Το 2022 αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια αξέχαστη χρονιά, από πολλές απόψεις.
Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, μέχρι την επανεμφάνιση της πανδημίας Covid-19 στην Κίνα, από την «έκρηξη» του πληθωρισμού μέχρι την κλιματική αλλαγή και από την ένταση στις σινο-αμερικανικές σχέσεις μέχρι τις κρίσιμες ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ, το 2022 ήταν μια χρονιά που άφησε πολλά αναπάντητα ερωτήματα, οι απαντήσεις των οποίων οδηγούν τον κόσμο προς μια νέα κατεύθυνση, αναφέρει ο «Economist» σε ανάλυσή του, κάνοντας έναν απολογισμό της χρονιάς που φεύγει.
Η μεγαλύτερη έκπληξη -και ίσως και η πιο ευχάριστη- ήταν η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και η κυβέρνησή του απέδειξαν με τη στάση τους ότι η ελευθερία αποτελεί ένα αγαθό για το οποίο αξίζει να πεθάνει κανείς. Και η στάση τους λειτούργησε ως κίνητρο για τις χώρες της Δύσης να διαμορφώσουν ενιαίο μέτωπο στήριξης του Κιέβου.
Στην Ευρώπη, το «φάντασμα» του λαϊκισμού κάνει την επανεμφάνισή του, με την ενίσχυση της δημοτικότητας της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, η οποία όμως ηττήθηκε από τον κεντρώο Εμανουέλ Μακρόν στις εθνικές εκλογές. Στην Ιταλία, την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, η Τζιόρτζια Μελόνι αποτελεί την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό και η πρώτη ακροδεξιά ηγέτης στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας.
Και στην Αμερική, μπορεί τα ποσοστά δημοτικότητας του προέδρου Μπάιντεν να είναι πολύ χαμηλά, παρ’ όλα αυτά οι Δημοκρατικοί κατάφεραν να διατηρήσουν τον έλεγχο της Γερουσίας, ενώ η νίκη των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων μόνο «πύρρειος» θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί, καθώς σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι που υποστήριζε ο Ντόναλντ Τραμπ ηττήθηκαν στις ενδιάμεσες εκλογές.
Παρά τα αλλεπάλληλα χτυπήματα, η Δημοκρατία καταφέρνει να επικρατήσει, την ώρα που ηγέτες σε ορισμένα απολυταρχικά καθεστώτα αποδεικνύεται πως στηρίζονται σε πήλινα πόδια, σημειώνει ο «Economist». Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα γεγονότα στο Ιράν και το κίνημα διαμαρτυριών μετά τις συνθήκες θανάτου της Μαχσά Αμίνι, η οποία είχε συλληφθεί από την αστυνομία ηθών με τις κατηγορίες ότι δεν φορούσε σωστά την μαντίλα. Ο θάνατος της 22χρονης Αμίνι, ενώ βρισκόταν υπό κράτηση, προκάλεσε «τσουνάμι» διαμαρτυριών σε ολόκληρη τη χώρα.
Στην Κίνα, τη δεύτερη μεγαλύτερη υπερδύναμη, ο πρόεδρος Σι Τζινπίγκ εδραίωσε την κυριαρχία του στο Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του εξουσίες που τον καθιστούν τον πιο ισχυρό ηγέτη από την εποχή του Μάο τσε Τουνγκ. Οι πρωτοβουλίες του Σι για την αποθέρμανση της αγοράς στέγης και τη διαχείριση της πανδημίας γονάτισαν την κινεζική οικονομία. Και σήμερα, την ώρα που ο ιός εξαπλώνεται, είναι σαφές ότι η κυβέρνηση του Πεκίνου έχασε πολύτιμο χρόνο, ενώ θα μπορούσε να είχε εμβολιάσει τους ηλικιωμένους, να δημιουργήσει απόθεμα φαρμάκων και να ενισχύσει τις κλίνες στις ΜΕΘ.
Στην Τουρκία, ο πρόεδρος Ερντογάν συνεχίζει με διάφορα οικονομικά κόλπα να παρουσιάζει μια ωραιοποιημένη εικόνα της οικονομίας και παρότι ο πληθωρισμός έσπασε το φράγμα του 80% τον Αύγουστο, εκείνος εμμένει στην ανορθόδοξη οικονομική πολιτική των χαμηλών επιτοκίων και εν όψει των εκλογών εφαρμόζει επεκτακτική δημοσιονομική πολιτική.
Η παγκόσμια τάξη πραγμάτων αλλάζει. Στην Ευρώπη, η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία συνιστούν υπαρξιακή απειλή για τη Γηραιά Ήπειρο. Στην Αμερική, η απάντηση της Ουάσιγκτον στην κινεζική απειλή ήταν να υψώσει εμπόδια στο ελεύθερο εμπόριο και να υιοθετήσει το δόγμα Μπάιντεν «αγοράστε αμερικανικά», επιδοτώντας παράλληλα τις εγχώριες επιχειρήσεις. Ακόμη και εάν η συγκεκριμένη στάση είναι σε βάρος των συμμάχων της Αμερικής.
Ο οικονομικός εθνικισμός απέκτησε άλλη σημασία εξαιτίας του Covid-19. Στη διάρκεια της πανδημίας, η μεγάλη δικαιολογία των κυβερνήσεων ήταν η εφαρμογή μέτρων στήριξης, ώστε να κρατήσουν όρθια την οικονομία.
Τι μας διδάσκει λοιπόν το 2022; Πολλά και αμφιλεγόμενα μηνύματα, αλλά και ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Μετά την κατάρρευση του σοβιετικού κομμουνισμού, η Δύση είχε επιδείξει μια αλαζονεία, που την πλήρωσε ακριβά στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν και στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Το 2022, ο λαϊκισμός και η άνοδος της Κίνας αποδείχθηκαν σε ένα ακόμη σκληρό μάθημα. Η Δύση κλονίζεται – και πασχίζει να βρει τον βηματισμό της.
Το 2023 τη βρίσκει με πολλά ανοικτά μέτωπα: Ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός, λαϊκή δυσαρέσκεια και οι πιο αδύναμες προοπτικές ανάπτυξης από το 2001. Μπορεί να έχουμε φθάσει σε σημείο καμπής. Το μόνο που χρειάζεται είναι οι σωστές αποφάσεις που θα μετατρέψουν την κρίση στη μεγαλύτερη ευκαιρία.