Ακύρωση διαταγής πληρωμής από επιταγές λόγω τοπικής αναρμοδιότητας του Δικαστηρίου που την εξέδωσε (αν και υφίστατο συντρέχουσα αρμοδιότητα – κατοικία εναγομένου) λόγω ιδιωτικού συμφωνητικού το οποίο συνόδευε την έκδοση των τραπεζικών επιταγών και προέβλεπε αποκλειστική αρμοδιότητα των Δικαστηρίων της Θεσσαλονίκης για την επίλυση οιασδήποτε διαφοράς προέκυπτε από την ερμηνεία, εφαρμογή, εκτέλεση του εν λόγω ιδιωτικού συμφωνητικού.
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Διαδικασία Πιστωτικών Τίτλων)
Αριθμός 3015/2011
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Δημητριάδου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Ευφροσύνη Κόλλια.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 13 Δεκεμβρίου 2010, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ – ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: …, κατοίκου Πειραιά, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Νεκτάριου Μακρυστάθη.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΝΑΚΟΠΗ – ΚΑΘ’ ΟΥ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΚΟΠΗΣ: …, κατοίκου Ωραιοκάστρου Θεσσαλονίκης, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δημητρίου Παπακυριάκη.
Ο ανακόπτων – προσθέτως ανακόπτων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 20-7-2010 ανακοπή του και οι από 29-11-2010 πρόσθετοι λόγοι ανακοπής του, που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμούς 7774/20 και 11887/2010 αντίστοιχα, προσδιορίστηκαν μετά από αναβολή της ανακοπής για την αρχικά αναφερόμενη δικάσιμο και εκφωνήθηκαν από το έκθεμα.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρονται για συζήτηση η από 20/7/2010 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 7774/2010 ανακοπή καθώς και οι από 29-11-2010 πρόσθετοι λόγοι ανακοπής με τους οποίους διώκεται η ακύρωση της με αριθμό 1116/2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε για απαίτηση από δύο (2) επιταγές ποσού 100.000 ευρώ και 116.400 ευρώ αντίστοιχα. Η ανακοπή ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα (άρθρα 632 ΚΠολΔ) καθώς και οι από 29-11-2010 πρόσθετοι λόγοι, οι οποίοι ασκήθηκαν με αυτοτελές δικόγραφο που κατατέθηκε στην γραμματεία του, Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 585 παρ. 2β ΚΠολΔ) και κοινοποιήθηκε στον καθ’ ου οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από την συζήτηση (βλ. την υπ’ αριθμ. 11567/2010 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά …) και αρμόδια φέρονται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 636 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους (άρθρα 583 επ., 632 και 635 επ. ΚΠολΔ) και αφού συνεκδικαστούν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς την νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων τους.
Επειδή για την έκδοση διαταγής πληρωμής, κατά τόπον αρμόδιος είναι ο δικαστής του Δικαστηρίου της γενικής δωσιδικίας του καθ’ ου η αίτησις οφειλέτου ή άλλης ειδικής δωσιδικίας, αλλά και του τόπου εκδόσεως της συναλλαγματικής ή του γραμματίου εις διαταγή ή επιταγής, ως και του τόπου πληρωμής ή της αποδοχής των δύο πρώτων τίτλων ή και του τόπου που δικαιούται να εισπράξει την απαίτηση ο δανειστής και αιτών την έκδοση της διαταγής πληρωμής, κατά το άρθρο 321 ΑΚ. Συνεπώς, το αρμόδιο δικαστήριο προσδιορίζεται από το δανειστή, ο οποίος μεταξύ των ενδεχομένως πολλών τοπικών αρμοδίως δικαστηρίων επιλέγει εκείνο από τον δικαστή του οποίου ζητεί την έκδοση διαταγής πληρωμής και το οποίον καθίσταται ως εκ τούτου κατά την κρατούσαν γνώμη και αποκλειστικά κατά τόπο αρμόδιο και για την εκδίκαση της κατ’ αυτής ανακοπής των άρθρων 632 ή 633 ΚΠολΔ, διότι ο αιτών την έκδοση διαταγής πληρωμής, διά της υποβολής της αιτήσεως εις έναν από τους περισσότερους αρμοδίους κατά τόπον δικαστές, ασκεί συγχρόνως και το δικαίωμα επιλογής, που έχει ως ενάγων δανειστής, διά την τυχόν μετέπειτα διαδικασία επί της ανακοπής, κατά την οποία οι διάδικοι έχουν την ιδία δικονομική θέση, δηλαδή ο μεν καθ’ ου η ανακοπή τη θέση του ενάγοντος, ο δε ανακόπτων την θέση εναγομένου. Για τους άνω λόγους, η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής πρέπει να ασκείται ενώπιον του Δικαστηρίου, στο οποίο ανήκει ο δικαστής, που εξέδωσε την διαταγή πληρωμής, αλλ’ ο καθ’ ου η διαταγή πληρωμής δεν εγκαταλείπεται εις την αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη επιθυμία του δανειστού, διότι, αν ο δικαστής που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής ήταν αναρμόδιος κατά τόπον, δύναται, για το λόγο αυτό, να ζητήσει με ανακοπή την ακύρωση της διαταγής πληρωμής (ΕΑ 4290/2002 ΔΕΕ 2004,294). Εξάλλου η διάταξη του άρθρου 625 ΚΠολΔ ενώ κατανέμει την προς έκδοση διαταγής πληρωμής καθ’ ύλην αρμοδιότητα μεταξύ ειρηνοδίκου και δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου δεν διαλαμβάνει περί της κατά τόπον αρμοδιότητος. Συνεπώς η κατά τόπον αρμοδιότητα ρυθμίζεται κατά τις γενικές διατάξεις και χωρεί και συμφωνία περί παρεκτάσεως αρμοδιότητος (Ποδηματά εις Κεραμέως κ.λπ. Ερμηνεία ΚΠολΔ άρθρο 625 αριθ. 2 επ. μετά περ. παρ.), η εκ της οποίας δωσιδικία, κατά τον κανόνα του άρθρου 44 ΚΠολΔ, είναι αποκλειστική. Η έλλειψη τοπικής αρμοδιότητος του δικαστού που εκδίδει τη διαταγή πληρωμής, δύναται να επιφέρει, μετά από ανακοπή την ακύρωση της παρά τούτο εκδοθείσης διαταγής πληρωμής (ΑΠ 497/1993 ΕλΔ 35,1290). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 42, 43, 44 ΚΠολΔ προκύπτει ότι επί διαφορών, ακόμη και μελλοντικών, που έχουν περιουσιακό αντικείμενο, τακτικό δικαστήριο που δεν είναι αρμόδιο είναι δυνατόν να καταστεί αρμόδιο εάν υπάρχει έγγραφος συμφωνία των διαδίκων και αναφέρεται εις ορισμένη έννομη σχέση από την οποίαν θα προέλθουν οι διαφορές (ΕφΑΘ 2138/1993 ΕλΔ 35,443). Η περί παρεκτάσεως συμφοινία είναι δυνατό να διατυπούται στο αποδεικτικό της απαιτήσεως έγγραφο ή στο σώμα του αξιόγραφου βάσει του οποίου εκδίδεται η διαταγή πληρωμής (βλ. προκειμένου για συναλλαγματικές Ι. Μάρκου, Δίκαιο της Συναλλαγματικής, έκδ. β’ σελ. 396), χωρίς να αποκλείεται η περί παρεκτάσεως συμφωνία να αποδεικνύεται εξ ετέρου συνυποβαλλόμενου εις τον δικαστή εγγράφου, διότι η δικονομική αυτή σύμβαση δεν είναι περί των δικαιωμάτων που πηγάζουν εκ του τίτλου, αλλά πρόσθετη. Η περί παρεκτάσεως της κατά τόπον αρμοδιότητος συμφωνία δεσμεύει
οπωσδήποτε τους απευθείας συμβαλλομένους. Όταν η συμφωνία περιέχεται σε εκτός του αξιόγραφου έγγραφο πρέπει αυτό να προσκομίζεται μετά του αξιόγραφου βάσει του οποίου ζητείται η έκδοση της διαταγής πληρωμής. Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 626 παρ. 3 και 630 Κ.Πολ.Δ. συνάγεται ότι μεταξύ των στοιχείων που πρέπει να περιέχονται εις την διαταγή πληρωμής δεν περιλαμβάνονται και τα θεμελιωτικά της αρμοδιότητος του εκδίδοντος αυτήν δικαστού στοιχεία, η συνδρομή των οποίων ερευνάται προ της εκδόσεως και η έλλειψη των δύναται να επιφέρει μετά από άσκηση ανακοπής την ακύρωση της διαταγής πληρωμής, ανεξαρτήτως του αν τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει η αναρμοδιότητα είχαν τεθεί υπ’ όψιν του εκδόντος την ανακοπτομένη διαταγή πληρωμής δικαστού και τα παρείδε, ή δεν του ετέθησαν πλην εστερείτο τοπικής αρμοδιότητος να επιληφθεί (ΑΠ 497/1993 ΕλΔ 35, 1290, Κ. Μπέης, ΠολΔ άρθρο 625, αριθμ. 189).
Στην προκειμένη υπόθεση, από την μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενη εκατέρωθεν των διαδίκων από 16.6.2009 έγγραφη σύμβαση αναγνώρισης χρέους-υπόσχεσης καταβολής μεταξύ του καθ’ ου η ανακοπή, ως δανειστή, και του ανακόπτοντος ως οφειλέτου (η οποία δεν τέθηκε υπόψη του εκδόντος την προσβαλλομένη διαταγή πληρωμής Δικαστή), αποδεικνύεται ότι συνομολογήθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής για την διασφάλιση της πληρωμής του ποσού της αναγνωριζόμενης οφειλής αυτού ο οφειλέτης έχει μεταβιβάσει με οπισθογράφηση στον καθού η ανακοπή τις πέντε μεταχρονολογημένες επιταγές που λεπτομερώς αναφέρονται στο συμφωνητικό αυτό έκδοσης της εταιρίας «ATLANTIDES SHIPPING CO LTD» πληρωτέες από τραπεζικό λογαριασμό της τελευταίας στην «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ» των οποίων ο ίδιος ήταν λήπτης συνολικού ποσού 216.000 ευρώ οι οποίες επιταγές έφεραν ημεροχρονολογίες έκδοσης 30.9.2009, 3 1.12.2009, 28.02.2010, 30.04.2010 και 30.06.2010 αντίστοιχα. Συνομολογείται περαιτέρω από τους διαδίκους ότι οι άνω πέντε επιταγές κατόπιν μεταγενέστερων διαδοχικών συνεννοήσεων των διαδίκων αντικαταστάθηκαν με δύο άλλες μεταχρονολογημένες επιταγές ποσού 100.000 ευρώ και 116.000 ευρώ αντίστοιχα έκδοσης του ανακόπτοντα φέρουσες ημεροχρονολογίες έκδοσης 31.01.2010 και 28.02.2010 αντίστοιχα οι οποίες με τη σειρά τους επίσης αντικαταστάθηκαν με τις δύο ένδικες μεταχρονολογημένες επιταγές έκδοσης του ανακόπτοντα και φέρουσες ημεροχρονολογίες έκδοσης 30.03.2010 και 28.03.2010 ποσού 116.400 και 100.000 ευρώ αντίστοιχα τις οποίες επιταγές οπισθογραφημένες από τον ανακόπτοντα εξακολουθεί να κρατεί εις χείρας του ο καθού η ανακοπή νόμιμος κομιστής αυτών. Επομένως εφόσον δεν αμφισβητείται ειδικώς πρέπει κατ’ άρθρο 261 ΚΠολΔ συναχθεί ομολογία του καθ’ ου η ανακοπή περί του ζητήματος ότι οι επίδικες επιταγές βάσει των οποίων εξεδόθη η ανακοπτομένη διαταγή πληρωμής έχουν εκδοθεί στα πλαίσια της άνω σύμβασης αναγνώρισης. Τέλος με ειδικό όρο της συμβάσεως αυτής συμφωνήθηκε ότι “για κάθε διαφορά που τυχόν ήθελε προκύψει από τη σύμβαση αυτή κατά τόπον αρμόδια ορίζονται τα Δικαστήρια της Θεσσαλονίκης”. Εκ των ανωτέρω αποδεικνύεται ότι ρητώς συνομολογήθηκε μεταξύ των διαδίκων έγκυρη συμφωνία παρέκτασης της κατά τόπον αρμοδιότητος η οποία προσαρτήθηκε στην ουσιαστικού δικαίου σύμβαση (Χ. Απαλαγάκη, ΕλΔ 34,267) και αφορούσε οποιαδήποτε διαφορά από την ανωτέρω σύμβαση αναγνώρισης χρέους, αναπόσπαστο μέρος της οποίας αποτέλεσαν και οι ρητώς αναφερόμενες σε αυτή πέντε επιταγές και κατ’ επέκταση οι ένδικες επιταγές ως εκδοθείσες κατά τα ανωτέρω σε αντικατάσταση αυτών, οι οποίες αν και αυθύπαρκτες θεωρούνται ότι ενσωματώθηκαν στη σύμβαση ως μέρος της καθ όλου ρυθμίσεως των σχέσεων των διαδίκων εκ της συμβάσεως και αποτέλεσαν κατά την δικονομική αυτή σύμβαση μέρος της δι’ αυτής ρυθμιζόμενης διαφοράς, ως εκ της ευρύτητας των χρησιμοποιηθέντων όρων (ήτοι “κάθε διαφορά που τυχόν ήθελε προκύψει προσαρτήθηκαν στην τύχη της, αφού παρέμειναν εις χείρας του καθ’ ου η ανακοπή για την διασφάλιση πληρωμής της από τη μεταξύ των συμβαλλομένων συμβάσεως αναγνώρισης χρέους απαίτησής του, διά τις εκ της οποίας διαφορές, δυνάμει εγκύρου ρήτρας παρεκτάσεως είχαν ορισθεί ως αποκλειστικώς αρμόδια τα δικαστήρια της Θεσσαλονίκης. Μέρος δε των διά της άνω ρήτρας προβλεφθεισών “διαφορών” αυτών είναι και η προκειμένη, διότι σκοπεί ακριβώς στην ικανοποίηση των ισχυριζόμενων ως προϋπαρχουσών εκ της άνω σύμβασης αξιώσεων “διά (της εισπράξεως) των επιταγών” αυτών, ή (αντιστρόφως) εις την μη ικανοποίηση, διά της αναγνωρίσεως ότι αυτές δεν πρέπει να εισπραχθούν, διότι δεν υφίστανται οι άνω αξιώσεις. Έτσι, δοθέντος ότι κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο για την έκδοση διαταγής πληρωμής με βάση τις ένδικες επιταγές είναι ο Δικαστής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ο 2ος λόγος της υπό κρίση ανακοπής με τον οποίο κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της ανακοπής ο ανακόπτων προβάλει ότι η βαλλόμενη διαταγή πληρωμής είναι άκυρη ως εκδοθείσα από αναρμόδιο κατά τόπον δικαστήριο, πρέπει να γίνει δεκτός ως κατ’ ουσία
βάσιμος και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, ενώ λόγω της αποδοχής του λόγου αυτού παρέλκει η εξέταση της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας των υπόλοιπων λόγων της ένδικης ανακοπής και των προσθέτων λόγων αυτής. Τέλος, ο καθού η ανακοπή λόγω της ήττας του πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος (άρθρα 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔ1ΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 20.07.2010 ανακοπή και τους από 29.11.2010 πρόσθετους λόγους ανακοπής.
ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ’ αριθ. 1116/2010 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον καθού η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στις 30-5-2011, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ