ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΟΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ 40/2022
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Παναγιωτοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, η οποία ορίστηκε κατόπιν κληρώσεως σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3327/2005.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 6 Δεκεμβρίου 2021, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του καλούντος – αιτούντος: …, κατοίκου …, με ΑΦΜ …, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Παρασκευής Κουπλίδου (AM …).
Του καθ’ου η κλήση – καθ’ου η αίτηση: Του Ασφαλιστικού CLUB με την επωνυμία …, που εδρεύει στο … και διατηρεί και γραφεία στον … όροφος, το οποίο εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Πάρι Καραμήτσιο (AM ΔΣΑ …).
Ο αϊτών ζητεί να γίνει δεκτή η από 18-11-2019 αίτησή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό καταθέσεως …../2020, προσδιορίστηκε, με πράξη του Προέδρου του Δικαστηρίου τούτου για τη δικάσιμο της 05-02-2020 οπότε και συζητήθηκε. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθ. 217/2020 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία παρέπεμψε την αίτηση στο λειτουργικά αρμόδιο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών (ασφαλιστικά μέτρα) του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Με την από 29-09-2021 κλήση που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό καταθέσεως …./2021, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 29-10-2021 και μετά από νόμιμη αναβολή για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, ο αϊτών επανέφερε προς συζήτηση την ανωτέρω αίτηση.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η επίδειξη εγγράφου κατά τη διάρκεια εκκρεμούς δίκης ρυθμίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 450 – 452 ΚΠολΔ, ενώ αν δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 902 – 903 ΑΚ. Κατά το άρθρο 902 ΑΚ όποιος έχει έννομο συμφέρον να πληροφορηθεί το περιεχόμενο ενός εγγράφου που βρίσκεται στη κατοχή άλλου, έχει δικαίωμα να απαιτήσει την επίδειξη ή και αντίγραφο του, αν το έγγραφο συντάχθηκε για το συμφέρον αυτού που το ζητεί ή πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και αυτόν ή σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση, είτε απευθείας από του ίδιο είτε για το συμφέρον του, με τη μεσολάβηση τρίτου. Η επίδειξη εγγράφου ή χορήγηση αντιγράφου μπορεί να ζητηθεί με αγωγή, ανταγωγή, ή και με τις προτάσεις, ενώ κατά την κρατούσα στη νομολογία και τη θεωρία άποψη, δύναται να επιδιωχθεί και με αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων, εφόσον συντρέχει επείγουσα περίπτωση ή επικείμενος κίνδυνος (βλ. ΜΠρΑΘ 8430/2009, ΑρχΝ 2010/456, ΜΠρΡοδ 2048/2009 ΤΝΠ -Νόμος, ΜπρΤριπ 98/2008, ΔΕΕ 2008/814, Χαμηλοθώρης, Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδ. 2010, σελ. 328). Από την παραπάνω διάταξη προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωση της ενοχικής, εκ του Νόμου, αξίωσης για την επίδειξη εγγράφου ή για τη χορήγηση αναγράψου που αξιώνονται από την 902 ΑΚ, είναι αφενός η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του ζητούντος την επίδειξη, που εξειδικεύεται στις τρεις, περιοριστικά στο νόμο αναφερόμενες, περιπτώσεις του παραπάνω άρθρου, και αφετέρου η κατοχή του εγγράφου από του καθού στρέφεται η σχετική αξίωση. Όμως, τέτοιο έννομο συμφέρον λείπει, όταν από τον ενάγοντα δεν προβάλλονται πραγματικοί ισχυρισμοί, αλλά η αίτηση επίδειξης εγγράφου αποβλέπει στην αποκάλυψη για πρώτη φορά, με την επίδειξη, κρίσιμων πραγματικών γεγονότων (βλ. ΑΠ 9/2005, ΕλλΔ/νη 2005/768). Αν στο πρόσωπο του ζητούντος την επίδειξη λείπει το έννομο συμφέρον, γιατί δεν συντρέχει μία από τις αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, τότε η αγωγή απορρίπτεται για έλλειψη εννόμου συμφέροντος, που συνιστά διαδικαστική προϋπόθεση και συνεπάγεται την, για το λόγο αυτό, απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης. Ειδικότερα, οι περιπτώσεις που προβλέπονται διαζευκτικά στο άρθρο 902 ΑΚ και εξειδικεύουν το, έννομο συμφέρον είναι οι εξής: α) Αν το έγγραφο συντάχθηκε προς το συμφέρον του αιτούντος. Για να κριθεί αν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή ερευνάται η πρόθεση που επικράτησε κατά το χρόνο σύνταξης του εγγράφου. Τέτοιο έννομο συμφέρον υπάρχει, όταν το έγγραφο συντάχθηκε προς σύσταση, απόδειξη ή διατήρηση γενικά των δικαιωμάτων του αιτούντος την επίδειξη. Το έγγραφο δεν απαιτείται να αφορά αποκλειστικά το συμφέρον του αιτούντος την επίδειξη. Αρκεί να έχει συνταχθεί έστω και προς το συμφέρον του. Πάντως, έννομο συμφέρον δεν υπάρχει, αν το έγγραφο έχει συνταχθεί αποκλειστικά προς το συμφέρον του εναγόμενου κατόχου του, β) Αν το έγγραφο πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται κυρίως τα έγγραφα, συστατικά ή αποδεικτικά μιας δικαιοπραξίας, που έχει καταρτιστεί με τον κάτοχο του εγγράφου ή με κάποιον τρίτο, τα οποία πιστοποιούν έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα. Πρέπει, πάντως, κατά την κρατούσα ερμηνεία της ως άνω διάταξης, να έχει λάβει ο αϊτών μέρος στη δικαιοπραξία που εμπεριέχεται στο έγγραφο και γ) Αν το έγγραφο σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση είτε απευθείας από τον ίδιο τον αιτούντα, είτε για το συμφέρον του, με τη μεσολάβηση τρίτου. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα έγγραφα εκείνα, που δεν πιστοποιούν μεν μια έννομη σχέση, αφορούν όμως τις σχετικές μ’ αυτήν διαπραγματεύσεις, ανεξάρτητα αν αυτές κατέληξαν ή όχι σε κατάρτιση σύμβασης (βλ. ΕφΑθ 673/2009, ΕλλΔ/νη 2009/1474, ΕφΑθ 2456/2002, ΕλλΔ/νη 46. 208). Σε επείγουσες περιπτώσεις ή για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου καθένας που έχει έννομο συμφέρον δικαιούται να ζητήσει, ως ασφαλιστικό μέτρο, να διαταχθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, σε εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 682 παρ. 1, 683, 686 επομ. 731, 732 ΚΠολΔ, η επίδειξη εγγράφων, λόγω του κατεπείγοντος (βλ. ΑΠ 1613/2000, ΕλλΔ/νη 42/681, ΜΠρΑθ 6789/2013,ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Όταν δε ο Νόμος απαιτεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση, εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, η οποία να δικαιολογείται από τη συνδρομή πραγματικών περιστατικών, και, συγκεκριμένα κινδύνου να ματαιωθεί η απαίτηση ή επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής (ΜΠρΕδ 217/2012, ΜονΠρΘεσ 31427/2010, ΜΠρΚαστ 39/2013, ΤΝΠ Νόμος). Στην αίτηση, όμως αυτή, για την επίδειξη που υποβάλλει ο διάδικος πρέπει να περιγράφονται με ακρίβεια τα κρίσιμα έγγραφα και ως προς το περιεχόμενό τους. Αν τούτο δεν γίνει, το αίτημα απορρίπτεται ως όριστο (ΕΑ 1741/1994, Δικ/νη 36, 1262).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αίτηση, ο αιτών εκθέτει ότι είναι αξιωματικός του Εμπορικού Ναυτικού και ότι τον Οκτώβριο του έτους 2011, ενόσω εκτελούσε υπηρεσία βάρδιας στο πλοίο …, πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία …, με έδρα τον ….., υπέστη σοβαρό τραυματισμό συνεπεία του οποίου έχει καταστεί ανίκανος προς εργασία εφ’ όρου ζωής. Με βάση τα ανωτέρω, επικαλούμενος επείγουσα περίπτωση, ζητεί να υποχρεωθεί το καθ’ου, ασφαλιστικό CLUB, το οποίο έχει αναλάβει την κάλυψη αστικής ευθύνης της εργοδότριας εταιρείας για κάθε ναυτεργαστική απαίτηση εναντίον της, να του προσκομίσει α) το ασφαλιστήριο συμβόλαιο με την εταιρεία … ή με την …, το οποίο κατήρτισε το έτος 2011 για λογαριασμό του πληρώματος του πλοίου …, στο οποίο να εμφαίνονται τα άτομα που ασφαλίστηκαν, οι όροι της ασφάλισης και τα ποσά που προβλέπονται για την αποζημίωση, το λήπτη ασφάλισης και το δικαιούχο αποζημίωσης, β) όλες τις αποδείξεις με τις οποίες κατέβαλλε ασφάλισμα στην εταιρεία … ή στην εταιρεία … από τον Οκτώβριο του 2011 έως το Δεκέμβριο του 2012, για λογαριασμό του ασφαλισμένου … του … και γ) όλα τα νομιμοποιητικά έγγραφα (αποδείξεις, πληρεξούσια Κλπ) βάσει των οποίων κατέβαλλε αποζημιώσεις για λογαριασμό του αιτούντος, προκειμένου να ασκήσει τις αξιώσεις του από το προαναφερόμενο ναυτεργατικό ατύχημα. Ζητεί επίσης να καταδικαστεί το καθ’ου στη δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο, η αίτηση, η οποία φέρεται παραδεκτά ενώπιον του παρόντος, αρμοδίου καθ’ύλην, κατά τόπο και λειτουργικά (άρθρ. 683 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ και άρθρο 51 του Ν. 2172/1993) Δικαστηρίου, κρίνεται απορριπτέα στο σύνολό της. Ειδικότερα η αίτηση πρέπει να απορριφθεί λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος του αιτούντος, δοθέντος ότι το αιτούμενο υπό στοιχ. α) έγγραφο, το οποίο εσφαλμένα αναφέρεται στην αίτηση ως ασφαλιστήριο συμβόλαιο, ενώ πράγματι πρόκειται για πιστοποιητικό εισδοχής Μέλους (εν προκειμένω της πλοιοκτήτριας εταιρείας … και των συνασφαλισμένων, ήτοι της διαχειρίστριας εταιρείας … … και της εταιρείας πρακτόρευσης …, Ελλάδος) στον αλληλοασφαλιστικό οργανισμό (καθ’ου η αίτηση), δεν έχει συνταχθεί προς το συμφέρον του αιτούντος, ούτε πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και αυτόν, ούτε σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση ούτε απευθείας από τον ίδιο ούτε για το συμφέρον του με μεσολάβηση τρίτου.
Συγκεκριμένα, το υπ’αριθ. πρωτ. … πιστοποιητικό εισδοχής, το οποίο πάντως προσκομίζεται από το καθ’ου (βλ. σχετ. 1), αποτελεί απόδειξη της σύμβασης ασφάλισης αστικής ευθύνης μόνο μεταξύ του Μέλους και του Οργανισμού (καθ’ου η αίτηση) και δεν θεωρείται ως απόδειξη οποιασδήποτε ανάληψης οικονομικής ευθύνης του Οργανισμού προς οποιοδήποτε άλλο μέρος. Αυτό σημαίνει ότι ασφαλισμένοι στον Οργανισμό (καθ’ου η αίτηση) είναι τα Μέλη (πλοιοκτήτρια εταιρεία και συνασφαλισμένοι), τα οποία καταβάλλουν τις δαπάνες λειτουργίας του Οργανισμού και όχι τα πληρώματα των πλοίων τους, τα ονόματα των οποίων δεν αναγράφονται στο πιστοποιητικό. Κατά δε ρητό όρο των κανόνων εισδοχής, ο Οργανισμός αποδίδει στα Μέλη τις δαπάνες που έχουν ήδη καταβάλλει και σχετίζονται με την ασθένεια ή το ατύχημα του ναυτικού, ενώ δεν γεννάται αξίωση απευθείας στο πρόσωπο του δικαιούχου. Όσον αφορά τα αιτούμενα υπό στοιχ. β) έγγραφα, ήτοι τις αποδείξεις πληρωμής ασφαλίσματος από το καθ’ου προς τις εταιρείες … και … που αφορούν το ένδικο ατύχημα, προσκομίζονται επίσης από το καθ’ου ( (βλ. σχετ. 3 έως 7). Ως προς τα αιτούμενα, υπό στοιχ. γ) έγγραφα, ήτοι όλα τα νομιμοποιητικά έγγραφα βάσει των οποίων το καθ’ου κατέβαλλε την αποζημίωση για το ένδικο ατύχημα, η αίτηση τυγχάνει απορριπτέα λόγω αοριστίας, αφού αυτά δε προσδιορίζονται ειδικότερα με βάση την ημερομηνία σύνταξης, τον αριθμό πρωτοκόλλου ή το περιεχόμενό τους. Πάντως, η αίτηση τυγχάνει απορριπτέα και λόγω έλλειψης κατεπείγουσας περίπτωσης, καθόσον ασκείται δέκα έτη μετά την γέννηση της απαίτησης του αιτούντος σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρείας ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο αϊτών έχει ήδη ασκήσει σε βάρος των διαχειριστριών του πλοίου, εταιρειών με την επωνυμία … και …, αγωγή αποζημίωσης από το ένδικο ατύχημα, η οποία απορρίφθηκε πρωτοδίκως με την υπ’αριθ. 91/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία) και τελεσίδικα με την υπ’αριθ. 740/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. Εξάλλου ο αϊτών ουδένα κίνδυνο απώλειας ή καταστροφής των αιτούμενων εγγράφων επικαλείται, ώστε να καθίσταται αναγκαία η λήψη του αιτούμενου ασφαλιστικού μέτρου. Για όλους τους παραπάνω λόγους η αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του καθ’ου σε βάρος του αιτούντος που ηττάται (άρθρ. 176 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση.
Επιβάλλει σε βάρος του αιτούντος τα δικαστικά έξοδα του καθ’ου, τα οποία ορίζει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στο ακροατήριό του, στις 12 Ιανουαρίου 2022
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ