Εάν πρόκειται για αστικό ακίνητο, το όφελος συνίσταται στην κατά τον χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσεως κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αλλά αποδοτέα αποζημίωση. Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος του εναγομένου ότι διέμενε στο επίδικο διαμέρισμα από 20ετίας, χωρίς να οχληθεί ουδέποτε από τον ενάγοντα. Απόρριψή της ένστασης ως κατ’ ουσίαν αβάσιμης. Ένσταση συμψηφισμού του εναγομένου για απαίτησή του για αποζημίωση από αποκλειστική χρήση από τον ενάγοντα άλλων κοινών διαμερισμάτων της ίδιας πολυκατοικίας. Μη εκδίκαση της ανωτέρω ένστασης λόγω εκκρεμοδικίας, λόγω του ότι ο εναγόμενος έχει ασκήσει αντίθετη αγωγή κατά του ενάγοντος με το ίδιο περιεχόμενο.
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης 1991/2016
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Αθηνών Χαρούλα Γιωτίτσα την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών, και τη Γραμματέα Αποστολία Ιωάννου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 13 Νοεμβρίου του 2015 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος: Π Μ του Γ, κατοίκου Γενεύης Ελβετίας, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Μαρίας Τζαβέλα.
Του εναγομένου: Π Λ-Μ του Κ, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Μάριου Δαλιάνη.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 27-11-2012 με αριθμό καταθέσεως ……./2012 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε για 29-9-2014 και μετά από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας (13-11-2015) και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.
Μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 785, 786, 787, 792 παρ. 2, 961, 962, 1113 ΑΚ προκύπτει ότι σε περίπτωση αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν από τους κοινωνούς, δικαιούνται οι υπόλοιποι, και αν δεν πρόβαλαν αξίωση σύγχρησης, να απαιτήσουν από αυτόν, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, ανάλογη προς το ποσοστό του δικαιώματος τους μερίδα από το όφελος (καρπούς και γενικότερα ωφελήματα) που αυτός αποκόμισε ή εξοικονόμησε και το οποίο συνίσταται στην αξία της επιπλέον ιδανικής του μερίδας χρήση του κοινού. Ειδικότερα προκειμένου περί αστικού ακινήτου, το όφελος αυτό συνίσταται στην κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσεως κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αφού δεν υπάρχει μισθωτική σχέση, αλλά αποδοτέα ως αποζημίωση, κατά τις ανωτέρω διατάξεις ωφέλεια (ΑΠ 564/2012 δημ. ΝΟΜΟΣ). Η σχετική αξίωση γεννιέται από μόνο το γεγονός της αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν των κοινωνών, δεν αποκλείεται όμως να ανακύπτει παράλληλα και ευθύνη του ως κακόπιστου νομέα κατά το άρθρο 1098 ΑΚ ή και αδικοπρακτική ευθύνη του κατά το άρθρο 914 ή και 1099 ΑΚ, αν παράνομα και υπαίτια εμπόδισε τη σύγχρηση του κοινού πράγματος από τους λοιπούς κοινωνούς ή πολύ περισσότερο αν τους απέβαλε από τη συννομή του κοινού. Κατά τα λοιπά ο τρόπος που ο κοινωνός χρησιμοποίησε αποκλειστικά για λογαριασμό του το κοινό πράγμα είναι κατ’ αρχήν αδιάφορος και μπορεί αυτός να το έχει εκμισθώσει ή να το έχει χρησιδανείσει σε άλλον ή να το έχει ιδιοχρησιμοποιήσει με οποιονδήποτε τρόπο, δηλαδή έστω και διατηρώντας αυτό αδρανές ή προκειμένου για ακίνητο διατηρώντας το κλειστό και ανεκμετάλλευτο, εφόσον με τον τρόπο αυτό αποκλείει στην πράξη τη σύγχρηση των λοιπών κοινωνών και ο ίδιος έχει οποτεδήποτε την ευχέρεια να το εκμεταλλευτεί κατά την κρίση και το συμφέρον του (ΑΠ 767/2014 δημ. ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, η άσκηση δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά όταν από την προηγουμένη συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε ή από τις περιστάσεις που μεσολάβησαν, η εκ των υστέρων άσκηση του δικαιώματος έρχεται σε προφανή αντίθεση προς την ευθύτητα και εντιμότητα που πρέπει να κρατούν στις συναλλαγές, προς τα επιβαλλόμενα χρηστά ήθη ή προς τον εγκείμενο στο δικαίωμα κοινωνικό και οικονομικό σκοπό, έτσι ώστε η ενάσκησή του να προσκρούει στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου ΟλΑΠ 7/2002, 17/1995). Μόνη δε η μακρά αδράνεια του δικαιούχου, ακόμη και αν δημιούργησε στον οφειλέτη την πεποίθηση ότι αυτός δεν θα ασκήσει το δικαίωμά του, δεν καθιστά τη μεταγενέστερη άσκησή του καταχρηστική, υπό την ειδικότερη μορφή της αποδυνάμωσης δικαιώματος, εκτός αν συνοδεύεται από ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, έτσι ώστε η με τη μεταγενέστερη άσκηση του δικαιώματος ανατροπή της κατάστασης που δημιουργήθηκε να συνεπάγεται επαχθείς, όχι δε κατ’ ανάγκην και αφόρητες ή υπέρμετρα επαχθείς συνέπειες, για την αποτροπή των οποίων κρίνεται, με γνώμονα την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη, επιβεβλημένη η θυσία του αξιούμενου δικαιώματος (ΟλΑΠ 62/1990, ΑΠ 1512/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΡΜ 2007/399). Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν εις βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποιήσεως του δικαιώματος του (ΑΠ 284/2008, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1574/2007).
Τέλος κατά την § 1 του άρθρου 222 του ΚΠολΔ, όταν επέλθει η εκκρεμοδικία και όσο διαρκεί αυτή, δεν μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε δικαστήριο νέα δίκη για την ίδια επίδικη διαφορά ανάμεσα στους ίδιους διαδίκους, εφόσον εμφανίζονται με την ίδια ιδιότητα. Κατά δε την § 2 του ίδιου άρθρου, αν κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας ασκηθεί άλλη αγωγή, ανταγωγή ή κυρία παρέμβαση ή προταθεί ένσταση συμψηφισμού για την ίδια επίδικη διαφορά, αναστέλλεται και αυτεπαγγέλτως η εκδίκασή της εωσότου περατωθεί η πρώτη δίκη. Από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου 222 σαφώς συνάγεται ότι εκκρεμοδικία προκαλεί και η προβολή της ενστάσεως συμψηφισμού. Έτσι, αν προταθεί σε συμψηφισμό από τον εναγόμενο ανταπαίτησή του κατά του ενάγοντος, για την οποία ήδη έχει ασκήσει αγωγή κατά του τελευταίου, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου, κατά την § 2 του ως άνω άρθρου αναστέλλεται και αυτεπαγγέλτως η συζήτηση της ενστάσεως εωσότου περατωθεί η πρώτη δίκη επί της αγωγής, έστω και αν η συζήτηση διεξάγεται ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (βλ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΕρμΚΠολΔ 222 αριθ. 20 σελ. 488). Και τούτο διότι με τη διάταξη του άρθρου 222 του ΚΠολΔ τίθεται ο θεμελιακός για το δικονομικό σύστημα κανόνας της απαγόρευσης της παράλληλης διεξαγωγής δύο δικών για την ίδια διαφορά μεταξύ των ιδίων υποκειμένων των εκκρεμών δικών, από λόγους που ανάγονται στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, που αποβλέπει στην αποτροπή εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων με ισοδύναμα δεδικασμένα και την επίτευξη οικονομίας χρόνου και δαπάνης (βλ. ΑΠ 235/1984 ΕΕΝ 52,169, ΕΑ 6599/1990 Δνη 32,825, ΕφΛαρ. 225/2011 Δικογραφία 2011,490, Βαθρακοκοίλη ΕρμΚΠολΔ 222 αριθ. 1, σελ. 38-39, Εφ Λαρ.98/2013). Περαιτέρω, η εκκρεμοδικία που δημιουργείται με την κατάθεση της αγωγής, διαρκεί στον πρώτο βαθμό εωσότου εκδοθεί οριστική απόφαση και αναβιώνει με την άσκηση εφέσεως κατά της τελευταίας, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι είναι συγκύριος, συννομέας και συγκάτοχος σε ποσοστό 70% ο ίδιος και 30% ο εναγόμενος, ενός ισογείου διαμερίσματος που περιγράφει στην αγωγή του, κτισμένου επί πολυκατοικίας επί της οδού … στην Αθήνα. Ότι ο εναγόμενος ιδιοχρησιμοποιεί το άνω κοινό διαμέρισμα χωρίς να του έχει καταβάλει την ωφέλεια που αποκομίζει από την αποκλειστική του χρήση και για το λόγο αυτό ο ενάγων ζητεί να του καταβάλει ο εναγόμενος το συνολικό ποσό των 19.992,56 ευρώ ως αποζημίωση χρήσης από 26-7-2009 έως και το Νοέμβριο του 2012, με το νόμιμο τόκο από την 26η ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 14 παρ.1α και 22 του ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία. Είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 785, 786, 787, 792 παρ. 2, 961 ,962, 111, 914, 297, 298, 341, 346 ΑΚ, 907, 908 και 176 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί αν είναι και κατ’ ουσίαν βάσιμη η αγωγή αφού έχει καταβληθεί το απαιτούμενο για το αντικείμενο της τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. τα με αριθμούς 424678, 424679, 439717, 439718 ειδικά έντυπα αγωγόσημα) και έχει προσκομισθεί το πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α με αριθμό ….
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης στο ακροατήριο, των μαρτύρων των διαδίκων, που καταχωρήθηκαν στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδριάσεως του Δικαστηρίου, από τα έγγραφα που προσκομίζουν νόμιμα και επικαλούνται οι διάδικοι καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 αρ.4 ΚΠολΔ) αποδείχτηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων και ο εναγόμενος είναι συγκύριοι και συννομείς σε ποσοστό 70% ο πρώτος (ενάγων) και 30% ο δεύτερος (εναγόμενος), εξ’ αδιαιρέτου της, υπ’ αριθμ. 3 οριζόντιας ιδιοκτησίας-διαμερίσματος του ισογείου ορόφου πολυκατοικίας επί της διασταυρώσεως των οδών …, στην Αθήνα και ειδικότερα στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Την ψιλή κυριότητα σε ποσοστό 70% εξ’ αδιαιρέτου του άνω διαμερίσματος ο ενάγων απέκτησε δυνάμει της υπ’ αριθμ. …/12-4-1984 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της Συμ/φου Αθηνών Ε Ν. Α, νομίμως μεταγεγραμμένης, από κληρονομιά του πατέρα του Γ.Μ. του Π., που απεβίωσε στην Αθήνα στις 19-02-1982. Ο εναγόμενος απέκτησε το 30% της ψιλής κυριότητας του ίδιου διαμερίσματος από κληρονομιά της μητέρας του Μ.Μ. του Γ., η οποία απεβίωσε στην Αθήνα στις 27-5-2006, την οποία αποδέχτηκε με την υπ’ αριθμ. …/2006 πράξη της Συμ/φου Αθηνών Η-Σ Π, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών στον τόμο … με αριθμό …. Επικαρπώτρια του άνω διαμερίσματος ήταν η Δ. χήρα Γ.Μ., η οποία απεβίωσε στις 25-4-2009 κα έκτοτε οι διάδικοι κατέστησαν κατά τα προαναφερθέντα ποσοστά εξ’ αδιαρέτου έκαστος συγκύριοι και συννομείς του διαμερίσματος αυτού. Στο εν λόγω διαμέρισμα διαμένει από εικοσαετίας περίπου ο εναγόμενος μαζί με τον πατέρα του, χωρίς να έχει καταβάλει στον ενάγοντα, από το θάνατο της επικαρπώτριας και εντεύθεν κανένα ποσό ως αποζημίωση χρήσης. Για το λόγο αυτό ο ενάγων άσκησε εναντίον του εναγομένου, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου την από 27-7-2009 με αριθμό καταθέσεως 8082/27-7-2009 αγωγή με την οποία του ζητούσε να του καταβάλει αποζημίωση χρήσης από 26-4-2009 έως 27-7-2009 συνολικού ποσού 1.755,60 ευρώ. Επί της άνω αγωγής εκδόθηκε η με αριθμό 2456/2012 οριστική απόφαση του Δικαστηρίου η οποία επιδίκασε στον ενάγοντα το άνω ποσό. Αποδείχτηκε περαιτέρω ότι ο εναγόμενος και μετά την 27-7-2009 μέχρι και ολόκληρο το έτος 2012 έκανε αποκλειστική χρήση του επίκοινου διαμερίσματος χωρίς να έχει καταβάλει στον ενάγοντα οποιοδήποτε ποσό ως αποζημίωση για τη χρήση του. Το διαμέρισμα αυτό βρίσκεται στο ισόγειο της πολυκατοικίας, δεξιά της κυρίας εισόδου αυτής, έχει πρόσοψη επί της οδού ………… και επιφάνεια 76 τ.μ. Αποτελείται από χώλ, δύο κοιτώνες, λίβιγκ-ρουμ, κουζίνα και λουτρό. Η μηνιαία μισθωτική αξία του διαμερίσματος αυτού, λαμβανομένου υπόψη ότι λόγω της ανωφέρειας της οδού …………. βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο από το δρόμο και το πεζοδρόμιο, καθώς και της παλαιότητας αυτού (έτος κατασκευής του 1965) και των μισθωτικών συνθηκών που επικρατούσαν τότε στην περιοχή, για το έτος 2009 ανέρχονταν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου και σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής σε εννέα (9) ευρώ ανά τ.μ. ήτοι στο ποσό των 684,00 ευρώ (76.τμ.Χ9 ευρώ) και το ποσοστό του ενάγοντος στα 478,80 ευρώ (684,00 ευρώ Χ 70%). Συνεπώς για το χρονικό διάστημα από 26-07-2009 μέχρι 26-12-2009 η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος επί του κοινού (διαμερίσματος) ανέρχεται στο ποσό των (478,80 ευρώ Χ 5 μήνες)=2.394,00 ευρώ. Για το έτος 2010 η μηνιαία μισθωτική αξία του διαμερίσματος παρέμεινε η ίδια ήτοι στο ποσό των εννέα (9) ευρώ ανά τ.μ. ήτοι στο συνολικό ποσό των 684,00 ευρώ και το ποσοστό του ενάγοντος στα 478,80 ευρώ. Συνεπώς για το χρονικό διάστημα από 27-12-2009 έως 26-12-2010 η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος ανέρχεται στο ποσό των 5.745,60 ευρώ (478,80 ευρώ Χ 12 μήνες). Ακολούθως, λόγω της οικονομικής κρίσης που αντιμετώπισε η χώρα, η μηνιαία μισθωτική αξία του κοινού διαμερίσματος για το έτος 2011, κατά την κρίση του Δικαστηρίου και σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής περιορίστηκε στα οκτώ (8) ευρώ ανά τ.μ. ήτοι στο ποσό των 608,00 ευρώ (76 τ.μ. χ 8 ευρώ) και το ποσοστό του ενάγοντος καθορίστηκε στα 425,60 ευρώ μηνιαίως (608,00 ευρώ Χ 70%). Συνεπώς η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος για το χρονικό διάστημα από 27-12-2010 έως 26-12-2011 επί του κοινού διαμερίσματος ανέρχεται στο ποσό των 5.107,20 ευρώ (425,60 ευρώ Χ 12 μήνες). Τέλος κατά την κρίση του Δικαστηρίου η μισθωτική αξία του άνω διαμερίσματος για το έτος 2012, λόγω και της συνεχώς επιδεινούμενης οικονομικής κρίσης ανήλθε στο ποσό των επτά (7) ευρώ, ήτοι στο συνολικό ποσό των 532,00 ευρώ και το ποσοστό του ενάγοντος καθορίστηκε στα 372,40 ευρώ μηνιαίως. Συνεπώς η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος για το χρονικό διάστημα από 27-12-2011 έως 26-12-2012 επί του κοινού διαμερίσματος ανέρχεται στο ποσό των 4.468,80 ευρώ (372,40 ευρώ Χ 12 μήνες). Αποδείχτηκε περαιτέρω ότι ο εναγόμενος δεν κατέβαλε στον ενάγοντα ποτέ αποζημίωση για την αποκλειστική χρήση από τον ίδιο του κοινού διαμερίσματος τους και ειδικότερα κατά το μερίδιο που αναλογεί στον ενάγοντα. Κατόπιν αυτών το όφελος του εναγόμενου από την αποκλειστική χρήση του κοινού διαμερίσματος από 26-07-2009 έως 26-12-2012 ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 17.715,60 ευρώ (2.394,00 + 5.745,60 + 5.107,20 + 4.468,80). Ο εναγόμενος νόμιμα πρότεινε την ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος εκ μέρους του ενάγοντος (άρθρο 281 ΑΚ) ισχυριζόμενος ότι διέμενε στο άνω διαμέρισμα από εικοσαετίας χωρίς να οχληθεί ουδέποτε από τον τελευταίο. Η άνω ένσταση, σύμφωνα και με τη μείζονα σκέψη της παρούσας κρίνεται απορριπτέα ως κατ’ ουσία αβάσιμη καθόσον αφενός μεν η επικαρπία του διαμερίσματος ενώθηκε με την ψιλή κυριότητα αυτού μετά το θάνατο της επικαρπώτριας Δ. χήρας Γ.Μ, στις 25-4-2009 και αφετέρου αμέσως μετά το θάνατο της επικαρπώτριας ο ενάγων απέστειλε το από 26-05-2009 εξώδικο στον εναγόμενο, το οποίο του το κοινοποίησε με τη με αριθμό 12306/2-6-2009 έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά, Γ Β, με το οποίο τον καλούσε να του αποδώσει ελεύθερη τη χρήση του εν λόγω διαμερίσματος, άλλως να του καταβάλει την αιτούμενη με την αγωγή του αποζημίωση χρήσης. Τέλος ο εναγόμενος πρότεινε στο ακροατήριο και με τις προτάσεις του ένσταση συμψηφισμού για ποσό 20.000 ευρώ που είναι η απαίτηση για αποζημίωσή του από αποκλειστική εκμετάλλευση (χρήση) άλλων κοινών διαμερισμάτων επί της αυτής πολυκατοικίας από τον ενάγοντα. Η άνω ένσταση δεν θα εκδικαστεί λόγω υφισταμένης εκκρεμοδικίας, σύμφωνα με τη νομική σκέψη της παρούσας, δοθέντος ότι για την υπό συμψηφισμό ανταπαίτησή του ο εναγόμενος άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου εναντίον του εδώ ενάγοντος την από 17-12-2014 με αριθμό καταθέσεως 8690/2014 αγωγή του, δικάσιμος της προσδιορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, η οποία συζητήθηκε στη σημερινή δικάσιμο επί της οποίας δεν είχε εισέτι εκδοθεί οριστική απόφαση κατά την πρόταση της ενστάσεως συμψηφισμού.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αγωγή και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαεφτά χιλιάδων εφτακοσίων δεκαπέντε ευρώ και εξήντα λεπτών (17.715,60 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, δοθέντος ότι δεν υπήρξε άλλη όχληση πλην της αγωγής, για το ποσό της αιτούμενης με την αγωγή αποζημίωσης χρήσης. Το αίτημα του ενάγοντος για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό κατά το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ αφού το Δικαστήριο κρίνει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα. Μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος πρέπει να επιβληθεί εις βάρος του εναγομένου λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρο 178 παρ.1 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αγωγή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαεφτά χιλιάδων εφτακοσίων δεκαπέντε ευρώ και εξήντα λεπτών (17.715,60 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Κηρύσσει την παρούσα προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
Επιβάλλει εις βάρος του εναγομένου μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος το ποσό της οποίας προσδιορίζει στα τριακόσια (300,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση
Αθήνα, 25 Μαΐου 2016
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Χαρούλα Γιωτίτσα Αποστολία Ιωάννου
Αποκλειστική χρήση κοινού πράγματος από έναν κοινωνό – Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος -.
Εάν πρόκειται για αστικό ακίνητο, το όφελος συνίσταται στην κατά τον χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσεως κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αλλά αποδοτέα αποζημίωση. Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος του εναγομένου ότι διέμενε στο επίδικο διαμέρισμα από 20ετίας, χωρίς να οχληθεί ουδέποτε από τον ενάγοντα. Απόρριψή της ένστασης ως κατ’ ουσίαν αβάσιμης. Ένσταση συμψηφισμού του εναγομένου για απαίτησή του για αποζημίωση από αποκλειστική χρήση από τον ενάγοντα άλλων κοινών διαμερισμάτων της ίδιας πολυκατοικίας. Μη εκδίκαση της ανωτέρω ένστασης λόγω εκκρεμοδικίας, λόγω του ότι ο εναγόμενος έχει ασκήσει αντίθετη αγωγή κατά του ενάγοντος με το ίδιο περιεχόμενο.
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης 1991/2016
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Αθηνών Χαρούλα Γιωτίτσα την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών, και τη Γραμματέα Αποστολία Ιωάννου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 13 Νοεμβρίου του 2015 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος: Π Μ του Γ, κατοίκου Γενεύης Ελβετίας, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Μαρίας Τζαβέλα.
Του εναγομένου: Π Λ-Μ του Κ, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Μάριου Δαλιάνη.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 27-11-2012 με αριθμό καταθέσεως ……./2012 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε για 29-9-2014 και μετά από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας (13-11-2015) και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.
Μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 785, 786, 787, 792 παρ. 2, 961, 962, 1113 ΑΚ προκύπτει ότι σε περίπτωση αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν από τους κοινωνούς, δικαιούνται οι υπόλοιποι, και αν δεν πρόβαλαν αξίωση σύγχρησης, να απαιτήσουν από αυτόν, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, ανάλογη προς το ποσοστό του δικαιώματος τους μερίδα από το όφελος (καρπούς και γενικότερα ωφελήματα) που αυτός αποκόμισε ή εξοικονόμησε και το οποίο συνίσταται στην αξία της επιπλέον ιδανικής του μερίδας χρήση του κοινού. Ειδικότερα προκειμένου περί αστικού ακινήτου, το όφελος αυτό συνίσταται στην κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσεως κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αφού δεν υπάρχει μισθωτική σχέση, αλλά αποδοτέα ως αποζημίωση, κατά τις ανωτέρω διατάξεις ωφέλεια (ΑΠ 564/2012 δημ. ΝΟΜΟΣ). Η σχετική αξίωση γεννιέται από μόνο το γεγονός της αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν των κοινωνών, δεν αποκλείεται όμως να ανακύπτει παράλληλα και ευθύνη του ως κακόπιστου νομέα κατά το άρθρο 1098 ΑΚ ή και αδικοπρακτική ευθύνη του κατά το άρθρο 914 ή και 1099 ΑΚ, αν παράνομα και υπαίτια εμπόδισε τη σύγχρηση του κοινού πράγματος από τους λοιπούς κοινωνούς ή πολύ περισσότερο αν τους απέβαλε από τη συννομή του κοινού. Κατά τα λοιπά ο τρόπος που ο κοινωνός χρησιμοποίησε αποκλειστικά για λογαριασμό του το κοινό πράγμα είναι κατ’ αρχήν αδιάφορος και μπορεί αυτός να το έχει εκμισθώσει ή να το έχει χρησιδανείσει σε άλλον ή να το έχει ιδιοχρησιμοποιήσει με οποιονδήποτε τρόπο, δηλαδή έστω και διατηρώντας αυτό αδρανές ή προκειμένου για ακίνητο διατηρώντας το κλειστό και ανεκμετάλλευτο, εφόσον με τον τρόπο αυτό αποκλείει στην πράξη τη σύγχρηση των λοιπών κοινωνών και ο ίδιος έχει οποτεδήποτε την ευχέρεια να το εκμεταλλευτεί κατά την κρίση και το συμφέρον του (ΑΠ 767/2014 δημ. ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, η άσκηση δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά όταν από την προηγουμένη συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε ή από τις περιστάσεις που μεσολάβησαν, η εκ των υστέρων άσκηση του δικαιώματος έρχεται σε προφανή αντίθεση προς την ευθύτητα και εντιμότητα που πρέπει να κρατούν στις συναλλαγές, προς τα επιβαλλόμενα χρηστά ήθη ή προς τον εγκείμενο στο δικαίωμα κοινωνικό και οικονομικό σκοπό, έτσι ώστε η ενάσκησή του να προσκρούει στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου ΟλΑΠ 7/2002, 17/1995). Μόνη δε η μακρά αδράνεια του δικαιούχου, ακόμη και αν δημιούργησε στον οφειλέτη την πεποίθηση ότι αυτός δεν θα ασκήσει το δικαίωμά του, δεν καθιστά τη μεταγενέστερη άσκησή του καταχρηστική, υπό την ειδικότερη μορφή της αποδυνάμωσης δικαιώματος, εκτός αν συνοδεύεται από ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, έτσι ώστε η με τη μεταγενέστερη άσκηση του δικαιώματος ανατροπή της κατάστασης που δημιουργήθηκε να συνεπάγεται επαχθείς, όχι δε κατ’ ανάγκην και αφόρητες ή υπέρμετρα επαχθείς συνέπειες, για την αποτροπή των οποίων κρίνεται, με γνώμονα την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη, επιβεβλημένη η θυσία του αξιούμενου δικαιώματος (ΟλΑΠ 62/1990, ΑΠ 1512/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΡΜ 2007/399). Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν εις βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποιήσεως του δικαιώματος του (ΑΠ 284/2008, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1574/2007).
Τέλος κατά την § 1 του άρθρου 222 του ΚΠολΔ, όταν επέλθει η εκκρεμοδικία και όσο διαρκεί αυτή, δεν μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε δικαστήριο νέα δίκη για την ίδια επίδικη διαφορά ανάμεσα στους ίδιους διαδίκους, εφόσον εμφανίζονται με την ίδια ιδιότητα. Κατά δε την § 2 του ίδιου άρθρου, αν κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας ασκηθεί άλλη αγωγή, ανταγωγή ή κυρία παρέμβαση ή προταθεί ένσταση συμψηφισμού για την ίδια επίδικη διαφορά, αναστέλλεται και αυτεπαγγέλτως η εκδίκασή της εωσότου περατωθεί η πρώτη δίκη. Από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου 222 σαφώς συνάγεται ότι εκκρεμοδικία προκαλεί και η προβολή της ενστάσεως συμψηφισμού. Έτσι, αν προταθεί σε συμψηφισμό από τον εναγόμενο ανταπαίτησή του κατά του ενάγοντος, για την οποία ήδη έχει ασκήσει αγωγή κατά του τελευταίου, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου, κατά την § 2 του ως άνω άρθρου αναστέλλεται και αυτεπαγγέλτως η συζήτηση της ενστάσεως εωσότου περατωθεί η πρώτη δίκη επί της αγωγής, έστω και αν η συζήτηση διεξάγεται ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (βλ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΕρμΚΠολΔ 222 αριθ. 20 σελ. 488). Και τούτο διότι με τη διάταξη του άρθρου 222 του ΚΠολΔ τίθεται ο θεμελιακός για το δικονομικό σύστημα κανόνας της απαγόρευσης της παράλληλης διεξαγωγής δύο δικών για την ίδια διαφορά μεταξύ των ιδίων υποκειμένων των εκκρεμών δικών, από λόγους που ανάγονται στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, που αποβλέπει στην αποτροπή εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων με ισοδύναμα δεδικασμένα και την επίτευξη οικονομίας χρόνου και δαπάνης (βλ. ΑΠ 235/1984 ΕΕΝ 52,169, ΕΑ 6599/1990 Δνη 32,825, ΕφΛαρ. 225/2011 Δικογραφία 2011,490, Βαθρακοκοίλη ΕρμΚΠολΔ 222 αριθ. 1, σελ. 38-39, Εφ Λαρ.98/2013). Περαιτέρω, η εκκρεμοδικία που δημιουργείται με την κατάθεση της αγωγής, διαρκεί στον πρώτο βαθμό εωσότου εκδοθεί οριστική απόφαση και αναβιώνει με την άσκηση εφέσεως κατά της τελευταίας, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι είναι συγκύριος, συννομέας και συγκάτοχος σε ποσοστό 70% ο ίδιος και 30% ο εναγόμενος, ενός ισογείου διαμερίσματος που περιγράφει στην αγωγή του, κτισμένου επί πολυκατοικίας επί της οδού … στην Αθήνα. Ότι ο εναγόμενος ιδιοχρησιμοποιεί το άνω κοινό διαμέρισμα χωρίς να του έχει καταβάλει την ωφέλεια που αποκομίζει από την αποκλειστική του χρήση και για το λόγο αυτό ο ενάγων ζητεί να του καταβάλει ο εναγόμενος το συνολικό ποσό των 19.992,56 ευρώ ως αποζημίωση χρήσης από 26-7-2009 έως και το Νοέμβριο του 2012, με το νόμιμο τόκο από την 26η ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 14 παρ.1α και 22 του ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία. Είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 785, 786, 787, 792 παρ. 2, 961 ,962, 111, 914, 297, 298, 341, 346 ΑΚ, 907, 908 και 176 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί αν είναι και κατ’ ουσίαν βάσιμη η αγωγή αφού έχει καταβληθεί το απαιτούμενο για το αντικείμενο της τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. τα με αριθμούς 424678, 424679, 439717, 439718 ειδικά έντυπα αγωγόσημα) και έχει προσκομισθεί το πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α με αριθμό ….
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης στο ακροατήριο, των μαρτύρων των διαδίκων, που καταχωρήθηκαν στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδριάσεως του Δικαστηρίου, από τα έγγραφα που προσκομίζουν νόμιμα και επικαλούνται οι διάδικοι καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 αρ.4 ΚΠολΔ) αποδείχτηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων και ο εναγόμενος είναι συγκύριοι και συννομείς σε ποσοστό 70% ο πρώτος (ενάγων) και 30% ο δεύτερος (εναγόμενος), εξ’ αδιαιρέτου της, υπ’ αριθμ. 3 οριζόντιας ιδιοκτησίας-διαμερίσματος του ισογείου ορόφου πολυκατοικίας επί της διασταυρώσεως των οδών …, στην Αθήνα και ειδικότερα στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Την ψιλή κυριότητα σε ποσοστό 70% εξ’ αδιαιρέτου του άνω διαμερίσματος ο ενάγων απέκτησε δυνάμει της υπ’ αριθμ. …/12-4-1984 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της Συμ/φου Αθηνών Ε Ν. Α, νομίμως μεταγεγραμμένης, από κληρονομιά του πατέρα του Γ.Μ. του Π., που απεβίωσε στην Αθήνα στις 19-02-1982. Ο εναγόμενος απέκτησε το 30% της ψιλής κυριότητας του ίδιου διαμερίσματος από κληρονομιά της μητέρας του Μ.Μ. του Γ., η οποία απεβίωσε στην Αθήνα στις 27-5-2006, την οποία αποδέχτηκε με την υπ’ αριθμ. …/2006 πράξη της Συμ/φου Αθηνών Η-Σ Π, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών στον τόμο … με αριθμό …. Επικαρπώτρια του άνω διαμερίσματος ήταν η Δ. χήρα Γ.Μ., η οποία απεβίωσε στις 25-4-2009 κα έκτοτε οι διάδικοι κατέστησαν κατά τα προαναφερθέντα ποσοστά εξ’ αδιαρέτου έκαστος συγκύριοι και συννομείς του διαμερίσματος αυτού. Στο εν λόγω διαμέρισμα διαμένει από εικοσαετίας περίπου ο εναγόμενος μαζί με τον πατέρα του, χωρίς να έχει καταβάλει στον ενάγοντα, από το θάνατο της επικαρπώτριας και εντεύθεν κανένα ποσό ως αποζημίωση χρήσης. Για το λόγο αυτό ο ενάγων άσκησε εναντίον του εναγομένου, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου την από 27-7-2009 με αριθμό καταθέσεως 8082/27-7-2009 αγωγή με την οποία του ζητούσε να του καταβάλει αποζημίωση χρήσης από 26-4-2009 έως 27-7-2009 συνολικού ποσού 1.755,60 ευρώ. Επί της άνω αγωγής εκδόθηκε η με αριθμό 2456/2012 οριστική απόφαση του Δικαστηρίου η οποία επιδίκασε στον ενάγοντα το άνω ποσό. Αποδείχτηκε περαιτέρω ότι ο εναγόμενος και μετά την 27-7-2009 μέχρι και ολόκληρο το έτος 2012 έκανε αποκλειστική χρήση του επίκοινου διαμερίσματος χωρίς να έχει καταβάλει στον ενάγοντα οποιοδήποτε ποσό ως αποζημίωση για τη χρήση του. Το διαμέρισμα αυτό βρίσκεται στο ισόγειο της πολυκατοικίας, δεξιά της κυρίας εισόδου αυτής, έχει πρόσοψη επί της οδού ………… και επιφάνεια 76 τ.μ. Αποτελείται από χώλ, δύο κοιτώνες, λίβιγκ-ρουμ, κουζίνα και λουτρό. Η μηνιαία μισθωτική αξία του διαμερίσματος αυτού, λαμβανομένου υπόψη ότι λόγω της ανωφέρειας της οδού …………. βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο από το δρόμο και το πεζοδρόμιο, καθώς και της παλαιότητας αυτού (έτος κατασκευής του 1965) και των μισθωτικών συνθηκών που επικρατούσαν τότε στην περιοχή, για το έτος 2009 ανέρχονταν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου και σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής σε εννέα (9) ευρώ ανά τ.μ. ήτοι στο ποσό των 684,00 ευρώ (76.τμ.Χ9 ευρώ) και το ποσοστό του ενάγοντος στα 478,80 ευρώ (684,00 ευρώ Χ 70%). Συνεπώς για το χρονικό διάστημα από 26-07-2009 μέχρι 26-12-2009 η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος επί του κοινού (διαμερίσματος) ανέρχεται στο ποσό των (478,80 ευρώ Χ 5 μήνες)=2.394,00 ευρώ. Για το έτος 2010 η μηνιαία μισθωτική αξία του διαμερίσματος παρέμεινε η ίδια ήτοι στο ποσό των εννέα (9) ευρώ ανά τ.μ. ήτοι στο συνολικό ποσό των 684,00 ευρώ και το ποσοστό του ενάγοντος στα 478,80 ευρώ. Συνεπώς για το χρονικό διάστημα από 27-12-2009 έως 26-12-2010 η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος ανέρχεται στο ποσό των 5.745,60 ευρώ (478,80 ευρώ Χ 12 μήνες). Ακολούθως, λόγω της οικονομικής κρίσης που αντιμετώπισε η χώρα, η μηνιαία μισθωτική αξία του κοινού διαμερίσματος για το έτος 2011, κατά την κρίση του Δικαστηρίου και σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής περιορίστηκε στα οκτώ (8) ευρώ ανά τ.μ. ήτοι στο ποσό των 608,00 ευρώ (76 τ.μ. χ 8 ευρώ) και το ποσοστό του ενάγοντος καθορίστηκε στα 425,60 ευρώ μηνιαίως (608,00 ευρώ Χ 70%). Συνεπώς η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος για το χρονικό διάστημα από 27-12-2010 έως 26-12-2011 επί του κοινού διαμερίσματος ανέρχεται στο ποσό των 5.107,20 ευρώ (425,60 ευρώ Χ 12 μήνες). Τέλος κατά την κρίση του Δικαστηρίου η μισθωτική αξία του άνω διαμερίσματος για το έτος 2012, λόγω και της συνεχώς επιδεινούμενης οικονομικής κρίσης ανήλθε στο ποσό των επτά (7) ευρώ, ήτοι στο συνολικό ποσό των 532,00 ευρώ και το ποσοστό του ενάγοντος καθορίστηκε στα 372,40 ευρώ μηνιαίως. Συνεπώς η ανάλογη αποζημίωση που αντιστοιχεί στη μερίδα του ενάγοντος για το χρονικό διάστημα από 27-12-2011 έως 26-12-2012 επί του κοινού διαμερίσματος ανέρχεται στο ποσό των 4.468,80 ευρώ (372,40 ευρώ Χ 12 μήνες). Αποδείχτηκε περαιτέρω ότι ο εναγόμενος δεν κατέβαλε στον ενάγοντα ποτέ αποζημίωση για την αποκλειστική χρήση από τον ίδιο του κοινού διαμερίσματος τους και ειδικότερα κατά το μερίδιο που αναλογεί στον ενάγοντα. Κατόπιν αυτών το όφελος του εναγόμενου από την αποκλειστική χρήση του κοινού διαμερίσματος από 26-07-2009 έως 26-12-2012 ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 17.715,60 ευρώ (2.394,00 + 5.745,60 + 5.107,20 + 4.468,80). Ο εναγόμενος νόμιμα πρότεινε την ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος εκ μέρους του ενάγοντος (άρθρο 281 ΑΚ) ισχυριζόμενος ότι διέμενε στο άνω διαμέρισμα από εικοσαετίας χωρίς να οχληθεί ουδέποτε από τον τελευταίο. Η άνω ένσταση, σύμφωνα και με τη μείζονα σκέψη της παρούσας κρίνεται απορριπτέα ως κατ’ ουσία αβάσιμη καθόσον αφενός μεν η επικαρπία του διαμερίσματος ενώθηκε με την ψιλή κυριότητα αυτού μετά το θάνατο της επικαρπώτριας Δ. χήρας Γ.Μ, στις 25-4-2009 και αφετέρου αμέσως μετά το θάνατο της επικαρπώτριας ο ενάγων απέστειλε το από 26-05-2009 εξώδικο στον εναγόμενο, το οποίο του το κοινοποίησε με τη με αριθμό 12306/2-6-2009 έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά, Γ Β, με το οποίο τον καλούσε να του αποδώσει ελεύθερη τη χρήση του εν λόγω διαμερίσματος, άλλως να του καταβάλει την αιτούμενη με την αγωγή του αποζημίωση χρήσης. Τέλος ο εναγόμενος πρότεινε στο ακροατήριο και με τις προτάσεις του ένσταση συμψηφισμού για ποσό 20.000 ευρώ που είναι η απαίτηση για αποζημίωσή του από αποκλειστική εκμετάλλευση (χρήση) άλλων κοινών διαμερισμάτων επί της αυτής πολυκατοικίας από τον ενάγοντα. Η άνω ένσταση δεν θα εκδικαστεί λόγω υφισταμένης εκκρεμοδικίας, σύμφωνα με τη νομική σκέψη της παρούσας, δοθέντος ότι για την υπό συμψηφισμό ανταπαίτησή του ο εναγόμενος άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου εναντίον του εδώ ενάγοντος την από 17-12-2014 με αριθμό καταθέσεως 8690/2014 αγωγή του, δικάσιμος της προσδιορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, η οποία συζητήθηκε στη σημερινή δικάσιμο επί της οποίας δεν είχε εισέτι εκδοθεί οριστική απόφαση κατά την πρόταση της ενστάσεως συμψηφισμού.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αγωγή και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαεφτά χιλιάδων εφτακοσίων δεκαπέντε ευρώ και εξήντα λεπτών (17.715,60 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, δοθέντος ότι δεν υπήρξε άλλη όχληση πλην της αγωγής, για το ποσό της αιτούμενης με την αγωγή αποζημίωσης χρήσης. Το αίτημα του ενάγοντος για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό κατά το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ αφού το Δικαστήριο κρίνει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα. Μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος πρέπει να επιβληθεί εις βάρος του εναγομένου λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρο 178 παρ.1 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αγωγή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαεφτά χιλιάδων εφτακοσίων δεκαπέντε ευρώ και εξήντα λεπτών (17.715,60 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Κηρύσσει την παρούσα προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
Επιβάλλει εις βάρος του εναγομένου μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος το ποσό της οποίας προσδιορίζει στα τριακόσια (300,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση
Αθήνα, 25 Μαΐου 2016
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Χαρούλα Γιωτίτσα Αποστολία Ιωάννου