553/2020 (Τμήμα Α΄ Τριμελές)
1. Επειδή, με την υπό κρίση προσφυγή, για την οποία δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου (άρθρο 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998, Α΄ 31), ζητείται, παραδεκτώς, να ακυρωθεί η 128/Συν.20/26-6-2017 απόφαση της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής (Τ.Δ.Ε.) του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Φθιώτιδας του Ε.Φ.Κ.Α., με την οποία έγινε δεκτή ένσταση της καθ’ ης κατά της Μ1291/18-11-2016 απόφασης του Διευθυντή του Υποκαταστήματος του «Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών» (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.) Λαμίας. Με την τελευταία αυτή απόφαση, ακυρώθηκαν ημέρες ασφάλισης της καθ’ ης, που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1-8-2011 έως 31-7-2016, λόγω μη πραγματικής απασχόλησής της.
2. Επειδή, με το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 3144/2003 (Α΄111, έναρξη ισχύος 8.5.2003) εισάγεται από την ημερομηνία αυτή ρύθμιση, η οποία προβλέπει, ειδικώς για το Ι.Κ.Α. και ήδη e – Ε.Φ.Κ.Α, ότι κατά την εκδίκαση των κοινωνικοασφαλιστικών διαφορών που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 702/1977, οι εκάστοτε εκπρόσωποί του μπορούν να διενεργούν διαδικαστικές πράξεις και χωρίς δικαστικό πληρεξούσιο (βλ. ΣτΕ 1634/2008). Συνεπώς, η κατάθεση του υπό κρίση δικογράφου, νομίμως, διενεργήθηκε από την υπάλληλο του Ε.Φ.Κ.Α., …, η οποία, κατά την εν λόγω διαδικαστική πράξη, εκπροσωπούσε τον ανωτέρω φορέα, απορριπτομένου ως αβασίμου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της καθ’ ης.
3. Επειδή, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 εδ. α΄ του α.ν. 1846/1951 «Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (Α΄ 179), όπως η διάταξη αυτή τροποποιήθηκε από το άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 4476/1965 (Α΄ 103), στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. υπάγονται τα πρόσωπα τα οποία, μέσα στα όρια της χώρας, παρέχουν κατά κύριο επάγγελμα εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία της ασφαλιστικής σχέσης είναι η αυτοπρόσωπη παροχή εργασίας ή υπηρεσίας, δηλαδή η θέση από τον εργαζόμενο της παραγωγικής του δραστηριότητας στη διάθεση του εργοδότη έναντι αμοιβής (βλ. ΣτΕ 3552/1992, 3691/1991). Εξάλλου, από τις διατάξεις του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. (απόφαση 57440/13-1-1938 του Υπουργού Εργασίας, Β΄ 33) και, ειδικότερα, από τα άρθρα 2 και 15 αυτού, συνάγεται ότι ο καθορισμός του χρόνου ασφάλισης και η εξακρίβωση του αριθμού ημερών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση του Ιδρύματος γίνεται από τα αρμόδια όργανα αυτού, τα οποία υποχρεούνται αφενός μεν να προβαίνουν σε κάθε ενδεδειγμένη κατά περίπτωση ενέργεια και αυτεπαγγέλτως ακόμη, αφετέρου δε να αιτιολογούν ειδικώς την κρίση τους σχετικά με την πραγματοποίηση ή μη των ημερών εργασίας, ιδίως όταν η κρίση αυτή οδηγεί σε ακύρωση ημερών εργασίας, οι οποίες εμφανίζεται ότι διανύθηκαν στην ασφάλιση του Ιδρύματος, το οποίο φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης της εικονικότητας της απασχόλησης (πρβλ. ΣτΕ 2723/1982 και βλ. ΣτΕ 658/1977, 1690/1976, 3918/1975, Δ.Εφ.Πειρ. 2850/2017). Η απόδειξη δε της ασφαλιστέας απασχόλησης του εργαζόμενου που παρέχει εξαρτημένη εργασία γίνεται από τα τηρούμενα από τον εργοδότη στοιχεία, από το ασφαλιστικό βιβλιάριο του εργαζόμενου και από κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο (βλ. ΣτΕ 1224/2007, 2753/1999, 3263/1985, 610/1983, 1690/1976). Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση προσδιορισμού του χρόνου ασφάλισης κατά τον ανωτέρω τρόπο, τα διοικητικά δικαστήρια οφείλουν να ελέγχουν τη νομιμότητα και ορθότητα της κρίσης αυτής των ασφαλιστικών οργάνων, βάσει των προβαλλόμενων ισχυρισμών και των προσκομιζόμενων προς απόδειξή τους στοιχείων, αιτιολογώντας ειδικώς τη σχετική κρίση τους (βλ. ΣτΕ 1797/2017, 2546/2016, 2335/2015, 239/2011, 2267/1994,
908/1990).
4. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Η εταιρεία, με την επωνυμία «…», ξεκίνησε τον Απρίλιο του1999 την παραγωγική της δραστηριότητα στην Βιομηχανική Περιοχή (ΒΙ.ΠΕ.) Λαμίας, με αντικείμενο εργασιών την παραγωγή και διάθεση προϊόντων άνευ υφάνσεως, συνθετικών και μη. Στις 12-7-2016 και ώρα 10:30, διενεργήθηκε επιτόπιος έλεγχος στις εγκαταστάσεις της και διαπιστώθηκε ότι η εν λόγω επιχείρηση ήταν κλειστή, δεν απασχολούνταν εργαζόμενοι, ενώ παρουσίαζε την εικόνα εγκαταλελειμμένου κτιρίου. Από τον έλεγχο στις Ανεξάρτητες Περιοδικές Δηλώσεις της (Α.Π.Δ.) που υπέβαλε, προέκυψε, επίσης, ότι η εταιρεία απασχολούσε προσωπικό (με την ειδικότητα εργάτες) μέχρι και τον Ιούλιο του 2011, οπότε και προχώρησε στην αποδέσμευση του συνόλου του προσωπικού της. Έκτοτε, σταμάτησε την παραγωγική της δραστηριότητα, όμως, συνέχισε να υποβάλει Α.Π.Δ. για δύο εργαζομένους, την καθ’ ης, …, υπάλληλο γραφείου και το σύζυγό της, …, βοηθό λογιστή, μέχρι και τις 31-7-2016, οπότε και τους κοινοποιήθηκε, χωρίς προειδοποίηση, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας τους. Ο εργοδότης, αν και κλήθηκε τηλεφωνικώς και εγγράφως να προσέλθει στην υπηρεσία προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για το γεγονός ότι υπέβαλε Α.Π.Δ. και δήλωνε την απασχόληση προσωπικού (2 ατόμων) για μια επιχείρηση που δεν λειτουργούσε, ενώ δεν είχε καταβάλει ουδέποτε τις απαιτούμενες εργοδοτικές εισφορές, δεν προσήλθε. Κατόπιν τούτου, εκδόθηκε η Μ1291/2016 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Λαμίας, με την οποία ακυρώθηκαν οι ημέρες ασφάλισης της καθ’ ης, που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1-8-2011, ημερομηνία διακοπής των εργασιών και απομάκρυνσης του συνόλου του προσωπικού της εταιρείας, έως 31-7-2016, ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της, λόγω μη πραγματικής (εικονικής) απασχόλησής της στην εν λόγω εταιρεία. Κατά της απόφασης αυτής, η καθ’ ης άσκησε την 185/21-12-2016 ένσταση, προβάλλοντας ότι δεν τηρήθηκε η αρχή της προηγούμενης ακρόασης πριν την έκδοση τηςπράξης ακύρωσης των ημερών ασφάλισής της, ενώ τα ακυρωθέντα ημερομίσθια ανταποκρίνονται σε πραγματική απασχόληση, καθώς από τις 13-3-1997 που προσελήφθη στην ανωτέρω εταιρεία, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, μέχρι και την καταγγελία της σύμβασης αυτής στις 31-7-2016, εργαζόταν ευσυνειδήτως και ανελλιπώς σε αυτή. Κατά την εξέταση της ένστασης ενώπιον της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Λαμίας του Ε.Φ.Κ.Α., εμφανίστηκε ο μάρτυρας …, λογιστής – εξωτερικός συνεργάτης της εργοδότριας εταιρείας, ενώ προσκομίστηκαν και οι 219 και 220/26-6-2017 ένορκες βεβαιώσεις, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Λαμίας …, των μαρτύρων …, προσωπικού φίλου και κουμπάρου της καθ’ ης και …, υπαλλήλου της ίδιας εταιρείας από 14-10-1991 έως 30-10-2010. Όλοι οι ως άνω μάρτυρες, δήλωσαν ότι γνώριζαν, έχοντας ίδια αντίληψη, ότι η καθ’ ης και ο σύζυγός της συνέχιζαν να εργάζονται στην ως άνω εταιρεία μέχρι και το τέλος Ιουλίου του 2016. Κατόπιν τούτων, με την 128/2017 απόφαση της Τ.Δ.Ε., η ένσταση έγινε δεκτή και ακυρώθηκε η Μ1291/2016 απόφαση περί ακύρωσης των ημερών ασφάλισης της καθ’ ης.
5. Επειδή, ήδη, με την υπό κρίση προσφυγή, ο προσφεύγων ζητά την ακύρωση της ανωτέρω απόφασης της Τ.Δ.Ε., η οποία κατά τους ισχυρισμούς του, δεν εκτίμησε ορθά το αποδεικτικό υλικό, από το οποίο προκύπτει με σαφήνεια ότι πρόκειται για εικονική ασφάλιση που έχει χωρήσει με σκοπό την απόδοση ασφαλιστικών παροχών, από το συγκεκριμένο ασφαλιστικό φορέα, σε πρόσωπα που δεν τις δικαιούνται. Ειδικότερα, όπως υποστηρίζεται, η εν λόγω εταιρεία, που σταμάτησε την παραγωγική της διαδικασία από τον Ιούλιο του 2011, δεν θα μπορούσε να απασχολεί και να ασφαλίζει δύο άτομα για διεκπεραίωση εκκρεμών υποθέσεων και μάλιστα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα (έτη 2011-2016). Άλλωστε, κατά τον επιτόπιο έλεγχο, που έγινε σε εργάσιμη ημέρα και ώρα, σύμφωνα με τους υποβληθέντες πίνακες προσωπικού, δεν βρέθηκε κανένας από τους δύο εργαζομένους και η επιχείρηση έδινε την εικόνα ότι είχε παραμείνει για πολλούς μήνες κλειστή, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος δεν υπήρχε, ενώ οι ασφαλιστικές εισφορές δηλώνονταν μεν, χωρίς, όμως, να καταβάλλονται, χρεώνοντας μια επιχείρηση που δεν παρείχε καμία εξασφάλιση ικανοποίησης. Η καθ’ ης, από την άλλη πλευρά, ζητά την απόρριψη της ένδικης προσφυγής, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά τους λόγους που είχε προβάλλει με την ένστασή της ενώπιον της Τ.Δ.Ε., ενώ προς απόδειξη της πραγματικής της απασχόλησης στην εν λόγω εταιρεία προσκομίζει, ενώπιον του Δικαστηρίου, τα εξής: α) την 76/18-2-2020 ένορκη βεβαίωση των μαρτύρων …, … και …, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Λαμίας, …, β) δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των κρίσιμων οικονομικών ετών, από τις οποίες προκύπτουν εισοδήματα της καθ’ ης από μισθωτές υπηρεσίες, γ) εκτυπώσεις ηλεκτρονικής επικοινωνίας (e-mail), της εταιρείας «…» προς τον σύζυγό της, καθώς και πληθώρα τιμολογίων που είχε εκδώσει η προαναφερθείσα εταιρεία «…» κατά το επίδικο χρονικό διάστημα και δ) το 10.370/2009 συμβολαιογραφικό έγγραφο της Συμβολαιογράφου Αθηνών …, βάσει του οποίου η εταιρεία «…» εκμίσθωσε στην εταιρεία «…», ένα αγροτεμάχιο έκτασης 10.080 τ.μ. που βρίσκεται στη ΒΙ.ΠΕ. Λαμίας, από τη σύνταξη του ανωτέρω εγγράφου μέχρι 15-3-2030.
6. Επειδή, οι ισχυρισμοί, που έχει συμπεριλάβει η καθ’ ης η προσφυγή στο υπόμνημά της, περί μη τήρησης της αρχής της προηγούμενης ακρόασης πριν την έκδοση της Μ1291/18-11-2016 απόφασης του Διευθυντή του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Λαμίας, καθώς και περί έλλειψης αιτιολογίας της προαναφερθείσας απόφασης, απαραδέκτως, προβάλλονται με αυτό και είναι, ως εκ τούτου, απορριπτέοι, καθόσον, πλημμέλειες της απόφασης αυτής, αποτελούν αντικείμενο αυτοτελούς ένδικου βοηθήματος (προσφυγής), εκφεύγουν, δε, του αντικειμένου της παρούσας δίκης, η οποία ανοίχθηκε με την άσκηση της προσφυγής του Ε.Φ.Κ.Α., και αφορά στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης της Τ.Δ.Ε. στο πλαίσιο των λόγων που προβάλλονται με αυτήν (την προσφυγή). Εξάλλου, με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε δεκτή η ένσταση της καθ’ ης η προσφυγή, σύμφωνα με τα όσα υποστήριξε ενώπιον της Τ.Δ.Ε..
7. Επειδή, με βάση τα ανωτέρω, και λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) η εταιρεία «…» σταμάτησε την παραγωγική της δραστηριότητα τον 7-2011, οπότε και απομάκρυνε το σύνολο του προσωπικού της, πλην δύο υπαλλήλων, της καθ’ ης και του συζύγου της, …, β) κατά τον επιτόπιο έλεγχο που διενεργήθηκε στις 12-7-2016, εργάσιμη ημέρα και ώρα, στην ως άνω εταιρεία, δεν βρέθηκε κανένας από τους δύο υπαλλήλους να απασχολείται, ενώ η εταιρεία εμφάνιζε την εικόνα εγκαταλελειμμένου κτιρίου, γ) η εν λόγω εταιρεία, είχε εκμισθώσει, ήδη από το 2009, το αγροτεμάχιό της στη ΒΙ.ΠΕ. Λαμίας στην εταιρεία «…», ενώ από 1-4-2012 δεν είχε παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, γεγονός που συνομολογείται, δ) οι ασφαλιστικές εισφορές, για τους δύο εργαζομένους, χρεώνονταν σε βάρος της εργοδότριας εταιρείας «…», ωστόσο δεν είχαν καταβληθεί ποτέ στον ασφαλιστικό φορέα, ε) όλα τα τιμολόγια, που αφορούν στο κρίσιμο χρονικό διάστημα και προσκομίζει η καθ’ ης, έχουν εκδοθεί από την εταιρεία «…», ενώ δεν προσκομίζεται κανένα τιμολόγιο που να εκδόθηκε από την εργοδότρια εταιρεία, στ) η ηλεκτρονική επικοινωνία μέσω e-mail, γινόταν, επίσης, μεταξύ του συζύγου της καθ’ ης και της εταιρείας «…» και ζ) από τις προσκομισθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, προκύπτουν μεν εισοδήματα της καθ’ ης από μισθωτές υπηρεσίες, ωστόσο δεν μπορεί να επαληθευτεί ότι τα εισοδήματα αυτά προέρχονται από τη σχέση εξαρτημένης εργασίας μεταξύ της καθ’ ης και της φερόμενης ως εργοδότριας εταιρείας, το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς με τη Μ1291/2016 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Λαμίας, ακυρώθηκαν οι ημέρες ασφάλισης της καθ’ ης, που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1-8-2011 έως 31-7-2016, διότι οι ανωτέρω δηλωθείσες ημέρες ασφάλισης δεν ανταποκρίνονται σε πραγματική απασχόληση της καθ’ ης στη φερόμενη ως εργοδότρια εταιρεία και κατά συνέπεια, η απόφαση της Τ.Δ.Ε., που έκρινε τα αντίθετα, δεν είναι νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί. Άλλωστε, η προαναφερθείσα 76/2020 ένορκη βεβαίωση, προς απόδειξη των ισχυρισμών της καθ’ ης, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη, διότι προσκομίζεται, απαραδέκτως, το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου, χωρίς να έχει τεθεί προηγουμένως υπόψη της Τ.Δ.Ε. (πρβλ. ΣτΕ 2253/2017, 2689/2015, 3795/2014), ενώ οι 219 και 220/2017 ένορκες βεβαιώσεις εκτιμώνται ελεύθερα, κατ’ άρθρο 148 του Κ.Δ.Δ. και δεν αρκούν, μη συνεπικουρούμενες από άλλα στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς των μαρτύρων, για να ανατρέψουν τις ανωτέρω διαπιστώσεις.
8. Επειδή, κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ, εκτιμωμένων των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί η καθ’ ης από τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. τελ. του Κ.Δ.Δ.).