Θα λάβει το ποσό των 150.000 ευρώ αντί 30.000, που επιδικάστηκε σε πρώτο βαθμό. Δικηγόρος παρασύρθηκε σε διάβαση και έμεινε ανάπηρη.
Το ποσό των 150.000 ευρώ θα λάβει δικηγόρος-θύμα τροχαίου ατυχήματος, η οποία έμεινε ανάπηρη όπως προβλέπει το Διοικητικό Εφετείο σε απόφασή του, που πενταπλασίασε την αποζημίωση η οποία κρίθηκε πρωτοδίκως.
Ειδικότερα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε την αγωγή της ως «ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τους εναγόμενους, σε ολόκληρο τον καθένα, να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των 30.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό αυτής».
Κατά της αποφάσεως αυτής, το θύμα άσκησε έφεση για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση, άλλως τη μεταρρύθμισή της, προκειμένου να γίνει δεκτή στο σύνολό της η αγωγή της.
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης η ενάγουσα αμέσως μετά το επίδικο ατύχημα μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο, όπου υποβλήθηκε στις αναγκαίες κλινικές και παρακλινικές εξετάσεις και διαγνώστηκε ότι είχε υποστεί – μεταξύ άλλων – βαριά κάκωση αριστερού κάτω άκρου με πολλαπλά κατάγματα και νεκρώσεις μαλακών μορίων και νοσηλεύτηκε στην αρχή σε καταστολή και με μηχανική υποστήριξη αναπνοής μέχρι την 31-3-2011.
Ακολούθως διακομίστηκε στο Γ.Ν.Α. «ΚΑΤ», όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση ακρωτηριασμού του αριστερού σκέλους από την μεσότητα του μηρού και εξήλθε στις 12-5-2011 με οδηγίες για λήψη φαρμακευτικής αγωγής και αναρρωτικής αδείας διάρκειας 2 μηνών.
Δυσμενής επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική της εξέλιξη διέκρινε το Δικαστήριο
Ήδη, όπως αναφέρει η απόφαση, «η ενάγουσα για τις καθημερινές της μετακινήσεις φέρει πρόσθετο τεχνητό μέλος, το οποίο πάντως δεν μπορεί να χρησιμοποιεί για περισσότερες από 8 ώρες ημερησίως, ενώ τις υπόλοιπες ώρες μετακινείται με αναπηρικό αμαξίδιο και ως εκ τούτου σε καθημερινή βάση χρήζει συμπαραστάσεως και βοήθειας τρίτων προσώπων».
Επίσης, λέει το Εφετείο, «αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα είναι Δικαστικός Λειτουργός και υπηρετούσε κατά το χρόνο του επιδίκου ατυχήματος στα Διοικητικά Δικαστήρια με το βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών και ήδη κατέχει το βαθμό του Εφέτη. Περαιτέρω, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, το ένδικο ατύχημα κατέλιπε στην ενάγουσα μόνιμη αναπηρία, λόγω του ακρωτηριασμού του αριστερού κάτω άκρου. Η μόνιμη αυτή αναπηρία της θα επιδράσει δυσμενώς στο μέλλον της, δηλαδή στην επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική της εξέλιξη, αφού κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας η αναπηρία αυτή αποτελεί αρνητικό στοιχείο στα πλαίσια του ανταγωνισμού και της οικονομικής εξέλιξης και προαγωγής της. Ειδικότερα η ενάγουσα, ηλικίας κατά το χρόνο του ατυχήματος 50 ετών (έτος γέννησής της 1961), έχει την ιδιότητα Δικαστικού Λειτουργού και η προαναφερόμενη αναπηρία της καθιστά δυσχερή την μετακίνησή της από την οικία της στον τόπο εργασίας της, αλλά και επ’ αναμενόμενες προαγωγές και μεταθέσεις της σε άλλες πόλεις».
Διοικητικό Εφετείο: Τι αναφέρει η απόφαση
Ευθύνη του οδηγού διακρίνει η απόφαση του Εφετείου. «Αποκλειστικός υπαίτιος του ένδικου τροχαίου ατυχήματος και του βαρύτατου τραυματισμού της ενάγουσας πεζής ενάγουσας, κρίθηκε ο εναγόμενος οδηγός του ασφαλισμένου στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία Δ.Χ. Φορτηγού, καθώς αυτός οδηγούσε το ογκώδες και ψηλό όχημά του αμελώς και χωρίς σύνεση και προσοχή, και όταν εισήλθε στην οδό Κ. σταμάτησε το αυτοκίνητό του επί των διαβάσεων πεζών καταλαμβάνοντας όλο το μήκος τους, παρεμποδίζοντας έτσι την διάβαση των πεζών, και ενώ το όχημά του βρισκόταν σταματημένο στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας της οδού, δεν αντιλήφθηκε αν και μπορούσε, την ενάγουσα πεζή που διέσχιζε το οδόστρωμα, πλάτους 7 μέτρων, με πράσινο φως των σηματοδοτών για τους πεζούς, από δεξιά προς τα αριστερά σε σχέση με την πορεία του και διερχόταν μπροστά από το όχημά του, αλλά αυτός έθεσε σε κίνηση το σταματημένο όχημά του λόγω επανεκκίνησης των προ αυτού σταματημένων οχημάτων, και κινήθηκε με αυτό επί της οδού, χωρίς να ελέγξει, προηγουμένως εάν κινούνταν πεζοί στο οδόστρωμα της ώστε να επιτρέψει σ’ αυτούς να ολοκληρώσουν την διέλευσή τους και να φθάσουν με ασφάλεια στην διαχωριστική νησίδα ασφαλείας, με αποτέλεσμα το όχημά του να παρασύρει την ενάγουσα πεζή και να την τραυματίσει» τονίζεται.
Και το Εφετείο καταλήγει: «Η κατά τα άνω μόνιμη αναπηρία της ενάγουσας που προήλθε από το ατύχημα, είναι προφανές ότι επιδρά και στην κοινωνική θέση και στις κοινωνικές σχέσεις της και στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς της, καθόσον καθιστά σε μεγάλο βαθμό προβληματικές τις σχέσεις και αλληλεπιδράσεις της με τους συνανθρώπους της, έχουν ήδη περιορισθεί και θα είναι μονίμως περιορισμένες οι κοινωνικές δραστηριότητές της, λόγω της καταστάσεως της υγείας της (αδυναμία βάδισης, αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης και μετακίνησης χωρίς την βοήθεια και συνδρομή τρίτου προσώπου κ.λ.π), αλλά και της ψυχολογικής κατάπτωσης (καταθλιπτική συνδρομή) που της έχει προκαλέσει ο ακρωτηριασμός, που συνεπάγονται μεγάλη δυσκολία στο να δραστηριοποιηθεί στο μέλλον σε κοινωνικό επίπεδο. Τούτες δε οι συνέπειες κρίνονται ιδιάζουσες και πέρα από τις συνηθισμένες συνέπειες ενός τραυματισμού, που αντιμετωπίζονται με την αποζημίωση και την χρηματική ικανοποίηση των άρθρων 929 και 932 ΑΚ αντίστοιχα. Ενόψει τούτων, η ενάγουσα δικαιούται επιπρόσθετη αποζημίωση, κατ’ άρθρ. 931 ΑΚ, ύψους 150.000 ευρώ».