ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΟΤΣΟΒΟΥ
Πώς θα ξεπεραστούν οι «συμπληγάδες» του υψηλού πληθωρισμού και της αναιμικής ανάπτυξης
Τι να επιφυλάσσει το 2023 για την Ευρώπη; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα συνοψίζεται σε δύο συναισθήματα, όπως παρατηρεί ο «Economist»: Το ένα είναι ο θαυμασμός. Στις προσπάθειες να υποστηρίξουν την Ουκρανία και να περιορίσουν τον ρωσικό επεκτατισμό, οι ηγέτες των ευρωπαϊκών χωρών επέδειξαν ενότητα και προθυμία να επωμισθούν το μεγάλο τίμημα που συνεπάγονταν οι αποφάσεις τους για την επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας.
Το δεύτερο όμως είναι o πανικός. H ευρωπαϊκή οικονομία θα βρεθεί το 2023 στις «συμπληγάδες» του υψηλού πληθωρισμού και της αναιμικής ανάπτυξης, δοκιμάζοντας τις αντοχές και τη συνοχή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Παράλληλα, προκλήσεις όπως η ενεργειακή κρίση, η άνοδος του λαϊκισμού και οι γεωπολιτικές εντάσεις απειλούν την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπονομεύοντας τη θέση της στην παγκόσμια οικονομική σκηνή.
Η ενεργειακή κρίση συνιστά τη μεγαλύτερη πρόκληση για την ευρωπαϊκή οικονομία το 2023. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αυτόν τον χειμώνα, περισσότερες από τις μισές χώρες της Ευρωζώνης θα εισέλθουν σε τεχνική ύφεση, με συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας επί δύο διαδοχικά τρίμηνα. Το 2023, η οικονομική παραγωγή και εισόδημα της Ευρώπης θα είναι σχεδόν κατά μισό τρισ. χαμηλότερα σε σύγκριση με τις προβλέψεις του ΔΝΤ πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Την ίδια στιγμή, ο υψηλός πληθωρισμός εξαιτίας των τιμών ενέργειας αποδυναμώνει ακόμη περισσότερο την ευρωπαϊκή οικονομία, εγείροντας διλήμματα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που θα πρέπει να αυξήσει τα επιτόκια ώστε θα συγκρατήσει τις τιμές καταναλωτή, με κίνδυνο όμως να αποσταθεροποιήσει τις πιο αδύναμες και υπερχρεωμένες χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, όπως η Ιταλία.
Η ενεργειακή κρίση «γονατίζει» και την ευρωπαϊκή βιομηχανία, καθώς πολλές επιχειρήσεις βασίζονταν στις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου. Πρόσφατο παράδειγμα η περίπτωση της γερμανικής εταιρείας φυσικού αερίου Uniper και η παρέμβαση της Κομισιόν για τη διάσωσή της, ώστε να αποτραπεί ένα φαινόμενο ντόμινο, με τεράστιες επιπτώσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Η άνοδος του προστατευτισμού
Ο οικονομικός εθνικισμός της Αμερικής, με το δόγμα Μπάιντεν «αγοράζουμε Αμερικανικά», σε συνδυασμό με το Νόμο Περί Μείωσης του Πληθωρισμού, μέσω του οποίου δίνονται επιδοτήσεις έως και 400 δισ. δολαρίων για ενέργεια, μεταποίηση και μεταφορές, μοιάζουν αρκετά με την τακτική που ακολουθούσε επί δεκαετίες η Κίνα και τον αθέμιτο ανταγωνισμό των κινεζικών επιχειρήσεων.
Και την ώρα που οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη -ΗΠΑ και Κίνα- ακολουθούν τον δρόμο του προστατευτισμού, η Ευρώπη επιμένει να τηρεί απαρέγκλιτα τους κανονισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου περί ελευθέρου εμπορίου, μια στάση που αυτή την εποχή δεν ευνοεί τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, οι οποίες με τη σειρά τους αντιδρούν, σχολιάζει σε ανάλυσή του ο «Εconomist». Η σουηδική εταιρεία μπαταριών Northvolt έχει ανακοινώσει τα σχέδιά της για επέκταση της παραγωγής στην Αμερική και η ισπανική εταιρεία ενέργειας Iberdrola έχει στρέψει το βλέμμα της επενδύοντας στην αμερικανική ήπειρο παρά στην Ε.Ε.
Ήδη αρκετές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για «αποβιομηχανοποίηση» της Ευρώπης, εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους και των αμερικανικών επιδοτήσεων.
Ήδη τα πρώτα σημάδια είναι ορατά: Μεταξύ των 100 επιχειρήσεων με την υψηλότερη κεφαλαιοποίηση, μόλις 14 είναι ευρωπαϊκές.
Η Ευρώπη πρέπει να προστατεύσει την οικονομία της από την ενεργειακή κρίση. Αλλά και την ανταγωνιστικότητά της μπροστά στο συνεχώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο. Είναι ζωτικής σημασίας η Ευρώπη να παραμείνει η πιο ισχυρή δημοκρατική συμμαχία στην Ιστορία.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Γηραιά Ήπειρος βρίσκεται ενώπιον κρίσεων που απειλούν τη συνοχή της. Αλλά για να τα καταφέρει και αυτή τη φορά, θα πρέπει να προσαρμοσθεί στα νέα δεδομένα και να αντέξει στις πολλαπλές προκλήσεις.