Δούκας, Μαθιουλάκης και Στάμτσης μιλούν στον ΟΤ
Η ενεργειακή κρίση με τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου, του πετρελαίου και του ηλεκτρικού ρεύματος ήταν αναμφίβολα το δεύτερο σημαντικό γεγονός του 2022, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Οι χώρες της Ευρώπης πιάστηκαν απροετοίμαστες ως προς το θέμα της ενεργειακής επάρκειας αλλά και της αντιμετώπισης των μεγάλων αυξήσεων των τιμών. Ο βαθμός εξάρτησης από το φυσικό αέριο της Gazprom προκάλεσε μεγάλες αναταράξεις στο ενεργειακό κόστος, ενώ οι πολίτες της Ε.Ε. ήρθαν αντιμέτωποι ακόμη και με το σοβαρό ενδεχόμενο ενός εκτεταμένου μπλακ άουτ ή ενός χειμώνα χωρίς θέρμανση.
Σε πολύ σύντομο, όμως, χρονικό διάστημα οι 27, έστω και εν μέσω μεγάλων διαφωνιών, κατάφεραν να αναπληρώσουν τις ποσότητες του φυσικού αερίου και να εκπονήσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης.
Το 2023
Θα συνεχίσει, όμως και το 2023 η Ευρώπη να ταλανίζεται από την ενεργειακή κρίση; Οι τιμές του φυσικού αερίου θα εκτοξευτούν ξανά στα εξωπραγματικά επίπεδα των 150,180 και 300 ευρώ ανά Μεγαβατώρα; Φυσικό αέριο θα έχουμε για την κάλυψη των αναγκών ηλεκτροδότησης, θέρμανσης αλλά και της οικονομικής δραστηριότητας;
Ο ΟΤ απευθύνθηκε σε τρεις έμπειρους ενεργειακούς αναλυτές ζητώντας τους τις προβλέψεις για την ενεργειακή κρίση κατά το 2023.
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής του ΕΜΠ Χάρης Δούκας, ο αναλυτής Ενεργειακής Στρατηγικής, Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum, και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ για θέματα ενέργειας Μιχάλης Μαθιουλάκης και ο Διδάκτωρ Μηχανικός Πανεπιστημίου Ντούισμπουργκ-Έσσεν και ειδικός επί Ενεργειακής Πολιτικής και Αγορών Γιώργος Στάμτσης επιδιώκουν να δώσουν απαντήσεις στα προαναφερόμενα ερωτήματα
Ο πόλεμος
Και οι τρεις ειδικοί της αγοράς ενέργειας συμφωνούν στον καθοριστικό ρόλο που θα έχει για το μέγεθος της ενεργειακής κρίσης η έκβαση του πολέμου της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας: «Μην ξεχνάμε ότι εξακολουθούμε να έχουμε σε εξέλιξη έναν πόλεμο στη γειτονιά μας. Η έκβαση του θα καθορίσει τις εξελίξεις και στον τομέα της οικονομίας και της ενέργειας», σημειώνει ο κ. Μαθιουλάκης, ενώ από την πλευρά του ο κ. Δούκας υπογραμμίζει πως «οι εκτιμήσεις μου γίνονται στη βάση μιας παγιωμένης κατάστασης στο μέτωπο του πολέμου για το 2023, δηλαδή χωρίς να διαφαίνεται μία διπλωματική λύση».
Και ο κ. Στάμτσης με τη σειρά του παρατηρεί τη σημασία της εξέλιξης του πολέμου στα θέματα των τιμών του φυσικού αερίου.
Πάντως δεν είναι μόνο το θέμα του πολέμου στην Ουκρανία που επηρεάζει την κατάσταση στις ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας. Ο κ. Μαθιουλάκης συμπληρώνει στους γεωπολιτικούς παράγοντες και το ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας στα Βαλκάνια: «Είναι κυρίαρχο στοιχείο η ενεργειακή ανασφάλεια στην περιοχή και σε συνδυασμό με την απολιγνιτοποίηση, είναι πιθανόν οι αγορές να επηρεάζονται το 2023».
Η ύφεση
Στους παράγοντες που θα καθορίσουν την έκβαση των τιμών είναι και η αναμενόμενη οικονομική ύφεση: «Ο κύριος παράγοντας που θα καθορίσει την πορεία των τιμών, υπό την αίρεση των γεωπολιτικών εξελίξεων, είναι η αναμονή της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης», λέει ο κ. Μαθιουλάκης και συνεχίζει: «Η αναμονή μιας μεγάλης ύφεσης είναι που πιέζει τις εκτιμήσεις για ζήτηση. Και αυτό το γεγονός είναι που κρατάει στις αγορές χαμηλά τις τιμές». Ο ίδιος επιμένει και στο θέμα των χειρισμών της Ε.Ε.: «Ένα λάθος που κάνει η Ε.Ε. είναι πως δεν λαμβάνει υπόψη της ότι η αγορά είναι ψυχολογία. Λειτουργεί με το τι πιστεύουν οι παράγοντες της αγοράς. Περιμένουν μεγάλη ύφεση και οι εκτιμήσεις τους δείχνουν χαμηλή ζήτηση ενέργειας κάτι που θα πιέσει και τις τιμές χαμηλότερα. Ανάλογα, λοιπόν, με το μέγεθος της ύφεσης θα διαμορφωθούν και οι τιμές».
Ο ενεργειακός αναλυτής σημειώνει πως «για να ανατραπεί η ενεργειακή κρίση χρειάζεται ένα άλλο μεγάλο γεγονός. Κι αυτό είναι η ύφεση με τη μορφή που εκδηλώνεται όπως για παράδειγμα με την αύξηση των επιτοκίων. Το αποτέλεσμα είναι η ζήτηση να μειώνεται και το βλέπουμε ήδη στο φυσικό αέριο που αγοράζουν οι βιομηχανίες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Είναι αφελές να πιστεύουμε πως λόγω των ήπιων καιρικών συνθηκών έχει υποχωρήσει η κατανάλωση φυσικού αερίου».
Πάντως, ο κ. Δούκας συμμερίζεται την παραπάνω άποψη ωστόσο επισημαίνει: «Το σενάριο που θέλει τον πλανήτη να βυθίζεται σε ύφεση, πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τρόπο. Η όλη προσπάθεια που καταβάλλεται από τις κυβερνήσεις της Ευρώπης είναι η ενεργειακή κρίση να μη βυθίσει τον πλανήτη σε ύφεση. Αν οδηγηθούμε στο αρνητικό σενάριο τότε αυτό θα σημαίνει πως οι κυβερνήσεις απέτυχαν. Και τότε οι χώρες που ευνοήθηκαν περισσότερο από τις δημοσιονομικές επεκτάσεις, όπως η Ελλάδα, θα αντιμετωπίσουν περιπέτειες…»
Οι αποθήκες φυσικού αερίου
Ο ΟΤ ζήτησε από τους τρεις αναλυτές την άποψη τους και για το θέμα της πληρότητας των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων σε φυσικό αέριο των ευρωπαϊκών χωρών. Και αν το τέλος του χειμώνα θα τις βρει άδειες ή επαρκώς γεμάτες και πως αυτό το γεγονός θα επηρεάσει τα ζητήματα της επάρκειας και των τιμών.
Ο Γιώργος Στάμτσης επικαλείται τόσο για το θέμα αυτό όσο και συνολικά για την εικόνα της ενεργειακής αγοράς το 2023, τη θέση του γερμανικού υπουργείου Ενέργειας: «Και το 2023 το θέμα των τιμών θα πιέζει την Ευρώπη. Ωστόσο οι εκτιμήσεις του δείχνουν πως στο τέλος της χρονιάς, στο τελευταίο τρίμηνο, θα υποχωρήσουν. Θα έχουμε δηλαδή τιμές στη διάρκεια του 2023 στα περίπου σημερινά επίπεδα και προς το τέλος του έτους θα υποχωρήσουν. Σε ό,τι αφορά την πληρότητα των αποθηκών, σήμερα είναι στο 84%. Στο τέλος του χειμώνα η πληρότητα θα είναι στο 40%. Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ο επαναεφοδιασμός των αποθηκών μέχρι να μπουν στην αγορά συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και να διασφαλιστεί η διαθεσιμότητα των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το φυσικό αέριο».
Για το θέμα της επάρκειας ο κ. Στάμτσης, τονίζει την αναγκαιότητα ώστε «η Ε.Ε. να τρέξει γρήγορα την εφαρμογή του Κανονισμού για την επίσπευση της εγκατάστασης συστημάτων παραγωγής ρεύματος από ΑΠΕ, αλλά και στη συζήτηση για την αλλαγή του μοντέλου της λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας να μπουν ως σταθερό κομμάτι του επανασχεδιασμού οι αγορές διαθέσιμης ισχύος».
Από την πλευρά του ο κ. Μαθιουλάκης στο θέμα της πληρότητας των αποθηκών αερίου, θυμίζει πως «με κανονικές συνθήκες της αγοράς η άνοιξη έβρισκε τις αποθήκες με πληρότητα 17%. Όπως πέρυσι. Αυτήν την άνοιξη εκτιμώ πως το ποσοστό πληρότητας θα είναι διπλάσιο. Και αν συμβεί αυτό τότε οι φόβοι για την επάρκεια θα μειωθούν». Ο ίδιος κάνει γνωστό ότι «στην Ευρώπη όσες εταιρείες γέμισαν τις αποθήκες πέρυσι τις γέμισαν με τιμές του αερίου στα 180 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Οι περισσότερες εταιρείες ενέργειας κράτησαν γεμάτες τις αποθήκες με αυτές τις τιμές και εφοδιάζουν την αγορά με αέριο από τη σποτ αγορά που είναι στα 80 ευρώ. Και αυτή η επιχειρηματική πρακτική είναι που θα μας βρει την άνοιξη με ικανοποιητική επάρκεια αερίου».
Ο Χάρης Δούκας δεν αποκλείει νέο υψηλό των τιμών στο τέλος του χειμώνα: «Ίσως δούμε υψηλές τιμές όταν τελειώσει ο χειμώνας και απαιτηθεί ανεφοδιασμός των αποθηκών φυσικού αερίου».
Η πορεία των τιμών
Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης ερωτηθείς για την εκτίμηση του ως προς την πορεία των τιμών του φυσικού αερίου μέσα στο 2023, πιστεύει ότι «από το καλοκαίρι είναι πιθανόν να δούμε τιμές φυσικού αερίου TTF στα 50 ευρώ ανά Μεγαβατώρα».
Ο Χάρης Δούκας λέει πως «ακραίες τιμές δεν θα δούμε. Σε αυτό συμβάλει και η θέσπιση του μηχανισμού του πλαφόν στο TTF. Λειτουργεί ως πίεση», υποστηρίζει.
Ο Γιώργος Στάμτσης, επαναλαμβάνει την προαναφερόμενη εκτίμηση του για «αποκλιμάκωση των τιμών στο τέλος του 2023, σύμφωνα και με όσα προβλέπει το γερμανικό υπουργείο Ενέργειας».
Ο κ. Μαθιουλάκης μιλά όμως και για τις τιμές των καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την ηλεκτροπαραγωγή στην Ελλάδα και την Ε.Ε.: «Για την ηλεκτροπαραγωγή στην Ελλάδα και την ΕΕ το καλοκαίρι δεν θα είναι το φυσικό αέριο το ακριβότερο καύσιμο αλλά θα είναι ο λιγνίτης. Θα πρέπει μετά να κοιτάμε την επάρκεια εφοδιασμού σε λιγνίτη. Αυτό θα είναι το καύσιμο το οποίο ως ακριβότερο θα καθορίζει και τις τιμές ρεύματος».
Η επάρκεια
Και οι τρεις ειδικοί της ενέργειας συμφωνούν ότι το ζήτημα της επάρκειας δεν φαίνεται, αν δεν υπάρξουν ανατροπές, να απασχολήσει ιδιαίτερα την Ευρώπη για το 2023.
Μάλιστα ο κ. Μαθιουλάκης σημειώνει πως «όλες αυτές οι υποδομές που χτίζονται, όπως τα FSRUs στη Γερμανία, την Ολλανδία και την Ελλάδα, δείχνουν πως στα επόμενα δύο χρόνια εξασφαλίζονται εναλλακτικές πηγές προμήθειας φυσικού αερίου. Ωστόσο», συμπληρώνει, «θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως όσο αυξάνεται το μερίδιο των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα θα αυξάνεται και η αναγκαιότητα σε φυσικό αέριο. Η Ευρώπη δεν θα πρέπει να επιστρέψει σε πολιτικές απαγόρευσης της διάθεσης του φυσικού αερίου και να στραφεί μονομερώς στις ΑΠΕ. Τότε θα οδηγηθούμε στα ίδια αδιέξοδα».
Πάντως, ο Χάρης Δούκας προσθέτει έναν προβληματισμό στο θέμα της ενεργειακής επάρκειας: «Αν οι Ρώσοι διακόψουν και τον Turk Stream θα πρέπει να δούμε κατά πόσο οι ΗΠΑ και το Κατάρ είναι έτοιμες να ανταπεξέλθουν, να ικανοποιήσουν την αυξημένη ζήτηση φυσικού αερίου που θα προκληθεί στην Ευρώπη».
Το πετρέλαιο
Εκτιμήσεις για χαμηλότερες τιμές πετρελαίου κάνουν επίσης οι αναλυτές.
Ο κ. Μαθιουλάκης εκτιμά πως «το αργό πετρέλαιο θα κινηθεί προς τα 60 δολάρια ανά βαρέλι από 75 με 80 δολάρια σήμερα», επικαλούμενος το ζήτημα της οικονομικής ύφεσης. Από την πλευρά του ο κ. Δούκας θεωρεί πως «το πετρέλαιο θα έχει έναν ρόλο ήπιας πίεσης των οικονομικών. Οι τιμές του θα κινούνται σε τέτοιο βαθμό ώστε αφενός να μην προκαλέσουν ανεπανόρθωτες ζημιές στις οικονομίες και αφετέρου ώστε να προσφέρουν και τα κέρδη στους πετρελαιοπαραγωγούς».