Αν και υπάρχει μια μικρή αποκλιμάκωση μέσα στο 2022, εντούτοις είναι υψηλό το ιδιωτικό χρέος
«Χωίς ανάσα» μένουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας, εξαιτίας των ληξιπρόθεσμων χρεών τους, κάτι το οποίο προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία, εν όψει και της πολύ δύσκολης συνέχειας. Όπως, προκύπτει οι ληξιπρόθεσμες οφειλές δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο, εν μέσω της ακρίβειας, αν και υπάρχει μια μικρή αποκλιμάκωση των οφειλών τους μέσα στο 2022.
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, το πλήρες άνοιγμα της οικονομίας, η καλή τουριστική περίοδο και τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για τη στήριξη της οικονομίας και ειδικότερα για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους (π.χ. ρυθμίσεις οφειλών) έδωσαν τη δυνατότητα σε ένα σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Ωστόσο, τα ποσοστά των επιχειρήσεων οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα στην καταβολή των υποχρεώσεων τους παραμένουν ιδιαίτερα υψηλά.
Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της έρευνας οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Ιούλιος 2022), το 38,2% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων είχε τουλάχιστον 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή, ποσοστό το οποίο είναι χαμηλότερο σε σχέση όχι μόνο με τις προηγούμενες έρευνες που έγιναν κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, αλλά και σε σύγκριση με τα προ πανδημίας στοιχεία (38,7% τον Φεβρουάριο του 2020).
Ιδιωτικό χρέος
Σύμφωνα με την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (Σεπτέμβριος 2022) οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία τον Ιούλιο του 2022, ανέρχονταν στα 112,6 δις ευρώ και είναι αυξημένες κατά 3,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Επιπλέον, το σύνολο των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών στο τέλος του Ιουνίου 2022 ανήλθε στα 43,4 δισ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση κατά 590,4 εκατ. ευρώ σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2022. Από τα στοιχεία αυτά καταγράφεται μια σημαντική αύξηση του ιδιωτικού χρέους προς το Δημόσιο (εφορία και ασφαλιστικά ταμεία).
Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της ΓΣΕΒΕΕ, ανάλογα ήταν σε γενικές γραμμές και τα ευρήματα των ερευνών του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Φεβρουάριος και Ιούλιος του 2022) όπου τουλάχιστον για το δεύτερο εξάμηνο του 2021 παρουσιάστηκε σημαντική αύξηση του είτε προς το δημόσιο είτε προς τους ιδιώτες στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Άνοδος χρεών
Ειδικότερα, σχεδόν 1 στις 2 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (47,3%) φαίνεται πως είχαν τουλάχιστον μία ληξιπρόθεσμη οφειλή, όταν το πρώτο εξάμηνο του 2021 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 43,3% και προ πανδημίας 38,7%. Με άλλα λόγια, προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά σχεδόν 9 ποσοστιαίες μονάδες.
Αυξητικές τάσεις καταγράφηκαν και στον βαθμό υπερχρέωσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, καθώς το δεύτερο εξάμηνο του 2021 οι επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές (σε 2 από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων των ερευνών του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) αντιστοιχούσαν στο 9,9% των επιχειρήσεων, έναντι του 7,7% το πρώτο εξάμηνο του 2021 και του 7,2% του τελευταίου προ πανδημίας εξαμήνου.
Επιπλέον, οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές (σε τουλάχιστον 3 από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων) ανήλθαν το δεύτερο εξάμηνο του 2021 στο 24,2%, έναντι του 22,3% που ήταν το πρώτο εξάμηνο του 2021 και του 17,8% που ήταν το τελευταίο προ πανδημίας εξάμηνο.
Όσον αφορά το πρώτο εξάμηνο του 2022, καταγράφηκε μια όχι αμελητέα αποκλιμάκωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Πτώση
Φαίνεται ότι το πλήρες άνοιγμα της οικονομίας, η καλή τουριστική περίοδο και τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για τη στήριξη της οικονομίας και ειδικότερα για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους (π.χ. ρυθμίσεις οφειλών) έδωσαν τη δυνατότητα σε ένα σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Ωστόσο, τα ποσοστά των επιχειρήσεων οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα στην καταβολή των υποχρεώσεων τους παραμένουν ιδιαίτερα υψηλά.
Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της έρευνας οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Ιούλιος 2022), το 38,2% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων είχε τουλάχιστον 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή, ποσοστό το οποίο είναι χαμηλότερο σε σχέση όχι μόνο με τις προηγούμενες έρευνες που έγιναν κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, αλλά και σε σύγκριση με τα προ πανδημίας στοιχεία (38,7% τον Φεβρουάριο του 2020).
Υποχώρηση
Περαιτέρω, σημαντική μείωση καταγράφηκε και στα ποσοστά των επιχειρήσεων με πολλαπλές ληξιπρόθεσμες οφειλές. Όπως φαίνεται στο Γράφημα 12 οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με 3 ή και περισσότερες ληξιπρόθεσμες οφειλές υποχώρησαν στο 16,7% έναντι 24,2% που ήταν το προηγούμενο εξάμηνο.
Ελαφρώς βελτιωμένα ήταν και τα ποσοστά των επιχειρήσεων σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο όσον αφορά τις επιχειρήσεις που είχαν 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή (12,2% το πρώτο εξάμηνο του 2022, έναντι 13,2% που είχε καταγραφεί το δεύτερο εξάμηνο του 2021) και τις επιχειρήσεις με 2 ληξιπρόθεσμες οφειλές (9,2% το πρώτο εξάμηνο του 2022, έναντι 9,9% που είχε καταγραφεί το δεύτερο εξάμηνο του 2021).
Ωστόσο, ο βαθμός υπερχρέωσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δεν είναι ίδιος. Διαφοροποιείται ανάλογα με τον κλάδο και το μέγεθος των επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις εστίασης φαίνεται πως αντιμετωπίζουν με διαφορά το μεγαλύτερο πρόβλημα υπερχρέωσης καθώς το 28,8% αυτών έχει τρεις ή και περισσότερες ληξιπρόθεσμες οφειλές. Ακολουθούν οι επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό (23,4%) και οι επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών έως 50.000 € (22,4%).
Οι κατηγορίες
Όσον αφορά την κάθε κατηγορία υποχρεώσεων, τον Ιούλιο του 2022:
– το 19% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς
τον πρώην ΟΑΕΕ,
– το 17,5% δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λογαριασμούς ενέργειας,
– το 16% δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς προμηθευτές,
– το 15,9% δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία,
– το 11,2% δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές ενοικίου. Σημειώνεται ότι από τις επιχειρήσεις που έχουν ενοίκιο (το 66% του συνόλου των επιχειρήσεων), το ποσοστό των επιχειρήσεων οι οποίες δήλωσαν ότι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές ενοικίου ανέρχεται στο 17%.
– Το 8,9% δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λοιπούς λογαριασμούς (νερό, τηλεφωνία κ.λπ.),
– το 10,2% δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες τραπεζικές οφειλές. Σημειώνεται ότι από τις επιχειρήσεις που έχουν τραπεζικά δάνεια (το 57% του συνόλου των επιχειρήσεων), το ποσοστό των επιχειρήσεων που δήλωσε ότι έχει ληξιπρόθεσμες τραπεζικές οφειλές ανέρχεται στο 18%.
– το 7,2% δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το πρώην ΙΚΑ. Σημειώνεται ότι από τις επιχειρήσεις που έχουν προσωπικό (το 64,9% του συνόλου των επιχειρήσεων), το ποσοστό των επιχειρήσεων που δήλωσε ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το πρώην ΙΚΑ ανέρχεται στο 9,4%.
«Αγκάθι» οι λογαριασμοί ενέργειας
Ως εκ τούτων, υψηλά ποσοστά καταγράφουν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές για λογαριασμούς ενέργειας, κάτι το οποίο καταδεικνύει τη δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ένας ιδιαίτερα υψηλός αριθμός επιχειρήσεων λόγω της υπέρμετρης αύξησης του ενεργειακού κόστους.
Τέλος, το συνολικό ύψος των οφειλών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που έχουν καθυστερημένες υποχρεώσεις τον Ιούλιο του 2022 διαμορφώθηκε ως εξής:
– το 30,9% είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές έως 5.000€,
– το 12,7% είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές από 5.001 έως 10.000€,
– το 12,7% είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές από 10.001 έως 20.000€,
– το 12,1% είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές από 20.001 έως 50.000€,
– το 17% είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές πάνω από 50.000€.
Από την ανάλυση των στοιχείων στην έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Ιούλιος 2022) προέκυψε ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές δεν ξεπερνούσαν τα 15.000€ για 1 στις 2 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις οι οποίες είχαν καθυστερημένες υποχρεώσεις.