υπηρεσιών αυτών· β) οντότητες ή πρόσωπα που διεξάγουν επιστημονική έρευνα και δραστηριότητες ανάλυσης ή αναπτύσσουν νέα επιχειρηματικά μοντέλα, όταν αυτό είναι αναγκαίο για τους σκοπούς των εν λόγω δραστηριοτήτων.
- 11.4. Τα κράτη μέλη συγκεντρώνουν τα δεδομένα δραστηριότητας που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 και τα διαβιβάζουν σε μηνιαία βάση στις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και στη Eurostat για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου43. Τα δεδομένα δραστηριότητας συγκεντρώνονται σε εθνικό, περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο και περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τον συνολικό αριθμό μονάδων και τον μέγιστο αριθμό μισθωτών που μπορεί να φιλοξενήσει η μονάδα σε κάθε γεωγραφική υποδιαίρεση. Τα εν λόγω δεδομένα αναλύονται ανά είδος μονάδας, όπως περιγράφεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη ορίζουν την εθνική οντότητα που είναι υπεύθυνη για τη συγκέντρωση των δεδομένων δραστηριότητας και τη διαβίβασή τους στις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και στη Eurostat.
- 12.5. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό κοινών τεχνικών προδιαγραφών και διαδικασιών προκειμένου να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα των λύσεων για τη λειτουργία των ενιαίων ψηφιακών σημείων εισόδου και την απρόσκοπτη ανταλλαγή δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της δομής των αριθμών καταχώρισης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2.