Κική Τσάνη
Γείτονες κάλεσαν το 100 για πιθανό επεισόδιο ενδοοικογενειακής βίας, ωστόσο όταν αστυνομικοί μετέβησαν στο σπίτι τα πράγματα πήραν άλλη τροπή
Σε ποινή φυλάκισης 22 μηνών με τριετή αναστολή καταδικάστηκε ο 32χρονος για το θερμό επεισόδιο με αστυνομικούς στο σπίτι του στην Τούμπα τα ξημερώματα της Κυριακής 20 Νοεμβρίου.
Το τηλεφωνικό κέντρο της Άμεσης Δράσης δέχθηκε κλήσεις από γείτονες για πιθανό περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας και αστυνομικοί μετέβησαν στο σπίτι του. Ο 32χρονος κατηγορείται ότι επιτέθηκε λεκτικά σε αυτούς και ότι χτύπησε τον έναν και συνελήφθη. Σύμφωνα με τη δικογραφία, ο ίδιος αντιστάθηκε σθεναρά στη σύλληψη, ωστόσο όπως είπε τόσο προανακριτικά όσο και στην απολογία του σήμερα ξυλοκοπήθηκε από τους αστυνομικούς που βρέθηκαν στο σημείο.
Το Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης τον έκρινε ένοχο για επικίνδυνη σωματική βλάβη, εξύβριση και βία κατά υπαλλήλων, τον αθώωσε για την κατηγορία της ενδοοικογενειακής βίας και ήρε τον περιοριστικό όρο της μη προσέγγισης της 27χρονης συζύγου του.
Στην κατάθεσή της σήμερα στη δίκη η νεαρή γυναίκα δήλωσε κατηγορηματικά πως ο 32χρονος δεν τη χτύπησε, σημειώνοντας πως υπήρξε ένας καβγάς μεταξύ τους, χωρίς ωστόσο να υπάρξει βία.
Οι μάρτυρες αστυνομικοί από την πλευρά τους κατέθεσαν πως χτύπησαν το κουδούνι για να εξετάσουν τις καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία και ότι ο 32χρονος τους είπε να μπουν μέσα στο σπίτι και έβαλε τον σύρτη. Στις περιγραφές τους έκαναν λόγο για εκρηκτικές αντιδράσεις από πλευράς του κατηγορούμενου και σημείωσαν ότι η βία που άσκησαν ήταν στο πλαίσιο της αντίστασής του στη σύλληψη. Ο εισαγγελέας της έδρας ωστόσο έψεξε τους αστυνομικούς για τη στάση τους, τονίζοντας πως απαγορεύεται να μπουν σε σπίτια χωρίς την παρουσία δικαστικού λειτουργού και τους καταλόγισε ελλιπή εκπαίδευση για τη διαχείριση τέτοιων περιστατικών.
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως την ημέρα του περιστατικού ήταν μεθυσμένος. «Συγγνώμη από τους αστυνομικούς για αυτό που έγινε. Δεν ήμουν εγώ, συγγνώμη για την ένταση που προηγήθηκε. Κάναμε το τραπέζι για τον σαραντισμό της κόρης μας. Ήπια αρκετά ενώ δεν πίνω. Οι φίλοι μου πρότειναν να συνεχίσουμε για ένα ποτό μόνοι μας αλλά η γυναίκα μου ήταν αντίθετη. Φώναζα δυνατά, ο θόρυβος που άκουσαν οι γείτονες ήταν το χέρι μου στο γραφείο. Δεν τη χτύπησα. Δεν το έχω κάνει και δεν θα το κάνω ποτέ», είπε στην απολογία του.
«Χτύπησε το κουδούνι, άνοιξα και είπα στους αστυνομικούς να έρθουν μέσα για να μην ακουγόμαστε στην πόρτα. Πάγωσα που τους είδα ένοπλους. Ήμουν μεθυσμένος. Ο σύρτης ήταν αντανακλαστική κίνηση», πρόσθεσε και σημείωσε πως άρχισε να βγαίνει εκτός εαυτού και να τους βρίζει όταν τον είχαν κάτω στον δρόμο με τις χειροπέδες και μόλις είδε να σπρώχνουν τη γυναίκα του που είχε το βρέφος αγκαλιά.
«Με κλοτσιές με χτυπούσαν. Ένιωσα επίθεση από πολλά άτομα γύρω μου. Όταν με έβγαλαν από το περιπολικό με έσερναν. Είχα τραύματα και εκδορές παντού, με κλότσησαν και στο μάτι», τόνισε.
Ο εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή του μόνο για εξύβριση, ωστόσο το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο και για τις άλλες πράξεις εκτός της ενδοοικογενειακής βίας.
Στο άκουσμα της απόφασης η σύζυγός του ξέσπασε σε κλάματα.