Της Βάσως Αγγελέτου
Σε κλίμα έντονης ανησυχίας και αβεβαιότητας ανακοινώνει ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) τις εποπτικές προτεραιότητες για την τριετία 2023 – 2025, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία και των σοβαρών επιπτώσεων που έχει στα μακροοικονομικά μεγέθη τους τελευταίους μήνες.
Στην έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα εχθές, Δευτέρα, ο Επόπτης “κρούει” τον κώδωνα του κινδύνου σε πέντε βασικούς τομείς στους οποίους αναμένεται να επικεντρωθεί η επόμενη άσκηση εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (SREP) η οποία καθορίζει την ευρωστία και βιωσιμότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών.
“Τυχόν όξυνση των γεωπολιτικών εντάσεων στο μέλλον ενδέχεται να αυξήσει περαιτέρω τους κινδύνους ανατιμολόγησης στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις κυβερνοαπειλές. Συνολικά, η εξέλιξη της οικονομίας και των χρηματοπιστωτικών αγορών παραμένει ιδιαίτερα αβέβαιη, αφήνοντας μεγαλύτερα περιθώρια για καθοδικές αντί για ανοδικές εκπλήξεις”, προειδοποιεί η Φρανκφούρτη τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Οι πέντε βασικές αδυναμίες που εντοπίζει ο Επόπτης στα πιστωτικά ιδρύματα είναι στα εξής σημεία:
1. Διαχείριση πιστωτικού κινδύνου
Παρότι ο όγκος των κόκκινων δανείων συνέχισε να υποχωρεί το πρώτο εξάμηνο, οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης και ο αυξανόμενος κίνδυνος ύφεσης έχουν αρχίσει να επηρεάζουν τις πιστωτικές συνθήκες στην Ευρώπη. Αυτό θα επηρεάσει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αν και σε διαφορετικό βαθμό, επισημαίνει ο SSM.
Εντοπίζει δε αδυναμίες στους ελέγχους κινδύνου των εποπτευόμενων ιδρυμάτων, ιδίως σε σχέση με τη χορήγηση και παρακολούθηση δανείων, την ταξινόμηση δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες και τα πλαίσια σχηματισμού προβλέψεων.
2. Πηγές και σχέδια χρηματοδότησης
Ο Επόπτης επισημαίνει την πολύ υψηλή εξάρτηση από τα εργαλεία χρηματοδότησης της ΕΚΤ, η οποία διευρύνθηκε στη διάρκεια της πανδημικής κρίσης. Ορισμένες τράπεζες, εξηγεί, στράφηκαν στην κεντρική τράπεζα για άντληση χρηματοδότησης με αποτέλεσμα να μειώσουν το μερίδιο της χρηματοδότησής τους από την αγορά, μέσω εμπορικών χρεογράφων και καλυμμένων ομολογιών κ.α.
Όπως σημειώνει, οι αναμενόμενες αποπληρωμές θα αναγκάσουν τις τράπεζες να διαφοροποιήσουν περαιτέρω τις πηγές χρηματοδότησής τους και να αντικαταστήσουν μέρος της χρηματοδότησης από την κεντρική τράπεζα με πιο δαπανηρές και ενδεχομένως πιο βραχυπρόθεσμες εναλλακτικές λύσεις.
Αυτό θα ασκήσει πίεση στους δείκτες προληπτικής εποπτείας και στην κερδοφορία τους, ιδίως σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων οικονομικών κινδύνων και σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, τονίζει ο SSM.
3. Ψηφιακός μετασχηματισμός
Την εντεινόμενη απειλή που αντιμετωπίζουν τα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα από τις εταιρείες Fintech υπογραμμίζει η έκθεση, κάνοντας λόγο για εντατικοποίηση του ανταγωνισμού με τους “ψηφιακούς πρωταθλητές” στον κλάδο αλλά και τις εταιρείες Fintech ή τους τεχνολογικούς κολοσσούς. Ο ανταγωνισμός αυτό, αναφέρει ο SSM, “μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών αν αυτές δεν μπορέσουν να προσαρμοστούν εγκαίρως στο εξελισσόμενο τοπίο”.
4. Επιχειρησιακή ανθεκτικότητα
Παρότι τα εποπτευόμενα ιδρύματα επέδειξαν ισχυρή ανθεκτικότητα στη διάρκεια της πανδημίας, καταγράφοντας περιορισμένες ζημιές σε συνθήκες αυξημένου κινδύνου, ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιουργεί νέες προκλήσεις, αναφέρει η ίδια έκθεση. Κάποιες από τις ανησυχίες σχετίζονται από τους αυξημένους κινδύνους που απορρέουν από την εξωτερική ανάθεση ορισμένων δραστηριοτήτων ή κρίσιμων υπηρεσιών σε χώρες που επηρεάζονται δυσμενώς από το καθεστώς κυρώσεων και μπορεί να είναι περισσότερο ευάλωτες. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι μια ενδεχόμενη αύξηση των κυβερνοεπιθέσεων ως αντίποινα στις κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας.
5. Λειτουργία των διοικητικών οργάνων
Παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει στον τομέα αυτό από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες. Σε αυτές περιλαμβάνονται η συμμόρφωση με τους εσωτερικούς ή εθνικούς στόχους εκπροσώπησης των φύλων στα διοικητικά όργανα ή η ανεπαρκής πολυμορφία δεξιοτήτων στα διοικητικά συμβούλια.
Επιπλέον, σημειώνει ο SSM, εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες στη διαδικασία σχεδιασμού διαδοχής και στην ικανότητα των διοικητικών συμβουλίων να παρέχουν επίβλεψη και να θέτουν υπό αμφισβήτηση τις λειτουργίες της διοίκησης, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο των σχετικών επιτροπών. Αυτό μπορεί επίσης να συνδέεται με τις επίμονες αδυναμίες σε ό,τι αφορά την επίσημη ανεξαρτησία των διοικητικών οργάνων ορισμένων ιδρυμάτων, καταλήγει.