Κίνδυνος να θεωρήσει ως αβέβαιης είσπραξης δάνεια που θα λάβουν επιδότηση δόσης, αυξάνοντας προβλέψεις-NPEs. Οι διαφορές με την εποχή της πανδημίας και ο… άσσος στο μανίκι με δημόσια στήριξη.
Στη Φρανκφούρτη θα κριθεί το κόστος του προγράμματος στήριξης από τις τράπεζες ευάλωτων οικονομικά, συνεπών δανειοληπτών, με στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου καθώς ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός θα αποφασίσει, αν η επιδότηση μέρους της δόσης επιβάλει την ταξινόμηση των συγκεκριμένων δανείων ως αβέβαιης είσπραξης.
Κυβέρνηση και τράπεζες συμφώνησαν, στη συνάντηση της περασμένης Πέμπτης, τους γενικούς άξονες του προγράμματος. Η στήριξη θα αφορά σε οικονομικά ευάλωτους δανειολήπτες με στεγαστικά κυμαινόμενου επιτοκίου, θα έχει διάρκεια 12 μηνών και το κόστος θα αναληφθεί από τις τράπεζες. Το ύψος της επιδότησης θα καλύπτει το 50% της αύξησης, η οποία επέρχεται στη δόση, συνεπεία της ανόδου των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Ως βάση αναφοράς λαμβάνεται το επιτόκιο, που ίσχυε τον περασμένο Ιούλιο.
Δεν έχει γίνει σαφές αν η κυβέρνηση αποδέχθηκε την πρόταση των τραπεζών για τα κριτήρια υπαγωγής στο πρόγραμμα. Οι τράπεζες πρότειναν να ισχύσουν κριτήρια «οικονομικά ευάλωτου» αντίστοιχα του προγράμματος Γέφυρα 1. Δηλαδή, να καθοριστούν ως «ταβάνι» ετήσιο οικογενειακό εισόδημα 21 χιλ. ευρώ και φορολογητέα αξία ακίνητης περιουσίας 180 χιλ. ευρώ.
Με βάση τα παραπάνω κριτήρια, το πρόγραμμα θα αφορά σε περίπου 20 με 30 χιλιάδες δανειολήπτες με δάνεια ανεξόφλητου υπολοίπου ως 2,5 δισ. ευρώ. Από τις διαρροές, όμως, προκύπτει ότι το υπουργείο θα ήθελε μεγαλύτερη περίμετρο (σ.σ. έχουν γραφεί νούμερα από 40 ως 70 χιλ. δανειολήπτες).
Όποιες και αν είναι οι αποφάσεις, είναι βέβαιο ότι ως πλατφόρμα υποβολής αιτήσεων θα χρησιμοποιηθεί η αντίστοιχη του Γέφυρα 1, ενώ θα πρέπει να στηθεί ένα φορέας, στον οποίο οι τράπεζες θα συνεισφέρουν τα αναλογούντα στην κάθε μια ποσά και αυτός θα επιδοτεί τμήμα της δόσης.
Το κόστος μιας τέτοιου εύρους στήριξης δεν θα είναι μεγάλο. Εκτιμάται ότι δεν θα ξεπεράσει, αθροιστικά, τα 100 εκατ. ευρώ για τις τράπεζες, ενώ θα λειτουργήσει και ως ασφάλιση κινδύνου καθώς ο δανειολήπτης αποκτά κίνητρο επιβράβευσης, για να συνεχίσει να καταβάλει το -συντριπτικό- μέρος της δόσης, που του αναλογεί.
Ο κίνδυνος για τράπεζες και επενδυτές έγκειται στο να θεωρήσει ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) ότι η στήριξη χορηγείται, επειδή οι δανειολήπτες αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξυπηρέτησης των δανειακών τους συμβάσεων, στο νέο περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων.
Σε αυτή την περίπτωση, θα ζητήσει από τις τράπεζες να ταξινομήσουν τα δάνεια, που θα συμπεριληφθούν στην περίμετρο, ως αβέβαιης είσπραξης (Unlikely to Pay-UtP), αυξάνοντας αισθητά προβλέψεις και απόθεμα μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ( σ.σ. στην περίπτωση που τα δάνεια είναι ήδη ρυθμισμένα).
Το προηγούμενο του Γέφυρα 1 αποτελεί «πάτημα» για την ελληνική πλευρά, οι πρωτοβουλίες στήριξης, όμως, κατά την περίοδο της πανδημίας είχαν τις ευλογίες του επόπτη πανευρωπαϊκά, κάτι που δεν ισχύει για την περίπτωση της ανόδου των επιτοκίων.
Επιπρόσθετα, το πρόγραμμα Γέφυρα 1 αποτελεί στήριξη δημόσιου χαρακτήρα, ενώ το βάρος του κυοφορούμενου σχεδίου αναλαμβάνουν αποκλειστικά οι τράπεζες. Ενδέχεται βέβαια, εφόσον απαιτηθεί για να διευκολυνθεί ο SSM, να συμμετάσχει εν τέλει και το Δημόσιο, προσδίδοντας στη στήριξη δημόσιο χαρακτήρα.