Τα εν λόγω ένδικα μέσα μπορούν να ασκούνται ταυτόχρονα και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 12-01-2023 απόφασή του το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι τα προβλεπόμενα στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) διοικητικά και αστικά ένδικα μέσα που προβλέπονται μπορούν να ασκούνται ταυτόχρονα και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο.
Σύμφωνα με το ΔΕΕ, στα κράτη μέλη απόκειται να διασφαλίσουν ότι η άσκηση των εν λόγω παράλληλων και αυτοτελών μέσων έννομης προστασίας δεν επηρεάζει τη συνεκτική και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του ΓΚΠΔ.
Ιστορικό της υπόθεσης
Στις 26 Απριλίου 2019, ο BE παρέστη στη γενική συνέλευση ανώνυμης εταιρίας της οποίας είναι μέτοχος και, με την ευκαιρία αυτή, έθεσε ερωτήσεις στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας καθώς και σε άλλους μετέχοντες στη γενική συνέλευση. Στη συνέχεια, ο BE ζήτησε από την εταιρία, ως υπεύθυνη επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να του χορηγήσει την ηχητική εγγραφή που πραγματοποιήθηκε κατά τη γενική συνέλευση.
Η εν λόγω εταιρία έθεσε στη διάθεση του BE μόνον τα αποσπάσματα της εγγραφής στα οποία αναπαράγονταν οι παρεμβάσεις του, αλλά όχι οι παρεμβάσεις των λοιπών μετεχόντων στην επίμαχη γενική συνέλευση.
Κατόπιν τούτου, ο BE ζήτησε από την εποπτική αρχή, αφενός, να διαπιστώσει ότι η εταιρία, καθόσον δεν του χορήγησε την ηχητική εγγραφή που περιλαμβάνει τις απαντήσεις που παρασχέθηκαν επί των ερωτήσεών του, ενήργησε παρανόμως και κατά παράβαση του ΓΚΠΔ καθώς και, αφετέρου, να διατάξει την εν λόγω εταιρία να του χορηγήσει την επίμαχη εγγραφή. Με απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2019, η εποπτική αρχή απέρριψε την ανωτέρω αίτηση.
Ο BE άσκησε προσφυγή κατά της απόφασης της εποπτικής αρχής ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, βάσει του άρθρου 78, παράγραφος 1, του κανονισμού, με αίτημα τη μεταρρύθμιση ή, επικουρικώς, την ακύρωσή της.
Ο ΒΕ δεν προσέφυγε μόνον ενώπιον της εποπτικής αρχής, αλλά παράλληλα άσκησε περαιτέρω αγωγή, εν προκειμένω βάσει του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού, ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου, ήτοι του Fővárosi Ítélőtábla (περιφερειακού εφετείου Βουδαπέστης-Πρωτευούσης, Ουγγαρία), βάλλοντας κατά της απόφασης του υπεύθυνου επεξεργασίας των δεδομένων.
Ενώ η εκδίκαση της προσφυγής εξακολουθεί να εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, το Fővárosi Ítélőtábla (περιφερειακό εφετείο Βουδαπέστης‑Πρωτευούσης) έκανε δεκτή την αγωγή με απόφαση έχουσα ισχύ δεδικασμένου, με το σκεπτικό ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας προσέβαλε το δικαίωμα πρόσβασης του BE στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τον αφορούν.
Το αιτούν δικαστήριο επισήμανε ότι καλείται να εξετάσει τα ίδια πραγματικά περιστατικά και τον ίδιο ισχυρισμό περί παράβασης του ΓΚΠΔ επί των οποίων το Fővárosi Ítélőtábla (περιφερειακό εφετείο Βουδαπέστης‑Πρωτευούσης) έχει αποφανθεί τελεσιδίκως. Ζήτησε να διευκρινιστεί ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο οφείλει να συσχετίσει την κρίση πολιτικού δικαστηρίου όσον αφορά τη νομιμότητα απόφασης του υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τη διοικητική διαδικασία η οποία κατέληξε στην έκδοση της ανωτέρω απόφασης της εποπτικής αρχής και αποτελεί το αντικείμενο της εκκρεμούσας ενώπιόν του προσφυγής και, ειδικότερα, αν το ένα μέσο έννομης προστασίας έχει προτεραιότητα έναντι του άλλου.
Πράγματι, η παράλληλη άσκηση των προβλεπόμενων στα άρθρα 77 έως 79 του ΓΚΠΔ μέσων έννομης προστασίας θα μπορούσε να οδηγήσει στην έκδοση αντιφατικών αποφάσεων σχετικά με τα ίδια πραγματικά περιστατικά.
Μια τέτοια κατάσταση θα μπορούσε να θίξει την ασφάλεια δικαίου όσον αφορά τόσο τους ιδιώτες όσο και τις εποπτικές αρχές.
Το αιτούν δικαστήριο σημείωσε ότι, λαμβανομένων υπόψη της ανεξαρτησίας των εποπτικών αρχών και της προτεραιότητας που αναγνωρίζεται, στο πλαίσιο του συστήματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, στις οριζόμενες στον ΓΚΠΔ αρμοδιότητές τους, τα καθήκοντα και οι εξουσίες των εν λόγω αρχών θα διακυβεύονταν αν αυτές δεσμεύονταν, στο πλαίσιο των εκτιμήσεών τους, από τις εκτιμήσεις πολιτικού δικαστηρίου το οποίο έχει προηγουμένως επιληφθεί, βάσει του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού, υπόθεσης αφορώσας τα ίδια πραγματικά περιστατικά.
Δεδομένου ότι οι διατάξεις του εν λόγω κανονισμού δεν προβλέπουν οποιονδήποτε κανόνα περί σχέσεως προτεραιότητας μεταξύ των μέσων έννομης προστασίας που προβλέπονται στα άρθρα 77 έως 79 του κανονισμού, το αιτούν δικαστήριο εκτίμησε ότι στο Δικαστήριο απόκειται να αποσαφηνίσει τη σχέση μεταξύ των ως άνω μέσων έννομης προστασίας.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Fővárosi Törvényszék (δικαστήριο Βουδαπέστης‑Πρωτευούσης, Ουγγαρία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο προδικαστικά ερωτήματα.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 77, παράγραφος 1, το άρθρο 78, παράγραφος 1, και το άρθρο 79, παράγραφος 1, του ΓΚΠΔ, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα του άρθρου 47 του Χάρτη, έχουν την έννοια ότι επιτρέπουν την παράλληλη και αυτοτελή άσκηση των μέσων έννομης προστασίας που προβλέπονται, αφενός, στο άρθρο 77, παράγραφος 1, και στο άρθρο 78, παράγραφος 1, καθώς και, αφετέρου, στο άρθρο 79, παράγραφος 1. Στα κράτη μέλη απόκειται, σύμφωνα με την αρχή της δικονομικής αυτονομίας, να προβλέψουν τους κανόνες που διέπουν τη σχέση μεταξύ των εν λόγω μέσων έννομης προστασίας, προκειμένου να διασφαλιστούν η αποτελεσματικότητα της προστασίας των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει ο κανονισμός, η συνεκτική και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεών του, καθώς και το προβλεπόμενο στο άρθρο 47 του Χάρτη δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA